Στον περίφημο λόγο του στην Πνύκα, μεταξύ των άλλων, ο Εθνάρχης μας Θεόδωρος Κολοκοτρώνης είπε:
«…Ήλθαν μερικοί και ηθέλησαν να γένουν μπαρμπέρηδες εις του κασίδη το κεφάλι. Μας πονούσε το μπαρμπέρισμά τους. Μα τι να κάμομε; Είχαμε και αυτουνών την ανάγκη. Από τότε ήρχισεν η διχόνοια και εχάθη η πρώτη προθυμία και ομόνοια. Και όταν έλεγες τον Κώστα να δώσει χρήματα διά τας ανάγκας του έθνους ή να υπάγει εις τον πόλεμο, τούτος επρόβαλε τον Γιάννη. Και μ’ αυτόν τον τρόπο κανείς δεν ήθελε ούτε να συνδράμει ούτε να πολεμήσει. Και τούτο εγίνετο, επειδή δεν είχαμε ένα αρχηγό και μίαν κεφαλή. Αλλά ένας έμπαινε πρόεδρος έξι μήνες, εσηκώνετο ο άλλος και τον έριχνε και εκάθετο αυτός άλλους τόσους, και έτσι ο ένας ήθελε τούτο και ο άλλος το άλλο.Ίσως όλοι ηθέλαμε το καλό, πλην καθένας κατά την γνώμη του. Όταν προστάζουνε πολλοί, ποτέ το σπίτι δεν χτίζεται ούτε τελειώνει. Ο ένας λέγει ότι η πόρτα πρέπει να βλέπει εις το ανατολικό μέρος, ο άλλος εις το αντικρινό και ο άλλος εις τον Βορέα, σαν να ήτον το σπίτι εις τον αραμπά και να γυρίζει, καθώς λέγει ο καθένας. Με τούτο τον τρόπο δεν κτίζεται ποτέ το σπίτι, αλλά πρέπει να είναι ένας αρχιτέκτων, οπού να προστάζει πως θα γενεί. Παρομοίως και ημείς εχρειαζόμεθα έναν αρχηγό και έναν αρχιτέκτονα, όστις να προστάζει και οι άλλοι να υπακούουν και να ακολουθούν. Αλλ’ επειδή είμεθα εις τέτοια κατάσταση, εξ αιτίας της διχόνοιας, μας έπεσε η Τουρκιά επάνω μας και κοντέψαμε να χαθούμε, και εις τους στερνούς επτά χρόνους δεν κατορθώσαμε μεγάλα πράγματα…».
Επειδή οι ώρες και οι μέρες που ζούμε, είναι κρίσιμες για τη ζωή του Έθνους, όσοι πιστεύουμε στο Έθνος με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, είναι ώρα να βάλουμε την ενότητα της πατρίδας πιο πάνω από οτιδήποτε άλλο, όπως μας διδάσκει ο Εθνάρχης. Μπορεί η συγκυβέρνηση του μνημονίου να επιδιώκει, να προπαγανδίζει και να προκαλεί με σκοπό τον διχασμό, όμως αυτή τη στιγμή προέχει η ενότητα.
Όποιος δεν είναι προδότης της πατρίδας με μισθό από ξένες μυστικές υπηρεσίες ή από κάποιους Μη Κερδοσκοπικούς Οργανισμούς, οι οποίοι στήθηκαν με διάφορα προσχήματα (διαφύλαξης ανθρωπίνων δικαιωμάτων, επί το πλείστον) έχει υποχρέωση να θέσει την ενότητα υπεράνω όλων.
Αυτοί που μας κυβερνούν, επιθυμούν να μείνουμε διαιρεμένοι για να μπορούν να «βασιλεύουν». Για το σκοπό αυτό δε διστάζουν μπροστά σε τίποτα. Με βοηθό τους τα ΜΜΕ, καλλιεργούν τη διχόνοια μεταξύ των πολιτών, ώστε αυτοί να ξεχάσουν ότι ο εχθρός βρίσκεται εκτός συνόρων και έχοντας κάποιους συνεργάτες εντός της χώρας μας, επιχειρούν να μας οδηγήσουν στο χαμό. Όπως ακριβώς και τότε που μίλαγε ο Κολοκοτρώνης.
