Site icon ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ

Η Αρκαδία της Μνήμης και του Πνεύματος

Η Αρκαδία της Μνήμης και του Πνεύματος

Οι Αρκάδες ήσαν από την χαραυγή της εθνικής ιστορίας ελληνικό φύλο, εγκατεστημένο κυρίως στην ορεινή Πελοπόννησο. Θεωρείται το αρχαιότερο ελληνικό φύλο το οποίο εγκατεστάθη στον Ελλαδικό χώρο. Πιθανότατα ήταν φύλο συγγενικό εκείνων των «πρωτοελλήνων» τους οποίους οι αρχαίοι συγγραφείς αποκαλούσαν Πελασγούς. Οι Αρκάδες λοιπόν ήσαν απο τα πρώτα ελληνόφωνα φύλα που μετανάστευσαν στη νότια Βαλκανική. Πιστεύεται, ότι πριν από το 1900 π.Χ. κατοικούσαν στην Δυτική Μακεδονία (περισσότερα στοιχεία ευρίσκονται στην «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», της Εκδοτικής Αθηνών, όπου υπάρχει εκτενέστατη σχετική βιβλιογραφία). Με την κάθοδο και των υπολοίπων ελληνικών φύλων, (κυρίως των «σιδηροφόρων» Δωριέων), οι Αρκάδες περιορίσθηκαν στο κέντρο της Πελοποννήσου και συνδέθηκαν σταδιακώς -κατά τους ιστορικούς χρόνους- σε μία χαλαρή Συνομοσπονδία περιλαμβάνουσα όλες τις αρκαδικές πόλεις, που ονομάστηκε «Κοινό των Αρκάδων». Η χώρα τους περιελάμβανε τις ορεινές περιοχές των Αροανίων, του Αρτεμισίου, της Κυλλήνης, του Λυκαίου, του Μαινάλου, καθώς και την βόρεια πλευρά του Πάρνωνος

Οι ιδεολογικοϊστορικές«γέφυρες» με το απώτατο εθνικό παρελθόν, σύμφυτες με την Εθνικιστική Ιδεολογία και αναγκαίες για την ίδια την Ζωή, στην Αρκαδία δομούνται με ποικίλους και ευρείς τρόπους. Δεν είναι μόνον το πανέμορφο και πολυσύνθετο φυσικό περιβάλλον, που δεν υπέστη τις αφανιστικές επιρροές της ισοπεδωτικής τουριστικής «αξιοποίησης» των διαφόρων «εκσυγχρονιστών» μικρεμπόρων πολιτικάντηδων. Υφίστανται επίσης πολυάριθμα και ανθεκτικά συνδετικά νήματα της Ιστορίας και της Παράδοσης, τα οποία επιβάλλουν την εμβριθή και αποκαλυπτική κατανόηση της Εθνικής Ιστορικής Ουσίας. Και μα την αλήθεια, περίεργη μαγικοθρησκευτική «συγχρονικότητα» ενέχει το γεγονός ότι η εξιστόρηση του Μεγαλοπολίτη Πολύβιου, γιού του Λυκόρτα, συνεχίζεται στο έργο του πρώτου νεοέλληνος ιστορικού (και πράγματι «Εθνικού Ιστορικού» μας) Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου, που ήταν Αρκάς κι αυτός, με καταγωγή από την Βυτίνα.

Ισοβαρή σημασία παρουσιάζει επίσης και το άλλο αξιοπερίεργο γεγονός: Ο «πρώτος των Ελλήνων», ο Αρκάς Εθνάρχης του νεωτέρου Ελληνισμού, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, «αντιγράφει» σχεδόν στο πολεμικό πεδίο τον «έσχατο των Ελλήνων» Αρκάδα – Μεγαλοπολίτη, τον Φιλοποίμενα, γιό του Κραύγιδος. (Μάλιστα δε η πολεμική δράση, αλλά και η προσωπικότης των δύο αυτών ανδρών έχουν τόσα κοινά σημεία, ώστε θα συναπάρτιζαν ένα πρότυπο ιδεώδες «ιστορικό δίδυμο», τύπου πλουταρχικών «Βίων Παραλλήλων». Ανάλογοι και αντίστοιχοι «Παράλληλοι Βίοι» εντοπίζονται ευχερώς στα θεμελιώδη χαρακτηριστικά των Αρκάδων, από το αρχέγονο παρελθόν έως και τώρα). Ο αρχαϊκός εθνικός βάρδος Όμηρος θεωρούσε βασικό χαρακτηριστικό των Αρκάδων την πολεμική τους ανδρεία, («ανέρες αγχιμαχηταί» Ιλιάς Β’- 604, «επιστάμενοι πολεμίζειν» Ιλιάς Β’- 610 / “Κατάλογος των νεών” ), όπως και ο Σουΐδας το τονίζει στο περιβόητο λεξικό του 10ου αιώνος: «Αρκάδες μαχιμώτατοι Ελλήνων γενόμενοι». Επίσης και η νεοτέρα ιστορία παραθέτει σπουδαία παραδείγματα πολυαρίθμων Αρκάδων πολεμιστών σε όλους τους εθνικούς αγώνες, ιδίως δε στην Εθνεγερσία μας το 1821.

