Ένα άκρως ενδιαφέρον άρθρο, διδακτικό και προς μίμηση θα λέγαμε, των ενταύθα Κλουζώ…:
“Συντριπτικό σε συμβολισμό, αλλά και σοβαρό σε ουσία, είναι το χτύπημα που πέτυχαν οι αμερικανικές Αρχές απέναντι στη φοροδιαφυγή.
Ο παραδοσιακός κόμβος των Άλπεων με το μυθικό τραπεζικό απόρρητο χάνει οριστικά την αμερικανική πελατεία του.
Τελευταίο «θύμα» της μεθοδικής δουλειάς των οικονομικών και δικαστικών αρχών έπεσε η παλαιότερη τράπεζα της Ελβετίας (και 13η παλαιότερη παγκοσμίως) Wegelin. Ο κλοιός των Ελεγκτικών Αρχών, υπό την υψηλή εποπτεία του εισαγγελέα της Νέας Υόρκης, Πριτ Μπαράρα, σφίγγει και η καμπάνα θα χτυπήσει για άλλες 13 ελβετικές τράπεζες, ο ελβετικός φοροπαράδεισος είναι πια χαμένος.
Μετά την ανακοίνωση της απόφασης για τη Wegelin, ο Πριτ Μπαράρα, δήλωσε πως η πρώτη αυτή καταδίκη τράπεζας για συνδρομή σε φοροδιαφυγή αποτελεί κομβικό σημείο στη μάχη εναντίον της. «Δεν υπάρχει δικαιολογία γι’ αυτούς που φοροδιαφεύγουν ούτε για τα τραπεζικά ιδρύματα που τους βοηθούν», συμπλήρωσε.
Μάλιστα, είναι αρκετά πιθανό η πληθώρα στοιχείων που έχουν συγκεντρώσει εφοριακοί και εισαγγελείς να είναι ο λόγος που οι Αμερικανοί δεν είναι πρόθυμοι να προχωρήσουν σε συνολική φορολογική συμφωνία με την Ελβετία τώρα, πράγμα το οποίο επιθυμεί διακαώς η ελβετική κυβέρνηση. Οταν θα έχουν πιάσει κάθε Αμερικανό που επιχείρησε να κρύψει εκεί τα λεφτά του, η ελβετική κυβέρνηση δεν θα έχει πια λόγο να αρνείται την πλήρη άρση του τραπεζικού απορρήτου για κάθε Αμερικανό πολίτη.
…
Ο 44χρονος Μπαράρα, οδήγησε σε καταδίκη τον Μέιντοφ (150 χρόνια κάθειρξη) αλλά και τον λογιστή του, ενώ κέρδισε για τα θύματα αποζημίωση 7,2 δισ. δολ. από τη χήρα του μεγαλύτερου κερδισμένου από αυτή την τεράστια απάτη, Τζέφρι Πίκοβερ. Για λογαριασμό της πόλης της Νέας Υόρκης κέρδισε αποζημίωση 500 εκατ. δολαρίων από την εταιρεία SAIC -γνωστή στην Ελλάδα λόγω Ολυμπιακών Αγώνων και C4i- για υπερκοστολόγηση έργου. Έχει επίσης καταθέσει αγωγές δισεκατομμυρίων κατά της Bank of America και της Deutsche Bank για απάτη εις βάρος του αμερικανικού Δημοσίου.
Το σημαντικότερο είναι ότι ο Μπαράρα έχει κάνει τους μάνατζερ και τους επενδυτές να φοβούνται να μιλήσουν μεταξύ τους στο τηλέφωνο, αφού είναι -σαν να επρόκειτο για κανονικούς γκάνγκστερ- παγιδευμένα. Συνολικά με τέτοιες επιθετικές μεθόδους ο Μπαράρα έχει φέρει 58 υποθέσεις «εμπιστευτικής – εσωτερικής πληροφόρησης» στο δικαστήριο και το ρεκόρ του είναι απόλυτο: 58-0.
Πιο τρανταχτή ήταν η περίπτωση του Ρατζ Ρατζαράτναμ, δισεκατομμυριούχου μεγαλοεπενδυτή που καταδικάστηκε σε φυλάκιση 11 ετών για εσωτερική πληροφόρηση, απάτη και κατάχρηση. Για την ίδια υπόθεση καταδικάστηκε και ο πρώην διευθυντής της Goldman Sachs, Ράτζατ Γκούπτα, σε 2 χρόνια φυλάκιση. Οι ποινές δεν ήταν με αναστολή και δύο οδηγήθηκαν στη φυλακή, όπου θα εκτίσουν τουλάχιστον το 85% των ποινών.
