Ζούμε μέρες παράξενες, καιρούς περίεργους και, εξαιτίας των ανάξιων της Πατρίδος, που κυβέρνησαν τη χώρα, φτάσαμε στο σημείο, εκεί που μας χρωστούσαν να μας πάρουν και το βιός. Στις 18/7/1913 υπογράφτηκε η ανακωχή, που ουσιαστικά τερμάτιζε τον Β΄ Βαλκανικό ο πόλεμο και γινόταν η αρχή του δράματος του Ελληνισμού της βορειοανατολικής Μακεδονίας.
Πόλεις με συμπαγή ελληνικό πληθυσμό, όπως η Γευγελή, έμεναν από την άλλη πλευρά. Η Γευγελή συγκεκριμένα βρίσκεται στην θέση της αρχαίας Ειδομένης. Το σημερινό ελληνικό χωριό βρίσκεται πολύ μακριά από τη αρχαία πολιτεία. Του δόθηκε αυτό το όνομα για τον απλούστατο λόγο, ότι η Γευγελή είχε μείνει από την άλλη πλευρά των συνόρων και δεν μπορούσε η Ελλάδα να ονοματοδοτήσει μια πόλη ξένης επικράτειας με το παλιό ελληνικό όνομά της. Αν όμως επιδιώξει κάποιος να καθορίσει μια πολιτεία, αντιπροσωπευτική για τους αγώνες της Μακεδονίας στην Ιστορία του Νέου Ελληνισμού και τις μάταιες προσδοκίες, θα επιλέξει το Μοναστήρι.
Στάθηκε η μητρόπολη του μαχόμενου μακεδονικού Ελληνισμού. Το ελληνικό προξενείο του, από όπου ξεκίνησε πρώτος, με τους Μοναστηριώτες συντρόφους του τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, ο Ίων Δραγούμης, ο διευθύνων νους της ασίγαστης πάλης των Μακεδόνων για την εθνική τους ταυτότητα από το 1878 μέχρι το 1908. Ίσως για αυτό οι Σέρβοι, όταν κατέλαβαν το Μοναστήρι το Νοέμβριο του 1912, διακήρυτταν «ρητώς και απεριφράστως», όπως αναφέρουν οι εφημερίδες της εποχής εκείνης, ότι η κατοχή του θα είναι προσωρινή, επειδή η περιοχή του Μοναστηρίου ανήκει στην Ελλάδα. Ήλθαν όμως οι δύσκολες στιγμές. Η συνθήκη του Βουκουρεστίου το 1913 καθόρισε και τα ελληνοσερβικά σύνορα, που δεν στηρίζονται σε καμιά εθνολογική βάση.
Το Μοναστήρι και οι Μοναστηριώτες, όλος ο Ελληνισμός της Πελαγονίας, έμενε εκτός της αγκαλιάς της Μητέρας Πατρίδας. Ενδεικτικό γεγονός της σπουδαιότητας του Μοναστηρίου, είναι ότι ανέδειξε τους γενναιότερους υπερασπιστές της ελληνικότητας της Μακεδονίας, των οποίων ο πατριωτισμός γίνεται αξιοθαύμαστος από το θάρρος και την αυτοθυσία, με την οποία αντιμετώπιζαν το χρέος τους στην Πατρίδα. Όσοι ερχόταν από άλλες πόλεις στο Μοναστήρι ανεβαπτίζονταν οιονεί σε αυτή την κολυμβήθρα εθνικού ύδατος και περιβάλλονταν τον θώρακα της Εθνικής πίστεως και της Ελληνικής ελπίδας.
Χαρακτηριστική για την προσμονή των Ελλήνων του Μοναστηρίου, για την οριστική απελευθέρωσή τους είναι η παράθεση του παρακάτω κειμένου από το βιβλίο του Στρατή Μυριβήλη «Η ζωή εν τάφω», καθώς κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου το 1918 βρέθηκε με συμμαχικά αγγλογαλλικά στρατεύματα το 1918 στο Μοναστήρι. «Νύχτα μπήκαμε στο Μοναστήρι. Είναι μια μεγάλη πολιτεία σερβική, που οι κάτοικοί της είναι Έλληνες. Μυστήριο το πώς κατάλαβαν την εθνικότητά μας, αφού η στολή μας, η κάσκα μας είναι φραντζέζικα όλα κι ο ερχομός μας έγινε μυστικά. Χίμηξαν γύρω μας, ξετρυπώσανε σαν τα ποντίκια κάτω από τη γης, άντρες, γυναίκες και παιδάκια. Και μας φιλάνε τα χέρια, μας χαϊδεύουν τα ντουφέκια, μας πασπατεύουν τις κάσκες, κουμπώνουν και ξεκουμπώνουν τα κουμπιά μας, κλαίνε, κλαίνε ήσυχα μέσα στη φεγγαροβραδιά… Είστε, αλήθεια, τα αδέρφια μας; Είστε Έλληνες από την Ελλάδα;….Μα ναι….. Σας περιμέναμε χρόνια στη σκλαβιά. Σας ονειρευόμασταν, σας τραγουδούσαμε, σας προσκυνούσαμε και δε σας ξέραμε. Και τώρα είστε κοντά μας. Ο Χριστός και η Παναγιά να σας φυλάει. Και να μη μας αφήσετε πια, αδέλφια, στους Σέρβους…. Έκλαιγε ο κόσμος. Κλαίμε κι εμείς μαζί τους κι είμαστε σαστισμένοι. Μας φιλεύουν χίλια φτωχά μικροπράγματα… Όλα για εμάς… Ένα σμάρι αγοράκια ήρθαν κοντά στη διμοιρία μου και όλα μαζί πιάσανε και τραγουδούσαν τον Εθνικό ύμνο. Τραγουδούσαν σιγανά, μας άγγιζαν και κλαίγανε….».