Αδιάκοπη παρουσία σε όλη την ιστορική πορεία της Αρκαδίας έχει και ένα άλλο χαρακτηριστικό, το οποίον είχε επισημάνει ο διάσημος γεωγράφος και ιστορικός Στράβων ο Αμασεύς γράφοντας ότι οι Αρκάδες είναι «έθνος σφόδρα πλανητικόν». Πράγματι σήμερα οι νέες παροικίες – «αποικίες» των Αρκάδων (τις οποίες συναντούμε και στις πλέον απίθανες γωνιές του κόσμου) έχουν διαδεχθεί τις αρχαίες αρκαδικές εγκαταστάσεις σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο. Επί παραδείγματι, σήμερα, στο Σικάγο των ΗΠΑ μόνον, υπάρχουν, (από τους συνολικά 400.000 Έλληνες που ζουν εκεί), 75.000-80.000 Αρκάδες. Συνολικώς στις ΗΠΑ ζουν περί τους 300.000 Αρκάδες τετάρτης γενεάς.

Τόσον οι Αρκάδες μετανάστες, όσον και οι κατοικούντες στη γενέθλια πατρώα γη έχουν δύο κυρίως κοινά ψυχολογικά χαρακτηριστικά: την παθολογική αγάπη για την ιδιαίτερη πατρίδα τους, αλλά και το άσβεστο «πάθος» της πολιτικής. Άλλωστε αρκετοί Αρκάδες έχουν χρηματίσει πρωθυπουργοί ή πρόεδροι δημοκρατίας, έτσι ώστε συχνά ακούγεται η φράση ότι: «η Ελλάς κυβερνάται από τους Πελλοπονησίους και δη από τους εξ Αρκαδίας!»

Ωστόσο θα διαπραχθεί αφηγηματική παράλειψη, αν δεν σημειωθεί πως οι Αρκάδες πρωταγωνίστησαν και σε πολλούς άλλους τομείς της ανθρωπίνης δράσεως. Η σκληρή και πτωχή γη της Αρκαδίας παράγει εξαιρετικούς «καρπούς», τους οποίους γεννά το ακάματο εφευρετικό πνεύμα και ο συναισθηματικώς πάμπλουτος ψυχικός κόσμος των κατοίκων της. Κατά την μελέτη της αρκαδικής ιστορίας, συναντούμε πάμπολλους Αρκάδες πνευματικούς ανθρώπους με έργα πανελληνίου ακτινοβολίας, ικανούς επιστήμονες καθώς και ευαίσθητους καλλιτέχνες. Επίσης ο περιηγητής στην Αρκαδία, σε κάθε κίνησή του, αντικρίζει ουκ ολίγα ποικίλα έργα κοινωνικής και εθνικής ευποιίας διαφόρων οικονομικώς ευρώστων Αρκάδων (οι οποίοι πράγματι απαρτίζουν μια στρατιά Μεγάλων Ευεργετών, όχι μόνον της Αρκαδίας, αλλά και ολόκληρης της Πατρίδας και του Ελληνικού Έθνους).