Ο Μπαράρα χειρίστηκε με επιτυχία και άλλες σημαντικές υποθέσεις, όπως του βομβιστή της πλατείας Τάιμ, των επιθέσεων της Αλ Κάιντα σε πρεσβείες των ΗΠΑ, του διαδικτυακού τζόγου. Για όλους αυτούς τους λόγους το ΤΙΜΕ όχι μόνο τον συμπεριέλαβε στα 100 σημαντικότερα πρόσωπα του 2012, αλλά τον περασμένο Φλεβάρη τον έκανε εξώφυλλο με τον τίτλο: «Αυτός ο άνθρωπος τσάκωσε τη Wall Street».
Στη «φάκα» και ο τρέιντερ
Στην πιο πρόσφατη δράση του Μπαράρα εκτός συνόρων, την περασμένη Δευτέρα, βρετανικό δικαστήριο αποφάσισε την έκδοση στις ΗΠΑ του Αμερικανού Καρίμ Σεραγκελντίν που ζούσε στο Λονδίνο. Ο Σεραγκελντίν κατηγορείται ότι υπερκοστολόγησε την αξία που είχε το χαρτοφυλάκιό του προκειμένου να πάρει μεγαλύτερο bonus από την Credit Suisse για λογαριασμό της οποίας δούλευε το κρίσιμο διάστημα πριν από το ξέσπασμα της κρίσης.
Οι συγκεκριμένες τοποθετήσεις του Σεραγκελντίν αφορούσαν σε 2.7 δισ. δολάρια σε σύνθετα προϊόντα βασισμένα σε στεγαστικά δάνεια, τα «τοξικά ομόλογα» εκείνα που έχουν κλονίσει το τραπεζικό σύστημα. Το 2007 ο Σεραγκελντίν κατάφερε να λάβει τελικά -παρά την ανακάλυψη της αλλοίωσης που έκανε- 2.1 εκατ. δολάρια αποζημίωση από την ελβετική τράπεζα.
Ολα ξεκίνησαν με τη λίστα Μπίρκενφελντ
Ο τρόπος που οι Αμερικανοί υφαίνουν τον ιστό τους γύρω από τις «ιερές αγελάδες» του ελβετικού τραπεζικού κατεστημένου προσφέρεται για μελέτη. Είναι αξιοθαύμαστη η μεθοδικότητα και -ακόμα περισσότερο- η αποτελεσματικότητα που έχουν στο έργο τους οι αμερικανικές αρχές.
Είναι το ακριβώς αντίθετο αυτού που συμβαίνει στη χώρα μας, δυστυχώς. Ενώ εδώ συνεχίζουν να προστίθενται νέα κωμικοτραγικά επεισόδια στον χειρισμό της υπόθεσης της λίστας Λαγκάρντ, οι αμερικανικές αρχές κατόρθωσαν χάρη σε έναν «πόντο» που έφυγε πριν από πέντε χρόνια -και πάλι χάρη σε έναν insider, μια εσωτερική διαρροή- να ξηλώσουν σχεδόν όλο το πλεχτό της απόκρυψης και της μυστικότητας των ελβετικών τραπεζών. Ο Αμερικανός Μπράντλεϊ Μπίρκενφελντ, στέλεχος της UBS παλιότερα, το 2007 υπέκλεψε τα στοιχεία των λογαριασμών Αμερικανών πολιτών στην τράπεζα.
Χάρη σε αυτά, η UBS αναγκάστηκε να πληρώσει πρόστιμο 780 εκατ. δολαρίων το 2009, 35.000 φορολογούμενοι στα επόμενα έτη συμμετείχαν -εκόντες άκοντες- σε προγράμματα αμνηστίας για να επαναπατρίσουν τα ξενιτεμένα κεφάλαιά τους, στα δημόσια ταμεία μπήκαν πάνω από πέντε δισ. δολάρια από φόρους και πρόστιμα, ενώ οι ελβετικές αρχές αναγκάστηκαν τον Σεπτέμβριο του 2010 να δώσουν τα ονόματα 4.450 Αμερικανών με μυστικούς λογαριασμούς.
Ταχύτατα τα στοιχεία αυτά αξιοποιήθηκαν περαιτέρω και τον Νοέμβριο του 2010 η Pictet, άλλη παλιά, ιδιωτική τράπεζα της Ελβετίας, αναγκάστηκε να παραδώσει και αυτή καινούργια δεδομένα στους Αμερικανούς, οι οποίοι προχωρούν από το ένα πιστωτικό ίδρυμα στο άλλο, κλείνοντας υποθέσεις, ενώ μαζεύουν διαρκώς νέα στοιχεία.
Σφίγγει ο κλοιός
Όσο αφορά την τράπεζα Wegelin, όταν τελεσιδικήσει η υπόθεση θα κλείσει οριστικά περνώντας στην Ιστορία. Το κλείσιμό της είναι κάτι που στην ουσία έχει συμβεί εδώ και έναν χρόνο, όταν μεταβίβασε το χαρτοφυλάκιό της με όλους τους μη Αμερικανούς πελάτες της στην επί τούτου συσταθείσα τράπεζα Notenstein, θυγατρική της αυστριακής Raiffeisen. Στην Wegelin, έχουν πλέον μείνει μόνο οι λογαριασμοί των Αμερικανών πολιτών.
