Ανιχνεύοντες την ιδεολογική ζύμωση της Ελλάδος του Μεσοπολέμου και ειδικότερον κατά την περίοδο του Εθνικού Κράτους της 4ης Αυγούστου σε συσχέτιση με την ιδεολογοπολιτική δραστηριότητα της υπόλοιπης Ευρώπης, εγκύπτουμε στην πυκνή παρουσία ελλήνων και ξένων εθνικιστών, διανοουμένων στο περιοδικό «Το Νέον Κράτος», κύριο μέσο έκφρασης των θεωρητικών αναζητήσεων του Καθεστώτος. Το Νέον Κράτος αφενός εμπεριείχε πρωτότυπα κείμενα από, Έλληνες οργανικούς διανοουμένους της Πολιτείας, αλλά αφετέρου αναφορές στο έργο των ξένων φίλιων στοχαστών και μεταφρασμένα κείμενα τους, τα οποία συχνά απείχαν ελάχιστα χρονολογικώς από την έκδοση αντιστοίχων πρωτοτύπων έργων τους.
Το περιοδικό «Το Νέον Κράτος» επέδειξε ιδιαιτέρα προσπάθεια ώστε να λειτουργεί ως πολυσυλλεκτικός πόλος έλξεως ευρυτέρων ομάδων Εθνικιστών διανοουμένων ποικίλων ιδεολογικών καταβολών και αποχρώσεων, με «κορμό» του την αποκαλούμενη «Συντηρητική Επανάσταση» και έμφαση στην εκσυγχρονιστική δυναμική της, ως την ευκταία αναζωογονητική «Αντίδραση από το Μέλλον». Η μελέτη του μνημειώδους περιοδικού συμβάλλει στην ιδεολογική απαρτίωση του σύγχρονου Έλληνα Εθνικιστή, καθώς επιχειρεί να ιχνηλατήσει, καταγράψει και παρουσιάσει τις ιδεολογικές συμπάθειες των διαφόρων μερίδων στοχαστών του Εθνικού Κράτους, αλλά και να συνεισφέρει στην ανατοποθέτησή αυτού εντός του ευρυτέρου ιστορικού πλαισίου των Ευρωπαϊκών Εθνικισμών.
Το Νέον Κράτος κατέστη όχι μόνον σημαντικό «ιδεολογικό εργαστήριο», αλλά και δραστικός δείκτης των προσανατολισμών μιας σημαντικής μερίδος του καθεστώτος με επικεφαλής τον ίδιο τον Εθνικό Κυβερνήτη Ιωάννη Μεταξά. Μιας μερίδος πολιτικών διανοουμένων και κρατικών παραγόντων, η οποία διεξεδίκησε ουσιώδη αποφασιστικό ρόλο στην διαμόρφωση της πολιτικής και της ιδιοτύπου «φυσιογνωμίας» της 4ης Αυγούστου. Οι επιλογές ελλήνων και ξένων διανοουμένων που εξετέθησαν στις σελίδες του υπήρξαν αρκετά εύγλωττες για το πώς οραματίζετο αυτή η κυρίαρχη μερίς των πολιτειακών και πνευματικών παραγόντων την εν λόγω «μονιμωτέραν κατάστασιν», δηλαδή την ιστορική μετεξέλιξη και απαρτίωση του Εθνικού Κράτους.
Ο πολύς Άριστος Καμπάνης, κορυφαίος Εθνικιστής κριτικός, δημοσιογράφος (διετέλεσε επί πολλά χρόνια πρόεδρος της Ενώσεως Συντακτών Ημερήσιων Εφημερίδων Αθηνών, [ΕΣΗΕΑ]) και ιστορικός, εκδότης, μεταφραστής, βιογράφος, σχολιαστής και λογοτέχνης ήταν διευθυντής του περιοδικού «Το Νέον Κράτος». Προσδιόριζε και κατήγγειλε ως εχθρό του καθεστώτος την «διανοητική ρύπανση» των φιλελευθερισμού και μαρξισμού, του αισθητισμού, του φεμινισμού, όπως και του φροϋδισμού. Το περιοδικόν «Νέον Κράτος», που ο ανωτέρω διηύθηνε με μαεστρία και πάθος, παρουσίασε θέματα πολιτικά, κοινωνικά, πολιτιστικά, διεθνή και ιδεολογικά. Δεν αποτελούσε όργανο κάποιου κρατικού οργανισμού ή έντυπο μιας καθεστωτικής οργανώσεως.
