Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί ότι οι αρχαίοι Έλληνες είχαν μελετήσει και την μορφή του σώματος πολύ εντατικά, κάτι που γίνεται φανερό από πλήθος πραγματειών τους, κυρίως ιατρικής φύσης, των οποίων έχουν διασωθεί πολλοί τίτλοι. Ανάλογα συγγράμματα μας παραδίδονται από τον Φιλόλαο τον πυθαγόρειο και τον Δημόκριτο, ενώ σε μια ενδιαφέρουσα παρατήρηση του ο Αναξαγόρας αποφαινόταν ότι ο άνθρωπος δεν είναι έξυπνος επειδή έχει χέρια, αλλά επειδή έχει χέρια είναι έξυπνος.
Εντούτοις, οι πρώτες εκτεταμένες παρατηρήσεις στην μορφολογία του ανθρώπου εντοπίζονται στο έργο του Αριστοτέλη. Αρχικά, ο άνθρωπος θεωρείται ότι έχει όμοια μέρη με τα υπόλοιπα ζώα και μελετάται βάσει αυτού. Ο φιλόσοφος προβαίνει στην περιγραφή των μερών του ανθρώπινου σώματος, στην οποία συναντάμε τις κρανιολογικές λέξεις «βρέγμα» και «ινίο» για την άνω κορυφή, όπου ενώνονται οι ραφές και το πίσω μέρος του κρανίου, αντίστοιχα, ενώ οι ενώσεις των κρανιακών οστών ονομάζονται «ραφαί». Ακόμη, διαπιστώνει διαφορές μεταξύ του κρανίου ανδρών – γυναικών και ανθρώπων – άλλων ζώων. Κατ’ επέκταση, επιχειρεί να διαχωρίσει τους ανθρώπους σε τύπους, ανάλογα με τα ανθρωπολογικά τους γνωρίσματα. Πιο συγκεκριμένα, οι παρατηρήσεις του επικεντρώνονταν στο σχήμα του προσώπου, στο χρώμα των ματιών, στην ποσότητα και στο χρώμα του τριχώματος, κ.α. Ωστόσο, ο Αριστοτέλης δεν είχε λάβει υπόψη του το σχήμα του κρανίου. Στο έργο του «Φυσιογνωμικά», όμως, εντοπίζεται η άποψη του ότι η ίσια μύτη είναι πιο ωραία από την «πατημένη». Ακόμη, διατυπώνει ότι υπάρχει κάποιου είδους σχέση μεταξύ του χρώματος των μαλλιών και των ματιών, τα οποία όμως δύναται να αλλάξουν καθώς το άτομο μεγαλώνει. Επιπροσθέτως, ο φιλόσοφος παρατηρούσε ότι όσοι ζουν βόρεια έχουν πιο ανοιχτόχρωμα χαρακτηριστικά από εκείνους που ζουν νοτιότερα. Λίγα γενικά σχετικά στοιχεία εμπεριέχονται και στην «Φυσική Ιστορία» του Πλίνιου, την πλειοψηφία των οποίων όμως έχει αντλήσει από τα συγγράμματα και τις μελέτες του Αριστοτέλη. Συμπερασματικά, όμως, φαίνεται ότι ο Αριστοτέλης μελετούσε τον άνθρωπο με την γνώριμη σε εμάς πλέον, σύγχρονη, ανθρωπολογική μέθοδο.
Εντούτοις, εκτός από τα γενικής φύσεως επιστημονικά βιβλία, όπως ήταν οι μελέτες του Αριστοτέλη, η αρχαία Ελληνική Γραμματεία μας παρέχει και πιο εξειδικευμένα ιατρικά έργα, ενδεικτικά των οποίων είναι εκείνα του Ιπποκράτη με τίτλο «Περί των εν κεφαλήι τρωμάτων», τα οποία επικεντρώνονταν στα κρανιακά κατάγματα. Σε αυτά, παρόλο που δεν διαπιστώνεται κάποια διάκριση των ανθρώπινων τύπων, εντοπίζεται ότι υπάρχουν κάποια κρανία που προεξέχουν προς τα πίσω, και άλλα όχι. Ακόμη, διαφορές εντοπίζονται και στις ραφές, ενώ πραγματοποιούνται άλλες κρανιολογικές παρατηρήσεις. Άξιο αναφοράς είναι, δε, και το γεγονός ότι ο Γαληνός είχε προβεί στην διάκριση των κρανίων σε τέσσερις τύπους.
