Η διαβόητη “Συμφωνία των Πρεσπών” συνιστά αναμφιλέκτως μια επονείδιστη κατάπτυστη και επαχθή συμφωνία, μια συμφωνία μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και του ετερογενούς κρατικού μορφώματος, το οποίο σύγκειται εθνολογικώς από ένα σύμφυρμα λαών απροσδιορίστων και διαφόρων εθνοτήτων, και η οποία παράγει άμεσα έννομα αποτελέσματα.
Η Συμφωνία αυτή δε, αποτελεί την πολιτική, ιδεολογική πραγμάτωση των χρόνιων και σταθερών αποσχιστικών, αντεθνικών ιδεών των ηττημένων στο συμμοριτοπόλεμο, κομμουνιστών. Πολύ δε περισσότερο συνιστά εκπλήρωση των ανέρειστων στόχων και ονείρων των κομμουνιστών για «Ενιαία Ανεξάρτητη Μακεδονία» με πρωτεύουσα τη Θεσσαλονίκη κατά τις υποδείξεις των διεθνιστών. Άλλωστε η Αριστερά έχει παράδοση στον αγώνα διαμελισμού και κατακερματισμού της Ελλάδας.
Δε λησμονείται φυσικά το κεντρικό άρθρο του «Ριζοσπάστη» τη Δευτέρα 19 Σεπτεμβρίου του 1932 με τίτλο: «ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΛΑΟ ΠΟΥ ΖΕΙ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ!» Ο επαίσχυντος και κατάπτυστος αυτός τίτλος και άρθρο απηχεί φυσικά τα «ανδραγαθήματα» των κομμουνιστών, τα οποία προσπαθούν ανεπιτυχώς να αποκρύψουν και να υποβαθμίσουν. Η σύγχρονη Ιστορία όμως βρίθει μεθοδεύσεων και ενεργειών του κομμουνιστικού χώρου, ο οποίος μέσω αυτών απεργαζόταν την διάρρηξη του εθνικού ιστού, το διαμελισμό της εδαφικής ακεραιότητας, την υπονόμευση των εθνικών συμφερόντων και διεκδικήσεων και την προαγωγή συμφερόντων άλλων λαών εις βάρος της Εθνικής μας Ανεξαρτησίας.
Το χειμώνα του 1920 η εικονική … «Ομοσπονδία των Δημοκρατιών της Βαλκανικής» μετονομάσθηκε σε ΒΚΟ (Βαλκανική Κομμουνιστική Ομοσπονδία) η οποία και έθεσε θέμα αυτονομίας της Μακεδονίας! Το ΚΚΕ υπερψήφισε τη σχετική πρόταση των Βούλγαρων στηνΚομιντέρν, η οποία έλεγε για αυτονόμηση της Μακεδονίας και της Θράκης! Στο Συνέδριο δε του 1924, επικυρώνει την απόφαση του 7ου συνεδρίου της «ΒΑΛΚΑΝΙΚΗΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ».!
Η «Κομμουνιστική Επιθεώρηση» αναφέρει το 1924: «Το μοίρασμα της Μακεδονίας μεταξύ της Γιουγκοσλαβίας, της Ελλάδος και της Βουλγαρίας, ενίσχυσε ακόμα περισσότερο τον πόθο των Μακεδόνων στα διάφορα κομμάτια της διαμελισμένης των πατρίδος προς την συνένωση και την αποκατάσταση μιας Μακεδονίας ενιαίας και ανεξάρτητης. Ο ίδιος πόθος για μια ενιαία και ανεξάρτητη Θράκη συνενώνει τον θρακικό λαό, που έχει κατατεμαχισθή σε τρία μέρη, από την Ελλάδα, την Τουρκία και τη Βουλγαρία»!
