Γράφει ο Νικόλαος Παπαδιονυσίου
Άλλη μια επέτειος του Πολυτεχνείου, ανήκει στο παρελθόν. Άλλη μια φορά χιλιάδες κόσμου κατέβηκαν στους δρόμους σε ένα μαζικό συλλαλητήριο για να «εορτάσουν» και να αποτίσουν φόρο τιμής στο γεγονός που σηματοδότησε την αντίστροφη μέτρηση για την στρατιωτική διακυβέρνηση της Χώρας και την είσοδο της στην περίοδο εκείνη, που ονομάστηκε Μεταπολίτευση.
Τα γεγραμμένα και τα λεχθέντα για τις δύσκολες εκείνες ημέρες είναι αναρίθμητα. Οι διηγήσεις, οι περιγραφές και οι σχολιασμοί, όσον αφορά συνθήκες, καταστάσεις και γεγονότα από κάθε πλευρά είναι επίσης αναρίθμητες, παρόλα αυτά κανείς μέχρι σήμερα δεν μπόρεσε να συνειδητοποιήσει και να αποσαφηνίσει τι συνέβη τότε. Οι δεκάδες νεκροί που τα στοιχεία τους δεν ανακοινωθήκαν ποτέ, οι συγγενείς και οι χαροκαμένες μάνες που δεν εμφανίστηκαν ποτέ μεταπολιτευτικά να καταγγείλουν το στρατιωτικό καθεστώς για τον χαμό των οικείων τους, η φωτογραφία της πανέμορφης Ηλένια που τελικά αποδείχθηκε διαφήμιση σαμπουάν και χιλιάδες ανέκδοτες ιστορίες και μυθοπλασίες συνεχίζουν μέχρι σήμερα ν΄ αναπαράγονται στοχεύοντας στην συναισθηματική και συνειδησιακή διέγερση της μεταπολιτευτικής Ελληνικής κοινωνίας, προκειμένου μέσω της συνήθους θεαματικής πρακτικής ο διεγερμένος συναισθηματικά ψυχισμός να υποκαταστήσει την απλή λογική, έτσι ώστε ο καθένας να μην θέσει τρία απλά, αλλά τόσο ουσιαστικά και καθοριστικά ερωτήματα.
Από ποίους ξεκίνησε το Πολυτεχνείο, ποίοι το εκμεταλλεύτηκαν υπό τύπο πολιτικής καπηλείας, ποια ήταν τ’ απώτερα αποτελέσματα για την Ελλάδα και τον Λαό της;
Εμείς λοιπόν οι «ναζιστές» και «φασίστες», που όμως μας ελκύει η αλήθεια, θα προσπαθήσουμε όσο το δυνατόν πιο αντικειμενικά να περιγράψουμε, τα γεγονότα εκείνου του Νοεμβρίου.
Κατ αρχάς η αρχή της κατάληψης του Πολυτεχνείου δεν είχε σχέση με αντιδικτατορικά και δημοκρατικά κίνητρα, ούτε αποτέλεσε μια συντονισμένη, προσχεδιασμένη επαναστατική πράξη των φοιτητών των τότε δημοκρατικών και αριστερών παρατάξεων, ενάντια στο στρατιωτικό καθεστώς.
Ήταν μια αυθόρμητη κίνηση καθαρά αντικαπιταλιστικού και αντιεξουσιαστικού χαρακτήρα που υποκινήθηκε από μερικές εκατοντάδες φοιτητών που παράκουσαν τις επίσημες κομματικές γραμμές των οργανώσεων της αριστεράς.
Συγκεκριμένα η κατάληψη του Πολυτεχνείου που συνέβη στις 14 Νοεμβρίου του 1973 ξεκίνησε από 350 φοιτητές που συνεδρίαζαν στη Νομική Σχολή και κατόπιν προτροπής του φοιτητή της Φαρμακευτικής Δ. Μαυρογένη έφθασαν όλοι μαζί από τη Σόλωνος στο Πολυτεχνείο και εισήλθαν στον χώρο πραγματοποιώντας κατάληψη. Η πλειοψηφία των καταληψιών δεν ανήκαν στις «επίσημες» κομματικές φοιτητικές οργανώσεις οι οποίες κινιόντουσαν αυστηρά εκ του ασφαλούς, με χλιαρές, ακίνδυνες αντιδράσεις, αλλά στον αυτόνομο αριστερίστικο και αναρχικό (με την κλασσική φιλοσοφική έννοια του όρου) χώρο.
