Απανθίσματα από την σκέψη του Ιουλίου Έβολα
Περί τζιχάντ [*] και ιερού πολέμου
Στην ισλαμική παράδοση γίνεται διάκριση μεταξύ δύο ιερών πολέμων, του «μεγαλύτερου ιερού πολέμου» (ελ τζιχάντουλ ακμπάρ) και του «μικρότερου ιερού πολέμου» (ελ τζιχάντουλ ασγκάρ). Η διάκριση αυτή προέρχεται από ένα ρητό (χαντίθ) του Προφήτη, ο οποίος στο δρόμο της επιστροφής από μια στρατιωτική εκστρατεία, δήλωσε: «Έχετε επιστρέψει από έναν μικρότερο ιερό πόλεμο σ’ έναν μεγάλο ιερό πόλεμο». [1]
Ο μεγαλύτερος ιερός πόλεμος είναι εσωτερικής και πνευματικής φύσης. Ο άλλος, είναι ο υλικός πόλεμος που διεξάγεται εξωτερικά, εναντίον ενός εχθρικού πληθυσμού, με την συγκεκριμένη πρόθεση να φέρει τους «άπιστους» πληθυσμούς υπό την εξουσία του «Νόμου του Θεού» (αλ Ισλάμ). Ωστόσον η σχέση μεταξύ του «μεγαλύτερου» και του «μικρότερου ιερού πολέμου», αντανακλά την σχέση μεταξύ της ψυχής και του σώματος, Προκειμένου να γίνει κατανοητός ο ηρωικός ασκητισμός ή «μονοπάτι της δράσης», είναι απαραίτητο να κατανοήσουμε την κατάσταση στην οποία συγχωνεύονται οι δύο δρόμοι, του «μικρότερου ιερού πολέμου» που γίνεται το μέσον δια του οποίου διενεργείται ένας «μεγαλύτερος ιερός πόλεμος» και το αντίστροφο : τον «μικρό ιερό πόλεμο», τον εξωτερικό, που γίνεται καθίσταται σχεδόν μια τελετουργική πράξη η οποία εκφράζει και καταμαρτυρεί την πραγματικότητα του πρώτου.
Αρχικά, το ορθόδοξο Ισλάμ συνέλαβε μια μοναδική μορφή ασκητισμού : αυτήν που είναι συνδεδεμένη με τον τζιχάντ ή «ιερό πόλεμο».
Ο «μεγαλύτερος ιερός πόλεμος» είναι ο αγώνας του ανθρώπου ενάντια στους εχθρούς που φέρει μέσα του. Πιο συγκεκριμένα, είναι ο αγώνας της ανώτατης αρχής του ανθρώπου ενάντια σε οτιδήποτε είναι μέσα του απλά ανθρώπινο, ο αγώνας κατά της κατώτερης φύσης του, αλλά κι εναντίον των χαοτικών παρορμήσεων και όλων των ειδών των υλικών προσκολλήσεών του. Αυτό τονίζεται ρητά σ’ ένα κείμενο Άριας πολεμικής σοφίας : «Γνώρισε λοιπόν Αυτόν που βρίσκεται πάνω από την αιτία. Και η ειρήνη του ας σου δώσει ειρήνη. Να είσαι ένας πολεμιστής και να σκοτώσεις την επιθυμία, τον ισχυρό εχθρό της ψυχής.» («Μπαγκαβάτ Γκίτα» 3,43) [2]
Ο «εχθρός» που μας αντιστέκεται μας κι ο «άπιστος» μέσα μας πρέπει να υποταχθούν και να προσδεθούν με αλυσίδες. Ο εχθρός είναι η ζωώδης επιθυμία και το ένστικτο, η αποδιοργανωμένη πολλαπλότητα των παρορμήσεων, οι περιορισμοί που επιβάλλονται σε μας από έναν φαντασιακό εαυτό, καθώς επίσης και από τον φόβο, την κακία και την αβεβαιότητα. Αυτή η υποταγή του εχθρού μέσα μας είναι ο μόνος τρόπος για να επιτευχθεί η εσωτερική απελευθέρωση ή η αναγέννησή μας σε μια κατάσταση βαθύτερης εσωτερικής ενότητας και «ειρήνης» – με την εσωτερική και θριαμβική έννοια της λέξης.
