Πονάει, και μάλιστα πολύ, και φοβάται το σύστημα και τα παπαγαλάκια του από την συνεχή άνοδο της Χρυσής Αυγής. Και δεν το κρύβει. Κάθε μέρα πολλά είναι τα δημοσιεύματα του καθεστωτικού Tύπου, για το φαινόμενο-Χρυσή Αυγή. Θα σας παρουσιάσουμε ένα πρόσφατο, της καθεστωτικής ναυαρχίδας «Καθημερινή», με τον τίτλο «Η Χρυσή Αυγή, το τραύμα και ο διχασμός».
Τρία είναι τα σημεία-κλειδιά του -κατά τα άλλα- εχθρικότατου άρθρου: Tο πρώτο, που αναφέρεται στη «δυναμική αντίδραση αριστερών ομάδων» στις δημόσιες εκδηλώσεις της Χρυσής Αυγής, από την ιδρύσεως του κινήματος μέχρι πρότινος. Εδώ ο αρθρογράφος καρφώνει στα ίσια τις «αριστερές ομάδες», ότι έπαιζαν το παιχνίδι του καθεστώτος… Το δεύτερο σημείο είναι η αναγνώριση των ιδιαιτέρων ικανοτήτων του Αρχηγού του Kινήματος και το τρίτο που αναγνωρίζει την αταλάντευτη Πίστη που έχουν οι χρυσαυγίτες –και μόνον αυτοί- και την διάθεσή τους να συγκρουστούν γι’ αυτήν. Ιδού το άρθρο και τα συμπεράσματα δικά σας:
«Η Χρυσή Αυγή παγιώνεται ως υπολογίσιμη πολιτική δύναμη όχι βεβαίως επειδή σημαντικό τμήμα του ελληνικού πληθυσμού ξαφνικά ασπάστηκε τον ναζισμό και αποδέχτηκε τον ρατσισμό ως ιδεολογία, αλλά επειδή η ηγεσία της, με μεγάλο κυνισμό και μαεστρία, σπέρνει πάνω σε γόνιμο έδαφος. Η ελληνική κοινωνία είναι βαθιά τραυματισμένη από τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης, και αυτή η πληγή προστίθεται σε μια ιστορία τραυμάτων και ηρωικών προσπαθειών επιβίωσης. Στη δημόσια συζήτηση στην Ελλάδα -στην «αίσθηση» που έχουμε για το ποιοι είμαστε- είναι δυνατή η ιδέα ότι οι Έλληνες πάντα αναγκάζονται να πολεμούν εναντίον ξένων δυνάμεων αλλά και των ντόπιων παραγόντων που συμμαχούν μαζί τους. Ο διχασμός δεν είναι «στο αίμα μας» (οι λαοί δεν διαφέρουν μεταξύ τους), αλλά είναι ένα διαδεδομένο, οικείο και αναμενόμενο κομμάτι της συμπεριφοράς μας.
Η Χρυσή Αυγή βρέθηκε σε προνομιακή θέση για να εκμεταλλευθεί τις συνθήκες και να εισβάλει στο κέντρο της πολιτικής σκηνής. Από την ίδρυση του κόμματος το 1980 έως τις περσινές εκλογές, η εκλογική δύναμή του ήταν μηδαμινή και οι δημόσιες εκδηλώσεις του συνοδεύονταν πάντα από τη χλεύη, τη γενική απαξίωση και τη δυναμική αντίδραση αριστερών ομάδων. Αυτό βοήθησε να «ψηθεί» ο πυρήνας, ώστε να αποτελείται από άτομα που πίστευαν στην ομάδα, που θυσίαζαν πολλά για να συμμετέχουν σε αυτήν, που ταυτίζονταν με το κόμμα και την απλοϊκή, αποκρουστική ιδεολογία του. Πάνω απ’ όλα, όμως, πίστευαν στην αυθεντία του Aρχηγού. Και αυτός, ο Νίκος Μιχαλολιάκος, έχει αποδείξει ότι γνωρίζει καλά πώς να παίξει το παιχνίδι. Η ευθεία επίθεση εναντίον του πολιτεύματος την επέτειο της επαναφοράς της Δημοκρατίας, καθώς και η χρήση της ελληνικής διασκευής του ύμνου των ναζί, ήταν μόνο η πιο πρόσφατη απόδειξη.
Τα τελευταία 33 χρόνια, ο κ. Μιχαλολιάκος καλλιεργεί την εικόνα του απόλυτου ηγέτη-πατέρα (το γεγονός ότι η σύζυγός του είναι η μοναδική γυναίκα στην κοινοβουλευτική ομάδα της Χ.Α. συντελεί σε αυτό), ο οποίος μάχεται για το καλό του κόμματος και του λαού εναντίον ξένων και προδοτών. Απαιτεί πειθαρχία και προσφέρει σε περιθωριακά και προβληματικά άτομα στον πυρήνα της οργάνωσης την πεποίθηση ότι είναι σημαντικά, ότι υπηρετούν «ιερό» σκοπό. Η έγκριση και προτροπή του αρχηγού σε αντικοινωνική και βίαιη συμπεριφορά δημιουργεί μια αίσθηση σιγουριάς και υπέρβασης της καθημερινότητας. Οι οπαδοί της Χρυσής Αυγής δεν φοβούνται αυτό που είναι. Αντιθέτως, εκεί που άλλοι αμφισβητούν τα πάντα, αυτοί έχουν Πίστη και είναι έτοιμοι να συγκρουστούν γι’ αυτήν. Έχουν βρει τις λύσεις. Ασχέτως αν αυτές -η μισαλλοδοξία και ο διχασμός- είναι οι αιώνιες κατάρες των Ελλήνων».
Διαβάστε περισσότερα: http://www.xryshaygh.com/index.php/enimerosi/view/kathhmerinh-monon-oi-chrusaugites-echoun-pisth-kai-hgeth-th-shmeron-hmera#.Uf04VpJM_-Q#ixzz2avWTxcSm