Ούτε ένας χρόνος δεν είχε περάσει από τον μαρτυρικό Σεπτέμβριο του 480 πχ, όταν οι Αθηναίοι αναγκάστηκαν να αφήσουν την πολυαγαπημένη τους πόλη και να επιβιβαστούν στα πλοία που θα τους μετέφεραν στην Αίγινα, προκειμένου να σωθούν από τις ασιανές ορδές του Ξέρξη. Ο Πέρσης μονάρχης μετά την ήττα του στόλου του στην ναυμαχία της Σαλαμίνος βρέθηκε σε δύσκολη θέση, ουσιαστικά εξ αιτίας της απώλειας του έλεγχου στο Αιγαίο και του κινδύνου αποκλεισμού του στην Ευρώπη, σε περίπτωση που ο Ελληνικός στόλος κατέστρεφε την γέφυρα του Ελλησπόντου. Ο Ξέρξης αποχώρησε, αφού όμως πρώτα κατέστρεψε ολοσχερώς την Αθήνα, (όπως ήταν και το αρχικό του σχέδιο, αφήνοντας πίσω τον Μαρδόνιο με πανίσχυρο στρατό (άνω των τριακοσίων χιλιάδων), ώστε να συντρίψει ανελέητα και ν’ αφανίσει τις υπόλοιπες αντιστεκόμενες Ελληνικές πόλεις.
Οι Αθηναίοι, επωφελούμενοι της απόσυρσης της Περσικής δύναμης στην Θεσσαλία για τον χειμώνα, είχαν επιστρέψει στην καθημαγμένη πόλη τους, προσπαθώντας να συμμαζέψουν τα κατατρίμματα που είχαν αφήσει πίσω τους οι βαρβαρικές ασιανές ορδές. Το άκουσμα της είδησης ότι ο Μαρδόνιος με τον στρατό του κατευθυνόταν ξανά προς την Αθήνα τους εξανάγκασε για δεύτερη φορά σε διάστημα λίγων μηνών, να εγκαταλείψουν γεμάτοι απογοήτευση και απελπισία «τους βωμούς και τις εστίες» τους για άλλη μια φορά. Ο Πέρσης στρατηγός βλέποντας την ιστορία να επαναλαμβάνεται και αντιλαμβανόμενος ότι ήταν αδύνατο να υποδουλώσει τους αγέρωχους Αθηναίους με στρατιωτικά μέσα, τους έστειλε αγγελιοφόρους με τους εξής όρους :
Οι Αθηναίοι μπορούσαν να γυρίσουν στις εστίες τους, οι Πέρσες θα ανοικοδομούσαν απολύτως την κατεστραμμένη πόλη, θα παραχωρούσαν δε στους Αθηναίους επιπρόσθετα εδάφη από γειτονικές πόλεις και ικανές ποσότητες χρυσού ως πλουσιοπάροχη αποζημίωση, ταυτόχρονα δε θα ξεκινούσαν εμπορικές σχέσεις μεταξύ της πόλεως των Αθηνών και της Περσικής Αυτοκρατορίας, οι οποίες θα έφερναν στην πόλη της Παλλάδος εύκολο πρόσθετο πλουτισμό. Το μόνο που ζητούσε ο Μαρδόνιος ως αντάλλαγμα ήταν να αναγνωρίσουν οι Αθηναίοι την (έστω και τυπική) υποταγή τους στην Περσία. Προκειμένου να πάρει «γήν και ύδωρ» ο Ασιάτης έδινε σαν αντάλλαγμα ισχύ, πλούτο, καλοζωία κι επιρροή. Ότι δηλαδή θα ονειρεύονταν η κάθε πόλη!