Στην προσπάθεια ανιχνεύσεως των δεσμών παρελθόντος – παρόντος, κατά τους προϊστορικούς χρόνους τα ίχνη της Ιστορίας αναζητούνται στον περίπλοκο, μαγικό και αποκαλυπτικό δρόμο του Μύθου, όπου αποκαλύπτεται σαφέστατα η αρχέγονη Αλήθεια της Ζωής και της Ιστορίας: Οι Αρκάδες επίστευαν πως ήσαν οι μόνοι αυτόχθονες κάτοικοι της Ελλάδος, (μετά τους Λέλεγες). Θεωρούσαν ως γενάρχη τους τον γιό του Διός Πελασγό και εκαυχώντο πως ήσαν οι πρώτοι άνθρωποι μετά τον Κατακλυσμό. Την αντίληψη αυτήν συμμερίζονται και επιφανείς ιστορικοί της αρχαιότητας, (από τον Ηρόδοτο έως τον Ξενοφώντα και τον Θουκυδίδη), αλλά και ο μέγας φιλόσοφος και «πανεπιστήμων» Αριστοτέλης, ο οποίος υποστηρίζει πως η εγκατάσταση των Αρκάδων έγινε πριν από την εμφάνιση της Σελήνης στο ουράνιο στερέωμα. Πιθανώς γι’ αυτόν τον λόγο ο Παυσανίας ο Περιηγητής αναφέρει πως οι Αρκάδες αυτοχαρακτηρίζονται «προσέληνοι». Σημειώνεται ότι, οι Αρκάδες διεκδικούσαν για τον τόπο τους πολλές σπουδαίες θεόσταλτες «περγαμηνές»: Στην Αρκαδία διεξήχθη η γιγαντομαχία, εγεννήθη ο Ζευς -όπως και αρκετοί θεοί του Πάτριου Δωδεκαθέου- έδρασε ο Ηρακλής, εμαρτύρησε ο Προμηθεύς, ετάφησαν ο Ορέστης και η Πηνελόπη, αλλά επίσης επήλθε το τέλος των περιπλανήσεων του Οδυσσέα (καθώς βρήκε τελικά έναν τόπο όπου «οι κάτοικοι δεν εγνώριζαν τι εστί κουπί»). Επιπλέον οι Αρκάδες υπεστήριζαν ότι, η Αρκαδία είναι η πραγματική κοιτίς του πολιτισμού, καθώς στον γενάρχη τους Πελασγό αποδίδεται η πρώτη κατασκευή μόνιμων κατοικιών και η διδασκαλία επιλογής των βρώσιμων χόρτων και καρπών των δένδρων (μεταξύ των οποίων και η φηγός, ένα είδος δρυός / βαλανιδιάς, που προσέθεσε στους Αρκάδες και το προσωνύμιο «βαλανηφάγοι»). Ακολούθως, ο μύθος αποδίδει την τιμή της ιδρύσεως της πρώτης «πόλεως υπό τον ήλιον», της Λυκόσουρας, στον Λυκάονα, γιο του Πελασγού, ιδρυτή και των αρχαιοτάτων αγώνων, των Λυκαίων.

Κατά την αρκαδική μυθολογία, ο κυρίως αρκαδικός θεός ήταν ο τραγόπους Παν, που είχε γεννηθεί στο Λύκαιον όρος της Αρκαδίας («Αρκάσι γάρ θεών αρχαιότατός τε και τιμιώτατος ο Παν» – Διονύσιος ο Αλικαρνασεύς). Ήταν θεός της μουσικής και συνάμα προστάτης των κοπαδιών αιγοπροβάτων, ο οποίος με την πολυάριθμη συνοδεία του, (Σιληνούς, Δρυάδες, Ορεστιάδες και Ναϊάδες), έκαναν την Αρκαδία μια χαρωπή – ειδυλλιακή χώρα του μύθου. Οι προϊστορικοί Αρκάδες ήσαν όμως και ικανοί ναυτικοί! Είχαν ιδρύσει αποικίες στην Πελοπόννησο και αλλού. Κατά τα ομηρικά έπη συμμετείχαν με τους λοιπούς Έλληνες στον Τρωικό πόλεμο με 60 πλοία. Κατά τον Ηρόδοτο, ο Αρκάς Δάρδανος κατέλαβε την Σαμοθράκη και κατόπιν διεκπεραιώθηκε στην Τροία, όπου έχτισε την Δάρδανο. Αρκάδες άποικοι είχαν εγκατασταθεί ως οικιστές στις Μεγαλονήσους Κρήτη (Κυδωνία από τον Τεγεάτη Κύδωνα, Γόρτυς από τον επίσης Τεγεάτη Γόρτυνα) και Κύπρο (Πάφος από τον Τεγεάτη Αγαπήνορα), στην Ζάκυνθο, στην Λευκάδα και στην απέναντι ακαρνανική ακτή, αλλά και στον Πόντο (Τραπεζούς, πόλη που ιδρύθηκε από τον ομώνυμο ήρωα).

