Μεγάλη υπήρξε η συμβολή των Αστυνομικών του Τμήματος Ασφαλείας Ραφήνας και του Διοικητή του Τμήματος κ. Δημήτρη Δελτσίδη, στην μεγαλύτερη εξάρθρωση εγκληματικού δικτύου στο χώρο των ληστειών, κλοπών και διαρρήξεων των τελευταίων τουλάχιστον 25 χρόνων, μετά από συντονισμένη επιχείρηση η οποία κράτησε πάνω από ένα χρόνο και στην οποία συμμετείχαν περισσότεροι από 1.000 αστυνομικοί, από διάφορες υπηρεσίες, και τριάντα επτά δικαστικοί λειτουργοί.
Ο τρόπος οργάνωσης της μαφίας των Ρομά, ήταν στα πρότυπα της Ιταλικής Καμόρα και υπήρχαν δύο κεντρικές εγκληματικές οργανώσεις.
Η πρώτη από αυτές, αποτελούνταν από τέσσερις αυτοτελείς επιχειρησιακές υποομάδες, τις οποίες διεύθυναν και συντόνιζαν, τέσσερις αρχηγοί και ήταν αυτή που ευθύνεται σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες του irafina.gr για περισσότερες από 60 διαρρήξεις σε σπίτια κυρίως στο Πικέρμι, το Ντράφι, την Διώνη αλλά και τη Ραφήνα.
Το Τμήμα Ασφαλείας Ραφήνας είχε ενεργό ρόλο στις έρευνες για την εξάρθρωση της εγκληματικής ομάδας για πάνω από ένα χρόνο και σε συνεργασία με άλλες Αστυνομικές Υπηρεσίες προσπαθούσαν διαρκώς για ανιχνεύσουν τα ίχνη της.
Οι τέσσερις επιμέρους ομάδες πραγματοποιούσαν, διαρρήξεις σε πολυτελείς κατοικίες , από τις οποίες αφαιρούσαν χρήματα, κοσμήματα, χρηματοκιβώτια και άλλα τιμαλφή.
Σημαντικό ρόλο στη δράση της οργάνωσης διαδραμάτιζε μία από τις υποομάδες, η οποία αποτελούταν από επίλεκτα μέλη και των άλλων τριών και δραστηριοποιούταν αποκλειστικά στη διάρρηξη γραφείων εργοστασίων και εταιριών. Στην περίπτωση αυτή, αφαιρούσαν συνήθως χρηματοκιβώτια, που περιείχαν μεγάλα χρηματικά ποσά, όπως επίσης προέβαιναν στην διάρρηξη αυτόματων μηχανημάτων ανάληψης χρημάτων (Α.Τ.Μ.) τόσο στην Αττική, όσο και στην ευρύτερη επικράτεια.
Αναφορικά με τη μεθοδολογία της συγκεκριμένης εγκληματικής ομάδας, μεταξύ άλλων προκύπτει ότι τα μέλη της προέβαιναν σε αποπροσανατολιστικά τηλεφωνήματα στο τηλεφωνικό κέντρο της Άμεσης Δράσης, καταγγέλλοντας ψευδή περιστατικά σε σημεία, τα οποία απείχαν γεωγραφικά από την περιοχή δράσης τους, ενώ υπήρχαν μέλη της που παρακολουθούσαν διαρκώς την συχνότητα της Αστυνομίας, με σκοπό να ενημερώνουν σε περίπτωση που γινόντουσαν αντιληπτοί, ώστε να διαφεύγουν από το σημείο.
Σαν οδό εισόδου και διαφυγής, από και προς, το Πικέρμι και τη Ραφήνα, από το ορμητήριο της οργάνωσης που βρισκόταν στην Δυτική Αττική, χρησιμοποιούσαν την Αττική Οδό, με αυτοκίνητα μεγάλου κυβισμού στα οποία είχαν φροντίσει να τοποθετήσουν κλεμμένες πινακίδες ώστε να μην μπορούν να ανιχνεύσουν τα ίχνη τους ενώ οι οδηγοί των αυτοκινήτων αυτών, ήταν εκπαιδευμένοι στην γρήγορη οδήγηση και τους ελιγμούς διαφυγής. Ήταν τόσο οργανωμένοι που δεν δίσταζαν να εμβολίσουν περιπολικά της Άμεσης Δράσης ή της Ομάδας ΔΙΑΣ σε περιπτώσεις που είχαν γίνει αντιληπτοί.