Αξιοσημείωτο είναι ότι ο χαρακτηρισμός του ανθρώπου με βάση την φυσιογνωμία του εντοπίζεται ήδη από την εποχή του Ομήρου. Παραδείγματος χάρη, ο άθλιος Θερσίτης φαίνεται από το πρόσωπο του, ενώ ο Αντίνοος είναι ωραίος, αλλά όχι καλός. Σε πολλές περιπτώσεις, όμως, παρατηρείται η εμφάνιση κάποιου να ταιριάζει και με την ηθική του, κάτι που γίνεται καταφανές συχνά και από διάφορες αγγειογραφίες. Επιπροσθέτως, οι ιατροί της ιπποκρατικής σχολής, καθώς και άλλοι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι, μεταξύ των οποίων ο Ξενοφών, ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης, επιχείρησαν να μελετήσουν την σχέση μεταξύ εμφάνισης και ψυχής. Επίσης, άλλοι μεταγενέστεροι που ασχολήθηκαν με την μελέτη της φυσιογνωμίας ήταν ο Μεγασθένης, ο Ποσειδώνιος, ο Στράβων, ο Δίων ο Χρυσόστομος, ο Πλούταρχος, ο Ρούφος και ο Σουητώνιος. Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί ότι οι δυο σημαντικότερες φυσιογνωμικές πραγματείες ανήκουν στον Αριστοτέλη και στον Πολέμωνα.
Ακόμη, άλλη πεποίθηση του Αριστοτέλη ήταν ότι οι άνθρωποι είχαν συμπεριφορά όμοια με αυτή των ζώων που τους έμοιαζαν. Επίσης, αποφαινόταν ότι οι Αιγύπτιοι, οι Θράκες και οι Σκύθες είχαν διαφορές μεταξύ τους όσον αφορά στα σωματικά και στα ψυχικά τους γνωρίσματα, ενώ περιέγραφε τα διάφορα σημεία του σώματος με λεπτομέρειες, χωρίς ωστόσο να προχωράει σε συνδυασμό των γνωρισμάτων, με στόχο την συστηματική φυλετική ταξινόμηση. Εντούτοις, αποτελεί γεγονός ότι παρά την ύπαρξη κάποιων ακραίων ή ιδιόμορφων τοποθετήσεων, η ενασχόληση των αρχαίων Ελλήνων με τον τομέα της Φυσιογνωμικής δημιούργησε το έδαφος για την μετέπειτα ανάπτυξη της πραγματικής επιστήμης, όπως είχε συμβεί άλλωστε και με την Αλχημεία, ως πρόδρομο της Χημείας.
Από την ανάλυση του AlbertRivaud, λοιπόν, προκύπτει ότι οι αρχαίοι Έλληνες είχαν εντρυφήσει, μελετώντας βαθιά, στην ανθρώπινη φύση, με αποτέλεσμα την διατύπωση θεωριών που μετατράπηκαν στα θεμέλια της εξελικτικής θεώρησης της φύσης σε γενικότερο επίπεδο. Μελέτησαν το ανθρώπινο σώμα συγγράφοντας πλήθος πραγματειών, περιέγραψαν τα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά των ανθρώπων και άλλοι επικεντρώθηκαν στην εμφάνιση και στην συμπεριφορά των λαών με τους οποίους βρίσκονταν σε επαφή, καταδεικνύοντας για ακόμη μια φορά πόσο πρωτοπόροι υπήρξαν στο πεδίο της επιστημονικής αναζήτησης, και πολύ περισσότερο στο αντικείμενο της ανθρωπολογίας.
Διαβάστε περισσότερα: http://www.xryshaygh.com/enimerosi/view/oi-anthrwpologikes-antilhpseis-twn-archaiwn-ellhnwn-kata-ton-albert-ri1#ixzz3xVZS1ZfW