Το «Νέον Κράτος» εξελίχθηκε στο σημαντικότερο και εγκυρότερο έντυπο από όσα κυκλοφόρησαν εκείνη την περίοδο. Η έκδοσή του διεκόπη τον Μάρτιο του 1941, αφού είχε εκδώσει συνολικώς 43 τεύχη, ενώ πέραν της υποστηρίξεως των οπαδών της 4ης Αυγούστου, είχε σημαντική διείσδυση στον ευρύτερο χώρο των διανοουμένων, ως «φάρος ιδεών». Μεταξύ των συνεργατών του περιλαμβάνονται οι Κωνσταντίνος Δημαράς, Κλέων Παράσχος, Γιάννης Γρυπάρης, Ρίτα Μπούμη-Παπά, Ιωάννης Μιχαήλ Παναγιωτόπουλος, Πέτρος Χάρης, Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Ευάγγελος Παπανούτσος, Αχιλλεύς Τζάρτζανος, Άγγελος Σικελιανός, Στίλπων Κυριακίδης
Μεγάλο μέρος των όντως σπουδαίων (αξίων σπουδής) τευχών, αφορά στα κύρια θέματα της Συντηρητικής Επαναστάσεως, η οποία λειτουργεί ως κοινός παρονομαστής στοχαστών από διαφορετικά γνωστικά πεδία, όπως οι Oswald Spengler, Hans Freyer, Werner Sombart, Arthur Moeller Van de Bruck, Carl Schmitt και Martin Heidegger. Όλοι ανεξαιρέτως εξυμνούσαν παθιασμένα τον εθνικό πνευματικό πολιτισμό, την πνευματική καλλιέργεια, την παιδεία αλλά και το σύνολο της πνευματικής παραδόσεως και δημιουργίας ενός εθνικού συνόλου. την Kultur και ήσαν τοποθετημένοι εναντίον του υπερεθνικού υλικού και τεχνολογικού πολιτισμού, του Zivilisation. (Η Kultur – «διαμόρφωση του πνεύματος» συνδέεται με μία δεδομένη κοινωνία ενός Λαού, ενώ ο Zivilisation – πολιτισμός, συνδέεται με ευρύτερα σύνολα στον χώρο και στον χρόνο).
Οι λαμπροί αυτοί διανοούμενοι εκινητοποιήθησαν από τον εκσυγχρονιστικό πόθο υπερβάσεως της τότε παρούσης κρίσεως, από την ανάγκη μιας νέας ιστορικής εκκινήσεως, μιας κοσμογονικής «αναχωρήσεως και ενάρξεως» («Aufbruch»). Υπεστήριξαν έναν «Τρίτο Δρόμο», πέραν των καταστροφικών πλουτοκρατικών και πληβειακών δυνάμεων Κεφαλαίου και Δουλεργασίας, έχοντες την ρωμαλέα βούληση να οργανώσουν οικονομία και τεχνολογία ως βάσεις ενός τεχνοκρατικώς ισχυρού Έθνους, αλλά τονίζοντας το ακατάλυτο «πρωτείον της πολιτικής επί της οικονομίας». Επιπλέον, υπογράμμισαν τον πνευματικό χαρακτήρα Επιστήμης και Τεχνολογίας, που διαφεύγει από την αντίληψη των υλοφρόνων οικονομοκρατιών. Διέθεταν έναν ξεκάθαρο και αδιαπραγμάτευτο μελλοντικό προσανατολισμό: δεν αντλούσαν έμπνευση από ένα σηπτικό αίσθημα πολιτισμικής απαισιοδοξίας και απογνώσεως, ενώ η δημιουργία μιας υγιούς και εναρμονισμένης Λαϊκής Κοινότητος του μέλλοντος αποτελούσε την βασική επιδίωξή τους. Ο στοχασμός τους περιεστρέφετο γύρω από τους άξονες της Ηγεσίας, του Έθνους, της Τάξης και της καθολικής Κρίσεως. Ριζοσπάστες, συντηρητικοί και Εθνικιστές διανοούμενοι προέβησαν σε μείζονες αναφορές στην πολυσύνθετη και πολυεπίπεδη κοσμοθεώρηση του «Τρίτου Δρόμου»