Αμέσως η τότε παράνομη ΚΝΕ, μέσω του αντιστασιακού της φοιτητικού φυλλαδίου «Πανσπουδαστική» τεύχος οκτώ, βάσει της συνήθους συκοφαντικής και διαστρεβλωτικής μεθοδολογίας του σταλινικού ΚΚΕ τους κατήγγειλε ως προβοκάτορες, πράκτορες της ΚΥΠ που προέβαλαν αναρχικά συνθήματα.
Διότι για τους κομματικούς αρουραίους του ΚΚΕ δεν ήταν δυνατόν κάποιος άλλος ιδεολογικός χώρος πλην αυτών, να διεκδικεί την πρωτοπορία του αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος. Όμοια ήταν και η αντίδραση από τις άλλες φοιτητικές νεολαίες, από τις οποίες κάποιες παρέμειναν όπως λέμε λαϊκά «στ’ αυγά τους», ενώ κάποιες άλλες όπως ο Ρήγας Φεραίος ανέμεναν καθοδήγηση από το πολιτικό γραφείο.
Δυστυχώς για όλους αυτούς, τους ενταγμένους στα κομματικά κοπάδια, οι καταστάσεις και τα γεγονότα που ακολούθησαν την αρχική κατάληψη του Πολυτεχνείου και η άμεση συμμετοχή πολλών πολιτών που έσπευσαν στο χώρο για να ενωθούν με τους καταληψίες, τους ξεπέρασαν και ως εκ τούτου αναγκάστηκαν και αυτοί να υπερβούν τα εσκαμμένα και να συνηγορήσουν με την κατάληψη, χειραγωγώντας όμως τον αρχικό αυθορμητισμό και εκτρέποντας την από την αρχική ιδεολογική της μορφή, που ήταν αναμφισβήτητα αντιεξουσιαστικού χαρακτήρα.
Έτσι λοιπόν η κατ ανάγκη καθαρή πολιτική καπηλεία λόγω μη αναστρέψιμων συνθηκών μίας αυθόρμητης ενέργειας που ξεκίνησε από κάποιους «ακραίους», είναι το «μαζικό αντιδικτατορικό» κίνημα που παρουσιάστηκε ότι «λεβέντικα» κατέλαβε το Πολυτεχνείο, αντανακλώντας και εκφράζοντας την δήθεν αγανάκτηση του Ελληνικού Λαού απέναντι στο στρατιωτικό καθεστώς.
Αμέσως λοιπόν μετά τη μαζικοποίηση της κατάληψης συστάθηκε η συντονιστική επιτροπή που απαρτίζονταν από πρόσωπα που ανήκαν στην ελίτ των κομματικών φοιτητικών παρατάξεων. Από άτομα που στα χρόνια που ακολούθησαν εξαργύρωσαν πανάκριβα και σε υπέρτατο βαθμό την τότε συμμετοχή τους, αποκτώντας εκτός από τον χαρακτηρισμό του ήρωα και υψηλά πολιτικά και κυβερνητικά αξιώματα, όχι επ’ αγαθώ της κοινωνίας μόνο (που εν τέλει μόνο επ’ αγαθώ δεν κατέληξε), αλλά και της τσέπης τους.
Συγκεκριμένα αναφέρουμε λίγα χαρακτηριστικά ονόματα.
Κώστας Λαλιώτης, (υφυπουργός τύπου και πληροφοριών, υπουργός ΠΕΧΩΔΕ) Μαρία Δαμανάκη (Πρόεδρος της Διαρκούς Επιτροπής Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων και μέλος της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων (2009). Επίτροπος Θαλάσσιας Πολιτικής και Αλιείας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή 2010 – σήμερα), Λογοθέτης Στέλιος (δήμαρχος Πειραιά κατηγορήθηκε για οικονομική κακοδιαχείριση), Ψαρράς Δημήτρης (ο γνωστός και μη εξαιρετέος επιδοτούμενος Μαρξιστής από το Γερμανικό υπουργείο εξωτερικών), Χριστοδουλάκης Νίκος (υφυπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση Σημίτη και κατόπιν υπουργός Ανάπτυξης).
Έτσι λοιπόν κτίστηκε ο αντιδικτατορικός μύθος του Πολυτεχνείου, της δήθεν αυθόρμητης μαζικής εξέγερσης. Και αυτός ακριβώς ο μύθος αποτέλεσε το εφαλτήριο για τη σύληση του τάφου, την αποκόμιση κτερισμάτων, την αναρρίχηση στην εξουσία και τον προσωπικό πλουτισμό.
