Ο Άρθουρ Σοπενχάουερ υπήρξε ένας από τους πρώτους φιλοσόφους του 19ου αιώνα που τοποθετήθηκε ενάντια στην ορθολογικότητα του σύμπαντος. Ωστόσο, αν και κατά την διάρκεια της ανάπτυξης της δικής του φιλοσοφικής θεώρησης μελέτησε βαθιά τις ιδέες και τις αντιλήψεις του Πλάτωνα και του Κάντ, οι οποίοι θεωρούσαν ότι ο κόσμος είναι δυνατόν να οδηγηθεί σε λογικές συμπεριφορές, ο ίδιος κατέληξε σε μια διαφορετική άποψη, θεμέλιο της οποίας θα μπορούσε να ειπωθεί ότι αποτέλεσε ένα είδος στοιχείου με χαρακτήρα ασκητικό.
Αναγνώριζε την δύναμη του ενστίκτου, τονίζοντας κατ’ επέκταση ότι απέναντι σε έναν κόσμο ανελέητης ανταγωνιστικότητας ο άνθρωπος πρέπει να αντιδράσει, με σκοπό να καταπολεμήσει, στο βαθμό βέβαια που αυτό είναι δυνατό, τις φυσικές του ροπές. Απώτερος στόχος του είναι η επίτευξη και η ολοκληρωτική κατάκτηση της εσωτερικής, ψυχικής γαλήνης, συμβάλλοντας έτσι στην δημιουργία ενός σύμπαντος περισσότερο φιλικού. Για εκείνον, λοιπόν, κατ’ εξοχήν ζητούμενο υπήρξε η κατάδειξη της «βουλητικής ακεραιότητας» του ατόμου.
Ειδικότερα, ο Γερμανός φιλόσοφος, μέσω μιας πολύ χαρακτηριστικής του ρήσης, είχε αποφανθεί ότι τον χαρακτήρα του ανθρώπου τον κατανοούμε καλύτερα από τα μικροπράγματα, γιατί στα πιο μεγάλα γίνεται πιο προσεκτικός και κρύβεται. Αυτή την πτυχή της κοσμοθέασης του την είχε αποτυπώσει και παρουσιάσει σε ένα εκ των συγγραφικών του έργων με τίτλο «Το ασήμαντο αιώνια επαινούν», στο οποίο υποστήριζε ότι υπάρχουν προτερήματα τα οποία δεν μπορεί να τα αντικαταστήσει κανένας πλούτος και κανένα αξίωμα, ανάμεσα στα οποία ξεχώριζε μια ήρεμη και χαρωπή ιδιοσυγκρασία που απορρέει από απόλυτη υγεία και ευτυχή εσωτερική οργάνωση, ένα καθαρό, ζωηρό, διεισδυτικό, με σωστή αντίληψη των πραγμάτων μυαλό, δηλαδή μια μετρημένη, ήπια βούληση και συνεπώς μια ήσυχη συνείδηση.
Θεωρούσε, ακόμη, ότι αυτό που είναι κανείς για τον εαυτό του, δηλαδή αυτό που τον συνοδεύει στη μοναξιά και που κανένας δεν μπορεί να του το δώσει ή να του το πάρει, είναι για αυτόν ουσιαστικότερο από όλα όσα έχει ή από το πώς μπορεί να φαίνεται στα μάτια των άλλων. Στο σημείο αυτό προσέθετε ότι ένας άνθρωπος με πλούσιο πνεύμα σε πλήρη μοναξιά ψυχαγωγείται θαυμάσια με τις δικές του σκέψεις, ενατενίσεις και φαντασίες, ενώ η συνεχής εναλλαγή από παρέες, θεάματα, εορταστικές εκδηλώσεις, εκδρομές δεν μπορεί να αποτρέψει την βασανιστική πλήξη ενός πνευματικά αμβλυμμένου. Ένας καλός, μετριοπαθής, ήπιος χαρακτήρας μπορεί να είναι ευχαριστημένος υπό συνθήκες φτώχειας, ενώ ένας άπληστος, φθονερός και κακός δεν είναι ευχαριστημένος μέσα σε όλα τα πλούτη. Έτσι, για κάποιον που έχει διαρκώς την απόλαυση μιας εξαιρετικής, πνευματικά σημαντικής ατομικότητας, οι περισσότερες των γενικά επιδιωκόμενων απολαύσεων εκλαμβάνονται ως εντελώς περιττές, και πολύ συχνά ως ενοχλητικές και βαρετές.
