Μυριάδες κείμενα, από μικρές σχολιογραφίες έως πολύτομες εγκυκλοπαίδειες έχουν γραφεί για το κεφαλαιώδες ζήτημα της τέχνης. Ιστορική κωδικοποίηση και ανάλυση τεχνοτροπιών, καταγραφή έργων ανά καλλιτέχνη, κριτική καλλιτεχνημάτων και δημιουργών είναι κάποιοι από τους λόγους που κινούν το ενδιαφέρον των συγγραφέων και των όποιων αναγνωστών. Όλα καλώς καμωμένα, όμως εάν επρόκειτο να γράψουμε ένα ακόμα τέτοιο κείμενο, δεν θα το πράτταμε σεβόμενοι το χρόνο και την υπομονή των αναγνωστών. Εμείς κατ’ αρχήν θα διαφοροποιηθούμε ως προς την προσέγγιση της έννοιας της τέχνης. Μας ενδιαφέρει μία ριψοκίνδυνη και ρηξικέλευθη οργανική θεώρηση της τέχνης, ακολουθώντας τη μοναδική, οξυδερκή ιστορική ματιά του Oswald Spengler που εισδύει στην ίδια τη γενεσιουργό αιτία της. Για να καταδείξουμε με τη δέουσα σαφήνεια την έκφραση «οργανική θεώρηση της τέχνης» παραθέτουμε τους βασικούς άξονες – κανόνες που θα σεβαστούμε:
- Η τέχνη σε καμία περίπτωση δεν χαρακτηρίζεται από ιστορική συνέχεια.
- Ο διαχωρισμός της τέχνης σε τομείς (αρχιτεκτονική, γλυπτική, ζωγραφική, μουσική κλπ) δεν αποτελεί ουσιώδες γεγονός.
- Προϊόντος του χρόνου, η τέχνη δεν εξελίσσεται αενάως, αλλά ακμάζει και παρακμάζει ως οργανισμός.
- Η πραγματική τέχνη είναι «τέχνη ενώπιον μαρτύρων».
Πράγματι, εάν μία τέχνη έχει όρια, αυτά είναι ιστορικά και όχι τεχνικά ή φυσιολογικά. Δεν υπάρχει κανένα είδος τέχνης που διαπερνάει όλους τους αιώνες και όλους τους πολιτισμούς. Τα ιδιαίτερα ψυχοπνευματικά χαρακτηριστικά κάθε πολιτισμού καθορίζουν με ενάργεια τις εκφράσεις της τέχνης. Η τέχνη ως πολιτισμική δύναμη έκφρασης παίρνει ζωή από τον πολιτισμό που υπηρετεί. Ο Αιγυπτιακός πολιτισμός προηγήθηκε χρονικά του Κλασσικού Ελληνικού. Ο δεύτερος όμως παρουσιάζει καλλιτεχνικά στοιχεία ολότελα διαφορετικά από τον πρώτο. Η Ελληνική ψυχή δεν έχει καμία σχέση με την Αιγυπτιακή. Η Αιγυπτιακή τέχνη καλύφθηκε από την αρχιτεκτονική και βασίστηκε στην αιώνια πέτρα. Οι επιτύμβιοι ναοί της αρχαίας αυτοκρατορίας δεν είναι κτήρια, αλλά ακολουθία χώρων, ένας αυστηρός πέτρινος δρόμος που οδηγεί προς μία και μόνο κατεύθυνση, το θάνατο. Οι Αιγύπτιοι δεν έχτιζαν για τη ζωή αλλά για το θάνατο. Για τους ζωντανούς τα φθαρτά ξύλινα σπίτια αρκούσαν. Η αιώνια πέτρα ταιριάζει με τον άχρονο θάνατο. Για τον Αιγύπτιο οι Πυραμίδες είναι τεράστια τρίγωνα, επιφάνειες – ορόσημα που κυριαρχούν στο περιβάλλον και πλαισιώνουν το δρόμο των βασιλέων προς την αιωνιότητα. Πρέπει να είναι πέτρινες, αυστηρές και αιώνιες. Η εικαστική διακόσμηση των πέτρινων τοίχων δεν έχει διασκεδαστικούς ή καλλωπιστικούς σκοπούς. Συνοδεύει την αρχιτεκτονική και συνεισφέρει στη συνεχή υπόμνηση της κατεύθυνσης. Οι εικαστικές φιγούρες τοποθετημένες σε σειρές, συνοδεύουν τον επισκέπτη και διηγούνται την αλληλουχία των γεγονότων από τη ζωή στο θάνατο. Οι στύλοι των εσωτερικών διαδρόμων και αυλών πολύ πυκνά τοποθετημένοι, δίνουν την εντύπωση κατακόρυφων λωρίδων επιφάνειας που συνόδευαν την πομπή των ιερέων. Παντού κυριαρχούσαν οι οριζόντιες και κατακόρυφες γραμμές, όπως και οι ορθές γωνίες. Τα επιβλητικά αγάλματα των βασιλέων ήσαν μνήματα. Τα ανάγλυφα είναι αυστηρά περιορισμένα και τείνουν να γίνουν ένα με την επιφάνεια. Η ζωγραφική, οι προτομές και η κοσμική μουσική είναι στοιχεία απαγορευμένα. Δεν πρέπει να υπάρχει τίποτε που ελαφραίνει την ένταση της ψυχής.