Στο 3ο Συνέδριο δε του ΚΚΕ αναφέρεται «Η ντόπια μπουρζουαζία είναι εθνικός δυνάστης και καταπιεστής του μακεδονικού και θρακικού λαού», προτείνει να «συντρίψουμε τον εθνικό ζυγό της ντόπιας μπουρζουαζίας που βαρύνει στη Μακεδονία και στη Θράκη» και καταλήγει εντελώς επαναστατικά: Ζήτω η εργατοαγροτική επανάσταση της Βουλγαρίας! Ζήτω η εργατοαγροτική κυβέρνηση! Ζήτω η ανεξάρτητη Μακεδονία και Θράκη!» Αυτούς τους αμετανόητους τύπους νομιμοποίησε ο ψευτο-εθνάρχης Καραμανλής, οι οποίοι ποτέ δεν αποκήρυξαν τις κατάπτυστες, εμπρηστικές και ανθελληνικές τους θέσεις.
Φυσικά και δεν επιδιώκεται η αναμόχλευση τέτοιων ζητημάτων αλλά η ιστορική πραγματικότητα πρέπει να αποκαθίσταται. Διότι η σύγχρονη ελληνική ιστορία διδάσκεται μέσα από τον παραμορφωτικό φακό της αριστεράς και των μυωπικών και εμπαθών εντεταλμένων κομμουνιστών, το δόγμα και οι ιδεοληψίες των οποίων κατίσχυσαν επί της αλήθειας, στη διάρκεια της αμαρτωλής μεταπολιτεύσεως. Η συμφωνία βρίθει σημείων τα οποία φωτογραφίζουν ευθέως ενέργειες, αντιλήψεις και ιδέες που απορρέουν και εκπορεύονται κατευθείαν από την μακραίωνη και αδιάσπαστη ελληνική Ιστορία, την ελληνική Εθνική Συλλογική Συνείδηση και τη συλλογική Μνήμη.
Ενδιαφέρον όμως έχει να δούμε την απόφαση του Αρείου Πάγου του 2009 με τη Βασιλική Θάνου στην υπόθεση, ο οποίος ακυρώνει τις μεθοδεύσεις της κυβερνήσεως για το Σκοπιανό:
Το ανώτατο δικαστήριο της χώρας έκρινε λοιπόν πως «δεν υπάρχει μακεδονικό έθνος και κατά συνέπεια μακεδονικός πολιτισμός και μακεδονική γλώσσα».
Η υπόθεση άρχισε το 2003 όταν ένα Σωματείο στη Δυτική Μακεδονία θέλησε να αναγνωριστεί (κατόπιν εκδόσεως δικαστικής αποφάσεως). Το Πρωτοδικείο απέρριψε την αίτηση εγγραφής του. Τότε υπεβλήθη έφεση και το Εφετείο την απέρριψε, διότι κατέληξε ότι ο σκοπός του Σωματείου «αντίκειται προς τη δημόσιατάξη και ασφάλεια, αφού θέτει σε κίνδυνο τους θεσμούς του Ελληνικού Κράτους» και «προκαλεί σύγχυση τόσο στοεσωτερικό της χώρας όσο και διεθνώς, στα Κράτη και στους λοιπούς φορείς, με τους οποίους θα συναλλαχθεί αυτό,καθώς και ότι η αναγνώριση του Σωματείου προσκρούει στην ανάγκη ειρηνικής συμβίωσης των πολιτών της περιοχήςκαι κατ’ επέκταση της γαλήνης της χώρας». Στο τέλος ασκήθηκε αναίρεση, την οποία και απέρριψε, τελικά, ο Α.Π. το 2009, επικυρώνοντας την απόφαση του Εφετείου.
