Το περιεχόμενο, η σημασία και οι εκφράσεις της
Η ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΡΕΤΗΣ
Αρετή καλείται το σύνολον των σωματικών, πνευματικών και ψυχικών προσόντων που εκφραζόμενα ομού αποβλέπουν και συντείνουν προς το καλόν και το αγαθόν. Το καλόν και το αγαθόν προσλαμβάνουν εκάστοτε διαφορετικές έννοιες, ανάλογα την ιστορική εποχή, τις θρησκευτικές αντιλήψεις και την κοινωνική διάρθρωση ενός λαού. Έτσι άλλη έννοια προσλαμβάνει η αρετή στον έντονα θρησκευόμενο, άλλη στον πολεμιστή και άλλη στον πνευματικό δημιουργό, ή στον πολιτευόμενο των διαφόρων ιστορικών εποχών.
Η αρετή σαν περιεχόμενο έχει να κάνει με το είδος των ιδεών ή ιδεωδών που διαπνέουν το άτομο κα το καθοδηγούν, ώστε να είναι ενάρετο και σύμφωνο προς κάποια ιδέα ή ιδεώδες από τα οποία διαπνέεται. Στην συγκεκριμένη περίπτωση της πολεμικής αρετής, είναι η ιδέα της ατομικής – κοινωνικής – πολιτικής – ελευθερίας και ανεξαρτησίας που δημιουργεί την πολεμική αρετή στο άτομο και τον λαό. Η επιβίωση του έθνους των Ελλήνων επί χιλιετίες οφείλεται στην καλλιεργηθείσα από αυτούς εθνική πολεμική αρετή, που επέζησε μέχρι των ημερών μας.
Οι Έλληνες ουδέποτε υπήρξαν φιλοπόλεμοι. Απεναντίας υπήρξαν πάντα φιλειρηνικοί και η πρώτη στην ιστορία τους καταδίκη του πολέμου απαντάται στο αρχαιότερο κείμενο της Ελληνικής γραμματείας, στην Ιλιάδα του Ομήρου: «αφρήτωρ, αθέμιστος, ανέστιος εστίν εκείνος ός πολέμου έραται (Ραψωδία Ι, 63-64)». Πάντοτε οι Έλληνες προτιμούσαν την ειρήνη από τον πόλεμο. Όμως όταν ετίθετο το δίλημμα ειρήνη εν δουλεία ή πόλεμος για την ελευθερία προτιμούσαν τον πόλεμο, γιατί επίστευαν πως η ελευθερία ήταν αγαθό υπέρτερο της ειρήνης.
ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΠΟΛΕΜΙΚΗΣ ΑΡΕΤΗΣ
Η γεωστρατηγική θέσις της Ελλάδας είχε ως μοιραίο επακόλουθο να αντιμετωπίζει διαρκώς κινδύνους πολέμου και να αποδύεται συνεχώς σε αγώνες για την προάσπιση της ελευθερίας και ανεξαρτησίας της, χωρίς να φείδεται κόπων και θυσιών. Η διατήρηση της ύπαρξής της κατά την διαδρομή της ιστορίας μέχρι σήμερα οφείλεται στην πολεμική αρετή των Ελλήνων, που είχε πάντα πνευματικό και ηθικό περιεχόμενο και δεν ήταν μία απλή έκφραση πολεμικότητας με σκοπό την αρπαγή ξένων εδαφών ή αγαθών, όπως γινόταν από άλλους λαούς.
Οι έννοιες πατρίδα, θρησκεία, οικογένεια ήσαν αυτές που έδιναν το πνευματικό και ηθικό περιεχόμενο στην πολεμική αρετή των Ελλήνων. Υπέρ βωμών και εστιών εμάχοντο ανέκαθεν οι Πανέλληνες. Οι βωμοί (θρησκεία) και οι εστίες (τόπος και οικογένεια) ήσαν τα ιερά που υπερασπίζονταν.
Η πολεμική αρετή των Ελλήνων από τε σοφίης κατεργασμένη και νόμου ισχυρού (Ηρόδοτος ΙΙ 102) έθετε την πατρίδα και τους θεσμούς της υπεράνω όλων και παρέμεινε αναλλοίωτος από τα βάθη των αιώνων έως σήμερον. Είχε δε ως συνέπεια την αδιάσπαστη συνέχεια του Ελληνικού έθνους σε μια μεγαλειώδη διαδρομή, της οποίας η αρχή χάνεται μέσα στην αχλύ των προϊστορικών μύθων. Εξέφραζε την σταθερή απόφαση των Ελλήνων του να ζήσουν ελεύθεροι προασπίζοντες τις υψηλές αξίες του ασύγκριτου πνευματικού των πολιτισμού.
Η πολεμική ιστορία των Ελλήνων συνεπώς καθίσταται φάρος αειφεγγής των αιωνίων και υψηλών ιδεωδών του Ελληνισμού, πηγή ανεξάντλητος εθνικού φρονηματισμού για όλες τις ερχόμενες γενεές, διδάσκουσα πως μητρός τε και πατρός και των άλλων προγόνων απάντων τιμιώτερον εστίν η πατρίς (Πλάτων, Κρίτων κεφ. 12).