Σύμφωνα με αρχαίους ελληνικούς μύθους, οι Αρκάδες ήσαν επίσης οι πρώτοι εποικιστές της Ιταλίας, καθώς δε επεκράτησαν στους αυτόχθονες, μπορούν να θεωρηθούν αβίαστα και ως εν μέρει πρόγονοι των αρχαίων και των σύγχρονων Ιταλών. Εξ άλλου η ίδια μυθολογική ερμηνεία θέλει την Ιταλία και τους Ιταλούς να οφείλουν το όνομά τους στον Ιταλό, γόνο των αρχαίων Αρκάδων. Αρκάδες εισήλασαν στην Σικελία, στην Απουλία και στο Λάτιο, όπου ο Εύανδρος εγκαταστάθηκε στον Παλλατίνο λόφο της Ρώμης. Ο Εύανδρος εξεκίνησε από το Παλλάντιο της Μαντινείας και είχε έναν γιο επονομαζόμενο Πάλλαντα.Η περιοχή της σημερινής Ρώμης που κάποτε κατοικήθηκε από αυτόν και τους Αρκάδες συντρόφους του πήρε το όνομα Παλλάντιον σε ανάμνηση της Αρκαδικής πόλεως. Με τον καιρό το όνομα άλλαξε με έκθλιψη των γραμμάτων λ και ν, οπότε η αρχική λέξη Παλ(λ)ά(ν)τιον έγινε Παλάτιον – Palatium. Έτσι η πόλη – αποικία μετονομάστηκε σε Παλάτιον και από αυτήν πήρε το νεότερο όνομα του ο λόφος ως «Παλατίνος». Λόγω αυτών των ιερών παραδόσεων, o Αυτοκράτωρ Αντωνίνος ο Πίος εχάρισε ειδικά προνόμια στους Παλλαντιείς εποίκους, ανακηρύσσοντας την πόλη τους ανεξάρτητη και προνομιούχο. Η προφανής ετυμολογική συγγένεια μεταξύ Παλλατίνου, Παλλαντίου και Πάλλαντος, εμορφοποίησε μεν εκ των υστέρων ένα νεόπλαστο μύθο χρήσιμο στους Ρωμαίους, (ως αναζητούντες διαπιστευτήρια «υψηλής» καταγωγής), όμως τεκμηριώνει εμμέσως και ένα ιστορικό γεγονός, λαμβανομένης υπ’ όψιν και της μαρτυρίας του Πλουτάρχου, ο οποίος θεωρεί ότι ο μύθος της λύκαινας – Λούπα ή Λουπέρκα, τροφού των ιδρυτών της Ρώμης (Ρωμύλου και Ρέμου), είναι απομίμηση προγενεστέρου αρκαδικού μύθου.