Τα πλήρη στοιχεία γι’ αυτούς πολύ σύντομα θα είναι στα χέρια των αμερικανικών Αρχών, όπως φαίνεται τόσο απ’ το χαμηλότερο απ’ το αναμενόμενο πρόστιμο (58 εκατ. δολάρια που προστίθενται σε άλλα 16 που είχαν κατασχεθεί νωρίτερα), όσο και η «φλυαρία» των στελεχών της τράπεζας στο δικαστήριο.
Η ιδιαιτερότητα της Wegelin που επί δυόμισι αιώνες λειτουργούσε ως εγγύηση προς τους πελάτες της, όσον αφορά την ασφάλεια και τις υψηλές υπηρεσίες που παρείχε, ήταν ότι είχε τη μορφή ομόρρυθμης εταιρείας, δηλαδή οι (οκτώ) συνέταιροι-ιδιοκτήτες θα ήταν αναγκασμένοι να καλύψουν οποιαδήποτε ζημία με την προσωπική περιουσία τους.
Αυτό φάνηκε τελικά το πιο αδύναμο σημείο στην ικανότητα στήριξης οποιασδήποτε υπερασπιστικής γραμμής παρότι ο διευθύνων συνέταιρος της Wegelin, Κόνραντ Χούμλερ, (ο οποίος έχει διατελέσει πρόεδρος της Ενωσης Ελβετικών Τραπεζών, είναι μέλος σε πολλά ΔΣ, ενώ πέρασε και από το συμβούλιο της Κεντρικής Τράπεζας) είχε γράψει πύρινα άρθρα κατά της επιθετικής αμερικανικής τακτικής, όπου καλούσε σε μαζικές πωλήσεις αμερικανικών τίτλων σαν αντίμετρο.
Ομολογία
Στο δικαστήριο στη Νέα Υόρκη, όπου δικαζόταν η Wegelin για το ότι απέτρεψε τη φορολόγηση κεφαλαίων Αμερικανών πολιτών ύψους 1,2 δισ. δολαρίων, παρουσιάστηκε εκ μέρους της τράπεζας ένας εκ των συνεταίρων, ο Οτο Μπρούντερερ, ένα εξίσου σημαντικό με τον Χούμλερ πρόσωπο στους ελβετικούς τραπεζικούς κύκλους, ο οποίος, όχι απλά παραδέχτηκε πως η τράπεζα γνώριζε ότι βοηθάει τους πελάτες της να φοροδιαφεύγουν -από το 2002 έως το 2010-, αλλά προσέθεσε ότι αυτό αποτελεί κοινή πρακτική των τραπεζών στην Ελβετία. Το τελευταίο αυτό σχόλιο θεωρείται ότι δεν θα του το συγχωρήσουν εύκολα οι συνάδελφοί του, αφού θεωρείται ότι διευκολύνει το «δέσιμο» των κατηγοριών εναντίον ελβετικών τραπεζών.
Τώρα σειρά για το δικαστήριο έχουν πάρει η Credit Suisse, η Julius Baer και άλλες 11 μικρότερες τράπεζες της Ελβετίας. Παράλληλα, έχουν ασκηθεί διώξεις και εναντίον επενδυτικών συμβούλων και υπαλλήλων των τραπεζών, οι οποίοι απειλούνται με φυλάκιση και βαρύτατα πρόστιμα, άρα έχουν κάθε λόγο να σπάσουν την «ομερτά» επιβαρύνοντας ακόμα περισσότερο την κατάσταση για τις τράπεζες που βοηθούσαν Αμερικανούς να φοροδιαφεύγουν.
Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι το 2012 ο Μπίρκενφελντ έλαβε τιμητική αμοιβή 104 εκατ. δολαρίων από το αμερικανικό δημόσιο για τις πληροφορίες που έδωσε πέντε χρόνια νωρίτερα, κάτι που οι αμερικανικές αρχές ελπίζουν να ωθήσει κι άλλα «βαθιά λαρύγγια» να αρχίσουν να κελαηδάνε…
ΝΙΚΗΤΑΣ ΚΟΥΡΙΔΑΚΗΣ
Ας παραδειγματιστούμε λοιπόν από αυτές τις ενέργειες αν έχουμε τα γόνατα, ώστε να φτάσουμε και εμείς να πατάξουμε την πολυπόθητη φοροδιαφυγή και ας αφήσουμε τις επιπλέον φορομπηχτικές πολιτικές στους μονίμως φορολογούμενους, που πληρώνουν τους φόρους τους και το ανάλγητο κράτος έχει στην κυριολεξία εξαθλιώσει!