Ο εξέχων νομικός και δημοσιογράφος Ευάγγελος Κυριάκης, βασισμένος στη διάκριση Kultur-Zivilisation τόνιζε ότι οι απόψεις του Μεταξά στηρίζονταν στον Spengler. Επίσης επεσήμανε την ανάγκη ο εσωτερικός – πνευματικός πολιτισμός να διαποτίσει τον στερούμενο πνευματικότητος εξωτερικό – τεχνολογικό. Το βιβλίο του Κυριάκη «Μαρξιστικαί ουτοπίαι» υπήρξε μία μελέτη, συνοπτική αλλά άκρως περιεκτική και διαφωτιστική, σχετικώς με την εθνοαποδομητική οικονομική θεωρία του μαρξισμού. Όπως επεσήμαινε ο Κυριάκης ο μαρξισμός επηρέασε τον τρόπο που σκεπτόμεθα αλλά και πράττουμε στον τομέα της οικονομίας και των οικονομικών, πολύ περισσότερον απ’ όσον γνωρίζουμε ή φανταζόμεθα: αυτό έγινε είτε λόγω της αποδοχής των μαρξιστικών θέσεων, είτε λόγω της υποτίμησεώς τους, Κατά τον Κυριάκη πρέπει: «….α) να μελετήσωμεν κατά βάθος την μαρξιστικήν θεωρίαν και εισχωρήσωμεν εις την θεωρητικήν της συγκρότησιν και β) αντιτάξωμεν κατ’ αυτής, την ιδικήν μας νέαν αναδημιουργικήν κοσμοθεωρίαν…»
Ακόμη ένας αρθρογράφος του «Νέου Κράτους» αναφερόταν με ενθουσιώδη τρόπο στον «προφήτη της συμφοράς» Spengler. Ήταν ο «Π. Θνητός», φιλολογικό ψευδώνυμο του συντηρητικού κοινωνιολόγου Ευάγγελου Λεμπέση, του μάλιστα απροσχημάτιστου θεωρητικού της ανισότητος στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου. Ο Θνητός είχε πλήρη συναίσθηση της στοχεύσεως του πολυσυνθέτου Γερμανού στοχαστή, κάτι το οποίον άλλωστε εξέφρασε με την επιλογή του τίτλου του κειμένου του, δηλωτικού του τέλους μια φθίνουσας εποχής και της προσδοκίας για ένα νέο ρωμαλέο και υγιές ξεκίνημα: «Η εποχή των μεγάλων αποφάσεων διά την τύχην του κόσμου: Ι. Η παρακμή της Δύσεως – Εισαγωγή εις την φιλοσοφίαν του Σπέγγλερ» και «Η εποχή των μεγάλων αποφάσεων διά την τύχην του κόσμου ΙΙ. Η εξωτερική πολιτική των Μεγάλων Δυνάμεων και το μέλλον της Ευρώπης:. Ο πολιτικός ορίζων». Για τον Θνητό – Λεμπέση ο Spengler δεν ήταν ένας αναιμικός και άτολμος απλοϊκός πεσσιμιστής κριτικός της Δυτικής παρακμής. Τον Θνητό ενθουσίαζε η σαφής διάκριση Φύσεως – Πολιτισμού και δη η σύλληψη του δεύτερου σκέλους ως αυτονόμου «Γίγνεσθαι» χαρακτηριζομένου από απειρία μορφών, αλλά και μη δυναμένου να συλληφθεί λογικώς και μηχανικώς, καθώς είναι αυτοφυής ζων οργανισμός. Επίσης, η θεώρηση του Spengler ότι τα πνευματικά δημιουργήματα εκπηγάζουν από την «γη», αυτή ακριβώς υπήρξε και η «γείωση» των θεωριών –ακόμη και η θεωρία του Spengler, έγραφε, δεν διέφευγε από τον κανόνα αυτόν του «εκ της πατρώας γης εκπηγάζειν» –. Δηλαδή αυτή η αντιληπτική «γείωση» παρείχε ικανό θεωρητικό βάθρο και ημπορούσε να εγγυηθεί την επαρκή συνειδητοποίηση του σταδίου το οποίον διήνυε ο ευρωπαϊκός πολιτισμός, συνεπώς και την αποφυγή των ποικίλων αυταπατών για τη μελλοντική πορεία του.
