O Μίκης Μάντακας ήταν ένας Έλληνας φοιτητής που δολοφονήθηκε από Ιταλούς αναρχικούς σε ηλικία 22 ετών επειδή δεν έκρυβε πως ήταν Έλληνας Εθνικιστής.
Ο Μίκης Μάντακας γεννήθηκε στην Αθήνα, μεγάλωσε στου Παπάγου και ήταν γιός του αποστρατευμένου υποστράτηγου Νίκου Μάντακα και σε ηλικία 18 ετών πήγε στη κοινωνικοπολιτικά ταραγμένη Ιταλία να σπουδάσει Ιατρική. Η Ιταλία την εποχή εκείνη αναταρασσόταν από βίαιες συγκρούσεις στα Πανεπιστήμια ανάμεσα σε αντιμαχόμενες πολιτικά παρατάξεις, οι διαδηλώσεις ήταν καθημερινές σε όλη την Ιταλία, οι απεργίες τότε παραλύουν τη χώρα, οι κυβερνήσεις δείχνουν αδύναμες να αντιδράσουν, η διαφθορά διαχέεται σε ολόκληρο το πολιτικό σύστημα της Ιταλίας, η μαφία εισέρχεται σε όλες σχεδόν τις οικονομικές δραστηριότητες, οι πολιτικοί ηγέτες δείχνουν ανίκανοι στην Ιταλική κοινή γνώμη, ο Κ.Κ. Ιταλίας με ηγέτη τον Ενρίκο Μπερλινγκουέρ προπαγανδίζοντας έναν κομμουνισμό με ανθρώπινο προσωπείο σκαρφαλώνει στο 35% και διεκδικεί την εξουσία ώστε να γίνει η Ιταλία το πρώτο κομμουνιστικό κράτος της Δύσης με εκλογές. Η μόνη δύναμη που αντιστέκεται στην εξαρθρωμένη Ιταλία είναι το MSI στο κοινοβούλιο και η νεολαία του στα Πανεπιστήμια.
Στις 16 Απριλίου του 1974 εξωκοινοβουλευτικοί και αναρχικοί πυρπολούν την οικία του Γραμματέα του ΜSI (Movimento Sociale Italiano, του Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος που εκφράζει τον Ιταλικό Εθνικισμό), καίγοντας ζωντανά τα δύο του παιδιά, τον 23χρονο Stefano και τον οκτάχρονο Virgilio.
Συλλαμβάνονται και όταν αρχίζει η δίκη, η αστυνομία έχει περικυκλώσει το κτίριο και οι κομμουνιστές οργανώνονται σε πυκνές ομάδες κρούσης. Ο αριστερός τύπος μέσω της εφημερίδος “Unita” και της ακροαριστερής “Αutonomia Operaia” οργανώνουν κινητοποιήσεις, διαδηλώσεις, οι διαδηλωτές αποθρασύνονται, ζητούν απελευθέρωση των δολοφόνων με σύνθημα “Lollo libero”, (Lolo ήταν το υποκοριστικό του δολοφόνου) οδομαχίες διαρκούν για μέρες και τη τέταρτη μέρα της δίκης πραγματοποιείται συγκέντρωση διαμαρτυρίας του MSI καταγγέλλει την αδράνεια της κυβέρνησης για τα επεισόδια. Από την άλλη πλευρά οι αριστεροί θεωρούν την συγκέντρωση φασιστική πρόκληση.
Αρχίζουν συμπλοκές έξω από το δικαστήριο πέφτουν πυροβολισμοί, έξω από το δικαστήριο τραυματίζεται ένας πολίτης από σφαίρα και ένας δημοσιογράφος από τούβλο. Στην αίθουσα εκείνη τη μέρα βρίσκεται ο Μιχάλης Μάντακας παρακολουθώντας τη δίκη μαζί με άλλα μέλη του κοινωνικού Κινήματος. Το μεσημέρι το δικαστήριο διακόπτει, οι εθνικιστές οργανώνονται για να βγουν και αποφασίζουν να συγκεντρωθούν στα τοπικά γραφεία του κόμματος όπου και το καταφέρνουν διαφεύγοντας από τον κλοιό με αυτοκίνητο. Εκεί, στα κομματικά γραφεία καταφθάνουν ακροαριστεροί και οι οποίοι προσπαθούν να εισβάλουν στο κτίριο και ο διάδρομος πίσω από την κεντρική είσοδο τυλίγεται στις φλόγες από βόμβες μολότοφ που τους εκσφενδονίζουνε λίγοι αριθμητικά συναγωνιστές που βρίσκονται στο κτίριο αποφασίζουν να το εγκαταλείψουν από μια μικρή διπλανή πόρτα. Μόλις τους βλέπουν οι ακροαριστεροί αναρχοκομμουνιστές αρχίζουν καταιγιστικοί πυροβολισμοί.
Μια από τις σφαίρες διαπερνά το κρανίο του Μιχάλη και σφηνώνεται εσωτερικά του δεξιού κροτάφου του. Ο Μίκης χάνει τις αισθήσεις του, είναι όμως ακόμη ζωντανός. Τον μεταφέρουν στα χέρια πάλι πίσω μέσα στα γραφεία και αναμένουν ενισχύσεις. Η αστυνομία απλός και απλώς θεατής. Αργότερα στο χειρουργείο ο Μίκης Μάντακας αφήνει την τελευταία του πνοή. Πεθαίνει. Ο δολοφόνος του είναι ο Αlvaro Lojacono μέλος των Ιταλών Κομμουνιστών και αργότερα των Ερυθρών Ταξιαρχιών που γι’ αυτό του το έγκλημα καταδικάζεται το 1981 σε ποινή κάθειρξης 16 ετών.
Ο Μίκης Μάντακας λοιπόν, δολοφονήθηκε εν ψυχρώ στη Ρώμη και σωριάστηκε στην οδό Ottaviano 9 διαμαρτυρόμενος για τη στυγνή ανθρωποκτονία από τους ακροαριστερούς των δύο παιδιών του Ιταλού εθνικιστή πολιτικού που τα έκαψαν ζωντανά οι αναρχοκομμουνιστές λίγες μέρες πριν. Υπόδικοι ήσαν οι Lollo, Clavo και Grillo. Ο Lollo μετά την έκτιση μέρους της ποινής του κατέφυγε στη Βραζιλία, ο Grillo κατέφυγε στη Νικαράγουα και ο Marino Clavo κρύβεται…
Κάθε χρόνο Ιταλοί που δεν θέλουν να ξεχνούν τα εγκλήματα, στις 28 Φεβρουαρίου, συγκεντρώνονται στη πλατεία που πήρε πλέον το όνομα «Πλατεία Μίκη Μάντακα» και σε απόλυτη σιγή εκφωνούν το όνομά του και όταν ακούγεται το όνομα MIKIS MANTAKAS, ακούγεται από όλους ένα ανατριχιαστικό, υπερήφανο,
ΜΙKIS MANTAKAS – PRESENTE!
ΜΑ.Τ.