Οι Δωριείς της Λακεδαίμονος ήρθαν συχνά σε ρήξη με τους Αρκάδες, καθώς υπέβλεπαν την πλουσία γη της αρκαδικής Τεγέας και προσεπάθησαν από ενωρίς να την κατακτήσουν Η πρώτη τους επιδρομή επιχειρήθηκε το 790 π.Χ., όταν βασίλευε στην μεν Αρκαδία ο Πολυμήστωρ, στην δε Σπάρτη ο Χάριλλος. Κατά τους λεγόμενους Μεσσηνιακούς πολέμους, οι Αρκάδες εβοήθησαν τους αντιπάλους των Λακεδαιμονίων, εθεώρησαν δε προδοτική την αντίθετη στάση του βασιλέως τους Αριστοκράτη, ώστε απέσυραν την εμπιστοσύνη τους στο πολίτευμα της βασιλείας, και το αντικατέστησαν με το συνομοσπονδιακό «Κοινόν των Αρκάδων», περί το 628 π.Χ. Στα μέσα του 6ου αιώνος π.Χ. η Αρκαδία απέκρουσε τις επανειλημμένες προσπάθειες των Σπαρτιατών να την υποτάξουν. Την εποχή αυτή γνώρισε μεγάλη ακμή η Μαντινεία. Στους Περσικούς πολέμους οι Αρκάδες (Τεγεάτες, Μαντινείς και Ορχομένιοι) επολέμησαν στις Θερμοπύλες και στις Πλαταιές. Μετά την μάχη στα Λεύκτρα (371 π.Χ.) οι Αρκάδες συνενώθηκαν και βοηθούμενοι από τους Θηβαίους έφθασαν έως τα πρόθυρα της Σπάρτης. Τότε κτίστηκε η Μεγαλόπολη, που συνοικίσθηκε από 40 Αρκαδικές πόλεις και συνεκροτήθη το νέο Κοινό των Αρκάδων, με ενιαία κυβέρνηση και στρατό. Όμως τάχιστα άρχισαν εσωτερικές πολιτικές διενέξεις, που προκάλεσαν συνεχείς επεμβάσεις των Σπαρτιατών, ώσπου το 344 η Μεγαλόπολη συμμάχησε με τον Φίλιππο Β’ της Μακεδονίας. Στα χρόνια των Επιγόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου η Αρκαδία κατέστη θέατρο συνεχών συγκρούσεων μεταξύ του Κασσάνδρου και του Πολυσπέρχοντος, ώσπου η ειρήνη του 311 ανεγνώρισε στον Κάσσανδρο την κυριαρχία ολοκλήρου της Πελοποννήσου. Το 303 η Αρκαδία, (εκτός της Μαντινείας), παρεδόθη στον Δημήτριο τον Πολιορκητή. Ακολούθησαν συνεχείς πόλεμοι με τους Σπαρτιάτες και επεμβάσεις των Μακεδόνων, ώσπου ο Μεγαλοπολίτης Φιλοποίμην ανεκηρύχθη Στρατηγός της Αχαϊκής Συμπολιτείας, με την οποία οι αρκαδικές πόλεις διατηρούσαν στενές φιλικές σχέσεις

Ήδη είχε αρχίσει η ανάμιξη των Ρωμαίων στα πολιτικά πράγματα της Ελλάδος, αλλά οι παραινέσεις του Φιλοποίμενος να μην επιταχύνουν το μοιραίο τέλος παρέχοντες ευκαιρίες στην Ρώμη, δεν εισακούσθηκαν. Έτσι δεν άργησε η ώρα που η Ελλάς μετεβλήθη σε ρωμαϊκή επαρχία και βασιλεύοντος στη Ρώμη του αυτοκράτορος Τιβερίου Καίσαρος Αυγούστου (13-37 μ.Χ.) αντήχησε στα όρη της Αρκαδίας η φρικτή θρηνώδης κραυγή: «ο μέγας Παν απέθανε»! Το «γεγονός». Όμως, αν αποδεχθούμε την μαρτυρία του Στράβωνος, η προϊούσα ερημία της Αρκαδίας είχε ήδη συντελεσθεί προ αρκετών ετών, καθώς αυτός διαπίστωνε 30 χρόνια προ Χριστού πως «ου προσήκει μακρολογείν» περί της Αρκαδίας «διά την της χώρας παντελή κάκωσιν»