Η κυριαρχία της Τεχνικής, η διόγκωση της σφαίρας της Zivilization και η βουλιμική εξάπλωση των «ξερριζωμένων», «αλλοτριωμένων» κοσμοπολιτών διανοούμενων των μητροπόλεων κατεδείκνυαν σαφώς ότι ο Φαουστικός δυτικός πολιτισμός (κληρονόμος και έκτυπο του αρχαίου Απολλώνιου πολιτισμού) ευρίσκετο στο στάδιο της τελικής Παρακμής του. Οι κινητήριες δυνάμεις του μέλλοντος, «η θέλησις του ισχυροτέρου, τα υγιά ένστικτα, η φυλή, η θέλησις προς το κατέχειν και το εξουσιάζειν», διά των οποίων θα τερματιζόταν η προαναφερθείσα διστακτική και δειλή, «θηλεοποιημένη» διανοητικότητα με έμβλημά της τον σκεπτικισμό. Θα τερματιζόταν αμετάκλητα από τον «ισχυρόν πεσσιμισμόν» εκείνων που αντέχουν να ιδούν ανενδοίαστα την πραγματικότητα κατά πρόσωπο. Από τον νιτσεϊκής εμπνεύσεως δραστικό πεσσιμισμό που σηματοδοτεί την υπέρβαση, από τον επαναστατικό δραστικό πεσσιμισμό «που δεν έχει τίποτε το κοινόν με τον πεσσιμισμόν των λιποθύμων ψυχών και των μαλακών πνευμάτων», αλλά και δεν έχει καμιά ομοιότητα με τις πληβειακές ισοπεδωτικές θεωρίες του γιακωβίνικου «εθνικιστικού φιλελευθερισμού» και του κομμουνισμού. Προσυπογράφων αμέσως την θεώρηση του Spengler για την ιστορία της ανθρωπότητας ως ιστορίας πολέμων, ο Λεμπέσης εξυμνούσε την τραγική και αγωνιστική αντίληψη της ζωής, την ηρωική αντίληψη, ενώ απέρριπτε τις ερμηνείες της εποχής ως τάχα κοινωνική ή οικονομική μόνον κρίση. Ακολουθώντας το πνευματικό πρότυπο – ίνδαλμά του έγραψε για την τότε επικειμένη νέα περίοδο παγκοσμίων πολέμων στην οποία είχε εισέλθει η ανθρωπότης, απέρριψε με πάθος το οικουμενιστικό και αντεθνικό πρωτείον της οικονομίας επί της πολιτικής (στο οποίο οφείλετο η γενικευμένη κατάπτωση του Κράτους) και διέβλεψε ότι οι νέες πολεμικές τακτικές και τεχνολογίες διάνοιγαν καινούριες δυνατότητες εκδηλώσεως της προσωπικής αξίας και ανδρείας, ενώ οι νέες συνθήκες επέβαλαν την ανόρθωση της σημασίας του Κράτους αυστηρώς και μόνον υπό το πνεύμα της Kultur. Ο διεισδυτικός Λεμπέσης αναδιετύπωσε την προφητεία του Spengler, πως είχε φτάσει η εποχή, οπότε αυτές οι «αιώνιες δυνάμεις» θα αναδιεκδικούσαν τα δικαιώματά τους από τις ολέθριες δυνάμεις του χρήματος και με πλέον αντιπροσωπευτική τους έκφραση την στρατιωτική δράση θα τις υποχρέωναν σε αφανισμό.