Τα βασικά σημεία της απόφασης την οποία επικύρωσε ο Α.Π. και αποδομούν τα επιχειρήματα της κυβερνήσεως για το Σκοπιανό:
Η απόφαση εκκινεί με το σκεπτικό ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε αντιπαράθεση με το κράτος των Σκοπίων(FYROM), εξαιτίας της αυθαίρετης και ιστορικά ατεκμηρίωτης αξιώσεως του τελευταίου να αναγνωρισθεί διεθνώς ωςκράτος με το όνομα «Μακεδονία» και στη συνέχεια, προκειμένου να αποκατασταθεί η ιστορική αλήθεια ως προς τοσφετερισμό του ονόματος της Μακεδονίας από το νεοσυσταθέν κράτος των Σκοπίων, το οποίο επιχειρεί να αποκτήσειεθνική ταυτότητα με όνομα που αποτελεί ιστορική, πολιτιστική και εθνική κληρονομιά της Ελλάδας, επισημαίνεισυνοπτικά τα ακόλουθα ιστορικά δεδομένα:
– «O όρος Μακεδονία, από αρχαιοτάτων χρόνων, είναι όρος ιστορικός και γεωγραφικός και όχι εθνολογικός. Οι Μακεδόνες δεν είναι, ούτε υπήρξαν κατά το πρόσφατο και το απώτερο παρελθόν, ιδιαίτερος εθνολογικός σχηματισμός.Απλώς, ως Μακεδόνες ονομάζονται ανέκαθεν οι κάτοικοι της γνωστής από την αρχαιότητα περιοχής της ελληνικήςΜακεδονίας, όπως αντίστοιχα ονομάζονται Θράκες οι κάτοικοι της Θράκης, Θεσσαλοί οι κάτοικοι της Θεσσαλίας κ.ο.κ.,χωρίς να υπάρχει αντίστοιχα θρακική ή θεσσαλική εθνικότητα. Επομένως, Μακεδόνες κατά την εθνικότητα δενυπάρχουν και ούτε μπορούν να «δημιουργηθούν», στο πλαίσιο του συλλογικού αυτοπροσδιορισμού των κατοίκων τηςευρύτερης γεωγραφικής περιοχής της Μακεδονίας.
– Ως Ελληνες, οι αρχαίοι Μακεδόνες χρησιμοποιούσαν την ίδια με τους Ελληνες της νομίμου Ελλάδας γλώσσα,πίστευαν στους ίδιους θεούς και είχαν τον ίδιο (ελληνικό) πολιτισμό. Ο αρχαίος ΕΕλληνας φιλόσοφος Αριστοτέληςυπήρξε δάσκαλος του Μεγάλου Αλεξάνδρου και τα ευρήματα της Βεργίνας αποτελούν σταθμούς της παγκόσμιαςΙστορίας και στοιχεία του παγκόσμιου πολιτισμού που αποδεικνύουν την ελληνικότητα της Μακεδονίας. Αντίθετα, οιΣλάβοι, δηλαδή τα διάφορα σλαβικά φύλα που εμφανίσθηκαν στην περιοχή των Βαλκανίων, βορείωςτης Μακεδονίας, κατά τον 7ο μ.Χ. αιώνα, δεν έχουν καμία σχέση με τους αρχαίους Ελληνες Μακεδόνες.
– Λόγω της ελευθέρας διακίνησης των πληθυσμών, κατά τους χρόνους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, είχανεγκατασταθεί στην Ελλάδα, ιδίως στην περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας, Βούλγαροι, σλαβόφωνοι, που είχαν σλαβικήεθνική συνείδηση. Μετά την οριστικοποίηση των συνόρων, κατά τα προεκτεθέντα, οι περισσότεροι απ’ αυτούςδιασκορπίσθηκαν στην περιοχή των Σκοπίων ή μετανάστευσαν σε διάφορα κράτη.
– Οι ολίγοι εναπομείναντες στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στους Νομούς Φλώρινας και Εδεσσας εδήλωσαν ελληνική εθνικότητα και έτσι από την εποχή εκείνη έπαυσε να υπάρχει θέμα σλαβικής μειονότητας. Πριν από το 1944«Μακεδονία» ως σλαβικό κράτος και «μακεδονικό έθνος» ως ιδιαίτερη εθνότητα ήταν έννοιες παντελώςάγνωστες. Εως τότε, οι κάτοικοι της περιοχής των Σκοπίων δεν είχαν ούτε σερβική ούτε βουλγαρική, παρά ταφιλοβουλγαρικά αισθήματα των περισσότερων κατοίκων της, και πολύ περισσότερο δεν είχαν «μακεδονική» εθνικήσυνείδηση. Την τελευταία, τους έπεισε να την αποκτήσουν ο Τίτο, προκειμένου να αποκολλήσει τουςΣκοπιανούς από το άρμα των Βουλγάρων, έχοντας ως απώτερο σκοπό τη σύσταση ενιαίου μακεδονικούκράτους, υπό σλαβικό μανδύα, και την έξοδο της χώρας του στο Αιγαίο.