Στο σημείο αυτό, δε, ο Σοπενχάουερ επικαλείται τον μεγάλο αρχαίο Έλληνα φιλόσοφο Σωκράτη, ο οποίος βλέποντας κάποτε κάποια πολυτελή εμπορεύματα που ήταν απλωμένα προς πώληση, είπε: «Πόσα πράγματα λοιπόν υπάρχουν που δεν τα έχω ανάγκη!», για να καταλήξει πολύ σοφά στο συμπέρασμα ότι στην πραγματικότητα η εξάρτηση του ανθρώπου από τις εξωτερικές περιστάσεις είναι πολύ μικρότερη από ό,τι νομίζουμε συνήθως. Μόνο ο παντοδύναμος χρόνος, υποστήριζε ο Γερμανός φιλόσοφος, ασκεί και εδώ τα δικαιώματα του, καθώς σε αυτόν υποκύπτουν σιγά σιγά τα σωματικά και τα πνευματικά χαρίσματα, επισημαίνοντας ότι μόνο ο ηθικός χαρακτήρας δεν είναι εφικτό να καταβληθεί από τον χρόνο.
Εν συνεχεία εστιάζει στον άνθρωπο εκείνο που είναι τόσο πολύ στραμμένος προς τα έξω, τόσο απορροφημένος στη συσσώρευση αγαθών ή στο τι σκέφτονται οι άλλοι, με αποτέλεσμα να έχει απωλέσει κάθε αίσθηση του εαυτού του. Ένας τέτοιος άνθρωπος, έλεγε χαρακτηριστικά, όταν του τίθεται κάποιο ερώτημα αναζητεί την απάντηση προς τα έξω και όχι προς τα μέσα, δηλαδή διατρέχει τα πρόσωπα των άλλων για να μαντέψει ποια απάντηση επιθυμούν ή περιμένουν.
Ο Σοπενχάουερ, ωστόσο, τονίζει για ακόμη μια φορά ότι αυτό που μετράει είναι αυτό που είναι το άτομο, καθώς ούτε ο πλούτος, ούτε τα υλικά αγαθά, ούτε η κοινωνική θέση, ούτε η καλή φήμη φέρνουν την ευτυχία. Πιο συγκεκριμένα, θεωρεί τα υλικά αγαθά απατηλά, υποστηρίζοντας παράλληλα ότι η συσσώρευση πλούτου και αγαθών είναι ατελείωτη και δεν προσφέρει ικανοποίηση, καθώς όσο περισσότερα κατέχει ο άνθρωπος, τόσο πολλαπλασιάζονται οι απαιτήσεις του. Έτσι, παρομοίαζε τον πλούτο με το νερό της θάλασσας, το οποίο όσο περισσότερο πίνουμε, τόσο πιο πολύ διψάμε, με συνέπεια στο τέλος να μην κατέχουμε εμείς τα αγαθά μας, αλλά να μας κατέχουν εκείνα.
Ωστόσο, την ίδια άποψη είχε και για την φήμη, χαρακτηρίζοντας την το ίδιο εφήμερη με τα υλικά πλούτη. Θεωρούσε ότι οι μισές ανησυχίες και αγωνίες έχουν προέλθει από την έγνοια για τις γνώμες των άλλων, μια συμπεριφορά – αγκάθι που πρέπει να αποβάλλει ο άνθρωπος από την σάρκα του. Η γνώμη των άλλων είναι ένα φάντασμα που μπορεί ανά πάσα στιγμή να αλλάξει όψη. Οι γνώμες κρέμονται από μια κλωστή και μας υποδουλώνουν στο τι νομίζουν οι άλλοι, ή, ακόμα χειρότερα, στο τι φαίνεται να νομίζουν, γιατί ποτέ δεν μπορούμε να μάθουμε τι σκέφτονται πραγματικά.
Μόνο αυτό που είμαστε έχει πραγματική αξία. Μια καλή συνείδηση, έλεγε ο Σοπενχάουερ, αξίζει περισσότερο από μια καλή φήμη. Ο μεγαλύτερος στόχος μας θα έπρεπε να είναι η καλή υγεία και ο πνευματικός πλούτος, ο οποίος οδηγεί σε ανεξάντλητα αποθέματα ιδεών, στην ανεξαρτησία και σε μια ηθική ζωή. Η ψυχική μας γαλήνη πηγάζει από την γνώση ότι αυτό που μας αναστατώνει δεν είναι τα πράγματα, αλλά η ερμηνεία μας που αποδίδουμε σε αυτά.
Διαβάστε περισσότερα: http://www.xryshaygh.com/enimerosi/view/arthour-sopenchaouer-to-ashmanto-aiwnia-epainoun#ixzz3cSKUeQOg