Άλλοι, περισσότερον οργανικοί διανοούμενοι της 4ης Αυγούστου, όπως ο πολιτικός επιστήμων, πολιτειολόγος και συνταγματολόγος Δημήτριος Βεζανής, μετέπειτα καθηγητής της Γενικής Πολιτειολογίας και του Συνταγματικού δικαίου στην Πάντειο Ανωτάτη Σχολή Πολιτικών Επιστημών, ανέκαθεν ενεργό πολιτικό και ιδεολογικό στέλεχος Εθνικιστικών κινήσεων, ετόνισαν (άρθρο στο 1ο τεύχος του περιοδικού «Νέον Κράτος», με τίτλο «Δικαιώματα και καθήκοντα της Νεολαίας υπό το Νέον Κράτος)» ότι η εκπαίδευση της Πολιτείας έπρεπε να εμπνέει στη νεολαία την επιθυμία της θυσίας, την αντοχή στον πόνο και μια πίστη αντιδημοκρατική. Έπρεπε να δημιουργεί μια «νεότητα ισχυρά και φρονηματισμένην», ενώ η πολιτική του καθεστώτος έπρεπε να διαμορφώσει μία νέα ηθική. Επ’ αυτών ο Βεζανής έγραφε: «… Αν δεν κατορθώσωμεν να έχωμεν την Νεότητα με το μέρος μας, εχάσαμεν κυριολεκτικώς την μάχην… Ζητούμεν να προστεθή η αντιδημοκρατική πίστις εις το τρίπτυχον: Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια… Αν η αγάπη και η απεριόριστος πίστις εις ωρισμένα ιδανικά αποτελούν την προϋπόθεσιν πάσης δημιουργίας, δεν πρέπει να λησμονώμεν ότι… χρειάζεται ακόμη και το Μίσος… τη νεολαία θα την μάθωμεν και θα την αναγκάσωμεν να πειθαρχήση..»
Οι Ηλίας Κυριακόπουλος (1903-1976) -νομικός, κατόπιν Πανεπιστημιακός καθηγητής του Διοικητικού Δικαίου στη Σχολή των Νομικών και Οικονομικών Επιστημών του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και συγγραφεύς- και Αχιλλεύς Κύρου (1898-1950) –συγγραφεύς και εκδότης της εφημερίδος «Εστία»- εξέφρασαν την μύχια ευαρέσκειά τους για το ότι η 4η Αυγούστου εναρμονίζετο με τον «συνεχή εγκαινιασμό» των Εθνικών κρατών και τα νέα ιδεώδη τους (άρνηση κάθε είδους διεθνισμού, Μητέρα Γη, Πάτριες φυλετικές – εθνικές παραδόσεις), αλλά και προσέδιδε ουσιώδες νέο νόημα στις ζωές των ανθρώπων, έχοντας να επιτελέσει την κοσμογονική ιστορική και παιδευτική αποστολή της ως «ολοκληρωτικόν κράτος», σύγχρονο ισοδύναμο της αρχαίας Πόλεως. Κράτος το οποίον εδιέπετο από αρμονική και λειτουργική ενότητα, αποτελών «ιστορικόν» οιονεί οργανισμό, ο οποίος δεν έρχεται και παρέρχεται, όπως συμβαίνει με τα μεμονωμένα άτομα, αλλά παρίσταται διαχρονικώς, εξελισσόμενος. Προέκριναν την κοινωνιολογική προσέγγιση του κράτους, την αποσύνδεση της δημοκρατίας από τον κοινοβουλευτισμό. Ειδικότερον ο Κυριακόπουλος θεωρούσε ότι σκοπός της Νέας Πολιτείας: «…ήτο η ενοποίησις των λαϊκών μαζών δια της εξαλείψεως των τάξεων, αίτινες εχώριζον προηγουμένως τον λαόν, προκαλούσαι δια τούτο συγκρούσεις και ανταγωνισμούς….». Επίστευε ότι τα κόμματα υποκαθιστούν την κυριαρχία του λαού κι ότι στην πράξη δεν υπάρχει κοινοβουλευτική δημοκρατία, παρά μόνον «πρωθυπουργική τυραννία». Επεδίωκε την πνευματική και οικονομική ανύψωση του ατόμου και θεωρούσε ως απαραίτητη προϋπόθεση την ύπαρξη ισχυρού ηγέτη.
Δημήτρης Τζεμπετζής
Διαβάστε περισσότερα: http://www.xryshaygh.com/enimerosi/view/ideologia-sto-ethniko-kratos-ths-4hs-augoustou-periodiko-neon-kratos#ixzz3dOn0kv5V