Η συμβολή των Αρκάδων στην οργάνωση και στελέχωση της «Φιλικής Εταιρείας» υπήρξε και πολυπρόσωπη και αποφασιστικού χαρακτήρος. Το ίδιο λαμπρή είναι και η συμμετοχή τους στον Αγώνα που κατάφερε να αποσείσει το ζυγό της δουλείας. Με την έκρηξη της Εθνικής Επαναστάσεως του 1821 η Αρκαδία έγινε πράγματι το επίκεντρο πολεμικών ενεργειών. Ατελείωτοι είναι οι κατάλογοι των Αρκάδων αγωνιστών αλλά και των αρκαδικών τόπων, όπου εξελίχθηκαν συγκρούσεις καθοριστικής σημασίας για την τελική έκβαση του Αγώνα της Εθνεγερσίας. Η Τριπολιτσά ιδιαίτερα, μπορεί να υπερηφανεύεται ότι απετέλεσε την θεμέλιο κρηπίδα επί της οποίας στηρίχθηκε το οικοδόμημα του νεοελληνικού κράτους. Στην Αρκαδία ο Εθνάρχης μας Θεόδωρος Κολοκοτρώνης επολιόρκησε το φρούριο της Καρύταινας, κατετρόπωσε τους Τούρκους στο Λεβίδι, στο Βαλτέτσι και στις Βερβένες, ενώ ο τουρκοφάγος Νικηταράς επέφερε δεινή ήττα στους Τούρκους στα Δολιανά. Τέλος ο Εθνάρχης επολιόρκησε την Τρίπολη την οποία και κατέλαβε (Σεπτέμβριος 1821). Το 1825 ο Ιμπραήμ Πασάς εισήλθε στην πυρποληθείσα -μετά από διαταγή του Κολοκοτρώνη- πόλη και έως το 1827 κατέστρεψε και ελεηλάτησε τρεις φορές τα χωριά και τις πόλεις της Αρκαδίας, η οποία απελευθερώθηκε οριστικά τον Νοέμβριο του 1827.

Το μικρό σε έκταση, νεογέννητο Ελληνικό Κράτος του 1830 για να μπορέσει να επιβιώσει και να επεκταθεί, έπρεπε κατ’ αρχήν να αποδείξει ότι διέθετε τεκμήρια αψεγάδιαστα και περγαμηνές γνήσιες, δηλαδή πως ήταν ο νόμιμος κληρονόμος των Αρχαίων Ελλήνων. Για τούτο αρκούσε μόνον η παράθεση πάμπολλων στοιχείων από την ιδιάζουσα αρκαδική πολιτισμική παράδοση, ώστε να αποστομωθούν οι οποιοιδήποτε αμφιβάλλοντες. Η Αρκαδία ενέπνευσε συχνά την ευρωπαϊκή τέχνη και ποίηση λόγω της απροσπέλαστης φυσικής ομορφιάς και του απλού, ήρεμου και νομαδικού βίου των κατοίκων της. Οι ποιητές την εφαντάσθηκαν ως αειφόρο ιδανικό της φυσικής γαλήνης, ως έναν επίγειο παράδεισο.

Ενδεχομένως μάλιστα, η Αρκαδία υπήρξε η μοναδική περιοχή της Ελλάδος της οποίας και μόνον η αναφορά του ονόματος της εξωθούσε τους Ευρωπαίους να διανύουν αυτομάτως και εν ριπή οφθαλμού την τιτάνια νοητική διαδρομή από την αρχαιότητα έως τους νεοτέρους χρόνους. Τους ελληνοκεντρικούς και εν πολλοίς φιλέλληνες Ευρωπαίους της εποχής, που συνεδύασαν τους στοίχους του Βιργιλίου (ο οποίος σε ένα ποίημά του μιλά για δύο νέους Αρκάδες που διαγωνίζονται στον αυλό) με την εσωτερική ανάγκη να «εντοπίσουν» στην γεωγραφική πραγματικότητα το ρομαντικό ιδεώδες τους, ανεκάλυψαν την χαμένη απολλώνια «λαλέουσαν παγάν» της ισόθεης Ελλάδος και στην Ρώμη ιδρύθηκε Ακαδημία η οποία καλλιεργούσε την ποιητική τέχνη, που την απεκάλεσαν «Ακαδημία των Αρκάδων», επιλέγοντες μάλιστα τον αυλό του Πανός ως σύμβολό τους.

Ένας εκφραστής του ιδεοπνευματικού αυτού κλίματος, ο Ιταλός ζωγράφος του Μπαρόκ Γκουερτσίνο (Τζιοβάννι Φραντσέσκο Μπαρμπιέρι), ήδη από τις αρχές του 17ου αιώνος εχάραξε στον πίνακά του το «Et in Arcadia ego», το οποίο επανέλαβε ποικιλοτρόπως μια σωρεία καλλιτεχνών στην ευρωπαϊκή Δύση. Αργότερον, ο ζωγράφος Νικόλας Πουσέν εφιλοτέχνησε έναν ωραιότατο πίνακα με τίτλο «Οι ποιμένες της Αρκαδίας», ο οποίος απεικονίζει ένα ερωτευμένο ζευγάρι που ανακαλύπτει τον τάφο ενός ποιμένος με την επιγραφή «Και εγώ στην Αρκαδία γεννήθηκα» και βρίσκεται στο Μουσείον του Λούβρου. Έκτοτε, το όνομα της Αρκαδίας έχει καταστεί συνώνυμο ενός «ευμενούς τόπου», όπου δεν κάνουν την εμφάνισή τους ούτε χωρούν τα δεινά του υλόφρονος εμπορικού ψευδο«πολιτισμού».