– Ουδείς πολιτισμένος λαός μπορεί να ανεχθεί την πλαστογράφηση της Ιστορίας του. Στην προσπάθεια αυτή τωνΣκοπίων που άρχισε μετά τη διάσπαση της Γιουγκοσλαβίας, αφότου το κράτος των Σκοπίων απέκτησε οντότητα, το έτος1991, εντάσσεται η διάδοση ιδεών από διάφορους εθνικιστές μετανάστες, οι οποίοι, μέσω οργανώσεων και σωματείων, που δρουν κυρίως στο εξωτερικό (Αυστραλία, Καναδά, ΗΠΑ), με ομιλίες, συγκεντρώσεις, εκδηλώσεις πολιτιστικέςκ.λπ. παραπληροφορούν το κοινό, δημιουργώντας εσφαλμένες περί υπάρξεως «μακεδονικού» έθνους και πολιτισμού,«μακεδονικής» γλώσσας και συνείδησης. Παράλληλα, καλλιεργούν και την ιδέα του «αλυτρωτισμού», όπωςπροεκτέθηκε, επιχειρώντας να δημιουργήσουν αποσχιστικές τάσεις, θέτοντας και το ανύπαρκτο θέμα της λεγόμενης«μακεδονικής μειονότητας» που ζει στην Ελλάδα.
– Η απόφαση καταλήγει αναφέροντας πως, σύμφωνα με όλα όσα προεκτέθηκαν, δεν υπάρχει μακεδονικό έθνοςκαι, κατά συνέπεια, μακεδονικός πολιτισμός και μακεδονική γλώσσα «MAKEDONCKI». Ούτε φυσικάυφίσταται στην Ελλάδα «μακεδονική μειονότητα». Είναι αυτονόητο ότι ένα μωσαϊκό εθνοτήτων δεν μπορεί,σε εξήντα χρόνια, να αποκτήσει εθνολογική οντότητα, στηριζόμενο σε χαλκευμένα ιστορικά στοιχεία.»
Επίσης το άρθρο του καθηγητή Γλωσσολογίας και πρώην πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών Γ. Μπαμπινιώτη περί «Μακεδονικής» γλώσσας είναι αρκετά διαφωτιστικό:
«Ελαμψε η αιτία επικλήσεως τού 1977 και πολλών άλλων χρονολογιών: αναγνωρίστηκε επισήμως κατά τη διαπραγμάτευση με τα Σκόπια η βουλγαροσερβική σλαβική γλώσσα των Σκοπίων ως «μακεδονική». Δόθηκε επισήμως ένα όνομα με το οποίο η γλώσσα αυτή δεν έχει καμία σχέση. Τόσος μόχθος, τόσες προσδοκίες, γέννησαν τόση πίκρα και τόση αίσθηση ματαίωσης…
Γράφαμε, εξηγούσαμε, τεκμηριώναμε, επιχειρηματολογούσαμε και νομίζαμε ότι κάποιος από τους ιθύνοντες που διαπραγματεύονται και λαμβάνουν τις αποφάσεις για το σκοπιανό θέμα θα μας ακούσει. Τίποτε. Τώρα ο αφελής γράφων τις γραμμές αυτές καταλαβαίνει γιατί ο ευφυής υπουργός παρέπεμπε πεισματικά στο 1977. Γιατί επιζητείτο εκ των υστέρων δικαιολογία για τα αδικαιολόγητα.
Είχε αποφασισθεί προφανώς μέσα στο δούναι και λαβείν της διαπραγμάτευσης να αναγνωριστεί και να προσφερθεί χαριστικά η ονομασία της σλαβικής γλώσσας των Σκοπιανών σαν «μακεδονική» και ανεζητείτο δήθεν «προηγούμενο» και δήθεν «ιστορικό έρεισμα». Ετσι το των Σκοπιανών διπλωματικό «επιχείρημα» (ρητά μόλις από το 1991 που αυτονομήθηκε η ΠΓΔΜ) πως τάχα η γλώσσα τους είναι η «μακεδονική», η χρήση δηλ. εκ μέρους των Σκοπιανών μιας ψευδώνυμης ονομασίας για μια γλώσσα η οποία δεν είναι παρά ένα βουλγαροσερβικό ιδίωμα, δηλ. μια σλαβική γλώσσα, που γι’ αυτό άλλωστε γράφεται με το σλαβικό κυριλλικό αλφάβητο όπως όλες οι σλαβικές γλώσσες, αναπαρήχθη κατά κόρον από γνωρίζοντες την αλήθεια και από άλλους μη έχοντες ιδέαν του θέματος ως μη ώφελον.
