Καθώς σε λίγες ημέρες οδεύουμε στην συμπλήρωση μιας ακόμη επετείου από την αποτρόπαια μαζική σφαγή αναρίθμητων Ελλήνων (γυναικόπαιδα, ενήλικες άνδρες και ηλικιωμένοι) στον Μελιγαλά από τις αιμοσταγείς ορδές των Ελασιτών του Βελουχιώτη και του Μπελογιάννη, είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να επαναληφθεί η διαπίστωση δύο συγκεκριμένων συμβάντων: α) ότι συγκεκριμένο (μικρό δυστυχώς) μέρος του λεγόμενου «αντιεξουσιαστικού χώρου» θεωρεί τους «αγωνιστές» του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ ως αδίστακτους δολοφόνους ανυπεράσπιστων ανθρώπων β) ότι, από την άλλη μεριά, το μεγαλύτερο μέρος των «αντιεξουσιαστών», «αναρχικών», «αυτόνομων», κ.τ.λ., παρά την όποια ονοματολογία του, χρησιμοποιεί ξεκάθαρα συνθηματολογία και (κυρίως) πρακτικές, οι οποίες συνάδουν με κομμουνιστικές μεθόδους της σταλινικής περιόδου.
Πριν από μερικά χρόνια μια συγκεκριμένη συλλογικότητα «αναρχικών» δημοσίευσε ένα κείμενο με τίτλο «Μία αιματηρή πορεία του Ε.Λ.Α.Σ. (Πύργος, Καλαμάτα, Μελιγαλάς…), από το οποίο προέρχονται και τα αποσπάσματα που ακολουθούν:
«Δεν ταιριάζει στους αναρχικούς η υιοθέτηση του “θριαμβευτικού” συνθήματος ΕΑΜ-ΕΛΑΣ-ΜΕΛΙΓΑΛΑΣ, αλλά και κάθε παρόμοιας λογικής που θριαμβολογεί για δολοφονίες, βιασμούς, σφαγές ανυπεράσπιστων ανθρώπων και δολοφονίες αιχμαλώτων. Αναφερόμαστε, εν προκειμένω, σε μία από τις πλέον σκοτεινές στιγμές της κατοχικής περιόδου που αρχίζει τυπικά στις 18 Ιουνίου του 1943, όπου με τον νόμο 260/1943 συστήνονται τα τάγματα ασφαλείας με σκοπό να βοηθήσουν τα γερμανικά στρατεύματα για την τήρηση της τάξης αλλά απέναντι στον ΕΛΑΣ. Ένα μήνα μετά η Ιταλία οδεύει προς την συνθηκολόγηση. Η βοήθεια που προσέφεραν τα τάγματα της κυβέρνησης Ράλλη, ήταν πράγματι μεγάλη λόγω και της τοπικής γνώσης και των προσώπων. Ο ισχυρισμός των υποστηρικτών των ταγμάτων ασφαλείας είναι πως με την συγκρότησή τους προετοιμαζόταν το έδαφος για την παράδοση της εξουσίας στη νόμιμη εθνική κυβέρνηση, μετά την αναμενόμενη κατάρρευση του Άξονα. Σαφώς και αυτός ο ισχυρισμός δεν είναι ψέμα, αν ληφθεί υπ’ όψιν πως η κυριαρχία του ΕΛΑΣ ήταν δεδομένη, αλλά και από το ότι μετά την αποχώρηση των γερμανών από τις μεγάλες πόλεις της Πελοποννήσου (Πύργο, Καλαμάτα, κ.λ.π.) τα τάγματα ασφαλείας στις περισσότερες περιπτώσεις αρνήθηκαν να παραδοθούν στον ΕΛΑΣ, αν και είχαν περικυκλωθεί, υποστηρίζοντας πως θα παραδοθούν με τον οπλισμό τους στην νόμιμη κυβέρνηση». […]
«Ο αριθμός των κατοίκων του Μελιγαλά έφθανε τις 3.000. Μετά, όμως, από την προσέλευση όσων έφυγαν από την Καλαμάτα και τις γύρω περιοχές, οι εκτιμήσεις ανεβάζουν σε τριπλάσιο τον αριθμό όσων βρίσκονταν εκεί κατά τη διάρκεια της εφόδου των ΕΛΑΣιτών. Είναι ένας, πράγματι μεγάλος αριθμός, ο οποίος δικαιολογεί τις διάφορες μαρτυρίες, που δημιουργούν σύγχυση σε σχέση με τον πραγματικό αριθμό των θυμάτων της σφαγής, που επακολούθησε μετά την εισβολή του ΕΛΑΣ στον Μελιγαλά, δίνοντας την ευκαιρία στους αριθμολάγνους συνηγόρους υπεράσπισης των σφαγών να «ανακαλύπτουν» αντιφάσεις και να «παίζουν» με τους αριθμούς προσπαθώντας να επικαλύψουν την ουσία, που είναι αυτή η απερίγραπτη σφαγή». […]
