Αν κάποιο φυτό κοσμεί την αυλή και τον κήπο σχεδόν κάθε ελληνικού σπιτιού στην επαρχία, τούτο είναι το αμπέλι. Τον τραγανό καρπό του, το γευόμαστε, τώρα το καλοκαίρι. Το φθινόπωρο, στον τρύγο, μαζεύονται τα σταφύλια και ο λαός μας το φτιάχνει κρασί, ρακί ή τσίπουρο. Τούτο το έπρατταν οι Έλληνες από τα πανάρχαια μυθικά χρόνια. Και ένας πολύ διδακτικός μύθος, συνδέεται με αυτή την αγροτική εργασία. Είναι ο Μύθος του Αργοναύτη Αγκαίου.
₪ Ο Μύθος
Η Αργοναυτική Εκστρατεία, είναι από τους πιο γοητευτικούς Μύθους των αρχαίων μας Προγόνων. Λαός πολεμικός και ναυτικός συγχρόνως οι Έλληνες, η Εκστρατεία στη Χώρα των Ταύρων αποτελεί πολεμικό και σπουδαίο ναυτικό κατόρθωμα που καταγράφεται. Αποτελούσε την πρώτη, όπως την παρουσιάζει ο Θουκυδίδης καταδρομική επιχείρηση μιας ελίτ-μιας ολιγάριθμης ομάδας επίλεκτων ανδρών με ξεχωριστές ικανότητες ο καθένας, δεινούς όμως χειριστές των πολεμικών τεχνών που ανέλαβαν να φέρουν εις πέρας μία επικίνδυνη αποστολή στην Ασία. Πιθανώς όμως, να είχαν προηγηθεί και άλλες που όμως να είχαν αποτύχει και γι’ αυτό όταν ο Πελίας ρωτά τον ανυποψίαστο μονοσάνδαλο πώς θα μεταχειριζόταν κάποιον που είχε προφητευτεί πως θα τον σκοτώσει, ο Ιάσωνας του απάντησε πως θα τον έστελνε στην Κολχίδα για να φέρει πίσω το “χρυσόμαλλο δέρας”.
Ανάμεσα σ’ αυτούς τους ξεχωριστούς άνδρες που έλαβαν μέρος στην Αργοναυτική Εκστρατεία, ήταν και ο γιος του Ποσειδώνα: ο Αγκαίος. Άνδρας με τρομερή σωματική δύναμη και πολύ ικανός στην πάλη. Είχε υπεράνθρωπη δύναμη στα χέρια γι’ αυτό και στην Αργώ κωπηλατούσε κρατώντας τα μεσαία κουπιά. Όταν οι Αργοναύτες επέστρεψαν στην Ιωλκό και ο Ιάσωνας κέρδισε το θρόνο που του άνηκε νόμιμα, ο κάθε ένας από τους συνταξιδιώτες και συμπολεμιστές του, γύρισε στην ιδιαίτερη πατρίδα του απολαμβάνοντας ιδιαίτερες τιμές από το λαό και δόξα για το κατόρθωμα των Ελλήνων.
Ο Αγκαίος, γύρισε στη Σάμο. Εκεί είχε κτήματα πολλά που καλλιεργούσε. Όμως, είχε γίνει πολύ σκληρός και η δόξα που είχε αποκτήσει ως Αργοναύτης, τον έκανε να συμπεριφέρεται υπεροπτικά και άσχημα σε όσους δούλευαν στα κτήματά του. Τους μιλούσε με λόγια προσβλητικά, τους ταπείνωνε χτυπώντας τους για ασήμαντα ζητήματα και τους πίεζε πολύ στη δουλειά. Στο χωράφι όπου είχε τα αμπέλια του, βλέποντας τον ένας γέρος δούλος, να βιάζεται και να πιέζει αφόρητα να γίνει γρήγορα η συγκομιδή των σταφυλιών για τον τρύγο διαισθάνθηκε πως δε θα προλάβει να γευτεί το κρασί ο Αγκαίος και σα μια δύναμη μαγική να τον έσπρωξε, με θάρρος το είπε στον ίδιο. Μειδίασε και πάγωσε ο Αγκαίος και περισσότερο γιατί φοβήθηκε τα λόγια του γέροντα παρά για το ότι τον σεβάστηκε, κρατήθηκε και δεν το χτύπησε.
Ο καιρός πέρασε και το κρασί ήταν έτοιμο. Η κουβέντα του γέρο δούλου, όμως, είχε σφηνώσει στο μνημονικό του τρομερού γιου του Ποσειδώνα και πριν ανοίξουν το βαρέλι με το κρασί, έβαλε να του φέρουν το γέροντα που του ‘χε πει πως δε θα προλάβει να πιει κρασί από τα σταφύλια.
