Άρθρο της διευθύντριας της εφημερίδας “Εμπρός”, Ειρήνης Δημοπούλου – Παππά στην στήλη “Εγέρθητι”
Ο Ησίοδος, 700 χρόνια πριν αρχίσουμε να μετρούμε ανάποδα την εποχή μας, πίστευε πως υπήρχε μια «Χρυσή Εποχή» στην οποίαν οι άνθρωποι ζούσαν χωρίς πόνο και δάκρυα. Αργότερα οι συμπατριώτες και απόγονοί του έμαθαν για τον Κήπο της Εδέμ, που περιμένει ακόμη τους ηθικούς κι ενάρετους πιστούς της νέας τους θρησκείας. Και τώρα, δυο χιλιάδες χρόνια μετά, χυμά καταπάνω της Ευρώπης ένας ακόμη παράδεισος όπου μπαίνεις σκοτώνοντας ζηλόφθονα απίστους, όσους προσβλέπουν σε κάποιον οπωρώνα διαφορετικό από τον δικό σου. Οι Ινδοί πάντως τοποθετούν το δικό τους χρυσό στην Satya Yuga, την Εποχή της Αλήθειας, κι αυτή μου φαίνεται η πιο ταιριαστή εικόνα του παραδείσου, αν συλλάβει κανείς πόσο άπιαστη φαντάζει σήμερα η Αλήθεια.
Οι Εθνικιστές, ιδεαλιστές και ρομαντικοί, αναφερόμαστε σε μιαν Χρυσή Αυγή που θα ανατείλει ξανά. Ο προσανατολισμός του αγώνα μας στον δρόμο προς αυτήν, βρίσκεται έξω από την άνεση της χρυσής εποχής. Η ικανοποίηση της ιδεολογικής και αγωνιστικής πληρότητας, αν υποθέσουμε πως μπορεί να επιτευχθεί, είναι ένας μεγάλος κίνδυνος για τον Εθνικιστή. Στην πολιτική, ό,τι δεν προχωρεί, υποχωρεί. Εάν θέλουμε να απαλλάξουμε το Εθνος μας από τον βρωμερό δεσμό της μαρξιστικής και καπιταλιστικής υποκρισίας, εάν θέλουμε την Επανάσταση της σκέψεως και της δράσεως, πρέπει να μαζέψουμε πολεμοφόδια στον σάκο των παρεμβάσεών μας στην κοινωνία. Για να παραφράσω την οδηγία του θείου Πλάτωνος, εκεί που συναντώνται τα χαρίσματά μας με τις ανάγκες της κοινωνίας, εκεί βρίσκεται η κλίση μας, και αν είναι αληθινή, ζητά να βρει τον δρό μο της, σαν το νερό που διαπερνά τον βράχο και χύνεται δροσιστικό, χωρίς να έχει ανά γκη από γραφειοκράτες και μηντιάρχες.
Τι είναι επανάσταση;
Πώς γίνεται λοιπόν η επανάσταση; Οι μυθομανείς της ακροδεξιάς και της ακροαριστεράς προβάλλουν στην εικόνα της Επανάστασης τις σκιές της φαντασίας και τις νευρώσεις τους, κάνοντάς την προβλέψιμη κι αδύνατη. Κάποιοι την περι γράφουν επαρκώς ώστε το κατεστημένο που επιζητούν να ανατρέψουν να τους προλαβαί νει και να εξαφανίζει τα σταγονίδια της πολυλογίας τους. Όμως τι είναι ο επαναστάτης άλλο από αυτόν που καταλαβαίνει πως ο κόσμος δεν έχει καλό όπως είναι, κι αποφασίζει να κάνει κάτι διαφορετικό, όχι να πει κουβέντες και να ονειρευτεί ρομαντικούς κόσμους, όχι να αφήσει θυμωμένα ή μελιστάλαχτα σχόλια στο διαδίκτυο, αλλά να κάνει κάτι διαφορετικά από ό,τι γινόταν ως τότε.
Αν επανάσταση είναι να ξαναγίνουμε ευγενείς πρωτόγονοι στην παιδική ηλικία του Κόσμου, ας είμαστε έτοιμοι να γίνουμε σαν τον μοναχικό περίεργο Προμηθέα που παραβίασε τους όρους του Κόσμου, δηλαδή του διάκοσμου, της φιοριτούρας που καλύπτει την σκληρή φυλακή της ελευθερίας μας, ακόμη κι αν ο κόσμος μας όπως μας τον έπλασαν κι όπως τον βολευτήκαμε, χαθεί με το σούρουπο, ώστε να γεννηθούμε ατόφιοι κι ακέραιοι κάθε πρωί. Όταν τον περασμένο αιώνα η Ψυχολογία απέκτησε το κύρος της επιστήμης, η νοσταλγία καταγράφηκε ως ασθένεια του νου που έχει την ρίζα της στον τραυματικό αποχωρισμό από τη συμβολική Οιδιπόδεια μητέρα. Αργότερα, ανακηρύχτηκε ως ένας από τους μηχανισμούς άμυνας της ανθρώπινης υπάρξεως. Η δική μας αναφορά στο παρελθόν δεν είναι νοσταλγία και συναισθηματισμός, μορφίνη και λησμονιά. Η δική μας «γλυκειά του γυρισμού ημέρα», δεν είναι άμυαλη και κλέφτρα, μα όμοια ενός Οδυσσέα που πληρώνει την γευσιγνωσία της ζωής, σε όλο το εύρος της μεγαλειώδους ομηρικής απεικόνισης του αέναου λυτρωμού, που νιώθει το άλγος της γλυκειάς πατρίδας, που ανοίγει το βήμα προς το Αύριο με την βεβαιότητα της συντροφιάς που του προσφέρει η σοφή γλαυκή κόρη. Κι όταν βρίσκει αυτό που το καθήκον του ορμηνεύει, το βάζει στο βάθρο του, και προχωρά, όπως ο μύθος θέλει, στην ανοιχτή και επικίνδυνη θάλασσα της ανθρώπινης ολοκλήρωσης. Αλλιώς ο κόπος της περιπλάνησης και οι θυσίες των συντρόφων, πηγαίνουν στράφι.