Προσπαθούν να αναβιώσουν παλαιά μίση και αντιθέσεις μεταξύ των κομματικών παρατάξεων, για να μεταθέσουν το «κέντρο βάρους» της συζήτησης σε πράγματα που δεν αντιστοιχούν στη σημερινή πραγματικότητα, αλλά που μπορούν να την επηρεάσουν σε βαθμό καθοριστικό, υποθηκεύοντας με τον πιο αρνητικό τρόπο το μέλλον της χώραςςμας.
Προσωπικά δε θεωρώ ότι περισσεύει κανένας Έλληνας. Ακόμη και σε εκείνους που αυτοκαθορίζονται ως «αντιφασίστες», θεωρώντας ότι οι χρυσαυγίτες είναι φασίστες, θα ήθελα να τους πω ότι είναι δικαίωμα του καθενός να αυτοπροσδιορίζεται. Οι χρυσαυγίτες λοιπόν πάρα πολλές φορές και με τον πιο επίσημο τρόπο έχουν εξηγήσει ότι δεν έχουν σχέση με το περιεχόμενο αυτής της λέξης και ότι πολύ απλά είναι Έλληνες Εθνικιστές. Έχουν πολιτικό πρόγραμμα που δεν αντιβαίνει στις καθοριζόμενες από το σύνταγμα σταθερές. Επιθυμούν να ανέλθουν στην εξουσία με εκλογές και όχι με παράνομους τρόπους. Και αν αυτό κάποτε συμβεί με την ψήφο του ελληνικού λαού, αλλά αποτύχουν στο πρόγραμμα διακυβέρνησης της χώρας, πάλι με εκλογές η εξουσία θα παραδοθεί στον επόμενο πολιτικό σχηματισμό που η λαϊκή θέληση θα προστάξει εκλογικά.
Ο λόγος λοιπόν που προσπαθούν να κολλήσουν στα κούτελα των εθνικιστών την ετικέτα του «ναζί» και του «φασίστα», είναι ότι οι χαρακτηρισμοί αυτοί έχουν εγγραφεί στο λαϊκό υποσυνείδητο με ένα πολύ αρνητικό νοηματικό φορτίο. Αυτό ακριβώς επιδιώκουν να επιτύχουν. Να ταυτίσουν τους χρυσαυγίτες με όλες τις κακές μνήμες που κουβαλάει στην ψυχή του ό Έλληνας από την Γερμανική Κατοχή. Είναι αστήρικτο, άδικο, ανέντιμο και απολύτως αντιδημοκρατικό.
Μπορεί λοιπόν ο καθένας να πιστεύει ότι με το πολιτικό πρόγραμμα της παράταξής του, η πατρίδα θα βγει από την κρίση και τη δεινή θέση στην οποία έχει περιέλθει. Αλλά καλό θα είναι να ερευνήσει κατά πόσον οι κομματικοί και ιδεολογικοί του καθοδηγητές, είναι «καθαροί» από χρηματικές ή άλλου είδους ανταμοιβές, από ξένους.
Αν για παράδειγμα οι άνθρωποι που πρωτοστατούν στις «αντιφαστικές» διαδηλώσεις, συσπειρώνοντας γύρω τους πολλούς «πρόθυμους» να υποστηρίξουν τις ιδέες τους, ανήκουν σε οργανώσεις που για τις υπηρεσίες τους, τους αμείβουν … χορταστικότατα με 10.000$ το μήνα, μήπως είναι καιρός οι «πρόθυμοι» να προβληματισθούν για τις καλές προθέσεις των ιδεολογικών τους ταγών;
Δεν προβληματίζονται καθόλου οι υποστηρικτές των «αντιφασιστών», από την αμέριστη και πολύπλευρη κρατική υποστήριξη, αλλά και την προβολή από τα ΜΜΕ των ατόμων αυτών και των απόψεών τους;
Με λίγη σκέψη, νηφαλιότητα και προβληματισμό, πιστεύω ότι θα κατακτήσουμε την πολυπόθητη εθνική ομοψυχία, απαραίτητη προϋπόθεση για να πούμε ξανά το «πάταξον μεν, άκουσον δε». Μόνον έτσι οι Έλληνες μπορούμε να ξαναγράψουμε νέα έπη, όπως το «ΟΧΙ» του ’40.
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΡΑΪΣΚΟΣ
Διαβάστε περισσότερα: http://www.xryshaygh.com/index.php/enimerosi/view/aparaithth-oso-pote-h-ethnikh-enothta#ixzz2jCAhszgB