Στο “χορό” του Εγκέλαδου βρίσκεται όλη η χώρα μετά το σεισμό των 5,3 Ρίχτερ με επίκεντρο τη θαλάσσια περιοχή βορειοδυτικά της Χαλκίδας που ταρακούνησε ακόμα και την Αθήνα.
Επιφυλακτικοί εμφανίζονται οι περισσότεροι σεισμολόγοι για την εξέλιξη του φαινομένου αλλά παρόλα αυτά η ασθενής σεισμική δόνηση 4,2 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ που σημειώθηκε λίγο αργότερα και στην Κρήτη προκαλεί ανησυχίες μήπως ενεργοποιηθούν και άλλες περιοχές.
Η δόνηση προερχόταν από απόσταση 499 χλμ. νοτιοανατολικά της Αθήνας, με επίκεντρο το θαλάσσιο χώρο 119 χλμ. νότια της Ζάκρου.
Τραυματισμοί ατόμων ή υλικές ζημιές δεν αναφέρθηκαν.
Αυτό που φαίνεται να προβληματίζει τους περισσότερους επιστήμονες είναι το γεγονός ότι παρότι μέχρι τις 11 το πρωί είχαν καταγραφεί περισσότεροι από 20 μετασεισμοί στην περιοχή του Ευβοϊκού, ο μεγαλύτερος εξ αυτών ήταν της τάξης των 3,5 βαθμών της Κλίμακας Ρίχτερ.
Ενδεικτική είναι η δήλωση του διευθυντή Ερευνών του Γεωδυναμικού Ινστιντούτου, Γεράσιμου Χουλιάρα, ότι εκτόνωση του φαινομένου θα «έδειχνε» μια δόνηση της τάξης των 4 με 4,5 Ρίχτερ.
«Εύχομαι να ήταν ο κύριος σεισμός αλλά δεν μπορώ να το πω ακόμα» δήλωσε από την πλευρά του ο επικεφαλής του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου, Άκης Τσελέντης.
Το δεύτερο στοιχείο που προβληματίζει ορισμένους σεισμολόγους είναι το γεγονός ότι το συγκεκριμένο ρήγμα γειτνιάζει με το ρήγμα της Αταλάντης αν και ο πρόεδρος του Οργανισμού Αντισεισμικής Προστασίας, Ευθύμιος Λέκκας, εκτίμησε ότι η ενέργεια του συγκεκριμένου ρήγματος έχει εκτονωθεί με το σεισμό του 1893 και θα χρειαστούν μερικές εκατοντάδες χρόνια για να “ξαναγεμίσει».
Παράλληλα, οι κύριοι Τσελέντης και Χουλιάρας έκαναν λόγο για μια εκτίμηση της ομάδας ΒΑΝ του καθηγητή Βαρώτσου που έδειχνε ότι «κάτι θα δώσει» η περιοχή.
Ούτως ή άλλως, η περιοχή από την οποία προήλθε ο σεισμός τα ξημερώματα της Τρίτης ήταν απο καιρό στο «μικροσκόπιο» των επιστημόνων, καθώς μόλις πριν από 8 μήνες είχε δώσει σεισμό 5,1 βαθμών της Κλίμακας Ρίχτερ.
Η αλήθεια είναι ότι “μάγος” με τους σεισμούς δεν μπορεί να είναι κανείς. Το ρήγμα της Αταλάντης πάντως προκαλεί τρόμο μόνο στη σκέψη ενεργοποίησής του.
Aναζητώντας πληροφορίες στην Wikipedia θα δούμε ότι το ρήγμα της Αταλάντης είναι κανονικό γεωλογικό ρήγμα, Α-Δ έως ΑΝΑ – ΔΒΔ διεύθυνσης και κλίσης προς τα βόρεια – βορειοανατολικά, μήκους 34 χιλιομέτρων στην περιοχή της Αταλάντης Φθιώτιδας. Διέρχεται από τη νότια πλευρά της πόλης, στους πρόποδες του όρους Χλωμό και σχεδόν ταυτίζεται με τις σεισμικές διαρρήξεις του Απριλίου του 1894.