Οι Ελληνικές πόλεις θορυβήθηκαν. Πως ήταν δυνατόν οι Αθηναίοι να αρνηθούν μία προσφορά που θα τους έφερνε από την απόλυτη καταστροφή, δυστυχία κι εξαθλίωση, στην οποία ευρίσκονταν, σε θέση πρωτόγνωρης ισχύος και ευημερίας ; Τότε ο Αριστείδης τους καθησύχασε με μιαν απάντηση που έδειξε την αξεπέραστη φυλετική ποιότητα από την οποία συνίσταντο αυτοί οι ανυπέρβλητοι άνθρωποι :
«Ουκ εστί χρυσού τοσούτον πλήθος ουθ΄ υπέρ γην ουθ΄ υπό γην, όσον Αθηναίοι δέξαντο αν προ της των Ελλήνων ελευθερίας»
«Δεν υπάρχει τόσος χρυσός ούτε πάνω στην Γή ούτε κάτω από αυτήν ώστε οι Αθηναίοι να δεχτούν να ανταλλάξουν την ελευθερία των Ελλήνων» (Πλούταρχος – «Αριστείδης» 10)
Δεν υπάρχουν κατάλληλα λόγια για να σχολιάσουν μία τέτοιαν απάντηση, ειδικά από έναν λαό που είχε χάσει τα πάντα κατά τον τελευταίο χρόνο. Ακόμα κι η ζάπλουτη Ελληνική γλώσσα στερείται της δυνατότητας εξυμνήσεως μιας τέτοιας τιτάνιας απάντησης που μπορεί να συγκριθεί μόνον με το «μολών λαβέ» των ηρώων Θερμοπυλομάχων.
Στους δε αγγελιοφόρους του Μαρδόνιου η απάντηση δεν άφηνε κανένα περιθώριο ελπίδας περί της τελικής έκβασης της εκστρατείας, την οποία ο ίδιος ο θρασύς εξουσιαστής ένθερμα υποστήριξε από την πρώτη στιγμή κι είχε πλέον φορτωθεί στους ώμους του. Η απάντηση αυτή ήταν ξεκάθαρη:
«Νυν τε απάγγελε Μαρδονίω ως Αθηναίοι λέγουσι, έστ’ αν ο ήλιος την αυτήν οδόν ιη τη περ και νυν έρχεται, μήποτε ομολογήσειν ημέας Ξέρξη»
«Τώρα ανάγγειλε στον Μαρδόνιο, ότι όσον ο ήλιος ακολουθεί την ίδια πορεία ουδέποτε εμείς θα συνθηκολογήσουμε με τον Ξέρξη.» (Ηρόδοτος «Ιστορία» Η, 143)
Τελικά ο Αθηναϊκός στρατός συμμετείχε στην Ελληνική Πανστρατιά κατά την μάχη των Πλαταιών, η οποία και έθεσε ουσιαστικά τέρμα στις βλέψεις της Περσίας περί ηγεμονίας επί των Ελλήνων, οι δε Αθηναίοι εκέρδισαν την ελευθερία τους και την ελευθερία της Ελλάδος, την οποία οι ίδιοι θεωρούσαν άρδην πολυτιμότερη όλου του χρυσού της γης.
Τέτοιοι ήσαν οι ανυπέρβλητοι πρόγονοι μας, οι μεγαλειώδεις εκείνοι αξεπέραστοι άνθρωποι, που μάχονταν και πέθαιναν για την ελευθερία, για την αρετή, για το Έθνος, για αξίες δηλαδή που δεν χωράνε σε κανένα σύγχρονο υλόφρον μέτρο και των οποίων το ατλάντιο βάρος συνθλίβει κάθε ζυγαριά συμβατικότητας ή συμφέροντος. Αξίες που μετρούνται μόνον με το άλικο Αίμα που έχει χυθεί για την υπεράσπιση τους.
Βέβαια αυτά πίστευαν οι αρχαίοι Έλληνες, σε φρικτή και τραυματική αντίθεση με τους μεταπολιτευτικούς νέο-«έλληνες», που κατά πως φαίνεται έχουν αλλάξει …. «λίγο» την προγονική απάντηση. Σήμερα δεν υπάρχει κανένα ιδανικό στην Γή για το οποίο να δεχόντουσαν ν’ ανταλλάξουν τον «χρυσό» τους. Ούτε η ελευθερία, ούτε η αρετή, ούτε η έννοια του Έθνους είναι πλέον κάτι που συγκινεί την δικιά μας βολεμένη «πάστα». Το μόνο που σκεφτόμαστε, αξιολογούμε και τιμούμε είναι το χρήμα. Οι πρόγονοι μας ανενδοίαστα … θα μας έφτυναν κατάμουτρα, γεμάτοι αηδία και αγανάκτηση. Ακόμα και στις ελάχιστες περιπτώσεις που κάποιοι μιλούν για ορισμένες ιδέες, η υφέρπουσα ιδιοτέλεια είναι έκδηλη. Οι πραγματικοί ιδεολόγοι απομονώνονται σε μικρές, σχεδόν αμελητέες μειονότητες κι οι απόψεις τους παραμερίζονται από την υπόδουλη στον «χρυσό» μάζα ή στην καλύτερη των περιπτώσεων εισπράττουν ένα χαμόγελο, που όμως δεν μπορεί να κρύψει την «λύπηση» για τους «γραφικούς» τύπους οι οποίοι αρνούνται παθιασμένα να υποταγούν στους σύγχρονους «Πέρσες».