Στον κόσμο τού παραδοσιακού πολεμικού ασκητισμού ο «μικρότερος ιερός πόλεμος», δηλαδή, ο εξωτερικός πόλεμος, ενδείκνυται ή ακόμη και ορίζεται ως το μέσον για να εξαπολύσουμε αυτόν τον «μεγαλύτερο ιερό πόλεμο». Έτσι στο Ισλάμ οι εκφράσεις «ιερός πόλεμος» (τζιχάντ) και «δρόμος του Αλλάχ» συχνά χρησιμοποιούνται εναλλακτικά. Σ’ αυτήν την σειρά ιδεών, η δράση εξασκεί την άκαμπτη λειτουργία κι αποστολή μιάς θυσιαστικής κι εξαγνιστικής τελετουργίας. Οι εξωτερικές αντιξοότητες που αντιμετωπίζονται κατά την διάρκεια μιας στρατιωτικής εκστρατείας προκαλούν τον εσωτερικό «εχθρό» ν’ αναδυθεί και να προβάλλει μια σθεναρή αντίσταση κι’ έναν ικανόν αγώνα, με την μορφή των ζωωδών ενστίκτων της αυτοσυντήρησης, του φόβου, της αδράνειας, της συμπόνιας, ή άλλων παθών. Εκείνοι που εμπλέκονται σε μάχες πρέπει να ξεπεράσουν αυτά τα συναισθήματα από τη στιγμή που εισέρχονται στο πεδίο της μάχης, εάν θέλουν να νικήσουν και να καταβάλλουν τον εξωτερικό εχθρό ή «άπιστο».
Προφανώς ο πνευματικός προσανατολισμός και η «ορθή πρόθεση» (νιγιά), δηλαδή αυτή προς την υπέρβαση (τα σύμβολα που χρησιμοποιούνται για να αναφερθούμε στην υπέρβαση είναι «ουρανός», «παράδεισος», «κήπος του Αλλάχ» και ούτω καθεξής), υποτίθενται ως τα θεμέλια του τζιχάντ, αλλιώς ο πόλεμος χάνει τον ιερό χαρακτήρα του και εκφυλίζεται σε μιαν άγρια υπόθεση, στην οποία ο αληθινός ηρωισμός αντικαθίσταται με απερίσκεπτη εγκατάλειψη κι αυτό που μετράει είναι οι αχαλίνωτες παρορμήσεις της ζωώδους φύσης.
Είναι γραμμένο στο Κοράνιο: «Ας πολεμήσουν στον δρόμο του Αλλάχ εκείνοι που πωλούν την ζωή αυτού του κόσμου για το Εφεξής. Κι όποιος μάχεται στον δρόμο του Αλλάχ και στην συνέχεια σκοτωθεί ή υποτάξει (τον εχθρό), σύντομα θα του Δώσουμε μια μεγάλη ανταμοιβή» (Κοράνιο, 4:76) Η προϋπόθεση σύμφωνα με την οποία έχει θεσπιστεί : «Όταν συναντάτε τους άπιστους στην μάχη, χτυπήστε τον τράχηλό τους. Όταν τους έχετε αποδεκατίσει διεξοδικά, δεσμεύτε τους αιχμαλώτους σταθερά» (Κοράνιο 47:4) ή : «Έτσι μην χαλαρώνετε και μην ζητάτε ειρήνη όταν έχετε το πάνω χέρι κι ο Αλλάχ είναι μαζί σας, και Αυτός θα δεν θα βραδύνει την ανταμοιβή του για τα έργα σας.» (Κοράνιο 47:37) και ότι : «H ζωή του κόσμου είναι απλά παιχνίδι και περίσπαση»(Κοράνιο 47:37), καθώς και ότι : «Καλείστε να ξοδέψετε στον δρόμο του Αλλάχ, όμως ανάμεσά σας υπάρχουν ακόμη εκείνοι που είναι φιλάργυροι κι όποιος είναι φιλάργυρος είναι φιλάργυρος μόνον για τον εαυτό του» (Κοράνιο 47:38).
