Το κουρδικό ζήτημα έχει πολλές και διαφορετικές επιπτώσεις στις εξωτερικές σχέσεις της Τουρκίας για περισσότερα από ογδόντα χρόνια, από τότε δηλαδή που ιδρύθηκε το νεοτουρκικό κράτος. Η εικόνα της Τουρκίας στο διεθνές στερέωμα ως η μόνη μουσουλμανική δημοκρατία της περιοχής της Μέσης Ανατολής έχει πολλές φορές τρωθεί από την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Κούρδων και από τις στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον κουρδικών χωριών και περιοχών που είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο χιλιάδων αμάχων Κούρδων.
Χώρες της ΕΕ πολλές φορές έχουν χρησιμοποιήσει το κουρδικό ζήτημα για να μπλοκάρουν την τουρκική υποψηφιότητα σε θεσμικά όργανα της Ένωσης ενώ άλλες χώρες όπως η Ρωσία, αλλά και η Κύπρος με την Ελλάδα, έπαιξαν αρκετές φορές το κουρδικό «χαρτί» για να φέρουν σε δύσκολη θέση την Τουρκία σε διάφορα διεθνή fora. Το κουρδικό ζήτημα όμως έχει κυρίως επηρεάσει τις σχέσεις της Τουρκίας με τους γείτονές της Συρία, Ιράκ και Ιράν, τρεις χώρες που έχουν επίσης κουρδικές μειονότητες.
Ιστορικά το κουρδικό ζήτημα έχει συμβάλλει με παράδοξο τρόπο στις σχέσεις της Τουρκίας με την Συρία, το Ιράκ και το Ιράν. Υπήρξαν εποχές που το ζήτημα αυτό παρείχε στους Τούρκους κίνητρο για σιωπηλές ή φανερές συμμαχίες με τις κυβερνήσεις των γειτονικών κρατών, ενώ σε άλλες περιπτώσεις το κουρδικό δημιούργησε εντάσεις και αντιπαλότητες με αυτά τα γειτονικά κράτη. Το κουρδικό ζήτημα συνιστά για την Τουρκία έναν γόρδιο δεσμό που συνδέει εξωτερικά και εσωτερικά προβλήματα.
Στην σημερινή εποχή το πρόβλημα αυξάνεται λόγω της γιγάντωσης του κουρδικού απελευθερωτικού κινήματος στα τέσσερα τμήματα του «μεγάλου Κουρδιστάν», ήτοι τμήματα στα εδάφη της σημερινής Τουρκίας, Συρίας, Ιράκ και Ιράν. Μπροστά στον κίνδυνο να δημιουργηθεί το μεγάλο Κουρδιστάν η Τουρκία έχει αναγκαστεί τα τελευταία χρόνια να αναθεωρήσει την στρατηγική της για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα. Η κατάρρευση των τουρκικών συμμαχιών με τους γείτονες τα τελευταία τρία χρόνια, εξ αιτίας των μεγαλεπήβολων σχεδίων του «νεοοθωμανισμού» και του συμμοριτοπόλεμου της Συρίας, άφησε την Άγκυρα χωρίς φίλια γειτονικά κράτη που θα μπορούσαν να την βοηθήσουν στην λύση του προβλήματος.
Κατά το παρελθόν η Τουρκία μπορούσε να βασίζεται σε συμμαχίες και συμφωνίες με τους γείτονες της που την βοηθούσαν να καταστείλει τα απελευθερωτικά κινήματα των Κούρδων. Παραδείγματα τέτοιων συμφωνιών υπάρχουν πολλά. Το 1937 το σύμφωνο Saadabad, το 1955 το σύμφωνο της Βαγδάτης, την δεκαετία του 1980 στην διάρκεια του πολέμου Ιράκ-Ιράν η συμφωνία Τουρκίας-Ιράκ που στόχευε στην εξολόθρευση των Κούρδων του PKK (Partiya Karkeren Kurdistan) και η μυστική συμφωνία μεταξύ Τουρκίας-Ιράν-Συρίας αρχές της δεκαετίας του 2000 που είχε στόχο την διακοπή από την Τεχεράνη και την Δαμασκό της υποστήριξης των Κούρδων ανταρτών που δρούσαν στα εδάφη της Τουρκίας. Η ειρωνεία της παρούσας ιστορικής στιγμής είναι ότι η Τουρκία έχει διαρρήξει τις σχέσεις της με όλους αυτούς τους γείτονες και ταυτόχρονα στο γειτονικό Ιράκ αναδύεται αυτόνομο κουρδικό κράτος που ελέγχει τα σύνορα Τουρκίας-Ιράκ, ενώ στο εσωτερικό της Τουρκίας αυξάνεται αλματωδώς η πίεση των Κούρδων.