Εγώ να εξηγώ δημόσια [Protagon, Τα Νέα, Ελεύθερος Τύπος, πλήθος ραδιοφωνικών συνεντεύξεων και μια τηλεοπτική] τι συζητήθηκε το 1977, ένα τεχνικό θέμα πώς θα τυποποιηθούν αποκλειστικώς τα γεωγραφικά ονόματα χωρών με λατινικό αλφάβητο (όπως η Γιουγκοσλαβία τότε, αλλά και η Ελλάδα και η Κίνα και οι αραβικές χώρες και το Ισραήλ και οι χώρες τής Σοβιετικής Ενωσης και πολλές άλλες χώρες), να εξηγώ ως συμμετασχών ότι αυτό ήταν το θέμα της 3ης Διάσκεψης την Ηνωμένων Εθνών στην Αθήνα («the standardization of geographical names») και κάποιοι επίσημοι (υπουργοί και βουλευτές τής κυβέρνησης) να συνεχίζουν να μιλούν αυτοί -όχι οι Σκοπιανοί!- για δήθεν αναγνώριση εκ μέρους μας της γλώσσας των Σκοπίων ως «μακεδονικής»!… Στην Αθήνα, επί Κωνσταντίνου Καραμανλή, με υπουργό τον (επιστήθιο φίλο και συνεργάτη του) υπουργό του Πολιτισμού Κωνσταντίνο Τρυπάνη, με εμάς μια ομάδα γλωσσολόγων και γεωγράφων, δηλ. ειδικών για το θέμα επιστημόνων και όχι διπλωματών (όλων μας εκπεφρασμένα αντίθετων με διάφορες ευκαιρίες σε κάθε σκέψη για ψευδώνυμη ονομασία της γλώσσας των Σκοπίων ως «μακεδονικής») αναγνωρίστηκε -άκουσον άκουσον- το 1977 «μακεδονική» γλώσσα!
Και εγένετο φως. Ελαμψε η αιτία επικλήσεως του 1977 και πολλών άλλων χρονολογιών: αναγνωρίστηκε επισήμως κατά τη διαπραγμάτευση με τα Σκόπια η βουλγαροσερβική σλαβική γλώσσα των Σκοπίων ως «μακεδονική». Δόθηκε επισήμως ένα όνομα με το οποίο η γλώσσα αυτή δεν έχει καμία σχέση. Αντιστάθμισμα: Θα αναφέρεται κάπου στη συμφωνία ότι η επισήμως αναγνωριζομένη από την Ελλάδα γλώσσα των Σκοπίων ως «μακεδονική» δεν είναι μακεδονική αλλά σλαβική!… Τότε, αφού και οι δύο πλευρές συνομολογούν ρητά ότι είναι (όπως πράγματι είναι) σλαβική γλώσσα, γιατί συμφωνούμε να λέγεται «μακεδονική», όνομα που παραπέμπει ρητά στην ελληνική γλώσσα τής Μακεδονίας (αρχαία, νέα και σύγχρονη); Δεν είναι αυτό ιδιοποίηση και σφετερισμός ενός εθνικού ονόματος για μια γλώσσα που σε σχέση με τους ομιλητές της (εννοώ τους Σκοπιανούς) έχει άλλη εθνική προέλευση;
Και δεν γίνεται ο σφετερισμός αυτός για τον προφανή λόγο, ότι μια εθνική γλώσσα είναι και καθοριστικό συστατικό εθνικής ταυτότητας, μιας άλλης δηλ. ταυτότητας από την πραγματική ιστορική ταυτότητα που έχουν οι πολίτες των Σκοπίων; Είναι σοβαρό και πειστικό να επιχειρηματολογούμε ότι ο κόσμος που θα λέει τη γλώσσα των Σκοπίων «μακεδονική» θα σπεύδει εν συνεχεία να αναζητεί τη συμφωνία που θα έχει υπογραφεί και στην οποία θα πληροφορείται ποια είναι η καταγωγή και η υπόσταση αυτής της δήθεν «μακεδονικής»;