Η εκτενής περιήγηση στην γεωγραφία και στην ιστορική μνήμη της πραγματικής Αρκαδίας είναι επιβεβλημένη, καθώς επιζητεί και αποτυπώνει εκείνα τα ιδιαίτερα και ιδιότυπα χαρακτηριστικά που διεμόρφωσαν την εικόνα της γης αυτής στο πνεύμα των Ελλήνων και Ρωμαίων: Γη των απαρχών, των Προγόνων και των Οικιστών, γη ορεινή και ξέμακρη από την θάλασσα, γη με ανθρώπους ταπεινούς και ευσεβείς, δίπλα στους θεούς της φύσεως, με ανθρώπους λάτρεις της μουσικής και της απλής ζωής, ποιμένες, φιλόξενους γενναίους και μακάριους. Με αρχή το έργο του Λατίνου ποιητή Βιργιλίου, η Αρκαδία, πέρα από ιστορική και σύγχρονη περιοχή, είναι για πάντα ένα συμβολικό, «μαγικό», εύηχο όνομα που λειτουργεί στο αληθινό ευρωπαϊκό πνεύμα, ως αναπόληση της αρχέγονης αθωότητας, της ολυμπίου αρμονίας, του μέτρου, της φύσεως, της χαράς της ζωής, της απλότητος και της επιστροφής στην ουσία.

Από την αρχαιότητα έως σήμερα η Αρκαδία δρα ως εθνικό οχυρό, αλλά και ως μια ακατάβλητη «ποιητική σταθερά» στον Πολιτισμό: Ταυτίσθηκε με τους απόηχους της Χρυσής Εποχής ακόμη και στις αρχές του Χριστιανισμού. Διαρκούντος του Μεσαίωνος, η Αρκαδία «λαθροβίωσε» καλυμμένη από την ζοφερή παρασκιά του βιβλικού Παραδείσου και συνάμα μεταλαμπάδευσε την πάτρια ουσία της του «τερπνού τόπου των Μακάρων». Με τον ερχομό της Αναγεννήσεως, ενίσχυσε την εκ νέου ανακάλυψη της αθανάτου Ελλάδος, ενώ με την άφιξη των πρώτων Ευρωπαίων κατακτητών στο Νέο Κόσμο, αποτύπωσε εκεί τον ισχυρό της αντίκτυπο. Με ορμητήριο την Ιταλία του 16ου αιώνος, η Αρκαδία εκυρίευσε τις λογοτεχνίες της Ισπανίας, της Γαλλίας και της Αγγλίας. Μετά τον εκεί θρίαμβό της, εμπνέοντας υψιπετώς, προξένησε την γένεση της όπερας και την γένεση της τοπιογραφίας, προσέφερε απλόχερα μυριάδες εικόνες στην μυστικιστική έκφραση των αφυπνιζόμενων Ευρωπαίων και χάρισε ζείδωρη πνοή στα πρώτα έργα της γερμανικής και ολλανδικής λογοτεχνίας. Εδόξασε το ανθρώπινο σώμα στα πρώτα γυμνά ζωγραφικά έργα, εχρησίμευσε ως αλληγορία και προσέφερε καταφύγιο ενάντια στον αυξανόμενο θρησκευτικό φανατισμό και εν τέλει μετετράπη σε ένα απόκρυφο σύμβολο: «Et in Arcadia Ego». Συνεπώς, με τον ιδιότυπο τρόπο της, η Αρκαδία είναι μια εξιδανίκευση του διαχρονικού Ελληνικού Ιδεώδους προς την ισορροπία.