Το ρήγμα αυτό είναι τμήμα μιας ευρύτερης ρηξιγενούς ζώνης. Αρχίζει από το ρέμα του Καραγκιόζη, συνεχίζει προς Ασπρόρεμα – Κυπαρίσσι και φτάνει μέχρι Λάρυμνα. Το συνολικό μήκος του δεν ξεπερνά τα 34 χιλιόμετρα, ενώ υποδιαιρείται σε πέντε τουλάχιστον επιμέρους τμήματα.
Το 1894 σημειώθηκαν δύο ισχυροί σεισμοί. Ο πρώτος συνέβη στις 20 Απριλίου με επίκεντρο Μαλεσίνα-Μαρτίνο και ο δεύτερος τις 27 Απριλίου με επίκεντρο την περιοχή Αταλάντης και προς Άγιο Κωνσταντίνο. Σύμφωνα με το σεισμολόγο καθηγητή Κ. Μητσόπουλο, που έφτασε στην περιοχή αμέσως μετά, οι σεισμοί αυτοί έγιναν αισθητοί σε ολόκληρη την Ελλάδα.
Ολόκληρες κατοικημένες περιοχές της Αταλάντης και του Μαρτίνου υπέστησαν σοβαρότατες ζημιές και ορισμένα σημεία τους κατεστράφησαν ολοσχερώς. Οι ανθρώπινες απώλειες έφτασαν συνολικά τα 253 θύματα. Το μέγεθος του πρώτου σεισμού, που ενδέχεται να ήταν και προσεισμός, εκτιμάται από 6,4 έως 7,0 βαθμούς της κλίμακας Ρίχτερ, ενώ του δευτέρου από 7,0 έως 7,2 και έδωσε ουσιαστικά το τελειωτικό χτύπημα στην περιοχή, αν και το επίκεντρο του ήταν μάλλον πιο βορειοδυτικά, προς Άγιο Κωνταντίνο.
Ερείπια του σεισμού είναι ακόμη και σήμερα ορατά στην παραλία «Παλιομάγαζα» στο Κυπαρίσσι. Ενδεικτικό επίσης του μεγέθους του φαινομένου αποτελεί και η αναφορά του στην αγγλική εφημερίδα «The Illustrated London News» στο φύλλο του της 2ας Ιουνίου 1894. Η σημαντικότερη γεωλογική συνέπεια των σεισμών του 1894 ήταν η δημιουργία του “μεγάλου χάσματος της Λοκρίδας” που αρχικά υπολογίσθηκε στα 60 χιλιόμετρα, ενώ σήμερα ύστερα από εκτεταμένες γεωσεισμικές έρευνες, γνωρίζουμε ότι η μεγάλη αυτή διάρρηξη δεν ξεπερνά τα 35 χλμ.
Από το 1900 έως και την τρέχουσα περίοδο που διανύουμε, έχουν σημειωθεί οι παρακάτω σεισμικές δονήσεις:
Σεπτέμβριος 1916 με επίκεντρο 25 χλμ βόρεια της Αταλάντης και μέγεθος 5,8 R
Ιούλιος 1935 με επίκεντρο 2,5 χλμ νότια της Αταλάντης και μέγεθος 5,1 R
Ιανουάριος του 1969 με επίκεντρο ίδιο με αυτό των σεισμών του 1894 και μέγεθος 4,2 R
Νοέμβριος 1974 με επίκεντρο νότια της ζώνης Αταλάντης – Μαρτίνου και μέγεθος 4,6 R
Δεκέμβριος 1974 και Ιανουάριος 1975 με επίκεντρο το Μαρτίνο και μέγεθος 4 έως 4,4 R
Οκτώβριος 1976 με επίκεντρο νότια της ζώνης Αταλάντης – Μαρτίνου και μέγεθος 4,6 R
Ιούνιος 1986 (μέγεθος 4,9 R), Αύγουστος 1998 (μέγεθος 4,7 R), Σεπτέμβριος 1992 (μέγεθος 4,2 R), Αύγουστος 1998 (μέγεθος 4,2 R) με επίκεντρο την περιοχή μεταξύ Αταλάντης και Γουλεμίου.