Όμως οι εθνικοί πόθοι δεν ευοδώθηκαν και έτσι το 1920 οι Μοναστηριώτες, σε μια ύστατη απελπισμένη προσπάθεια για τη σωτηρία της μαρτυρικής τους πατρίδας, έγραψαν προς το Συμβούλιο της Ειρήνης, το οποίο μετά τη λήξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου συνεδρίαζε στο Παρίσι. «Επειδή τόσο από άποψη ιστορική, εθνολογική και γεωγραφική, όσο και από άποψη πολιτισμού, η πατρίδα μας συνδέεται με την Ελλάδα, τρέφουμε την ελπίδα ότι δεν θα παραλείψετε να ικανοποιήσετε τον διακαή πόθο μας να δούμε οριστικά την πατρίδα μας ενωμένη με την Ελλάδα. Όσο αφορά την σερβική τυραννία νομίζουμε πως σε εμάς τους Έλληνες αρκεί να αναφέρουμε το θανάσιμο πλήγμα, από εθνική άποψη, εξαιτίας του κλεισίματος και του σφετερισμού των σχολείων και εκκλησιών μας, όπως έχετε γνώση πως είναι αδύνατο να ζήσουμε υπό τον μιαρό και ανυπόφορο ζυγό των Σέρβων. Οι Σέρβοι, όχι μόνο δεν αποτελούν την πλειοψηφία, αλλά ούτε την ελάχιστη μειονότητα του πληθυσμού, μη αναγνωρίζοντας οποιοδήποτε δικαίωμα στην πλειονότητα. Επιθυμούν τον εκσλαβισμό μας δια της αυθαιρεσίας και της βίας. Αφού απέπεμψαν τον ελληνικό κλήρο, δεν επιτρέπουν ούτε στο Κρούσοβο, ούτε στην Αχρίδα, έδρα της πρώτης και ελληνικής αρχιεπισκοπής του Ιουστινιανού, ούτε τους κατ’ οίκον αγιασμούς, ούτε την ανάγνωση των ελληνικών ευχών στο νεκροταφείο. Ένας Σέρβος ξένος ιερέας στο Κρούσοβο απαγόρευσε στην αρχαία ελληνική εκκλησία του Αγίου Νικολάου, να δοθεί σε νεογέννητο το όνομα Αντιγόνη, απαιτώντας να δοθεί σερβικό όνομα, υποχρεώνοντας τον άτυχο πατέρα να μην βαπτίσει την μικρή του κόρη. Οι σερβικές κυβερνήσεις επιθυμούν να καταπνίξουν τον Ελληνισμό για πάντα στα εδάφη αυτά.»
Σήμερα μπορεί να μην βρίσκεται η περιοχή του Μοναστηρίου υπό σερβική διοίκηση, όμως οι σκοπιανές αρχές, όχι μόνο καπηλεύονται την ελληνικότητα της Μακεδονίας, αλλά εξακολουθούν να συμπεριφέρονται με τον ίδιο τρόπο στους Έλληνες της αλύτρωτης Βόρειας Μακεδονίας μας. Τρέμουν στην ιδέα ότι η ελληνική ψυχή πολλών κατοίκων της περιοχής παραμένει ζωντανή και φοβούνται τη στιγμή, που το τεχνητό κρατικό μόρφωμα θα αρχίσει να διαλύεται. Κάνουν τα πάντα για να αποκτήσουν την ιστορία που δεν έχουν, το όνομα που δεν δικαιούνται.
Η Ιστορία όμως γράφτηκε και είναι ένα ποτάμι που δεν γυρίζει πίσω. Η Μακεδονία ήταν, είναι και θα παραμείνει Γη Ελληνική!
Γεώργιος Γκιούρας, Τ.Ο. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Διαβάστε περισσότερα: http://www.xryshaygh.com/enimerosi/view/h-alutrwth-ellhnikh-makedonia#ixzz3gKmai7Zt