Οι δηλώσεις αυτές θα πρέπει να ερμηνεύονται σύμφωνα με τις κατευθύνσεις της ευαγγελικής ρήσης : «ος γαρ αν θέλη την ψυχὴν αυτού σώσαι, απολέσει αυτήν· ος δ’ αν απολέση την ψυχὴν αυτού ένεκεν εμού, ευρήσει αυτήν». [Διότι εκείνος που θέλει να σώσει την ζωή του (αρνούμενος εμένα), θα την χάσει. Όποιος δε θυσιάσει την ζωή του εξ αιτίας εμού (της πίστης του σ’ εμένα), αυτός θα την βρει
(θα κληρονομήσει την μακάρια κι ατελεύτητη ζωή)]. – Κατά Ματθαίον (16:25).
Αυτό επιβεβαιώνεται από ένα ακόμη απόσπασμα του Κορανίου: «Γιατί έτσι είναι όταν λέγεται σ’ εσάς : “Πορευθείτε στον σκοπό του Αλλάχ”. Αργοπορείτε οκνηρά στην γη ; Είστε ευχαριστημένοι με την ζωή αυτού του κόσμου, αντί του Εφεξής ;» (Κοράνιο, 9:38) «Πείτε: Μας περιμένει κάτι να μας συμβεί, εκτός από εκτός από το ένα από τα δύο αριστεία, δηλαδή την νίκη ή το μαρτύριο;» (Κοράνι, 9: 52).
Ένα άλλο απόσπασμα είναι επίσης αποκαλυπτικό: «Ο πόλεμος έχει θεσπιστεί για σας, αν κι αυτό σας είναι αποκρουστικό. Ωστόσο, μπορεί ν’ αντιπαθείτε κάτι, ενώ είναι για εσάς καλό και μπορεί ν’ αγαπάτε κάτι, ενώ είναι για εσάς κακό, κι ο Αλλάχ γνωρίζει ενώ εσείς δεν γνωρίζετε.» (Κοράνιο, 2:216). Αυτό το απόσπασμα θα πρέπει επίσης να συνδέεται με το ακόλουθο:
«Είναι ευχαριστημένοι να βρίσκονται μ’ αυτούς που μένουν πίσω, (δηλαδή, μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά, τους ανάπηρους και τους υπέργηρους) κι οι καρδιές τους έχουν σφραγιστεί, αφήνοντάς τους έτσι στερημένους από αντίληψη.