Ο Πλάτων λέει κάπου στον Σοφιστή «φαίνεται να μας είπαν έναν μύθο ο καθένας σαν να είμαστε παιδιά» (μῦθόν τινα ἕκαστος φαίνεταί μοι διηγεῖσθαι παισίν ὡς οὖσιν ἡμῖν). Αυτό συμβαίνει και στηναντιμετώπιση που έχουμε όσοι πονάμε την Ελληνική της δικής μας, ιστορικά καταξιωμένης, Μακεδονίας πουαναγκαζόμαστε -έστω και με καθυστέρηση- να υποστηρίζουμε στην παρούσα συγκυρία. «Μας λένε έναν μύθοσαν να είμαστε παιδιά»…
Τόση διαπραγμάτευση, τόσος μόχθος, τόσες προσδοκίες, γέννησαν τόση πίκρα και τόση αίσθηση ματαίωσης. Τελικά, ως προς τη γλώσσα τουλάχιστον φαίνεται να ισχύει το ὤδινεν ὄρος καί ἔτεκε μῦν…»
Ας πάμε όμως στην εν λόγω συμφωνία, εστιάζοντας στα πιο σημαντικά μέρη:
– Μέρος 1, Άρθρο 1, παράγραφος 3 περ. β’ και γ’, ε’
«Η ιθαγένεια του Δευτέρου Μέρους θα είναι Μακεδονική/πολίτης της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας»
«Η επίσημη γλώσσα του Δευτέρου Μέρους θα είναι Μακεδονική / πολίτης της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας»
«Οι κωδικοί χώρας για τις πινακίδες αυτοκινήτων του Δευτέρου μέρους θα είναι ΝΜ και ΝΜΚ…»
Εδώ αναγνωρίζεται πλήρως η μακεδονική εθνότητα και γλώσσα! Αυτό συνιστά εθνική μειοδοσία. Συνιστά νόσφιση, ωμή ιδιοποίηση και παραχάραξη της Ιστορίας, εφόσον αποδίδεται ένα εθνικό όνομα σε μια γλώσσα (σλαυική) αλλότριας εθνικής προελεύσεως. Στο άρθρο 7 δε, αναφέρεται ότι η «Μακεδονική γλώσσα ανήκει στην ομάδα των Νότιων Σλαυικών γλωσσών». Η απόλυτη παράνοια. Ονομάζεται «μακεδονική» αλλά είναι σλαυική. Αυτό και μόνο θεμελιώνει ίσως το ισχυρότερο επιχείρημα αποδομήσεως της εν λόγω συμφωνίας.
Επίσης κατοχυρώνεται ο σφετερισμός με τα «ΝΜ» και «ΝΜΚ» στις πινακίδες των οχημάτων του Σκοπιανών. Έτσι διεθνώς παγιώνεται και σε θεσμικό επίπεδο η ονομασία του εν λόγω κρατικού μορφώματος ως βόρεια Μακεδονία κτλ.
– Μέρος 1, Άρθρο 3
«Κανένα από τα μέρη δε θα εκφράσει ή υποστηρίξει οιεσδήποτε διεκδικήσεις …»
«έκαστο μέρος δεσμεύεται να σέβεται την κυριαρχία, την εδαφική ακεραιότητα και την πολιτική ανεξαρτησία του άλλου μέρους…»
«Τα μέρη δεσμεύονται να μην επιχειρούν, υποκινούν, υποστηρίζουν … οιεσδήποτε πράξεις ή δραστηριότητες μη φιλικού χαρακτήρα κατά του άλλου μέρους.»
