Ένα σύντομο ιστορικό: Κατά την διάρκεια των τελευταίων ετών της τουρκικής κατοχής της Αθήνας ο βρετανός πρεσβευτής, Λόρδος Έλγιν, αφαίρεσε και έκλεψε από τον Παρθενώνα μια συλλογή μαρμάρινων γλυπτών και ακολούθως πηγαίνοντας πίσω στην πατρίδα του, τα πούλησε στους κλεπταποδόχους της αγγλικής κυβέρνησης, η οποία τα τοποθέτησε στο Βρετανικό Μουσείο. Δύο αιώνες, σχεδόν, έχουν περάσει από τότε και η αγγλική κυβέρνηση συνεχίζει και κρατάει καταχρηστικά κομμάτι της Ελληνικής Πολιτιστικής Κληρονομιάς, της Ψυχής του Έθνους μας.
Είχε γράψει σχετικώς ο Κ. Π. Καβάφης: «Είναι αναξιοπρεπές δι’ έν μέγα έθνος το να επωφελήται από ημιαληθείας και ημιδικαιώματα. Η τιμιότης είναι η καλυτέρα πολιτική, και τιμιότης εις την περίπτωσιν των Ελγινείων Μαρμάρων σημαίνει απόδοσιν. Εάν πρόκειται περί του δευτέρου, είναι λυπηρόν ότι δεν ενεθυμήθει το απόφθεγμα του μεγάλου Γάλλου συγγραφέως “Οστις τρέχει πίσω από το πνεύμα αρπάζει την μωρίαν”»
Τα γλυπτά του Παρθενώνα δεν έχουν επιστραφεί ακόμα στην Ελλάδα και τώρα με δηλώσεις του ο Ντέιβιντ Κάμερον, δείχνει ότι δεν υπάρχει καν η διάθεση ή η σκέψη επιστροφής τους. Σε επίσκεψη που έκανε στην Ινδία ο πρωθυπουργός της Βρετανίας, δήλωσε ερωτώμενος για την ενδεχόμενη επιστροφή του διαμαντιού της Ινδίας ότι το διαμάντι δεν πρόκειται να επιστρφεί, όπως δεν θα επιστραφούν και τα Ελγίνεια, γιατί ο Κάμερον δεν πιστεύει στον «επιστροφισμό», αποδεικνύοντας για άλλη μία φορά την αλητεία του.
Στον Κάμερον και τους λοιπούς σφετεριστές απαντά ο Λόρδος Βύρων με το ποίημα του, «Η Κατάρα της Αθήνας»:
Μα στερνός, στο σαστισμένο πλήθος, κάπου σε μιαν άκρη,
Ενας που ήσυχα κοιτάζει βουρκωμένος απ’ το δάκρυ,
Μ’ άλαλο θυμό και πόνο μια αυτά πούκλεψαν θαμάζει,
Μια σιχένεται τον κλέφτη σύψυχα κι ανατριχιάζει
Ω! που ζώντας και που σκόνη, δίχως σχώριο να γροικήση,
Ν’ ακλουθιέται η αχορτασιά του η ιερόσυλη με μίση,
Και η εκδίκηση ως τον τάφο και πιο πέρα, το όνομά του
Να το κυνηγά, στο πλάγι του μωρόδοξου Ηροστράτου,
Και σε φύλλα λεκιασμένα και γραμμές που καίνε ας γίνη
Ατελείωτα να στράφτουν εμπρηστές ναών κι Ελγίνοι,
Καταδικασμένοι αιώνια στο ίδιο ανάθεμα κι οι δυο τους,
Που ίσως στο στερνό θε νάβρης και τον πιο χειρότερό τους,
Ετσι ας στέκουν, να τους βλέπουν τα μελλούμενα τα χρόνια,
Αγαλμα άσειστο, με βάση μοναχή, την καταφρόνια.