Το πραγματικό τους -προδοτικό!- πρόσωπο, αλλά και το ρόλο που τους έχει ανατεθεί από τα υπερατλαντικά αφεντικά τους (να καταπολεμούν τον ελληνικό εθνικισμό, εις το όνομα του διεθνισμού, αλλά να υποστηρίζουν μανιωδώς τους εθνικισμούς των εχθρών των ελληνικού έθνους), μας υπενθυμίζουν με μια κατάπτυστη ανακοίνωσή τους οι κομμουνιστές του συριζο-δικτύου «για τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα».
Ιδού το φιλοσκοπιανό παραλήρημά τους (που έχει και μια «πινελιά φιλοτουρκισμού, αφού αναφέρεται και στην «τουρκική μειονότητα» στη Θράκη) το οποίο θυμίζει εντόνως την αποκορύφωση της κουκουέδικης προδοσίας, την απόφαση της διαβόητης 5ης Ολομέλειας του ΚΚΕ:
«Η Δημοκρατία της Μακεδονίας έχει όνομα, ας τελειώνουμε και με το παρατσούκλι
ΗΔΗ ΑΠΟ ΤΟ 1991-92, όταν ξέσπασε η κρίση για την ονομασία της Δημοκρατίας της Μακεδονίας, η άποψή μας ήταν ότι η γειτονική χώρα έπρεπε να αναγνωριστεί με το συνταγματικό της όνομα, αυτό το οποίο το ελληνικό κράτος είχε αποδεχτεί πριν από δεκαετίες, όταν η Μακεδονία αποτελούσε αυτόνομη δημοκρατία στο πλαίσιο της Γιουγκοσλαβίας…
Γι’ αυτή τη θέση μας υπέστημεν συλλήψεις, διώξεις, δίκες και καταδίκες, όπως και άλλες αριστερές οργανώσεις (ΟΑΚΚΕ, ΣΕΚ). Επρόκειτο για έναν απολύτως επιθετικό εθνικισμό εκ μέρους του ελληνικού κράτους, ο οποίος εκτός από τις προφανείς πολιτικές σκοπιμότητες είχε και αντίστοιχες οικονομικές, όπως αποδείχτηκε από την ιμπεριαλιστική οικονομική διείσδυση του ελληνικού κεφαλαίου όχι μόνο στη Δημοκρατία της Μακεδονίας αλλά και στις υπόλοιπες βαλκανικές χώρες.
Γνωρίζαμε ότι το ελληνικό κράτος από τις αρχές του 20ού αιώνα είχε επιδοθεί σε μια βίαιη επιχείρηση εξελληνισμού των ντόπιων Μακεδόνων, με εκτοπίσεις, δημεύσεις περιουσιών, αλλαγές επωνύμων και τοπωνυμίων, απαγόρευση της μακεδονικής γλώσσας και της δημόσιας έκφρασης των ποικίλων εθνικών ιδιαιτεροτήτων τους. Με αυτή την έννοια, δεν είχαμε την παραμικρή αμφιβολία ότι η κυρίαρχη ελληνική αφήγηση περί το Μακεδονικό βρίθει ψευδών και κατασκευών – παρ’ όλες τις απαγορεύσεις ενός αιώνα, τη δεκαετία του 1990 σε κωμοπόλεις και χωριά της Δυτικής Μακεδονίας τα μακεδονικά ήταν η καθημερινή γλώσσα και για αρκετούς ηλικιωμένους η μοναδική.
Έτσι λοιπόν, και επειδή μας ενοχλεί η επιστράτευση του εθνικισμού στις γειτονικές χώρες ως άλλοθι για την ανάπτυξη του εθνικισμού στη δική μας χώρα (το οποίο αποτελεί θέση μας και στο Κυπριακό και στην αναγνώριση των δικαιωμάτων της τουρκικής μειονότητας στη Θράκη), θεωρούσαμε και θεωρούμε αναγκαία την αναγνώριση της γειτονικής χώρας χωρίς όρους και προϋποθέσεις.
ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ, με πρωτοβουλία της κυβέρνησης των Σκοπίων συζητείται το ενδεχόμενο κοινά αποδεκτής σύνθετης ονομασίας της γειτονικής χώρας. Αν η μακεδονική κυβέρνηση για τους δικούς της λόγους (φυσικά, το ότι η σχετική συζήτηση γίνεται υπό την αιγίδα του ΝΑΤΟ μάς βρίσκει αντίθετους) επιδιώκει έναν συμβιβασμό περί το όνομα και πιστεύει ότι μπορεί να εξασφαλίσει τη συγκατάθεση των υπηκόων της και αν η ελληνική κυβέρνηση μπορεί να κάνει αυτό το ελάχιστο βήμα χωρίς εθνικιστικές υπαναχωρήσεις και απαιτήσεις ταπείνωσης της Δημοκρατίας της Μακεδονίας, «ευπρόσδεκτος», αν και πολιτικά προβληματικός, καθώς θα αφήσει πολλές εθνικιστικές «ουρές» – τα εθνικιστικά συλλαλητήρια των ημερών μας το αποδεικνύουν.
Όμως, επειδή κανείς συμβιβασμός δεν επιλύει το πρόβλημα, απλώς αποτελεί αναβολή της επίλυσής του, το ελληνικό κράτος, πέραν των απαιτήσεων για αλλαγή ονομάτων αεροδρομίων, ρίψη αγαλμάτων και τροποποίηση σχολικών βιβλίων, οφείλει στα «μέτρα εμπιστοσύνης» να περιλάβει τουλάχιστον το δικαίωμα της επιστροφής των «ανιθαγενών» Μακεδόνων πολιτικών προσφύγων του 1949 και των οικογενειών τους, τη δυνατότητα ελεύθερης χρήσης και εκμάθησης της μακεδονικής γλώσσας, καθώς και την απρόσκοπτη κυκλοφορία εντύπων!».
(ΥΓ): Αυτά και ως απάντηση σε κάποιους καιροσκόπους, που εμφανίζονται ως… «αριστεροί πατριώτες»! Πατριωτισμός και αριστερά, είναι δύο έννοιες τελείως αντίθετες κι όποιοι δηλώνουν συνάμα «αριστεροί» και «πατριώτες» χρήζουν επείγουσας εισαγωγής σε… σοβιετικό ψυχιατρείο!