Η πρώτη δραματική μεταμόρφωση των προτεραιοτήτων της Τουρκίας με τους γείτονες της σχετικά με το κουρδικό έγινε με το Ιράκ. Η Τουρκία μετά την πτώση του σουνίτη Σαντάμ το 2003 και την εγκαθίδρυση αυτόνομης κουρδικής κυβέρνησης στο Αρμπίλ προτίμησε για οικονομικούς κυρίως λόγους να συνεργαστεί με το αναδυόμενο αυτόνομο κουρδικό κράτος, αντί να συνεχίσει την συνεργασία με την σιιτική Βαγδάτη. Οι οικονομικοί λόγοι της συνεργασίας με το Αρμπίλ σχετίζονται με τα πετρελαϊκά κοιτάσματα αυτής της κουρδικής περιοχής που συνορεύει με την ανατολική Τουρκία. Επίσης στρατηγικά και πολιτικά οι Τούρκοι ήλπιζαν ότι η συνεργασία με τους Κούρδους του Ιράκ θα παθητικοποιούσε και θα καθησύχαζε τους Κούρδους στο εσωτερικό της χώρας, αφού πολλές από τις βάσεις των εξεγερμένων Κούρδων βρίσκονται στις περιοχές του αυτόνομου κουρδικού κράτους του Αρμπίλ.
Η δεύτερη δραματική μεταμόρφωση των προτεραιοτήτων και επιλογών της Άγκυρας αφορούσε τις σχέσεις με την Συρία. Στην διάρκεια των δεκαετιών 1980 και 1990 οι σχέσεις των δυο χωρών είχαν δηλητηριαστεί από το κουρδικό ζήτημα. Η Συρία είχε αποφασίσει να χρησιμοποιήσει τους Κούρδους ως εργαλείο εναντίον της Άγκυρας για να πιέσει την Τουρκία σε συμφωνία όσον αφορά την εκμετάλλευση των υδάτων του ποταμού Ευφράτη. Η Συρία τότε είχε προσφέρει καταφύγιο και υποστήριξη στους Κούρδους μαχητές που πολεμούσαν στην Τουρκία. Στο τέλος της δεκαετίας του 1990 η Δαμασκός έπαψε αυτή την υποστήριξη αφού σύναψε συμφωνία με την Άγκυρα, συμφωνία η οποία διεκόπη το 2011 μετά την απόφαση των Τούρκων να υποστηρίξουν τους ισλαμιστές μισθοφόρους εναντίον του Άσσαντ.
Η υποστήριξη αυτή της Τουρκίας προς τους μισθοφόρους συμμορίτες δημιούργησε τα εξής αλληλένδετα προβλήματα. Στην Συρία δημιουργήθηκε ένεκα των συγκρούσεων μια αυτόνομη κουρδική ζώνη. Αυτό είχε ως επακόλουθο το άνοιγμα ενός δεύτερου κουρδικού μετώπου στα νότια σύνορα της Τουρκίας, πλην αυτού που υφίσταται στα ανατολικά της σύνορα. Η εξέλιξη αυτή είχε άμεσο αντίκτυπο στην αναπτέρωση του ηθικού των Κούρδων της Τουρκίας, που διεφάνη με την αύξηση των διαδηλώσεων και διαμαρτυριών τους εναντίον της κυβέρνησης του Ερντογάν καθώς και με την κλιμάκωση των επιθέσεων σε τουρκικούς στόχους. Η υποστήριξη των ισλαμιστών μισθοφόρων σηματοδότησε επίσης την διάρρηξη των σχέσεων Τουρκίας-Ιράκ-Ιράν αφού είναι γνωστό ότι οι κυβερνήσεις της Βαγδάτης και Τεχεράνης υποστηρίζουν τον Άσσαντ.