Η Ελληνική Κλασσική τέχνη δημιουργήθηκε από μία ψυχή που λαχταρούσε τη ζωή και το φως. Το ελληνικό άγαλμα με τις ιδανικές αναλογίες και τη λαμπρή σωματότητά του τόνιζε το παρόν, τη ζωή, το γίγνεσθαι. Ο Ελληνικός ναός χαρίζει στο μάτι αρμονία με το περιβάλλον αλλά και τον άνθρωπο. Στέκεται σε μεγαλειώδη ηρεμία. Οι κίονες φαίνονται να φυτρώνουν από το έδαφος. Μοιάζουν πανομοιότυποι αλλά κανένας δεν είναι ίδιος με τον άλλον. Οι παραστάσεις που κοσμούν (διακοσμούν) το ναό αναφέρονται σε μύθους, πολέμους και ηρωικές πράξεις. Ακόμη και όταν απεικονίζουν θανάτους ηρώων υμνούν τις ηρωικές πράξεις που επισκιάζουν και υπερνικούν το θάνατο. Τα αρχιτεκτονικά όρια είναι σαφή και οι οριακές γραμμές καθαρές (απολλώνιες). Στο εξωτερικό δεν υπάρχουν αμφισημίες και σκοτεινές περιοχές. Το άδυτο του ναού δεν έχει παράθυρα γιατί ως άδυτο πρέπει να παραμείνει σκοτεινό. Η αρχαία μουσική είναι μία γλυπτική για το αυτί. Η πλαστικότητα και η μελωδία αναπτύσσονται μέσω διατονικών τετραχόρδων σε συνεργασία με τις ηχητικές συλλαβές. Οι συλλαβές δίνουν το ρυθμό. Τα χρώματα που κοσμούν τις μορφές είναι το λευκό, το κόκκινο και το χρυσό.
Η Φαουστική τέχνη (Ευρωπαϊκή) εμπνέεται από μία ολότελα διαφορετική ψυχή. Αυτή είναι η γοτθική ψυχή που σύμβολό της ήταν ο πρωτογενής άπειρος χώρος και λαχτάρα της η κατάκτηση του άπειρου και του απειροστού. Πηγή της έμπνευσής της το αγροτόσπιτο που φύεται στο βαρύ γκριζοπράσινο τοπίο και προβάλλει μέσα από την καταχνιά ενός αινιγματικού πρωινού. Εξέλιξη του αγροτόσπιτου ήταν η αρχιτεκτονική του πέτρινου κάστρου. Βαρύ και στιβαρό, προστατεύει τη ζωή αυτών που το κατοικούν. Είναι το περίβλημα της ζωής και η ασυνείδητη έκφραση του ρέοντος αίματος. Στα κάστρα άνθισε το ηρωικό τραγούδι, ο αγροτικός και ο ιπποτικός χορός, καθώς και το τραγούδι των πλανόδιων μουσικών (τροβαδούρων). Η άλλη αρχιτεκτονική δημιουργία της Φαουστικής ψυχής είναι ο καθεδρικός ναός. Ο καθεδρικός ναός είναι ο ίδιος τέχνη. Τείνει προς τον ουρανό. Ο εσωτερικός του χώρος τραβάει με πρωτογενή δύναμη ψηλά και μακριά. Αυστηρά και πλούσια διακοσμημένος υπηρετεί τη λογική των άχρονων μορφών. Σε αντίθεση με το κάστρο είναι η έκφραση αυτού που είναι ήδη νεκρό. Αλλά το κυρίαρχο στοιχείο της Φαουστικής τέχνης δεν ήταν η αρχιτεκτονική και η γλυπτική. Ήταν η μουσική. Η οργανική μουσική κυριαρχεί στις άλλες εκφράσεις της τέχνης. Με τα χαρακτηριστικά ηχοχρώματα των οργάνων και τις αντιθέσεις μεταξύ πνευστών και εγχόρδων ζωγραφίζει ηρωικά τοπία και σχεδιάζει προσωπογραφίες. Η αντίστιξη είναι η αρχιτεκτονική των ανθρώπινων φωνών και η απόλυτη έκφραση της ώριμης γοτθικής ψυχής. Η Φαουστική τέχνη κατέλαβε ολόκληρη τη ζωή ψάχνοντας τις πιο κρυφές γωνιές της. Δημιούργησε ένα νέο άνθρωπο.