Αλλά ο Απόστολος κι οι πιστοί οι οποίοι είναι μαζί του διενεργούν τζιχάντ με τα υπάρχοντά και τα πρόσωπά τους, και σε τέτοιους ανήκουν όλες οι ευλογίες, και είναι αυτοί που οι ευτυχείς επίλεκτοι. Ο Αλλάχ έχει ετοιμάσει γι’ αυτούς κήπους με τρεχούμενα ρυάκια μέσα τους , ώστε να διαμείνουν σ’ αυτούς [για πάντα]. Αυτή είναι η μεγάλη επιτυχία.» (Κοράνιο, 9:88 – 9:89)
Αυτός ο τόπος «ανάπαυσης» (παράδεισος) συμβολίζει τις υπερατομικές καταστάσεις της ύπαρξης, η υλοποίηση των οποίων δεν περιορίζεται μόνον στα μεταθανάτια, όπως στο ακόλουθο απόσπασμα που αναφέρει τα εξής: «Όσο για εκείνους που σφαγιάστηκαν στον δρόμο του Αλλάχ, Αυτός δεν θα αφήσει τα έργα τους να χαθούν. Αυτός θα τους καθοδηγήσει και θα τακτοποιήσει τις υποθέσεις τους και θα τους υποδεχτεί στον παράδεισο, με τον οποίο τους συνέστησε» Κοράνιο (47:5-7). Στην περίπτωση του πραγματικού θανάτου στην μάχη, διαπιστώνουμε το ισοδύναμο του «Θριαμβικού θανάτου» (Mors triumphalis) που βρίσκεται στις κλασικές παραδόσεις. Αυτοί που έχουν βιώσει τον «μεγαλύτερο ιερό πόλεμο» κατά την διάρκεια του «μικρότερου ιερού πολέμου», έχουν αφυπνίσει μια δύναμη η οποία πιθανότατα θα τους βοηθήσει να ξεπεράσουν την κρίση του θανάτου. Αυτή η δύναμη, αφού τους απελευθέρωσε ήδη από τον «εχθρό» και από τον «άπιστο», θα τους βοηθήσει ν’ αποφύγουν την μοίρα του Άδη. Γι’ αυτόν τον λόγο στην κλασική αρχαιότητα, η ελπίδα του αποθανόντος και η ευσέβεια των συγγενών του, προξενούσαν συχνά την εγχάραξη των εικόνων ηρώων και νικητών επάνω στις επιτύμβιες στήλες. Ωστόσον είναι δυνατόν, να διέλθει από τον θάνατο, καθώς και να κατακτήσει, και να επιτύχει την υπερζωή και ν’ ανέλθει στο «ουράνιο βασίλειο», ενώ ακόμα είναι ζωντανός. [3]
Περί του Ισλάμ και της Παράδοσης
Θ’ αναφερθώ εν συντομία σε μιαν άλλη παράδοση (αν και ξεκίνησε σχετικά πρόσφατα), στο Ισλάμ, το οποίο προέρχεται από τις σημιτικές φυλές και κατάφερε να ξεπεράσει εκείνες τις αρνητικές διακριτικές ιδέες τους. Όπως και στην περίπτωση του ιερατικού Ιουδαϊσμού, το κέντρο του Ισλάμ, επίσης, συνίστατο από τον Νόμο και την Παράδοση, θεωρούμενα ως μορφοποιητική δύναμη, προς την οποία τα αρχέγονα Αραβικά φύλα παρείχαν ένα αγνότερο και ευγενέστερο ανθρώπινο υλικό, διαμορφωμένο από ένα πολεμικό πνεύμα. Ο ισλαμικός νόμος (σαρία) είναι ένα θεϊκός νόμος, το Κοράνιο, θεωρείται ως ο ίδιος ο λόγος του Θεού (καλάμ Αλλάχ), καθώς επίσης ως ένα μη ανθρώπινο έργο και ένα «άκτιστο βιβλίο» το οποίο υπήρχε στον ουρανό ab aeterno («από την αιωνιότητα», «από αμνημονεύτων ετών»).
Παρά το γεγονός ότι το Ισλάμ θεωρεί τον εαυτό του «θρησκεία του Αβραάμ», ακόμη έως και του σημείου να του αποδίδει την θεμελίωση της Καάμπα (στην οποία βρίσκουμε και πάλι το θέμα του κομβικού «λίθου», ή το σύμβολο του «κέντρου»)[4], είναι ωστόσο, αλήθεια ότι :
(α) Το Ισλάμ διακήρυξε την ανεξαρτησία του τόσον από τον Ιουδαϊσμό όσο και από τον Χριστιανισμό.
(β) Η Καάμπα, με το συμβολισμό της του «κέντρου», είναι μια προ-ισλαμική τοποθεσία κι έχει ακόμα πιο αρχαίες καταβολές, που δεν μπορούν να χρονολογηθούν με ακρίβεια.