Η Τουρκία για να ανταπεξέλθει σε όλα αυτά τα προβλήματα που δημιούργησε η αλλοπρόσαλλη εξωτερική της πολιτική ξεκίνησε το 2013 μια προσπάθεια ειρηνευτικής διαδικασίας με τους Κούρδους του εσωτερικού της μετώπου. Επίσης αναζήτησε μια περαιτέρω σύσφιξη των σχέσεών της με το αυτόνομο Κουρδιστάν του Ιράκ και το κάλεσε να γίνει ο πρωταρχικός διαμεσολαβητής αυτής της ειρηνευτικής διαδικασίας. Η προσπάθεια όμως αυτή της Άγκυρας έχει σημαντικά ρίσκα. Κατ’ αρχήν η Τεχεράνη αξιολόγησε αυτή την ειρηνευτική διαδικασία ως μια απειλή για τα συμφέροντά της, φοβούμενη μια διάχυση του προβλήματος στην δική της μειονότητα των Κούρδων, αφού θα είχε λυθεί το πρόβλημα στην Τουρκία. Ως εκ τούτου υποσχέθηκε να υποστηρίξει τους Κούρδους μαχητές στην Τουρκία εφόσον αυτοί παραμείνουν εκεί και δεν μετακινηθούν, όπως προβλέπει η ειρηνευτική διαδικασία, προς την αυτόνομη κουρδική περιοχή του Ιράκ.
Η ειρηνευτική διαδικασία βρίσκεται εν εξελίξει και το Ιράν έχει μερικούς «άσσους στο μανίκι», αφού δύναται ανά πάσα στιγμή να ενεργοποιήσει τις αντάρτικες βάσεις των Κούρδων στην Τουρκία λόγω των πολύ καλών σχέσεων που έχει με το PKK. Ακόμη όμως και αν ολοκληρωθεί η ειρηνευτική διαδικασία και οι Κούρδοι μαχητές μετακινηθούν στα εδάφη του αυτόνομου Κουρδιστάν, η απειλή τους παραμένει αφού θα βρίσκονται πολύ κοντά στα ανατολικά σύνορα της Τουρκίας, σε κουρδικό έδαφος, χωρίς να έχουν παραδώσει τον οπλισμό τους και χωρίς να διαλύσουν τις οργανώσεις τους.
Εν κατακλείδι οι ενέργειες των τελευταίων ετών της Τουρκίας σχετικά με το κουρδικό ζήτημα περιέπλεξαν τις εξωτερικές σχέσεις αυτής της χώρας και δημιούργησαν μια πόλωση και διάσπαση στο εσωτερικό της. Η Τουρκία βούλιαξε βαθύτερα στην κινούμενη άμμο του κουρδικού ζητήματος. Όσον αφορά τους Κούρδους, η οποιαδήποτε λύση που θα προκύψει για το πρόβλημα τους θα πρέπει να στηρίζεται στο γεγονός ότι είναι μια υπολογίσιμη δύναμη. Σύντομα, μετά το αυτόνομο κράτος του Αρμπίλ, θα έρθει η ώρα αυτού που οι Κούρδοι ονομάζουν μεγάλο Κουρδιστάν, που θα πρέπει να περιλαμβάνει περιοχές όπου οι Κούρδοι αποτελούν ισχυρή πληθυσμιακή πλειοψηφία. Αυτές οι περιοχές βρίσκονται κατά κύριο λόγο στην σημερινή Τουρκία. Οι Κούρδοι είναι ένα αρχαίο και ηρωικό έθνος που δικαιούται πατρίδας και κράτους.
Γ.Λ.
Διαβάστε περισσότερα: http://www.xryshaygh.com/index.php/enimerosi/view/kourdistan-h-kinoumenh-ammos-ths-tourkias-kai-meshs-anatolhs#ixzz2sXe6Lp69