«Το τί επακολούθησε στη συνέχεια έχει περιγραφεί και επιβεβαιωθεί από πολλές πλευρές (ΕΑΜίτικες και μη) και συνεπώς είναι δύσκολο να αμφισβητηθεί. Τραυματίες που βρίσκονταν στο νοσοκομείο καθώς και όλο το ιατρικό προσωπικό κατακρεουργούνται. Όσοι γλύτωσαν (γυναικόπαιδα και ταγματασφαλίτες) από το πρώτο κύμα εγκληματικής μανίας φυλακίστηκαν σε διάφορους χώρους. Γίνονται καταστροφές και λεηλασίες. Ταγματασφαλίτες και άμαχοι διατάσσονται με χωνιά να αφήσουν τα σπίτια τους ανοικτά και να συγκεντρωθούν σε δύο σημεία, στο Μπεζεστένι (την πανηγυρίστρα του Μελιγαλά) και στο κέντρο της πόλης. Ντόπιοι αντάρτες του ΕΛΑΣ και πολιτοφύλακες του ΕΑΜ, πήραν αιχμάλωτους κατά ομάδες και τους μετέφεραν στα γύρω χωριά: Μερόπη, Σολάκιο, Ανθούσα, Νεοχώρι, Οιχαλία, Σκάλα, αλλά και μακρύτερα μέχρι τη Μεσσήνη, όπου και δολοφονήθηκαν μπροστά στους συγκεντρωμένους χωριανούς τους.
Ανάμεσα στους σκοτωμένους υπάρχουν δεκάδες πολυμελείς οικογένειες. Η οικογένεια Αλιφέρη από τα Τσουκαλέϊκα με 7 θύματα, Γρουσουζάκου από το Πεταλίδι με 7 θύματα, Κουτσίκου από τη Μικρομάνη με 8 θύματα, Μυλωνά από το Νεοχώρι με 9 θύματα μεταξύ 20 και 70 ετών, Σγουμπόπουλου από τη Μερόπη με 5 θύματα από 24 έως 85 ετών. Σε 300 ανέρχονται οι σφαγιασθέντες κάτοικοι του Μελιγαλά. Αρκετές είναι οι οικογένειες και στον Μελιγαλά που έχασαν πάνω από ένα μέλος τους. Το Κοπανάκι είχε το λιγότερο 75 θύματα, το Διαβολίτσι 50, και τα μικρά χωριά Νεοχώρι και Μερόπη, 55 και 15 αντίστοιχα. Τουλάχιστον 60 χωριά και κωμοπόλεις της Άνω Μεσσηνίας είχαν πάνω από 10 θύματα. Δέκα οκτώ άτομα που είχαν διαφύγει από τη κατειλημμένη Καλαμάτα, οδηγούνται πίσω και αφήνονται να λυντσαριστούν, στις 17 Σεπτεμβρίου. Τα πτώματα τους κρεμάστηκαν στην κεντρική πλατεία της πόλης.
Οι σφαγές διήρκεσαν τέσσερα εικοσιτετράωρα. Οι περιγραφές είναι ανατριχιαστικές. Οι σκοτωμένοι δεν ρίχτηκαν μόνο στην γνωστή “πηγάδα” αλλά και σε άλλα πηγάδια που υπήρχαν στην περιοχή. Αυτοί που κατακρεουργήθηκαν δεν ήταν μόνο ταγματασφαλίτες αλλά και άμαχοι, τις εκτελέσεις δεν τις έκαναν αδέσποτα στοιχεία της περιοχής, αλλά αντάρτες με την έγκριση του Βελουχιώτη, οι φόνοι δεν ήταν τυχαίες αυτοδικίες, αλλά οργανωμένες εκτελέσεις. Η σφαγή ήταν προμελετημένη όπως επιβεβαιώνουν στελέχη του ΕΑΜ Μεσσηνίας».
Τόσο η συνέχεια της περιγραφής των ΕΑΜικών σφαγών όσο και το γεγονός ότι οι σταλινικές μέθοδοι των κομμουνιστών κυριαρχούν σήμερα στον εγχώριο «αντιεξουσιαστικό» χώρο θα απασχολήσουν και την επόμενη αναφορά μας.
ΖΗΤΩ Η ΝΙΚΗ!
ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΣΤΟΡΑΣ
Διαβάστε περισσότερα: http://www.xryshaygh.com/enimerosi/view/oi-antiejousiastes-einai-kommounistes-1#ixzz4ryLygnSt