(γ) Στην εσωτερική ισλαμική παράδοση, το κύριο σημείο αναφοράς είναι ο αλ-Χίντρ, ένα δημοφιλές πρόσωπο στον ισλαμικό κόσμο, που είναι αντιληπτό ως ανώτερος και πρότερος των βιβλικών προφητών (Κοράνιο 18:59-81) [Ο αγγελιαφόρος του Θεού, σύγχρονος του Αβραάμ ή του Μωυσή ή μια διαχρονική θεόσταλτη οντότητα, ο «Πράσινος άνδρας», φερόμενος και ως δάσκαλός των προφητών].
Επίσης το Ισλάμ απορρίπτει ένα θέμα που βρίσκεται στον Ιουδαϊσμό, ενώ στον Χριστιανισμό έγινε το κυρίαρχο δόγμα κι η βάση για το μυστήριο της ενσάρκωσης του Λόγου. Διατηρεί, λογικά εξασθενημένο, τον μύθο της πτώσης του Αδάμ, χωρίς να οικοδομεί πάνω του το θέμα του «προπατορικού αμαρτήματος». Σ’ αυτό το δόγμα, το Ισλάμ είδε μια «διαβολική ψευδαίσθηση» (ταλμπίς Ιμπλίς) ή το αντεστραμμένο θέμα της πτώσης του Διαβόλου (Ιμπλίς ή Σαϊτάν), την οποία το Κοράνι (18:48) [όταν είπαμε στους αγγέλους, «γονατίστε εμπρός στον Αδάμ», γονάτισαν, αλλά ο Ιμπλίς όχι. Αυτός ήταν ένα από τα πνεύματα, έτσι αμάρτησε ενάντια στην εντολή του Κυρίου του]. απέδωσε στην άρνησή του, μαζί με όλους τους αγγέλους του, να γονατίσει εμπρός στον Αδάμ. Επίσης το Ισλάμ, όχι μόνον απέρριψε την ιδέα ενός Εξιλεωτή ή Σωτήρα, που είναι τόσο κεντρική στον Χριστιανισμό, αλλά και την μεσολάβηση μιας ιερατικής κάστας.
Συλλαμβάνοντας το Θείο με όρους ενός απόλυτου και καθαρού μονοθεϊσμού, χωρίς έναν «Υιό», έναν «Πατέρα», ή μια «Μητέρα του Θεού», κάθε Μουσουλμάνος ως άτομο φαίνεται ότι απευθύνεται άμεσα στο Θεό και καθαγιάζεται μέσω του Νόμου, ο οποίος διαποτίζει και οργανώνει την ζωή μ’ έναν ριζοσπαστικό ενιαίο τρόπο, σε όλες τις δικαστικές, θρησκευτικές και κοινωνικές προεκτάσεις του. Στο πρώιμο Ισλάμ η μόνη μορφή του ασκητισμού ήταν η δράση, δηλαδή, ο τζιχάντ, ή «ιερός πόλεμος». Αυτό το είδος πολέμου, τουλάχιστον θεωρητικά, δεν πρέπει να διακοπεί έως ότου επιτευχθεί η πλήρης εμπέδωση του θείου Νόμου. Ακριβώς μέσω του ιερού πολέμου και όχι με το κήρυγμα ή την ιεραποστολική προσπάθεια, κατόρθωσε το Ισλάμ να απολαύσει μιαν αιφνίδια, τεράστια επέκταση, δημιουργώντας την αυτοκρατορία των Χαλιφών, καθώς και διαμορφώνοντας μια τυπική ενότητα, χαρκτηριστική μιας «πνευματικής φυλής», συγκεκριμένα την «ουμμά» («ισλαμική κοινότητα» ή «ισλαμικό έθνος»).