Τώρα είμαστε σε θέση να αντιληφθούμε τη μεγάλη πλάνη των ιστορικών, που εγκλωβισμένοι στην απατηλή ενότητα γραμμικής αντίληψης «αρχαιότητα – μεσαίωνας – νεώτεροι χρόνοι» προσπάθησαν μάταια μία ιστορική εξελικτική συνέχεια στην τέχνη. Μίλησαν για «περιόδους στασιμότητας» λόγω πνευματικής αβελτηρίας ως «φυσικά διαλείμματα» και για «εποχές κατάπτωσης» ενώ επρόκειτο για το θάνατο μίας μεγάλης τέχνης. Όταν μιλούσαν για «εποχές αναγέννησης» επρόκειτο για γέννηση μίας άλλης τέχνης δε μία άλλη χώρα ή περιοχή, ως έκφραση ενός άλλου τύπου ανθρώπου, ενός νέου και διαφορετικού πολιτισμού. Εξάλλου όλες οι μεγάλες τέχνες – το αττικό δράμα του Ευριπίδη, η Φλωρεντιανή γλυπτική με το Μιχαήλ Άγγελο, η οργανική μουσική με τον Λιστ, τον Βάγκνερ και τον Μπρούκνερ – τελειώνουν πολύ ξαφνικά. Ποτέ δεν έγινε λόγος για «αναγέννηση» έστω και μίας σημαντικής τέχνης. Είναι η μεγαλύτερη απόδειξη του ανιστορικού χαρακτήρα της.
Ταυτόχρονα διαπιστώνουμε ότι σε κάθε πολιτισμό δεν υπάρχουν πολλές τέχνες αλλά πολλαπλές εκφράσεις της μοναδικής τέχνης που πηγάζει από τη δημιουργική δύναμη της φυλετικής ψυχής. Όταν η φυλετική ψυχή αποδώσει τους θησαυρούς της αρχίζει η κόπωση, και η τέχνη παρακμάζει μαζί με ολόκληρο το πολιτιστικό οικοδόμημα. Τα δημιουργήματα της Κλασσικής Αρχαιότητας αντικαθιστώνται από τις τεράστιες και επιβλητικές κατασκευές της Ρωμαϊκής περιόδου. Βρισκόμαστε ακόμα στην εποχή της αρχαιότητας αλλά η αρχαία ψυχή έχει παρακμάσει. Ο αρχαίος πολιτισμός περνάει στο στάδιο της τεχνολογίας. Τα κτήρια και οι ναοί χάνουν το μέτρο και την αρμονία, γίνονται τεράστια και επιδεικνύουν δύναμη, μεγαλοπρέπεια και πλούτο. Κύρια, είναι χρηστικά και μιμούνται τα Κλασσικά αριστουργήματα. Τα αγάλματα επίσης τεράστια, αποσκοπούν στην πρόκληση δέους. Η φυλετική ψυχή ως έκφραση ατονεί μέχρι μηδενισμού. Επικρατεί το πρακτικό ρωμαϊκό πνεύμα. Τελειοποιούνται τα υδραγωγεία, εφευρίσκεται η υδραντλία και πολλές εφαρμοσμένες τεχνικές. Η τέχνη δεν υφίσταται πλέον. Έχει δώσει τη θέση της στην τεχνοτροπία, δηλαδή τη μίμηση της τέχνης. Η έκφραση της φυλετικής ψυχής (ρυθμός) αντικαθίσταται από το γούστο. Η δημιουργία μεγαλουπόλεων (Ρώμη, Αλεξάνδρεια) αποξενώνουν τους λαούς από τις παραδόσεις. Μαζί με τους ξενόφερτους θεούς έρχεται και το ξενόφερτο γούστο. Στα στερνά της Ρώμης ανεγέρθη και ο πρώτος τρούλος! Το Πάνθεον, που αν δεν θέλουμε να εθελοτυφλούμε, είναι και το πρώτο τζαμί. Είναι η εισβολή ενός ξένου πολιτισμού στον αρχαίο που πνέει τα λοίσθια. Αυτή την κάποιοι ίσως θα την ονόμαζαν πολιτιστικό άνοιγμα, παγκοσμιοποίηση ή πρόοδο. Τώρα όμως γνωρίζουμε ότι πρόκειται για τη φάση του πολιτισμικού θανάτου. Έτσι λοιπόν, η τέχνη πεθαίνει μαζί με τον πολιτισμό που την δημιούργησε. Συνεπώς, δεν είναι παρά ένας οργανισμός που γεννιέται, ακμάζει, παρακμάζει και πεθαίνει.
