Σε ένα τραπέζι στο Ανθρωπολογικό Εργαστήριο της Διερευνητικής Επιτροπής Αγνοουμένων (ΔΕΑ) τέσσερα αδέλφια, ο Χάρης, ο Σίμος, η Ελένη και η Ευδοκία, αντίκρισαν χθες τα οστά του αγνοούμενου από τις 30 Ιουλίου 1964 αδελφού τους, Αντώνη Συμεωνίδη, ο οποίος σε ηλικία 18 χρονών είχε απαχθεί στην Λευκωσία από Τούρκους.
Δίπλα στα οστά τα αδέλφια απέθεσαν βασιλικό και γιασεμί από τον κήπο του πατρικού σπιτιού, που βρίσκεται στο χωριό Λιθροδόντας. Εκεί, την Κυριακή θα ψαλεί η νεκρώσιμη ακολουθία και θα γίνει η ταφή.
«Το σκηνικό ματώνει την ψυχή. Η μια αδελφή με τρεμάμενο χέρι χαϊδεύει το κρανίο: “Αδελφέ μου.. αδελφέ μου..”, η άλλη αδελφή σκύβει και τον αγκαλιάζει», γράφει σε ρεπορτάζ στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος» ο δημοσιογράφος Βάσος Βασιλείου, ο οποίος με πρόσκληση της οικογένειας Συμεωνίδη ήταν παρών στο Ανθρωπολογικό Εργαστήριο.
Σύμφωνα με τις ανθρωπολογικές εξετάσεις ο Αντώνης Συμεωνίδης είχε χτυπηθεί με μεταλλικό λοστό με δύναμη στο αριστερό μήλο, κάτω από την αριστερή σιαγόνα. Τα χέρια ήταν δεμένα οπισθάγκωνα, όπως δείχνουν οι φωτογραφίες, που τράβηξε η ΔΕΑ κατά την εκταφή.
Τα οστά του Αντώνη Συμεωνίδη βρέθηκαν στην περιοχή Χαμίτ-Μάντρες, στο κατεχόμενο τμήμα της Λευκωσίας. Επίσης, βρέθηκαν τα οστά ενός ακόμη προσώπου, τα οποία όμως δεν έχουν ταυτοποιηθεί ακόμη.
Όπως αφηγείται στον «Φιλελεύθερο» ο κ. Χάρης Συμεωνίδης στις 30 Ιουλίου 1964 ο αδελφός του πήγε με το ποδήλατο για να αγοράσει εξαρτήματα για λογαριασμό του εργοδότη του και απήχθη στην οδό Ερμού.
Ήταν άοπλος και με τα ρούχα της δουλειάς. Ο κ. Συμεωνίδης επικρίνει τις αρμόδιες κυπριακές αρχές για αδιαφορία, καθώς επί δεκαετίες δεν ελήφθη καν κατάθεση από τον εργοδότη του αδελφού του για να πει ότι «τον έστειλα να φέρει εξαρτήματα από την τάδε περιοχή και δεν επέστρεψε».