Άρθρο της διευθύντριας της εφημερίδας “Εμπρός“, Ειρήνης Δημοπούλου στην στήλη “Εγέρθητι”
ΠΑΣΟΚοκρατίας μεσούσης, μια Μακεδόνισσα καθηγήτρια Μουσικής, στο σύντομο πέρασμά της από το σχολείο μου, τα Ανάβρυτα, αποτόλμησε να μας μάθει ένα τραγούδι που δεν είχαμε ακούσει ξανά -κι ήμασταν κάμποσα παιδιά από εθνικού προσανατολισμού και προελεύσεως οικογένειες-, για την Μακεδονία. «Απορώ Μακεδονία πώς κρατάς υπομονή για να βλέπεις τα παιδιά σου μέρα-νύχτα στη σφαγή. Το σπαθί μου είναι μαύρο κι έχει ανάγκη να βαφεί με το αίμα των βαρβάρων για να ελευθερωθεί».
Στην ώρα της, στην αίθουσά μας που είχε και πιάνο, συνέρρεαν μαθητές κι από άλλα τμήματα, και το σχολείο αντηχούσε από τα πατριωτικά τραγούδια, κι ας είχαν κάνει γιουρούσι οι Αριστεροί για να το αλώσουν, επειδή ήταν «βασιλικό» μίασμα. Λίγα χρόνια πριν, Δεκέμβριο μήνα, υπό βροχήν και με πυρετό να με καίει, επισκέφθηκα με τους δικούς μου την Βεργίνα. Οι αρχαιολόγοι είχαν καλύψει με νάυλον τα ριζά της που μόλις είχε φέρει στο φως ο Μανόλης Ανδρόνικος. Η έκταση του χώρου, τυλιγμένη στο βαθύ μαυρομπλέ του ουρανού, το λασπωμένο χώμα, και τα σάβανα που τύλιγαν τα ιερά της, έμειναν τυπωμένα στην μνήμη μου. Μερικά χρόνια αργότερα, εκκολαπτόμενη Αρχαιολόγος στο Λονδίνο, παρακολούθησα μια διάλεξη για την Βεργίνα. Υπερφίαλοι, σχολίαζαν τα αγγλικά του Ανδρόνικου, όσα θεωρούσαν πως ήσαν φαντασίες του, κι έσκυβαν σαν ύαινες στο νεκρό του Αλεξάνδρου, ελπίζοντας να γυρίσουν στο στόμα τους μια ελάχιστη μπουκιά από το μεγαλείο που κανένας στρατηγός της δικής τους αιματοβαμμένης Αυτοκρατορίας δεν μπόρεσε ποτέ να πλησιάσει.
Σαν να κατέκλεισε την ψυχή μου η Φυλή, στάθηκα όρθια στο αμφιθέατρο, κι υπερασπίστηκα την αλυσίδα την οποίαν σχημάτιζαν ο Ανδρόνικος, ο Αλέξανδρος, ο Φίλιππος και η Μακεδονία, και που με ένωνε με την Πατρίδα μου. Τα χρόνια κύλησαν και το 1992 οι Έλληνες κυκλοφορούσαν με τον «ήλιο της Βεργίνας» στο πέτο. Η Ελλάδα είχε γίνει μόδα. Φευ, όπως γνωρίζει το Σύστημα να πράττει, η λαϊκή βούληση παρακάμφθηκε. Στην κρίση των Ιμίων, μια δράκα Εθνικιστών εμπρός στην Βουλή έσωσαν την Τιμή του Έθνους. Ήσαν Χρυσαυγίτες. Οι «σώφρονες πατριώτες» κατάπιαν την ντροπή με ξηρούς καρπούς και ουίσκυ, αναλύοντας τα στρατιωτικά δεδομένα που αναπαρήγαγαν οι τηλεοράσεις. Έτσι είναι πάντα. Μόνο αν πειραχτεί το πορτοφόλι τους και τελειώσουν οι πιθανές παραλλαγές των συμβιβασμών που μπορούν να κάνουν, σαλεύουν οι καθεύδοντες αστοί. Έτσι ενοχλούνταν με τον Καλαποθάκη, την ΕΜΠΡΟΣ και τον Μελά, που ανακινούσαν το θέμα της Μακεδονίας, και τους έβαζαν σε μπελάδες.
