Site icon ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ

Δημοκρατία και “εχθροί”… του πολιτεύματος. Ένα παλαιό άρθρο του Δημήτρη Τσάτσου

Ακούγοντας την άθλια προπαγάνδα των καναλιών, αρκετοί συμπολίτες μας αναρωτιούνται: «Μπορεί ένα κόμμα να τεθεί εκτός νόμου;». Δικαστικοί και πολιτικοί συντάκτες υποστηρίζουν ότι το Καθεστώς Σαμαρά ετοιμάζεται να θέσει εκτός νόμου τη Χρυσή Αυγή με έναν νόμο-έκτρωμα. Ως αιτιολογία θα χρησιμοποιήσει τον ισχυρισμό ότι η Χρυσή Αυγή, δήθεν, διάκειται εχθρικά προς το Δημοκρατικό Πολίτευμα και δεν αποδέχεται τις Θεμελιώδεις Αρχές αυτού.
Αξίζει όμως να θυμηθούμε τι έλεγε πριν από αρκετά χρόνια (1993) για το ζήτημα αυτό ένας επώνυμος Συνταγματολόγος, ο Δημήτρης Τσάτσος, στο έργο του Συνταγματικό Δίκαιο Τόμος Β΄, σελ. 82-83, εκδόσεις Σάκκουλα, στο κεφάλαιο υπό τον τίτλο «Δημοκρατία και εχθροί του πολιτεύματος»:
“α) Η έννομη τάξη, που θεμελιώνεται στη λαϊκή κυριαρχία, και συνακόλουθα στην πολιτική ελευθερία και στην πολιτική ισότητα, δεν προστατεύεται έναντι αντίθετων ιδεών και γνωμών, αλλά έναντι ορισμένων ανατρεπτικών ενεργειών. Εξαιρέσεις είναι νοητές μόνο όπου ρητά το ορίζει το Σύνταγμα (π.χ. άρθρο 14 παρ. 3). Η έννοια της «απαγορευμένης άποψης» αντιφάσκει με το βασικό θεμέλιο της λαϊκής κυριαρχίας, την ελευθερία….
β) « Η ελευθερία που αξίζει»- σημειώνει εύστοχα ο Α. ΜΑΝΕΣΗΣ-«δεν είναι τόσο η ελευθερία των ομοφωνούντων αλλά μάλλον η ελευθερία των διαφωνούντων» (βλ. το πρόβλημα της ασφαλείας…, σ. 393). Το Σύνταγμα, σύμφωνα με τη δική μας προερμηνευτική επιλογή (βλ. τ. Α, Θεωρητικό Θεμέλιο, παρ. 12 V, 6 επ.) κυριαρχείται και από την αρχή in dubio pro libertate. Αυτή ακριβώς η αρχή είναι αποτρεπτική της ερμηνευτικής συναγωγής κυρώσεων κατά εκείνων που η πολιτεία θεωρεί εκάστοτε ως «εχθρούς». Γι’ αυτό, οι διατάξεις που θεσπίζουν θετική προς το πολίτευμα στάση, χωρίς παράλληλα να προβλέπουν κυρώσεις για την περίπτωση μη τήρησής τους, δεν μπορούν να συμπληρώνονται με κυρωτικό κανόνα κατά την ερμηνεία τους.
γ) Ο συνταγματικός νομοθέτης, έχοντας επίγνωση της εγγενούς ρευστότητας των ρητρών περί υποχρέωσης εξυπηρέτησης ή στήριξης «της ελεύθερης λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος» μόνο κατ’ εξαίρεση τις συνόδευσε με κυρώσεις (π.χ. άρθρο 14 παρ. 3). Τέτοιες αρχές (βλ. παραπάνω 4, α-στ), σημαντικές για την εφαρμογή και την ερμηνεία του Συντάγματος αλλά και για την αξιολόγηση θεσμικών συμπεριφορών, λειτουργούν από τη φύση τους περισσότερο ιστορικά και λιγότερο ως κανόνες που προβλέπουν συγκεκριμένες νομικές κυρώσεις.