Η ΠΟΛΕΜΙΚΗ ΑΡΕΤΗ ΤΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ
Οι Αθηναίοι υπήρξα εύψυχοι υπερασπιστές της ελευθερίας, όχι μόνον της ιδικής των, αλλά και των Πανελλήνων, ως απέδειξαν σε κρίσιμες ιστορικές στιγμές. Από του 18ου έτους έδιναν τον όρκο του πολίτη και στρατιώτη, όπως μας τον παραδίδει ο ρήτωρ Λυκούργος (κατά Λεωκράτους, 76): ου καταισχυνώ όπλα τα ιερά, ουδ΄ εγκαταλείψω τον παραστάτη, αμυνώ δε και υπέρ ιερών και οσίων και μόνος και μετά πολλών, την πατρίδα δε ουκ ελάττω παραδώσω, πλείω δε και αρείω όσης αν παραδέξωμαι.
Οι αθηναίοι κατά την περίοδο των Μηδικών πολέμων, στην μάχη του Μαραθώνος και στην ναυμαχία της Σαλαμίνος με την ανδρεία της πολεμικής των αρετής κατηύγασαν όλη την οικουμένη διαχρονικά με την πολεμική ευψυχία τους.
Η ΠΟΛΕΜΙΚΗ ΑΡΕΤΗ ΤΩΝ ΣΠΑΡΤΙΑΤΩΝ
Η στρατιωτική αγωγή των Σπαρτιατών, από της νεαρής των ηλικίας, απέβλεπε στο να διεγείρει φρονήματα υψηλά και γενναία, ώστε να αναπτυχθεί σε αυτούς έντονο το αίσθημα της φιλοπατρίας. Ο Ξενοφών στην Λακεδαιμονίων πολιτεία (ΧΙΙΙ 5) μας σημειώνει πως: Τους μεν άλλους αυτοσχεδίους είναι των στρατιωτικών, Λακεδαιμονίους δε μόνους τω όντι τεχνίτας των πολεμικών. Η πολεμική αρετή των Ελλήνων με τους Σπαρτιάτες έφθασε στον Κολοφώνα (ύψιστο σημείο) της, όταν στις Θερμοπύλες, τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι, έπεσαν οι 300 μαζί με τον βασιλέα τον Λυκούργο, υπερασπιζόμενοι τα ιερά και όσια όχι μόνον των Σπαρτιατών, αλλά και όλων των Πανελλήνων. Του Ξέρξου γράψαντος «πέμψον τα όπλα», αντέγραψε «μολών λαβέ» (Πλουτάρχου, Λακωνικά αποφθέγματα, 225, 11).
Η ΠΟΛΕΜΙΚΗ ΑΡΕΤΗ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ
Συνεχιστές των αρχαίων Ελλήνων στην πολεμική αρετή υπήρξαν οι υπό τον Αλέξανδρο Μακεδόνες, που αντεκδικούμενοι τις Περσικές εκστρατείες κατά της Ελλάδας, δια της υπερόχου πολεμικής των αρετής κατέλυσαν με τις εκστρατείες των την βάναυση Περσική αυτοκρατορία και εχάρισαν την ελευθερία και αυτονομία σε πληθώρα λαών, τελούντων υπό δουλείαν. Μόνοι και ολίγοι εναντίων ασυγκρίτως έκαμψαν και εξεμηδένησαν την Περσική ισχύ. Στον Γρανικό, στην Ισσό και στα Γαυγάμηλα έλαμψε για μία ακόμα φορά η πολεμική αρετή των Ελλήνων και τα ονόματα Ελλάς και Έλληνες κατεστάθηκαν αρεστά και σεβαστά σ΄ όλη την τότε οικουμένη.
1821, 1940, ΟΙ ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΛΑΜΨΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΟΛΕΜΙΚΗΣ ΑΡΕΤΗΣ
Η, μετά τους Αλεξανδρινούς χρόνους υποταγή των Ελλήνων σε ξένους δυνάστες (Ρωμαιοκρατία 1100 ετών, Τουρκοκρατία 400 ετών), πολεμική αρετή των Ελλήνων υπέστη κάμψη, αλλά δεν εξέλιπε δια παντός. Ληθάργησε κοιμώμενη εντός της κυτταρικής μνήμης του γένους των Ελλήνων. Στην εθνεγερσία του 1821 εξύπνησε ακμαία στις καρδιές και τις ψυχές των Ελλήνων και απετίναξε τον βάρβαρο Τουρκικό ζυγό.
Μετά από 140 χρόνια πάλι η πολεμική αρετή των Πανελλήνων έλαμψε στα βουνά της Ηπείρου και της Αλβανίας. Λίγοι και με πενιχρά πολεμικά μέσα οι Έλληνες το 1940 κατενίκησαν τους πολυάριθμους και καλά εξοπλισμένους Ιταλούς, που θεωρούσαν πως η εισβολή τους στην Ελλάδα θα ήταν ένα απλός περίπατος. Οι Έλληνες με την εποποιία τους το 1940, όχι μόνο εφάνησαν αντάξιοι των αρχαίων προγόνων τους, αλλά και χάρισαν στους συμμάχους των την πρώτη νίκη κατά του Ιταλογερμανικού άξονος.
Σπύρος Παπαδάκης