Τέλος, το Ισλάμ παρουσιάζει μια παραδοσιακή πληρότητα, δεδομένου ότι η Σαρία και η Σούνα, δηλαδή, ο εξωτερικός νόμος και η εξωτερική παράδοση, έχουν το συμπλήρωμά τους όχι σ’ έναν ασαφή μυστικισμό, αλλά σε πλήρως απαρτιωμένες μυητικές οργανώσεις (Τουρούκ) που χαρακτηρίζονται από μιαν εσωτερική διδασκαλία (Ταβίλ) και από το μεταφυσικό δόγμα της «Ανώτατης Ταυτότητας» (Ταουχίντ). Σ΄ αυτές τις οργανώσεις, και σε γενικές γραμμές στον Σιιτισμό, οι επαναλαμβανόμενες έννοιες της αθωότητας (Μασούμ), του διπλού προνομίου : του Ισμά (δογματικού αλάθητου) και της «ανέφικτης σπίλωσης» από οποιαδήποτε αμαρτία (το οποίο είναι το προνόμιο των ηγετών, των ορατών και αοράτων ιμάμηδων και των θεόπνευστων νομοερμηνευτών – μουτζνταχίντ), οδηγούν πίσω στην γραμμή μιας ακατάβλητης φυλής, διαμορφωμένης από μια παράδοση σ’ ένα επίπεδο υψηλότερο απ’ όσο στον Ιουδαϊσμό, αλλά και στις θρησκευτικές πεποιθήσεις που κατέκτησαν τη Δύση.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[*] Ο διεθνοποιημένος σήμερα όρος «τζιχάντ» είναι λέξη αραβική, η οποία σημαίνει γενικά : αγώνας, μόχθος με όλες τις δυνάμεις κάποιου, μάχη ενάντια σε οποιοδήποτε αντικείμενο αποδοκιμασίας. Όταν συνοδεύεται από την φράση «φι σαμπίλ ιλ (Αλ)λάχ», -η οποία αποδίδεται «στον δρόμο του Θεού»-, αποκτά και επιπλέον ιδιαίτερο θρησκευτικό νόημα, σημαίνοντας ευρύτερα τον κάθε μορφής αγώνα για το Θεό, προς χάρη του Θεού. Αποτελεί ένα από τα κεντρικά δόγματα του Ισλάμ, ενώ από πολλούς ερευνητές θεωρείται ως ο άδηλος έκτος πυλώνας του, πέραν των 5 επισήμων «πυλώνων της πίστης», δηλαδή υποχρεώσεων που κάθε μουσουλμάνος έχει στην ζωή του [«Πέντε Στύλοι της Τήρησης»: Ομολογία της πίστης (σαχάντα) – Προσευχή (σαλάτ)- Φόρος ελεημοσύνης (ζακάτ, «εξαγνισμός») – Νηστεία (σάουμ) – «Ιερή αποδημία», δηλαδή προσκύνημα στη Μέκκα (χατζ)], χωρίς όμως να κατέχει -διακηρυγμένα κι επίσημα από θρησκευτική ισλαμική αρχή- πραγματικά μία τέτοια θέση. Ως θρησκευτικό καθήκον των πιστών, ο τζιχάντ θεωρείται πως ενισχύει την πίστη κι αποτελεί το ανάλογο της ασκητικής αναχωρητικής αφοσίωσης του μοναχού στην υπηρεσία του Θεού, όπως ισχύει στον χριστιανισμό. Σε ορισμένα χαντίθ (παραδόσεις που αποδίδουν τις πράξεις και τα λόγια του Προφήτη) αναφέρεται ως «η πράξη της αγνής αφοσίωσης», ενώ περιγράφεται και ως μία από τις «πύλες του παραδείσου». Ένα πρόσωπο που εμπλέκεται σε τζιχάντ καλείται μουτζάχιντ (όρος που συνήθως παρατονίζεται στην καθημερινή χρήση ως «μουτζαχίντ»), με τον πληθυντικό να είναι η γνωστή από τις διεθνείς ειδήσεις λέξη «μουτζαχεντίν».
