Site icon ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ

Άγνωστες μορφές του Ελληνισμού: Γερακάρη

η ατρόμητη πολεμίστρια της Μάνης

Οι Βενετοί με αρχηγό τον Μοροζίνι, αυτόν που δεν σεβάστηκε ούτε την Ακρόπολη και την βομβάρδισε με τα κανόνια του ανελέητα, εγκατέλειψαν τους Έλληνες συμμάχους τους στα χέρια των τουρκικών ορδών. Ήταν 1667 όταν και τα τελευταία βενετικά πλοία άφηναν τον Μοριά στην μοίρα του. Όλοι οι Έλληνες περίμεναν την βοήθεια των δυτικών για να αποτινάξουν τον τούρκικο ζυγό, αλλά για πολλοστή φορά προδόθηκαν οικτρά και οι τελευταίες τους ελπίδες σωτηρίας από την τυραννία των τούρκων. Οι τούρκοι είχαν θυμώσει πολύ με την αντίδραση των ανυπότακτων Μανιατών και ήθελαν να τους «συνετίσουν», όπως μόνο οι τούρκοι ήξεραν.

Ο πειρατικός στόλος έφτασε στα ανοιχτά του Γυθείου υπό την ηγεσία του αρχιπειρατή Χασάν Μπαμπά και ύψωσε την λευκή σημαία, δείγμα ότι ήρθε σαν «φίλος». Ζήτησε να δει μια μικρή αντιπροσωπία Μανιατών για να συζητήσει την παράδοση της Μάνης. Ζήτησε από τους Μανιάτες να δηλώσουν υποταγή στον σουλτάνο, να του δώσουν ομήρους σαν εχέγγυο και να πληρώσουν τους φόρους, όπως όλοι οι υπόδουλοι. Όμως, ο Χασάν ξέχασε ή μάλλον δεν γνώριζε, ότι μιλούσε στους απόγονους των Σπαρτιατών, των πιο λαμπρών πολεμιστών που είχε δει ποτέ ο κόσμος. Η απάντηση των Μανιατών ήταν ανάλογη των προγόνων, ορθά κοφτά του είπαν «όσα ζητάς, έλα να τα πάρεις» αντίστοιχα με το «μολών λαβέ» του Λεωνίδα και των 300.

Οι καμπάνες των εκκλησιών χτυπούσαν μανιασμένα ειδοποιώντας έτσι για τον ερχόμενο κίνδυνο. Οι πειρατές ήθελαν να αφανίσουν τους εμπειροπόλεμους Μανιάτες. Έτσι λοιπόν, οι άνδρες και οι νέοι ζώστηκαν τα ντουφέκια και τα σπαθιά τους τρέχοντας προς την παραλία για να αντιμετωπίσουν τον εισβολέα. Γυναίκες, γριές, ανάπηροι και παιδιά φορτωμένοι με ό,τι μπορούσαν να πάρουν από τα σπίτια τους τρέξαν να κρυφτούν στα κακοτράχαλα βουνά της Μάνης που τόσες φορές τους έσωσαν. Ανάμεσα στους άμαχους που κατευθύνθηκαν στα απόκρημνα βουνά ήταν και μια γυναίκα, λεχώνα τριών ημερών με το μωρό της να θηλάζει ακόμα. Ένας νεαρός ασθμαίνοντας από πίσω, τής φωνάξε να του πει πού έβαλε τα όπλα του άνδρα της γιατί δεν τα έβρισκε όσο και αν έψαχνε. Η Γερακάρη γύρισε με οργή το κεφάλι της προς το μέρος του νεαρού και του αποκρίθηκε «να πεις στον άνδρα μου, να έλθει γρήγορα να φυλάξει τα γίδια και να κρατήσει το παιδί. Και εγώ πηγαίνω να εύρω τα όπλα του και θα τα χρησιμοποιήσω καλύτερα από αυτόν». Μόλις τα είπε τράβηξε το μωρό από το στήθος της και το έδωσε σε μια γριά που ήταν πίσω της. Άρπαξε ένα μεγάλο κλαδευτήρι και φωνάζοντας και στις άλλες γυναίκες που μπορούσαν να κρατήσουν όπλα έτρεξε κατευθείαν στην παραλία κάνοντας μεγάλες δρασκελιές. Οι γυναίκες εφοδιάστηκαν με δρεπάνια, κλαδευτήρες, δίκρανα, ξύλα, άλλα γεωργικά εργαλεία και γενικά ό,τι άλλα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν ως όπλα.

Οι πειρατές έριξαν τις πρώτες βάρκες στην θάλασσα και κατευθύνθηκαν προς την ακρογυαλιά. Οι βάρκες με τους πειρατές αυλάκωναν το νερό, αλλά από την ακτή τους πυροβολούσαν οι Μανιάτες έχοντας δίπλα τους την Γερακάρη και τις υπόλοιπες γυναίκες.

Ο Χασάν Μπαμπά αναγκάστηκε να φύγει κακήν κακώς μ’ ένα μόνο πλοίο.

Αίας ο Τελαμώνιος
Τ. Ο. Καβάλας

ΠΗΓΗ

Exit mobile version