«Έκαστο Μέρος θα κοινοποιεί άμεσα οιαδήποτε πληροφορία κατέχει αναφορικά με οιεσδήποτε πράξεις ή προθέσεις»
Η επιτομή της εθνικής μειοδοσίας στοιχειοθετείται σε αυτό το άρθρο. Συνεπώς οποιαδήποτε εθνική εκδήλωση, ή συγκέντρωση ή εθνικό συλλαλητήριο τα οποία θα έχουν ως κεντρικό σύνθημα την ελληνικότητα της Μακεδονίας δύναται να εκληφθεί ως διεκδίκηση, υπονόμευση της κυριαρχίας των Σκοπίων και προσπάθεια απισχνάσεως της εδαφικής τους ακεραιότητας!
Επιπροσθέτως οποιαδήποτε εθνική ενέργεια, συλλαλητήριο κτλ θεμελιώνει επιχείρηση «υποκινήσεως πράξεων μη φιλικού χαρακτήρα». Εδώ εξουδετερώνεται διαρρήδην ο εθνικός αγώνας και απαγορεύονται οι εθνικές μας αιτιάσεις που προσβλέπουν στην κατάδειξη του υφισταμένου σφετερισμού της ελληνικής Ιστορίας και της ονομασίας της Μακεδονίας και στην ανάγκη ανατροπής της ιστορικής παραχαράξεως.
Επίσης στη παράγραφο 4, δύναται η δυνατότητα στο ελλαδικό κράτος να καταδίδει στους Σκοπιανούς οποιαδήποτε πληροφορία υποπέσει στις αρχές σχετικώς με πράξεις που σχετίζονται με όλα τα παραπάνω προβλέπονται! Το κράτος θα επιτελεί ρόλο τοποτηρητή και αστυνομικού των σκοπιανών.
– Μέρος 1, Άρθρο 4, παρ 2
Εδώ η Ελλάδα, ως Μέρος «δεσμεύεται να μην προβαίνει ή επιτρέπει οιεσδήποτε αλυτρωτικές δηλώσεις…»
Εδώ η ελληνική πλευρά παραιτείται από κάθε δικαίωμα προασπίσεως της ελληνικότητας της Μακεδονίας, διότι κάθε είδος εθνικής εκδηλώσεως που στοχεύει στην αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας, εναντίον της ιστορικής παραχαράξεως εκλαμβάνεται ως «αλυτρωτική» θέση και ενέργεια. Απαγορεύεται κάθε εκδήλωση της εθνικής μας υπερηφάνειας έναντι των σφετεριστών.
– Μέρος 1, Άρθρο 4, παρ. 3
Εδώ η Ελλάδα ουσιαστικώς ως μέρος δεσμεύεται ότι δε θα παρεμβαίνει στις εσωτερικές υποθέσεις του άλλου. Ναι αλλά τι θα γίνει με αμφιβόλου ταυτότητας οργανώσεις που δραστηριοποιούνται ως «πολιτιστικοί σύλλογοι», φορείς ακόμη και κομματικά μορφώματα κτλ; Ποιος ο ρόλος του διαβόητου «Ουράνιου Τόξου» ως τώρα, ενός μορφώματος το οποίο απαρτίζεται από άτομα που αυτοπροσδιορίζονται ως «Μακεδόνες»; Αυτοί όλοι οι παράγοντες δεν συνιστούν παρεμβάσεις στις εσωτερικές υποθέσεις της Ελλάδας; Συνεπώς η συμφωνία τίθεται a prioriεναντίον της ελληνικής πλευράς υποσκάπτοντας τα εθνικά μας δίκαια, διότι διαμορφώνεται το ιδεολογικοπολιτικό υπόστρωμα πάνω στην οποία θα στηριχθούν μελλοντικές αιτιάσεις και διεκδικήσεις εις βάρος της εδαφικής μας ακεραιότητας.
– Άρθρο 6 παρ. 1, 2
«Με στόχο την ενίσχυση των φιλικών διμερών σχέσεων κάθε Μέρος θα λάβει αμέσως αποτελεσματικά μέτρα προκειμένου να απαγορεύσει εχθρικές δραστηριότητες, ενέργειες ή προπαγάνδα από κρατικές υπηρεσίες…. για την πρόληψη δραστηριοτήτων που πιθανόν να υποδαυλίζουν τον σωβινισμό, την εχθρότητα, τον αλυτρωτισμό….»