δ) Η άποψη, πως από τη δημοκρατική αρχή προκύπτει γενική δυνατότητα της πολιτείας-πέρα από τις ρητές κυρώσεις που μόνο ως προς ορισμένα θέματα προβλέπει το Σύνταγμα-να εξαιρεί από την προστατευτική της λειτουργία όσους χρησιμοποιούν τους θεσμούς της για να πείσουν ότι είναι ακατάλληλοι και ότι πρέπει να ανατραπούν, προϋποθέτει πως οι πολίτες πρέπει να πληροφορούνται μόνο «ακίνδυνα» γεγονότα και «ακίνδυνες» ιδέες, έτσι ώστε να αποτρέπεται μια ανεπιθύμητη πολιτική βούληση του λαού.
Η σχετικοποίηση της έννοιας της λαϊκής κυριαρχίας, που συντελείται με την απαγόρευση ιδεών και τη συγκάλυψη γεγονότων δημιουργεί, ερμηνευτικά, τις προϋποθέσεις της σταδιακής αναίρεσης της λαϊκής κυριαρχίας. Η διαφωνία με το ισχύον συνταγματικό καθεστώς είναι κατ’ αρχήν στάση νόμιμη, εκτός από τις περιπτώσεις όπου το Σύνταγμα προβλέπει την προληπτική (π.χ. άρθρο 11 παρ. 2 εδ. β) ή την κατασταλτική (π.χ. άρθρο 14 παρ. 3) παρέμβαση της δημόσιας εξουσίας».]”
Προκύπτει λοιπόν από τα παραπάνω ότι η ορθή ερμηνεία του Συντάγματος υπαγορεύει ότι δεν είναι δυνατό να απαγορευθεί η λειτουργία ενός κόμματος. Οι επιστήμονες που ερμήνευσαν το Σύνταγμα των Ελλήνων με νηφαλιότητα, μακριά δηλαδή από τα πρόσκαιρα συμφέροντα των πολιτικών αντιπάλων, οι επιστήμονες που έγραψαν για το συγκεκριμένο ζήτημα με μόνο κριτήριο την μεθοδική και λογική ανάλυση των κανόνων δικαίου, σε καιρούς που αυτό δεν βρίσκονταν στην επικαιρότητα και δεν απασχολούσε τους σύγχρονους πολιτικούς που μονομαχούσαν για την κατάκτηση της εξουσίας, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η έννοια του «εχθρού» της Δημοκρατίας, αληθινή ή κατασκευασμένη, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως πρόσχημα για να απαγορευθεί η λειτουργία ενός κόμματος.
Η Δημοκρατία δεν ανήκει σε κανένα «συνταγματικό τόξο» και δεν είναι περιουσιακό στοιχείο ούτε των «φιλελεύθερων» ούτε των «αριστερών». Κανένας δεν δικαιούται να την καπηλεύεται ή να την οικειοποιείται. Η Δημοκρατία ανήκει στο λαό και βασίζεται στη λαϊκή κυριαρχία. Όπως αναφέρεται στην παρ. 3 του άρθρου 1 Συντ.: «Όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το Λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα». Επομένως, μόνο ο Λαός δικαιούται να επιλέγει ποιος θα τον εκπροσωπήσει και ποιος όχι. Καμία από τις τρεις εξουσίες (νομοθετική, εκτελεστική, δικαστική) δεν έχει το δικαίωμα να στερεί από το Λαό να εκφραστεί δημοκρατικά, ελεύθερα και ανεξάρτητα. Όσοι νομίζουν ότι μπορούν να αγνοήσουν τη βούληση των Ελλήνων είναι πολύ γελασμένοι. Η μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας που βράζει (έστω και σιωπηλά) για την καταλήστευση του δημοσίου πλούτου, την εκχώρηση της εθνικής κυριαρχίας και την καταπάτηση των δημοκρατικών ελευθεριών, θα τους δώσει την απάντηση που τους αρμόζει!
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ ΠΟΥ ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ
Exit mobile version