Η Αρκαδία ουδέποτε υπήρξε ουτοπία. Ουτοπία σημαίνει εξ ορισμού «αυτό που δεν έχει τόπο», αλλά η Ελληνική Αρκαδία (εξιδανικευμένη ή όχι) – είναι πρωτίστως ένας τόπος. Επιπλέον, η σύλληψή της δεν είναι ουτοπική, είναι μια διαρκής θεόσταλτη εικόνα στον ορίζοντα, είναι ολύμπιας τροχιάς σαγήνη προς το καλό, είναι η πειθώ της φύσεως και της ζωής. Η Αρκαδία είναι φυσικό αντικείμενο και συνάμα άθικτη έννοια που προσέδωσε κι εξακολουθεί να προσδίδει ουσιώδη πολιτιστική συνάφεια στην αληθινή Ευρώπη.

Η Πατρίδα μας με την Αρκαδία διαθέτει έναν ακόμη ανεκμετάλλευτο πλούτο, πόλο ανάπτυξης για παρόν και μέλλον. Εντρυφώντας μεθοδικά στο παρελθόν της, καθώς συναρθρώνουμε τα ιστορικά μας επιχειρήματα ως χαλύβδινο εχέγγυο της Εθνικής Ταυτότητός μας, προσδίδουμε κύρος στον Λαϊκό Εθνικισμό και στις ιδεολογικοπολιτικές μας πρωτοβουλίες. Πρωτοβουλίες στην σκέψη και στην δράση του Εθνικού – Λαϊκού Κράτους που οραματιζόμαστε, πρωτοβουλίες που υποβάλλονται από το όνομα της Αρκαδίας με τις ιδέες και τις αξίες τις οποίες αυτό «σημαίνει»:

Η Αρκαδία πρέπει και μπορεί να αναπτύξει ποικίλου τύπου έρευνες για ιατρικά και αρωματικά φυτά και πειραματικές καλλιέργειες ώστε να βελτιώσει την διατροφική ποιότητα και να εμπορεύεται τα προϊόντα της ανά τον κόσμο χρησιμοποιώντας ως διαφήμιση το όνομα της! Η Αρκαδία πρέπει και μπορεί να προσφέρει αυθεντικές εγκαταστάσεις αγροτουρισμού, προσφέροντας στους πελάτες τους αρμονικά ησυχαστήρια σε εξαίρετα φυσικά τοπία! Η Αρκαδία πρέπει και μπορεί να είναι έδρα ενός ακαδημαϊκού ιδρύματος για την «Καλλιέργεια και την Διάδοση της Ελληνικής Κληρονομιάς», προσδίδοντάς του κύρος στις ευρέος φάσματος ανθρωπιστικές σπουδές του.

Όλα τα παραπάνω είναι εφικτά, όμως για την πραγματοποίησή τους είναι απαραίτητο να γνωρίσουμε και να κατανοήσουμε την άρρητη εκείνη «ελληνική πεμπτουσία», που εμπεριέχεται στην Αρκαδία ως όψη μιας ιδεατής Πολιτείας όπου Τέχνη και Φύση συνδυάζονται αρμονικά, αλλά και ως μια αρχέγονη αρχετυπική οντότητα που καθορίζει μέσα από τα βάθη του υποσυνείδητου, την ίδια μας την αντίληψη και την καθημερινή μας συμπεριφορά. Εμείς οι Εθνικιστές της Χρυσής Αυγής έχουμε ένα επιπλέον καθήκον: Nα φέρουμε τη νοερή Αρκαδία εγγύτερα στην απτή, πιο κοντά σε όλους τους Αρκάδες και στους λοιπούς Έλληνες!

Προχωρώντας στον Αγώνα μας για Εθνική Αναγέννηση και Κοινωνική Ανασυγκρότηση, κάνουμε τα πρώτα βήματα στην ιστορική ανασυγκρότηση της μνήμης. Είναι λοιπόν ηθικά απαραίτητο και αναγκαίο να καλλιεργούμε συστηματικά την συναίσθηση της καταγωγής μας και του πολιτισμικού πλούτου των τόπων που κατοικούμε, διότι με τον τρόπο αυτόν πραγματώνουμε επιπλέον τον Ύπατο Σκοπό του Ελληνισμού, τον «Εξανθρωπισμό της Οικουμένης».

 Τ.Ο. Τριπόλεως / Απόστολος Μπέλμπας 

Διαβάστε περισσότερα: http://www.xryshaygh.com/enimerosi/view/h-arkadia-ths-mnhmhs-kai-tou-pneumatos#ixzz3q2Q1mR6Z

Exit mobile version