Παραμονή των Φώτων, σε διπλανό μου τραπέζι εστιατορίου των Αθηνών, παραγγέλνει μεσημεριανό ο «Τήλεφος» της Καθημερινής. Μοναδική στο ρεπορτάζ του Πολιτισμού, κάλυπτε και τις δραστηριότητες του Λυκείου των Ελληνίδων, του οποίου ήμαστε μέλη με την μητέρα μου, κι από εκεί μου είχε γίνει συμπαθής. Χρειάζεται να διαθέτει κάποιος λεπτοφυείς απολήξεις για να αντιλαμβάνεται τον Ελληνικό Πολιτισμό πέραν του φολκλόρ, και η Ελένη Μπίστικα διαθέτει αυτή την λεπτότητα, δεμένη σε παράδοξη αρμονία με το εκρηκτικό της ταμπεραμέντο. Μιλήσαμε, εν παρόδω, και για την σκαιά αποπομπή της από την Καθημερινή, τον περασμένο χρόνο, την οποίαν ανέλαβε το αγαπημένο παιδί των «συνετών πατριωτών» και της Αμερικανικής διπλωματίας, Αλέξης Παπαχελάς. Παραδίπλα, δυο κομματικοί Νεοδημοκράτες, τα είχαν βάλει με την απραξία του Προέδρου της ΝΔ στο Μακεδονικό, και σχολίαζαν εντόνως το πόσο απογοητεύει τους οπαδούς. Σκέφτηκα πώς άνθρωποι με καλές προθέσεις καταφέρνουν να βγάλουν από τα μάτια τους τις παρωπίδες μόνον όταν θιγούν τα συμφέροντά τους, προσωπικά ή κομματικά. Στο αναμεταξύ σιωπούν εμπρός στην αδικία, την αμετροέπεια, την προδοσία, πιστεύοντας τις διαβεβαιώσεις των πονηρών ρουφιάνων, πως οι ίδιοι είναι ασφαλείς. Φευ!
«Qui tacet, consentire videtur». Όποιος σιωπά, φαίνεται ότι συναινεί, διδάσκει το Ρωμαϊκό Δίκαιο. Πόσο ακόμη θα συναινέσουν στην προδοσία των «πιστεύω» τους; Όσο κι αν στο μυαλό τους υπάρχουν «καθωσπρέπει» λύσεις στα προβλήματα της χώρας, εσωτερικά και εξωτερικά, η πραγματικότητα ωθεί ταχέως στην αποκάλυψη του μόνου αδήριτου «πρέπει» : της επιβίωσης του Έθνους. Για αυτούς που συμφέρει να διατηρηθεί το σαθρό status quo, δικαιούνται δημοσίου λόγου οι ανθέλληνες της Αριστεράς, το ΚΚΕ, οι «συλλογικότητες», οι «αντιεξουσιαστές», οι ΜΚΟ, αλλά όχι οι Εθνικιστές. Η κυβέρνηση έκανε μάλιστα λόγο για «συμπόρευση» της Εκκλησίας με την Χρυσή Αυγή και επέπληξε τον Αρχιεπίσκοπο, ωσάν ιερωμένοι και λαός, και όσοι βλέπουν στην Χρυσή Αυγή την τελευταία ελπίδα για ένα Ελληνικό Αύριο απέναντι στην επέλαση των Παπαχελάδων, να μην είναι φορείς τους οποίους οφείλει η κυβέρνηση να ακούσει, ιδιαίτερα στα εθνικά ζητήματα, όπως το Μακεδονικό.
Οι πολιτικάντηδες, όταν τα βρίσκουν σκούρα, επικαλούνται την «εθνική ομοψυχία». Λοιπόν, εθνική ομοψυχία υπάρχει, και δεν θα υπαγορευθεί από τους εξ ιδεολογίας αρνητές των συνόρων. Το 81,9% των Ελλήνων είναι σύμφωνο με την θέση που εκφράζει μόνη από τα κόμματα του Κοινοβουλίου, η Χρυσή Αυγή, εναντίον του σφετερισμού του ονόματος της Μακεδονίας από το κρατικό μόρφωμα των Σκοπίων. Κοιτάζω πάλι το εξώφυλλο της εφημερίδος «Χρυσή Αυγή» του 1993, με την φράση «Κανένας συμβιβασμός για την Μακεδονία μας». Όλη η πορεία της ζωής μας, κατατείνει προς την ροπή που της δόθηκε και την κατεύθυνση την οποίαν επιλέξαμε. Κάποιοι θα υποστέλλουν σημαίες, και κάποιοι δεν θα συμβιβάζονται. Οι δειλοί, λένε τον δρόμο μας μοναχικό, μα κάνουν λάθος. Πλάι μας, πίσω μας και εμπρός μας, είναι οι συμμαχητές μας, Φαλαγγίτες και Μακεδονομάχοι, αυτοί που έφυγαν κι αυτοί που θα ’ρθουν. Και το σπαθί μας. Μαύρο.
Διαβάστε περισσότερα: http://www.xryshaygh.com/enimerosi/view/gia-thn-makedonia-mas1#ixzz549gD0mFt