Εδώ ομιλούμε για τον ορισμό της παρεμβάσεως στα εσωτερικά ζητήματα της Ελλάδας, παράγραφος που αποδομεί το περιεχόμενο της παρ 3, άρθρου 4, Μέρους 1. Οπότε παρελάσεις, συνθήματα, και εμβατήρια απαγορεύονται διότι εμπίπτουν σε αυτήν τη διάταξη. Στρατιωτικά εμβατήρια, τραγούδια και συνθήματα που εκφωνούνται από το αξιόμαχο του στρατού μας για την Μακεδονία, τον Παύλο Μελά και για τον αγώνα που έδωσε για την Μακεδονία, που απορρέουν από την ίδια μας τη Συλλογική Εθνική Μνήμη, και απηχούν τους αγώνες του Έθνους, διώκονται και απαγορεύονται…!
Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και οι παρ. 2, 3 που δίνει την εξουσία να αποτρέπει σε ιδιωτικούς φορείς να «υποδαυλίζουν τη βία, το μίσος ή την εχθρότητα» ή με άλλα λόγια πατριωτικοί σύλλογοι, ενώσεις Παμμακεδονικές και φυσικά εθνικιστές να αγωνίζονται ενάντια στο έκτρωμα αυτό που προσβάλλει και υπονομεύει το εθνικό συμφέρον.
– Άρθρο 8 παρ. 5
Εδώ απροκαλύπτως ιδρύεται μια «Διεπιστημονική Επιτροπή» η οποία θα αναθεωρήσει (!) σχολικά βιβλία. Προωθείται έτσι η ωμή παραχάραξη και διαστρέβλωση της Ιστορίας διότι η ιστορική αλήθεια θα διώκεται ως «προάγουσα αλυτρωτικές / αναθεωρητικές αναφορές»!
Άρθρο 13
«Λαμβάνοντας υπ’ όψιν το γεγονός ότι το δεύτερο Συμβαλλόμενο Μέρος είναι περίκλειστο κράτος, τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα καθοδηγούνται από τις σχετικές προβλέψεις της Συμβάσεως των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας που θα έχουν και πρακτική εφαρμογή αλλά θα εφαρμόζονται και όταν θα συνομολογούνται συμφωνίες που αναφέρονται στο Άρθρο 18 της παρούσας Συμφωνίας»
Εδώ τα Σκόπια επιδιώκουν μέσω της Συμφωνίας να αποκτήσουν πρόσβαση στο Αιγαίο, λαμβάνοντας έτσι σάρκα και οστά το όραμα του Τίτο για «έξοδο στο Αιγαίο». Δηλαδή η Ελλάδα υποχρεώνεται να συνομολογήσει και να αποδεχθεί, ειδικό άρθρο για ένα ζήτημα του Δικαίου της Θάλασσας. Η συμφωνία δηλαδή κατοχυρώνει δικαίωμα των Σκοπίων ως «περίκλειστο» κράτος για ελεύθερη πρόσβαση στο Αιγαίο, εκμετάλλευση της ελληνικής ΑΟΖ, διεξαγωγή αλιείας στις ελληνικές θάλασσες, χρήση των ελληνικών λιμένων με ναυτική σημαία για τα πλοία τους (Μακεδονική) στο Αιγαίο σύμφωνα με το άρθρο 69 της Διεθνούς Συμβάσεως για το Δίκαιο της Θάλασσας και της Σύμβασης του ΟΗΕ (1982).
Συμπερασματικώς η “Συμφωνία” αυτή συνιστά ένα ανιστόρητο, αντεθνικό και ανυπόστατο κείμενο το οποίο προάγει αλλότρια συμφέροντα και βλέψεις εις βάρος του ελληνικού κράτους και Έθνους.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΥΡΟΣ
Διαβάστε περισσότερα: http://www.xryshaygh.com/enimerosi/view/to-alhthino-upobathro-ths-prodotikhs-sumfwnias-twn-prespwn-kai-oi-sunepeies#ixzz5QhvCa6pO