Όλοι οι προαναφερόμενοι και πάρα πολλοί άλλοι που υπήρξαν και θα υπάρξουν έστησαν την πολιτική τους καριέρα και έφτιαξαν τις αμύθητες περιουσίες τους βάσει της συνεχούς νεκρανάστασης εκείνου του Νοέμβρη.
Η μεταπολίτευση που ακολούθησε, οι διάφορες κυβερνήσεις που συστάθηκαν, τα κόμματα που σχηματίστηκαν και η σταδιακή δημιουργία ενός πολύπλοκου και δαιδαλώδους πολυκέφαλου τερατώδους συστήματος με μεσάζοντας, ερωμένες, μεγαλοδημοσιογράφους, μεγαλοεργολάβους, πολιτικούς, ανώτατα κυβερνητικά στελέχη, άρχοντες της τοπικής αυτοδιοίκησης, διαπλεκόμενους, με συμφέροντα, μαύρο χρήμα, καταχρήσεις, χρηματισμούς, δωροδοκίες, οδήγησαν την Ελλάδα στη σημερινή οικτρή και άθλια οικονομική κατάσταση.
Αυτοί που πρώτοι απομυθοποίησαν τον θεσμό του Πολυτεχνείου ήταν αυτοί που πρώτοι το είχαν καταλάβει και προς τιμήν τους, άμεσα κατήγγειλαν την πολιτική και κομματική εκμετάλλευση του.
Τώρα μπορεί να ρωτήσει κάποιος. Αν δεν είχε γίνει το Πολυτεχνείο τι θα είχε συμβεί.
Κατ αρχάς το Πολυτεχνείο συνέβη σε μια περίοδο που η στρατιωτική διακυβέρνηση της Χώρας, επιθυμούσε να προβεί σε φιλελευθεροποίηση, με τον σχηματισμό της κυβέρνησης του Σπύρου Μαρκεζίνη και την εντολή για την διενέργεια βουλευτικών εκλογών στις 10 Φεβρουαρίου του 1974. Σπουδαιότερα από τα μέτρα φιλελευθεροποίησης ήταν η κατάργηση του στρατιωτικού νόμου, η χορήγηση αμνηστίας σε πολιτικούς κρατούμενους, η κατάργηση της λογοκρισίας, η κατάργηση του διατάγματος 1347, που προέβλεπε την διακοπή αναβολής και άμεσης στράτευσης φοιτητών – σπουδαστών που απείχαν των μαθημάτων τους για συμμετοχή σε κινητοποιήσεις και βεβαίως η εξαγγελία των εκλογών. Δυστυχώς όμως τα πάντα διεκόπησαν λόγω της κρίσης που δημιουργήθηκε από την εξέγερση του Πολυτεχνείου η οποία οδήγησε στην πτώση του Γεωργίου Παπαδοπούλου και στην ανάληψη της εξουσίας από τον ταξίαρχο Δημήτριο Ιωαννίδη.
Τέλος θα παραθέσουμε άλλη μια άποψη, όσον αφορά τον πραγματικό σκοπό της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, ο οποίος δεν ήταν ούτε αντιδικτατορικός, ούτε αντιεξουσιαστικός.
Από πολλούς λοιπόν αναλυτές θεωρείται και εικάζεται ότι δεν ήταν τίποτα άλλο από ένας σχεδιασμός των Αμερικανικών και Ισραηλινών μυστικών υπηρεσιών για τη δημιουργία μιας εκρηκτικής χαώδους ατμόσφαιρας, με σκοπό την ανατροπή του στρατιωτικού καθεστώτος, λόγω του ότι ο Γεώργιος Παπαδόπουλος αρνήθηκε να παράσχει στις ΗΠΑ διευκολύνσεις (βάση της Σούδας), όσον αφορά τη μεταφορά στρατιωτικής ενίσχυσης στη Μέση Ανατολή, λόγω του πολέμου του Γιομ Κιπούρ που μόλις είχε ξεσπάσει μεταξύ του Ισραήλ και του Αραβικού κόσμου.
Όσον αφορά κάποιους νεκρούς, οι οποίοι αναμφισβήτητα δεν ήταν εκατοντάδες, που πλήγηκαν από σφαίρες, δυστυχώς δεν θα μπορέσουμε ποτέ να μάθουμε την εθνικότητα των ακροβολιστών-δολοφόνων.
Αγαπητοί, ως γνωστό η Ιστορία γράφεται πάντα από τους νικητές, επομένως κάποιοι σταθμοί και γεγονότα προβάλλονται και παρουσιάζονται με τις αιτίες, τα γνωρίσματα και τις συνέπειες που αυτοί υπαγορεύουν.