Οι σύγχρονοι Έλληνες ανέχονται τον κάθε τυχάρπαστο «αγγελιοφόρο» να τους επιβάλλει με ξέφρενο και πρόστυχο «θράσος χιλίων πιθήκων» τους όρους του «Βασιλιά», προκειμένου να λάβουν την επόμενη δόση του Μνημονίου της υποταγής και εθνοαποδόμησης. Σε τέτοιο βαθμό μάλιστα, ώστε οι μηδίσαντες «έπαρχοι του βασιλέως» εξαγγέλλουν κοάζοντας αλλαγές στην «ελληνική» «νομοθεσία» εάν δεν ικανοποιούνται με τα έως τώρα αποτελέσματα και ανακοινώνουν στον Ελληνικό λαό την «απόφαση» τους να (ξε)πουληθεί δημόσια περιουσία προκειμένου να μειωθεί το δημόσιο έλλειμμα. «Να είναι καλά» οι άνθρωποι που (ακόμα) μας επιτρέπουν να μην πουλήσουμε …. αρχαιολογικούς χώρους!!! Μα γιατί άραγε; Ας πουλήσουμε κι αρχαιότητες, (έτσι και αλλιώς είμαστε ανάξιοι ακόμα και ….να τις κοιτάμε). Γιατί δεν τις θέλουν; Φταίει μήπως ο αυστηρός συντελεστής δόμησης; Να τον αλλάξουμε και αυτόν!!!
Πλην της βιολογικής συγγενείας τι άλλη σχέση μπορούμε να έχουμε εμείς με τους τιτάνες προγόνους μας, τους σχεδόν ημίθεους της ανθρώπινης ιστορίας; Αυτοί για την ελευθερία προτιμούσαν να δούνε τα σπίτια τους καμένα και να ποτίσουν με το Αίμα τους την Γή πριν δεχτούν την υποδούλωση στον ξένο εντολέα. Ακόμα κι άν η μαλθακή συναίνεση θα τους ωφελούσε οικονομικά, αυτό ήταν κάτι το επαίσχυντο και μόνο να το σκεφτούν.
Κανένας στοιχειωδώς λογικός και γνήσια Πατριώτης άνθρωπος δεν θα ήθελε να πτωχεύσει η χώρα του. Οφείλουμε να κάνουμε ότι μπορούμε για να αποφύγουμε κάθε τέτοιο ενδεχόμενο. Εάν λοιπόν οι εκπρόσωποι της τρόικας, οχυρωμένοι πίσω από τις ελεεινά επιπόλαιες συμφωνίες, δηλώνουν ότι στερούνται δόλου θέλουν να μείνουν για να συμβουλεύουν και όχι να υπονομεύουν και να διαβάλλουν, ας το κάνουν, ως ισότιμοί μας και διαδικαστικοί προσκεκλημένοι – τεχνικοί σύμβουλοι. Τότε είναι ευπρόσδεκτοι από τον Λαό μας, ικανοί να αναδειχθούν ουσιαστικοί αναγκαίοι αρωγοί, αλλά και πρωτίστως υπεύθυνοι –όπως φυσικά και εύλογα ο κάθε επίκουρος σύμβουλος είναι και πρέπει να είναι και υπεύθυνος για τα αποτελέσματα από τις συμβουλές του-.
Τι γίνεται όμως αν αυτό που έχουν στο μυαλό τους είναι η υποδούλωση και το ξεπούλημα της χώρας; Τότε έχουν πέσει θύματα τεράστιας πλάνης ή αυταπατώνται, γιατί αυτό είναι κάτι που απλά δεν μπορούμε να κάνουμε. Η ελευθερία μας και ο εθνικός μας πλούτος δεν είναι δικά μας για να τους τα δώσουμε. Οι σημερινοί Έλληνες είμαστε απλοί διαχειριστές τους, υπόχρεοι στους Προγόνους και στους Απογόνους μας για τα αγαθά αυτά και δεν έχουμε δικαίωμα την στιγμή που παραλάβαμε Έθνος ελεύθερο από τις προηγούμενες γενιές να το παραδώσουμε υπόδουλο στις επόμενες. Η ιστορία, η καταγωγή, η υποχρέωση προς αυτούς που προηγήθηκαν, η ευθύνη προς αυτούς που θα ακολουθήσουν, η προσωπική και συλλογική Τιμή και το φιλότιμο μας το ΑΠΑΓΟΡΕΥΟΥΝ.
