Ένα από τα διακριτά χαρακτηριστικά της θητείας του Πούτιν ως προέδρου της Ρωσίας είναι η προσπάθεια του να αναζωογονήσει την στρατιωτική ισχύ της χώρας του. Ο Πούτιν έχει διαγνώσει εδώ και αρκετό καιρό ότι η ρωσική στρατιωτική αδυναμία, η οποία είχε γίνει αντιληπτή μετά την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, έκανε την χώρα του τρωτή σε εξωτερικές πιέσεις και ευάλωτη σε διαλυτικές τάσεις στο εσωτερικό. Έτσι από την αρχή της ενασχόλησής του με τα προεδρικά καθήκοντα έβαλε ως στόχο την αύξηση της χρηματοδότησης για τις Ένοπλες Δυνάμεις, ώστε να τις καταστήσει μια ισχυρή αλλά ταυτόχρονα σύγχρονη, ευέλικτη και τεχνολογικά προηγμένη πολεμική μηχανή. Κατά τον Πούτιν η διασφάλιση της Ρωσίας από μια ισχυρή στρατιωτική δύναμη αποτελεί προτεραιότητα για την κρατική πολιτική της Ρωσίας.
Η Ρωσία λοιπόν τα τελευταία χρόνια δίνει απόλυτη προτεραιότητα στον εκσυγχρονισμό των Ενόπλων της Δυνάμεων με ετήσιες αυξήσεις στα ποσοστά του προϋπολογισμού που διατίθενται για την άμυνα της χώρας, κάτι που θα ισχύσει τουλάχιστον έως το 2020. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι μέχρι πρότινος ο προϋπολογισμός για την ναυπήγηση πολεμικών πλοίων ανερχόταν στο 10% του αντίστοιχου των ΗΠΑ. Σήμερα η Ρωσία δαπανά περίπου το 50% σε σχέση με τις ΗΠΑ για νέα πολεμικά πλοία, ενώ το 2020 αυτοί οι αριθμοί θα έχουν ισοσκελιστεί.
Το 2020 ο ρωσικός στρατός θα είναι δομημένος από μάχιμες και ευέλικτες ταξιαρχίες, εξοπλισμένες τουλάχιστον κατά 70% με οπλικά συστήματα νέας γενιάς. Ο αριθμός των στρατιωτών υπό τα όπλα θα ανέρχεται σε 1 εκατομμύριο και θα υποστηρίζεται από 2.300 νέα άρματα μάχης, 1.200 μαχητικά ελικόπτερα και αεροσκάφη, 50 πολεμικά πλοία επιφανείας και 28 σύγχρονα υποβρύχια. Οι Ένοπλες Δυνάμεις θα υποστηρίζονται επίσης από περίπου 100 νέους δορυφόρους με δυνατότητες τηλεπικοινωνιών και διοίκησης -ελέγχου πεδίου μάχης. Η Ρωσία για όλα αυτά θα έχει δαπανήσει την δεκαετία 2010-2020 755 δισεκατομμύρια δολάρια.
Όλα τα ανωτέρω εξαρτώνται βέβαια από τρεις παραμέτρους. Η πρώτη παράμετρος αφορά την οικονομική ανάπτυξη της χώρας αυτής και ιδιαίτερα τα έσοδα των πωλήσεων του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, έσοδα που αποτελούν την βασική χρηματοδοτική πηγή του εκσυγχρονισμού των Ενόπλων Δυνάμεων. Η οποιαδήποτε κατάρρευση των διεθνών τιμών του πετρελαίου και αερίου θα θέσουν σε κίνδυνο τα εξοπλιστικά σχέδια. Η δεύτερη παράμετρος αφορά την δυνατότητα της ρωσικής αμυντικής βιομηχανίας να γίνει πιο ευέλικτη και προσαρμοστική σε σχέση με το σοβιετικό της παρελθόν. Η ευελιξία και η προσαρμογή για την ανάπτυξη και παραγωγή νέων αμυντικών προϊόντων έχει σχέση όχι μόνο με τα εξοπλιστικά προγράμματα της ίδιας της Ρωσίας, αλλά και με την δυνατότητα εξαγωγών αυτών των προϊόντων που θα πρέπει να είναι ποιοτικά και τεχνολογικά ανταγωνιστικά των αντίστοιχων ευρωπαϊκών και αμερικανικών. Η τρίτη και τελευταία παράμετρος είναι το 1 εκ. στρατιώτες που θέλει να έχει η Ρωσία υπό τα όπλα. Δημογραφικά αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί παρά μόνο με επαγγελματίες οπλίτες ή με στρατολόγηση ρωσόφωνων από τις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες.
Αλλά ακόμη και αν οι φιλόδοξοι στόχοι της Ρωσίας δεν εκπληρωθούν στην ολότητά τους, εάν δεν υπάρξουν 1 εκ. στρατευμένοι ή εάν η αμυντική βιομηχανία δεν καταφέρει να εκπληρώσει πλήρως τους ποσοτικούς και ποιοτικούς στόχους των σύγχρονων εξοπλιστικών προγραμμάτων, οι ρωσικές Ένοπλες Δυνάμεις γίνονται ισχυρότερες. Μπορεί η Ρωσία σήμερα να μην είναι ακόμη σε θέση να προκαλέσει ευθέως και άμεσα τις ΗΠΑ, είναι όμως σε θέση να αντιπαρατεθεί σε περιφερειακές εντάσεις, ιδιαίτερα στην Ευρώπη και στην Μεσόγειο, και είναι βέβαιο ότι το 2020 θα έχει ισοδύναμη στρατιωτική ισχύ με αυτή των ΗΠΑ.
Γ.Λ.
Διαβάστε περισσότερα: http://www.xryshaygh.com/index.php/enimerosi/view/oi-parametroi-ths-stratiwtikhs-ischuos-ths-rwsias#ixzz2uVlGY6Um