Η δική μας Επανάσταση πιασμένη από τον λώρο του γονεϊκού παρελθόντος, είναι ένα διάβημα αντικαπιταλιστικού κοινοτισμού που ενώνει τις γενιές και τις κοινωνικές τάξεις γύρω από ένα συγκεκριμένο κοινό σκοπό, όπως ένα κοινό καζάνι απ’ όπου θα βγει η μεταλαβιά του τσίπουρου που θα συντροφέψει τις χαρές και θα παρηγορήσει τις λύπες της Κοινότητας. Οι άεργοι ιδεολόγοι των σαλονιών θα κάνουν βέβαια κι εδώ θεμελιώδη λάθη. Περιμένουν πως η Επανάσταση θα ‘ρθεί να κάτσει πλάι στο θεωρητικό τους σχέδιο με το κλειδί στο χέρι. Όμως η ζωή δεν αναπτύσσεται αποστειρωμένη.
Συχνά οι πεφωτισμένοι μοιάζουν με εκείνους τους νέο-αγρότες που έρχονται στην επαρχία με το εγχειρίδιο στο χέρι για το πώς θα ξεφύγουν από την πόλη, δηλαδή πώς θα ξεφύγουν από την ζωή τους, με την βεβαιότητα πως μπορούν πάντα να επιστρέψουν, αν τελειώσει το απόθεμα της συγκατάβασης απέναντι στους χωρικούς. Τούτοι οι πεφωτισμένοι επαναστάτες κάνουν επανάσταση σαν να κά νουν διακοπές, σαν να αγοράζουν γη για να χτίσουν ναούς της υψηλής αισθητικής τους, σαν να ετοιμάζονται να κατακτήσουν το δάσος για να το κάνουν ιδιωτικό τους κυνηγότοπο.
Όμως, όπως η γη έχει ρυθμό αργό, και δεν την νοιάζει να ικανοποιήσει την αστική ψευδαίσθηση ενός περαστικού βουλιμικού κορεσμού, έτσι κι η δουλειά της Επανάστασης έχει τις ωδίνες της γνώσης που δεν αποκτιέται σε γραφεία και πανεπιστήμια και χλοοτάπητες, αλλά σε τοπικές μάχες, στην αληθινή ζωή που απέχει χιλιόμετρα φω ός από τα όνειρα των κατά φαντασίαν ασκητικών στρατιωτών της επαναστατικής πεφωτισμένης πρωτοπορίας. Για αυτήν την Επανάσταση, την αληθινή, υπάρχουν άραγε ηγέτες; Μου είπαν τις προάλλες μια φράση που περικλείει την οικονομία της σκέψης των ανθρώπων της γης: «Σπίτι που να σε χωρεί, και χωράφι που να το θωρείς». Κάθομαι στο γραφείο μου, περιμένοντας να ανατείλει η αυγουστιάτικη πανσέληνος. Η νύχτα είναι ζεστή και ακίνητη. Ο “απαλός Ζέφυρος” δεν φυσά πάνω από την Αθήνα, ο αέρας δεν μυρίζει θάλασσα ούτε πεύκα, αλλά πατάτες τηγανητές από κάποιο διπλανό διαμέρισμα. Τα πράγματα συχνά δεν είναι όπως ήσαν και ίσως ποτέ να μην ήσαν όπως νομίζουμε πως ήσαν ή πως τα ζήσαμε. Κάποτε, όμως, όχι πολύ μακριά, οι Eλληνες ζούσαμε με αυτάρκεια. Οικόσιτα ζώα, κήποι που καλλιεργούνταν, ψάρια που πιάνονταν στο αγκίστρι, γέρικα δέντρα που ζέσταιναν τα σπίτια, σπόροι που φυλάγονταν κι ανταλλάσσονταν, κι ένα αμπελάκι ίσως, ξερικό, για τις χαρές και τις λύπες της ζωής. Μια Χρυσή Εποχή κυκλικής εναλλαγής του βίου, πριν την «πράσινη ανάπτυξη» και τα εοκικά πακέτα στήριξης, πριν την ιδεολογική κυριαρχία της καπιταλιστικής λαιμαργίας.
Ο παράδεισος μπορεί να υπήρξε, και να τον συναντήσουμε κάποτε, όταν η ανθρώπινη επανάσταση θα ανταμώσει την θεϊκή αποδοχή του Προμηθεϊκού Επαναστάτη. Ως τότε το μόνο βέβαιον είναι ότι υπάρχει το Τώρα. Και μαζί του το πέλαγος που αγαπώ, το δάσος που ονειρεύομαι, και το διαμέρισμα του γείτονα.
Διαβάστε περισσότερα: http://www.xryshaygh.com/enimerosi/view/o-muthos-ths-chrushs-epochhs-kai-h-nea-epanastash#ixzz4HzHAk5Sw