“Κοίτα γέρο πως δε θα βγει αληθινό αυτό που προφήτεψες” και βάζει να του γεμίσουν το ποτήρι του με κρασί. Ο γέρος ατάραχος, του απάντησε: “ Πολλά μπορούν να συμβούν μέχρι το ποτήρι να φτάσει τα χείλη” ή όπως το έλεγαν οι αρχαίοι μας Πρόγονοι: “Πολλά πέλει μεταξύ κύλικος και χειλέων”. Πράγματι, πριν προλάβει το ποτήρι να φτάσει στα χείλη του Αγκαίου, έρχονται τρέχοντας και αλαφιασμένοι κάποιοι δούλοι του που φωνάζουν φοβισμένα και λένε πως ένα πελώριο αγριογούρουνο έχει μπει στα κτήματά του άρχοντά τους και διαλύει τις καλλιέργειες. Ο Αγκαίος δίνει μια στο ποτήρι και το κρασί χύνεται στο έδαφος πριν προλάβει να το γευτεί, σαν κακός οιωνός αφού λίγες στιγμές αργότερα κύλισε και το αίμα του Αγκαίου από τα χτυπήματα των χαυλιοδόντων του κάπρου…
₪ Διδάγματα
Πολλά διδάσκει εμάς τους Εθνικιστές, ετούτος ο Μύθος.
Πρώτον και πολύ σημαντικό το απρόβλεπτο των ανθρώπινων πραγμάτων όπως τόσο ποιητικά το αποτυπώνει η αρχαία παροιμία: “πολλά πέλει μεταξύ κύλικος και χειλέων”. Αυτό που λέει ο λαός σήμερα: όσα φέρνει η στιγμή, δεν τα φέρνει ο χρόνος όλος. Σημείο λαογραφικό που μαρτυρά τη φυλετική συνέχεια, ως αιμάτινο ποτάμι στο Χώρο και το Χρόνο. Έπειτα, αυτό που πρέπει να μας διδάξει περισσότερο από τον καθένα, εμάς τους Εθνικιστές, ο μύθος αυτός είναι πως οι άνθρωποι τυφλώνονται και γίνονται σκληροί από τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν στη ζωή και υπερόπτες από τις επιτυχίες. Ο Ηρωισμός όμως, είναι τρόπος ζωής και όχι κατόρθωμα μερικών στιγμών του βίου. Τούτο ο Χρυσαυγίτης, το γνωρίζει πλέον καλά.
Ο Ανταίος που λούφαξε μετά την Αργοναυτική Εκστρατεία, έπαψε να ζει και να συμπεριφέρεται ως ήρωας. Αδικούσε και συμπεριφερόταν άσχημα και απαιτούσε εις αεί να απολαμβάνει τις τιμές που είχε κερδίσει ως Αργοναύτης. Ο γιος του Ποσειδώνα, γύρισε νικητής από την πρώτη Πανελλήνια Εκστρατεία. Η συμπάθεια του Λαού του όμως σκόρπισε με την άδικη συμπεριφορά του και εν τέλει πέθανε άδοξα κυνηγώντας ένα αγριογούρουνο. Και έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον Αργοναύτη Ιθακήσιο Βασιλιά, το Λαέρτη, τον πατέρα του τρομερού και πολυμήχανου Οδυσσέα που μπορεί να μην έκανε άλλα πολεμικά κατορθώματα αλλά ως βασιλιάς ήταν δίκαιος και φερόταν σεβαστικά στο λαό του και φρόντισε να περάσει τα Υψηλά Ιδανικά στο γιο του, τον εκπορθητή της Τροίας.
Τέλος και εξίσου σημαντικό δίδαγμα, είναι να μη βιαστούμε να γιορτάσουμε τη Νίκη, την κάθε Νίκη μας. Η κάθε Νίκη σημειώνεται από ένα προκαθορισμένο σημείο-τέλος-σκοπό και δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη μέχρι την επόμενη Νίκη που θα οδηγήσει ένα βήμα πιο κοντά στην τελική επικράτηση και υπεροχή. Ο Αγκαίος στο Μύθο από την υπεροψία του, οδηγείται σε καυχησιά και στην Ύβρη αγνοώντας τις απροσπέλαστες στη γραμμική λογική Δυνάμεις του Πεπρωμένου και της Μοίρας. Το Κακό, ελλοχεύει και έχει καταστρώσει το σχέδιο του για να μας οδηγήσει σε πλάνες. Ο Ανταίος βιάστηκε να γιορτάσει και να χαρεί πως θα γευόταν τον καρπό των εργασιών του. Εμείς, οι Εθνικιστές, γευόμαστε το γλυκό κρασί της κάθε μίας Νίκης μας, ωστόσο δε λησμονούμε την τελική Νίκη και ο Νους μας μένει προσηλωμένος στον Αγώνα. Αγώνας μέχρι την Τελική Νίκη!
ΖΗΤΩ Η ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
“Του ενός αιωνίου Αχιλλέως-Οδυσσέως του ξεκινώντος δια κάθε πού όπου του μυρίσει χρυσότριχον τομάρι διά να το αρπάσει τρικυμιζόμενου εις τα τέσσερα σημεία των ανέμων, διαρκώς θαλασσοπνιγούμενου αλλά εις το τέλος πάντα διαφεύγοντας κάθε κίνδυνον ΝΙΚΩΝΤΟΣ”
Περικλής Γιαννόπουλος