Τζιχάντ είναι επίσης ο συνεχής μόχθος που πρέπει να καταβάλλει ο πιστός προς όφελος της Κοινότητάς του αλλά και για την προστασία της πίστης του απέναντι σε οποιονδήποτε εχθρό, υλικό ή άϋλο, εξωτερικό ή εσωτερικό. Ο τζιχάντ, ο οποίος υπό συγκεκριμένες συνθήκες μπορεί να εκδηλωθεί ως πραγματικός πόλεμος (όπως στην περίπτωση άμυνας των πιστών απέναντι σε κάποιον εισβολέα), επιτρέπει και την χρήση βίας αλλά με πολύ συγκεκριμένους και αυστηρούς περιορισμούς : απαγορεύεται στον πιστό να βλάψει αθώους. Στο πλαίσιο αυτό της δίκαιης αντίδρασης χαρακτηρίστηκε ως τζιχάντ η άμυνα των μουσουλμάνων κατά των Ευρωπαίων την εποχή των Σταυροφοριών, εξ ου και η έκτοτε ταύτιση του όρου με την πολεμική του εκδοχή.
Στην περίπτωση ένοπλου αγώνα μουσουλμάνων εναντίον οποιουδήποτε εχθρού, οι μόνοι οι οποιοι μπορούν να τον χαρακτηρίσουν τζιχάντ είναι οι μουσουλμάνοι θρησκευτικοί ηγέτες. Αυτοί κρίνουν αν βρίσκονται σε πραγματικό κίνδυνο η θρησκεία και η ισλαμική κοινότητα, καθώς και αν είναι απαραίτητη η χρήση έμπρακτης βίας για την προστασία τους. Συχνά ωστόσο στην μεταψυχροπολεμική περίοδο έχει γίνει κατάχρηση του όρου από αραβικές ή ευρύτερα μουσουλμανικές ομάδες, που τον χρησιμοποιούν για να προσδώσουν και θρησκευτικό, μεταφυσικό ή συμβολικό περιεχόμενο στον σκοπό τους, ο οποίος ενίοτε μπορεί να μην έχει καμία σχέση με θέματα της ισλαμικής πίστης ή με την προστασία της.
Στο Κοράνιο αναφέρονται κι αναγνωρίζονται τέσσερις θεμέλιοι τρόποι τζιχάντ με την έννοια του αγώνα : με την καρδιά («τζιχάντ αλ-ναφς» επί της ηθικής ζωής του ίδιου του εαυτού), με την γλώσσα («τζιχάντ αλ-λισάν» – επί της θεολογίας), με το χέρι («τζιχάντ αλ-γιαντ» – των θεάρεστων πράξεων) και με το σπαθί («τζιχάντ μπιλ-σαΐφ»-δια του ξίφους και του πολέμου επιβολή της πίστης). Από αυτούς ο τέταρτος είναι ο σπανιότερος και ο πρώτος ο δυσκολότερος για τον πιστό.
[1]. Στο βιβλίο του «Ταρίχ Μπαγκντάντ» – «Η ιστορία της Βαγδάτης», ο ισλαμιστής λόγιος του 11ου αιώνα Αλ Χατίμπ αλ Μπαγκντάντι αναφέρεται σε μια δήλωση από τον πρώιμο Σύντροφο – Ακόλουθο του Προφήτη, Τζαμπίρ ιμπν Αμπντ Αλλάχ. Στην αναφορά καταγράφεται πως ο Τζαμπίρ είπε : « Ο Προφήτης …επέστρεψε από μιαν από τις μάχες του κι αμέσως μετά μας είπε : “Φθάσατε με μιαν έξοχη άφιξη, ήρθατε από τον Μικρότερο Τζιχάντ στον Μεγαλύτερο Τζιχάντ – τον μόχθο ενός υπηρέτη του Αλλάχ ενάντια στις επιθυμίες του». Η αναφορά αυτή μνημονεύεται και στον 4ο τόμο του σπουδαίου επεξηγητικού κειμένου των κορανικών σχολίων «Φαΐντ αλ Καντίρ» του μεγάλου Αιγύπτιου θεολόγου και νομομαθή λόγιου του 16ου αιώνα, Μουχάμαντ αλ Μανάουι.