Στην σημερινή παρουσίαση από τον διοικητή της ασφάλειας Αττικής υποστράτηγου Χρήστου Παπαζαφείρη και την εκπρόσωπο Τύπου Ιωάννας Ροτζιώκου, παρών ήταν και ο Διοικητής του Τμήματος Ασφαλείας Ραφήνας κ. Δημήτρης Δελτσίδης.
Κατά τη διάρκεια της επιχείρησης για την εξάρθρωση των κυκλωμάτων:
· συνελλήφθησαν σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και άλλες περιοχές 41 μέλη του εγκληματικού δικτύου.
· Έγιναν περισσότερες από (60) έρευνες και
·Κατασχέθηκαν – μεταξύ άλλων -πάνω 600.000 ευρώ σε μετρητά, (120) κιλά ασημιού σε ράβδους, φύλλα χρυσού, χρυσές λίρες, πλήθος χρυσαφικών – κοσμημάτων μεγάλης αξίας και περισσότερα από (60) πολυτελή οχήματα.
Από τις υποθέσεις, είπε ο διευθυντής της Ασφάλειας Αττικής, διαγράφεται ότι τα μέλη του εγκληματικού δικτύου εμπλέκονται σε εκατοντάδες περιπτώσεις ληστειών και διαρρήξεων, ενώ το οικονομικό όφελος που αποκόμισαν εκτιμάται ότι ανέρχεται σε δεκάδες εκατομμύρια ευρώ. Μέχρι στιγμής έχουν συνδεθεί προανακριτικά με (300) περίπου υποθέσεις.
Όσον αφορά στους συλληφθέντες, όπως είπε εκπρόσωπος Τύπου της Ελληνικής Αστυνομίας, αστυνόμος Β’ Ιωάννα Ροτζιώκου , πρόκειται για 41 άτομα, ηλικίας από 19 έως 66 ετών (38 ημεδαποί, 1 υπήκοος Συρίας, 1 υπήκοος Αλβανίας και 1 ομογενής από το Καζακσταν).
Ταυτόχρονα, έχουν ταυτοποιηθεί άλλα 48 άτομα για τη συμμετοχή τους στις παράνομες δραστηριότητες των οργανώσεων, οι οποίοι και αναζητούνται για να συλληφθούν, μεταξύ των οποίων και τρεις αστυνομικοί.
Περιγράφοντας τον τρόπο δράσης του κυκλώματος, τα στελέχη της ΕΛΑΣ τόνισαν:
-Διαπιστώθηκε η παράλληλη, διαρκής και δομημένη δράση δύο ομάδων, οι οποίες δρούσαν ανεξάρτητα, αλλά διατηρούσαν άμεση και συνεχή επικοινωνία μεταξύ τους, αναφορικά με τους τομείς δραστηριοποίησης τους, ώστε να μη συμπίπτει χρονικά και τοπικά η δράση τους.
-Παράλληλα, σε περιπτώσεις επιπλοκών και συλλήψεων, τα μέλη της μίας οργάνωσης υποστήριζαν «επιχειρησιακά» τις δραστηριότητες της άλλης ομάδας.
-Τα κλοπιμαία τα προωθούσαν σε συγκεκριμένους κλεπταποδόχους, οι οποίοι έχοντας αναπτύξει «κατάλληλο δίκτυο πελατών», τα διέθεταν στην αγορά, αποκομίζοντας με τον τρόπο αυτό μεγάλα παράνομα οικονομικά οφέλη, που διαμοιράζονταν με τα μέλη της οργάνωσης.