Λίγες μέρες μετά το σεισμό της Αθήνας την 7η Σεπτεμβρίου του 1999, καταγράφηκε δόνηση μικρού μεγέθους στην περιοχή του Μαρτίνου.
Από το 1964 έως το 1999, δεν έχει καταγραφεί κανένας στην περιοχή σεισμός μεγέθους μεγαλύτερος των 5 R.
Τώρα όμως για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια η περιοχή έδωσε ένα σεισμό τέτοιου μεγέθους.
Αν δούμε δε σεισμικές δονήσεις του απώτατου παρελθόντος, θα διαπιστώσουμε ότι αυτό το ρήγμα μπορεί να εξελιχθεί σε πραγματικό εφιάλτη.
Οι Διόδωρος Σικελιώτης και Θουκυδίδης γράφουν για ένα μεγάλο σεισμό το καλοκαίρι του 426 π.Χ. με συνταρακτικές συνέπειες, όπως η καταστροφή της πρωτεύουσας της Οπουντίας Λοκρίδας. Οι ίδιοι πάλι αναφέρουν έναν τρομερό σεισμό το 396 π.Χ. Πιθανολογείται ότι οι σεισμοί αυτοί ήταν η κύρια καταστροφή των αρχαίων πόλεων της περιοχής. Ο μεγαλύτερος όμως και ο πιο γνωστός σεισμός της Λοκρίδας παραμένει ως σήμερα αυτός του 1894 εξαιτίας των πολλών θυμάτων και των εκτεταμένων υλικών καταστροφών κυρίως όμως λόγω των εντυπωσιακών γεωλογικών και γεωμορφολογικών φαινόμενων που ακολούθησαν. Ένας σύντομος κατάλογος των σεισμών της περιοχής με πιθανολογούμενα επίκεντρα:
427/426 π.Χ. με επίκεντρο το Μαλιακό Κόλπο.
Οι περιγραφές που έχουμε στα χέρια μας από Θουκυδίδη (σύγχρονος μάλιστα του σεισμού), Διόδωρο Σικελιώτη και Στράβωνα μιλούν για τεράστιες καταστροφές: από μεγάλες εδαφικές μεταβολές ως τσουνάμι στο Καλλίαρο πεδίο (πεδιάδα της Αταλάντης). Αναφορές κάνουν λόγο για τουλάχιστο 3.000 νεκρούς.
105 ή 106 ή 107 μ.Χ.
Με βάση όσα είναι γνωστά σήμερα, θεωρείται ότι ο σεισμός αυτός ήταν η αιτία καταστροφής της αρχαίας πόλης του Οπούντα. Σημειώθηκε επί Ρωμαίου αυτοκράτορα Τραϊανού, ο οποίος φρόντισε για την ανακούφιση των σεισμοπαθών.
551 π.Χ. με επίκεντρο την πόλη του Σχίναιου (Αχινό ή αρχαίος Εχίνους)
Άλλο ένα ισχυρό πλήγμα υπήρξε για την περιοχή ο σεισμός της άνοιξης του 551 μ.Χ. οπότε και καταστράφηκαν τα τείχη των Θερμοπυλών ενώ θεωρείται πιθανή ακόμη και αποκοπή εδάφους με τη δημιουργία του Αταλαντονησιού που ως τότε ήταν χερσόνησος.
1544μ.Χ. επίκεντρο τη Λαμία
1740μ.Χ. με επίκεντρο το Μαλιακό κόλπο
1758μ.Χ. με επίκεντρο το Μαλιακό Κόλπο
1870μ.Χ. με επίκεντρο ανατολικά της Αράχωβας
Γενικά πάντως, η αποκοπή εδάφους ήταν ένα αρκετά συνηθισμένο φαινόμενο.