Συνεπώς το κρίσιμο ερώτημα είναι εάν οι σύγχρονοι Έλληνες είναι διατεθειμένοι να «πολεμήσουν» για οποιοδήποτε ιδανικό και να υποστούν τις (όποιες και εάν είναι πραγματικά) συνέπειες υπερασπιζόμενοι τα ίδια ιδανικά που οδηγούσαν τους προγόνους μας. Εάν οι «απεσταλμένοι» επιμείνουν να μας βλέπουν ως υποτελείς των Παγκόσμιων Αφεντικών τους, εάν εξακολουθήσουν να βλέπουν αυτόν τον Λαό σαν τους μελλοντικούς «ιθαγενείς» που θα εργάζονται στις περίφημες «επενδύσεις» τους για ένα ξεροκόμματο, εάν συνεχίσουν να θεωρούν τον πλούτο της πατρίδας μας «δικαιωματικά» δικό τους, τι θα κάνουμε; Μήπως θα δώσουμε «Γή και Ύδωρ» στον σύγχρονο Ξέρξη απαρνούμενοι την ιστορία μας ή θα αποδείξουμε στον κόσμο ότι είμαστε απόγονοι εκείνων των μοναδικών ανθρώπων – των Εκλεκτών της Ιστορίας- κι Εμείς δεν παραχωρούμε ούτε την ελευθερία αλλά ούτε και το παραμικρό που ανήκει στο Έθνος μας;
Με αργούς αλλά σταθερούς ρυθμούς ολοένα και περισσότεροι Έλληνες συνειδητοποιούν ότι η εικονική πραγματικότητα στην οποία ζούσαν τις τελευταίες δεκαετίες έχει καταρρεύσει. Η λατρεία του χρυσού ως υπέρτατο αγαθό και κορυφαία επιδίωξη του σύγχρονου Έλληνα κόντεψε να διαγράψει από την συνείδηση του, όλες τις Αξίες για τις οποίες πολεμούσαν και θυσιάζονταν οι Πρόγονοι μας. Κι όμως αξίες όπως η Ελευθερία, η Τιμή, η Πατρίδα, το Έθνος και προπάντων η Φυλή, αξίες διαχρονικές και ουσιαστικές είναι πιο επίκαιρες από ποτέ.
Στους ζοφερούς καιρούς που ζούμε, χιλιάδες Έλληνες, αγνοί πατριώτες στρέφονται σε αυτές τις αξίες που αποτελούν το ευγενέστερο πνευματικό χαρακτηριστικό της φυλής μας και πυκνώνουν τις τάξεις αυτών που σήμερα έχουν αναλάβει το βαρύ φορτίο τις υπερασπίσεως όλων αυτών των ιδανικών, πυκνώνουν τις τάξεις των Ελλήνων Εθνικιστών της Χρυσής Αυγής. Ιδανικών και αξιών που, με το βάρος τους, συνθλίβουν όλα τα αναιμικά μέτρα και σταθμά των προσκυνημένων «καθωσπρέπηδων» και «πουθενάδων» του Καθεστώτος. Όλοι οφείλουμε να τιμούμε με πάθος Εκείνους που είχαν για τείχη της πόλεως τα στήθη των μαχητών της και για καθάριο χρυσό τους το Ήθος των Ηγετών της. Όλοι χρωστάμε στους Προγόνους μας την συμμετοχή μας στον Αγώνα. Το οφείλουμε στους εαυτούς μας και πάνω από όλα το υποσχόμαστε στα παιδιά μας.
Εσύ Συνέλληνα και Συμπολίτη, θα δεχτείς να υποκύψεις για ένα ξεροκόμματο που σου υπόσχονται ή θα τους βροντοφωνάξεις μαζί με τους «καταραμένους» κι απροσκύνητους Χρυσαυγίτες την απάντηση που τους αρμόζει;
«Ουκ εστί χρυσού τοσούτον πλήθος ουθ’ υπέρ γην ουθ’ υπό γην, όσον Αθηναίοι δέξαντο αν προ της των Ελλήνων ελευθερίας».
Γ. Ευθυμιάδης
Διαβάστε περισσότερα: http://www.xryshaygh.com/index.php/enimerosi/view/h-ajia-tou-chrusou#.Uc7SMPlM_RM#ixzz2XbjOUu1j