[2]. Η Μπαγκαβάτ Γκίτα, (ή Γκίτοπανισαντ) -που σημαίνει κυριολεκτικά «Ας γίνει το θέλημά Του», ενώ εκ της ποιητικής εκφοράς και γραφής της οι Ινδουιστές την αποκαλούν μεταφορικά και «Θείο Τραγούδι» ή «Άσμα του Ευλογημένου»- αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα ιερά κείμενα του Ινδουϊσμού. Είναι μέρος του ιερού επικού ποιήματος Μαχαμπαράτα, μέρος όμως που πολύ συχνά αποδίδεται ως ανεξάρτητο έργο, συμπεριλαμβανόμενο στις Ουπανισάδες, οι οποίες αποτελούν το τελευταίο τμήμα των Βεδών. Φέρεται να γράφτηκε περί τον 5ο π.Χ. στην σανσκριτική γλώσσα, από τον Βυάσα, τον αποκαλούμενο «Όμηρο της Ινδίας». Είναι γραμμένη με ποιητικό μέτρο και αποτελείται από 700 στίχους που συγκροτούν 18 κεφάλαια. Περιέχει τον διάλογο του επικού πρίγκιπα – ήρωα Αρτζούνα (όνομα που σημαίνει Κατακτητής) με τον ένθερμο φίλο και αμαξηλάτη του, ενσαρκωμένο θεό Κρίσνα, λίγο πριν ξεκινήσει η μοιραία τεράστια μάχη του Κουρουξέτρα. Ο περιβόητος Μαχάτμα Γκάντι απέδιδε στο κείμενο ιδιαίτερη σημασία και εγκυρότητα, σε ότι αφορά στις έννοιες της εγκράτειας, της δικαιοσύνης, αλλά και του καθήκοντος.
3.Αξίζει με βάση αυτό το σημείο της αφήγησης να θυμηθούμε και να εστιάσουμε την προσοχή μας στην καταγεγραμμένη τηλεοπτικά σκηνή του θανάτου του νεότερου Εθνικού Ήρωα Σολωμού Σολωμού στην Μεγαλόνησο Κύπρο, καθώς κατεβάζει το λάβαρο των Μογγόλων βαρβάρων ανεβασμένος στο κοντάρι και χαμογελάει με Ολύμπιο, φωτοβόλο κι υπερκόσμια αθώο χαμόγελο, ενώ είναι ακόμη ζωντανός και πριν τον θάνατό του περνάει στα Ηλύσια Πεδία και στην αθανασία.
4. Όπως και άλλοι ανάλογοι Ιεροί τόποι διαφόρων θρησκειών : Δελφοί – κέντρο της απολλώνιας λατρείας μα τον Ομφαλό, κέντρο του Κόσμου / Κούζκο του Περού – πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας των Ίνκας /Λόφος Ουίσναχ στην Ιρλανδία με τον ομφάλιο «λίθο των διαιρέσων» (Άϊλ να Μίρεαν) και ιερό τόπο δρυιδικών τελετών /Τένρι στην Νάρα της Ιαπωνίας, θεωρούμενο ως ένα ενεργειακό κέντρο του πλανήτη / Βατ Φρα Τσομ Ντογκ της Ταϊλάνδης, όπου η χρυσή βουδική στούπα με τα λείψανα του Βούδα Σιντάρτα.
Θεόφραστος Παραδέλης
ΠΗΓΗ