Αντίστοιχη είναι η εξέλιξη της τέχνης στον παρόντα πολιτισμό. Την γοτθική τέχνη και το μπαρόκ, διαδέχθηκε η Αναγέννηση, μία πεισματική αντίθεση προς τη Φαουστική ψυχή. Πρόκειται για μία μεταβατική περίοδο πριν την έναρξη της τεχνολογικής περιόδου. Όπως και σε κάθε πολιτισμό, σε αυτή τη φάση επικρατεί ο κλασικισμός και ο ρομαντισμός. Οι επί μέρους τέχνες συγκεντρώνονται γύρω από μία αρχαΐζουσα γλυπτική και προσπαθούν να μιμηθούν την αρχαιότητα. Οι άνθρωποι της Αναγέννησης λάτρεψαν μία τέχνη που δεν τους ανήκε και δεν την κατανοούσαν. Οι καλλιτέχνες δεν διέθεταν το αρχαίο μορφοποιητικό ένστικτο. Μετά το πέρας αυτής της εποχής ακολουθεί η εποχή της τεχνολογίας, σε αντιστοιχία με την αρχαιότητα (Ρωμαϊκή περίοδος). Η σταδιακή επικράτηση των αστικών, εμποροκρατικών και κεφαλαιοκρατικών (καπιταλιστικών) αξιών αποσπά τους λαούς από την παράδοση και την ιστορική συνέχειά τους. Η τέχνη είναι και εδώ νεκρή. Οι κοινωνίες «ανοίγουν» επειδή δεν τους έχει απομείνει τίποτε για να διαφυλάξουν. Οι μεγαπόλεις (megacities) του διεθνιστικού πνεύματος (Λονδίνο, Παρίσι, Νέα Υόρκη) είναι και εδώ παρούσες με τα τεράστια χρηστικά κτήρια, όπου ο αρχιτέκτονας οικοδομεί σύμφωνα με το γούστο του, δηλαδή χωρίς ρυθμό. Ο μιμητισμός κυριαρχεί. Στο Παρίσι, συναντά κανείς πυραμίδες και οβελίσκους, αντίγραφα αρχαίων ναών, αναγεννησιακά κτήρια αλλά και κάθε είδους «μοντέρνες» κατασκευές, όλα διασπαρμένα δίπλα σε μεγάλες λεωφόρους και πλατείες. Η απόλυτη ποικιλία του τίποτα. Η ζωγραφική, η γλυπτική και κυρίως η μουσική παράγονται κατά παραγγελία. Είναι η εποχή του θανάτου του Δυτικού πολιτισμού και συνάμα της Φαουστικής τέχνης.
Θα μπορούσαμε να επεκταθούμε σε εκπληκτικές αντιστοιχίες της εξέλιξης της τέχνης ανάμεσα στην αρχαιότητα και στο Δυτικό πολιτισμό που καταδεικνύουν με ασφάλεια την παρούσα ιστορική όδευση. Επίσης θα ήταν δυνατό να αναφέρουμε ανάλογες αντιστοιχίες και σε άλλους πολιτισμούς με ολότελα διαφορετική φυλετική ψυχή και μορφοποιητικά ένστικτα. Το συμπέρασμα θα ήταν το ίδιο.
Η πραγματική τέχνη, η τέχνη που πηγάζει από τη φυλετική ψυχή δεν απευθύνεται σε μία κάστα «ευαίσθητων» ευπραγών ανθρώπων με λεπτό γούστο, αλλά σε ένα ολόκληρο έθνος, εκφράζοντας την εσωτερική του αναγκαιότητα να αφήσει ανεξίτηλα τα εσώτερα χαρακτηριστικά του στο χώρο και στο χρόνο. Ο καλλιτέχνης είναι το μέσον έκφρασης της λαϊκής ψυχής. Τότε η τέχνη είναι ρυθμός ζωής και δημιουργίας, κατανοητής από το σύνολο της φυλετικής κοινότητας. Μιλάει τη μυστική γλώσσα της αίσθησης του κόσμου, την ακούει και καταλαβαίνει πλήρως μόνον εκείνος που η ψυχή του ανήκει σε αυτόν τον πολιτισμό. Όλες οι υπόλοιπες δημιουργίες είναι έκταση, γούστο χωρίς ζωή, δηλαδή νεκρά αντικείμενα.
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΟΥΔΟΥΝΑΣ