Μπορεί ο Οδυσσέας, ύστερα από μια δεκαετή περιπετειώδη περιπλάνηση, να βρήκε τελικά τον δρόμο για την Ιθάκη, αλλά η πολλαπλής φύσεως Οδύσσεια της Ελλάδας συνεχίζεται, 8,5 σχεδόν χρόνια μετά την έναρξη της εποχής των Μνημονίων.
Την ώρα που ο Τσίπρας στήνει (εκ νέου) φιέστα στην ΔΕΘ, δηλώνοντας με θράσος ότι «τα Μνημόνια αποτελούν παρελθόν», ενώ και οι «εταίροι» μας «χειροκροτούν» τον Ελληνικό Λαό (ως… «αναγνώριση για τις θυσίες του»), αξίζει πραγματικά να θυμηθούμε (έστω επί τροχάδην) το τι «στήθηκε» σε βάρος της Χώρας μας. Καταρχάς, την παράκαμψη των στοιχειωδών κανόνων στην περίπτωση της Ελλάδας, έτσι ώστε να μη βρεθούν με «μαύρες τρύπες» οι ευρωπαϊκές τράπεζες που είχαν στα χαρτοφυλάκιά τους Ελληνικά ομόλογα, όπως εκ των υστέρων ομολόγησε και το Bloomberg.
«Κανόνας» του καπιταλισμού είναι ότι μια χώρα που δεν μπορεί να πληρώσει τους δανειστές της χρεοκοπεί, με αποτέλεσμα να πέφτει στα χέρια του ΔΝΤ, το οποίο της επιβάλλει ένα σκληρό πρόγραμμα λιτότητας, συνδυασμένο με σαρωτικές αλλαγές νεοφιλελεύθερης κατεύθυνσης. Για το Ελληνικό «χρέος» την περίοδο 2004-2010 δεν υπάρχει σοβαρός οικονομολόγος που να υποστηρίζει ότι ήταν βιώσιμο. Άλλωστε, η Ελλάδα την άνοιξη του 2010 είχε αποκλειστεί από τις «αγορές».
Οι γερμανικές και οι γαλλικές τράπεζες, που τότε είχαν στα χέρια τους τον μεγάλο όγκο των Ελληνικών ομολόγων, δεν ήθελαν να υποστούν το αναγκαίο «κούρεμα». Ούτε οι κυβερνήσεις των χωρών αυτών το ήθελαν, επειδή θα έπρεπε να καλύψουν την τρύπα που θα δημιουργούσε το «κούρεμα», καθώς θα υποχρεώνονταν να ανακεφαλαιοποιήσουν τις τράπεζές τους με χρήματα από τον δικό τους κρατικό προϋπολογισμό. Αντί γι’ αυτό φρόντισαν για άλλη «λύση», αφού βεβαίως είχαν ήδη βρει τους αναγκαίους πρόθυμους δούλους στο Ελληνικό πολιτικό σύστημα. Έβαλαν όλες τις χώρες – μέλη της Ευρώπης, ακόμη και τις πιο φτωχές, να δανείσουν την Ελλάδα -ανάλογα με το ποσοστό τους στο ΑΕΠ της Ευρωζώνης- για να πληρώσει στο άρτιο (στην ονομαστική τιμή τους) όλα τα ομόλογα που έληγαν μέχρι τις αρχές του 2012, όταν έγινε το περιβόητο PSI.
Οι γερμανικές και γαλλικές τράπεζες είχαν εσωτερική πληροφόρηση από τις κυβερνήσεις τους, οι οποίες και αποφάσιζαν σχετικά. Κράτησαν, λοιπόν, τα Ελληνικά ομόλογα, που έληγαν μέχρι τις αρχές του 2012, γνωρίζοντας ότι θα τα πληρωθούν στο ακέραιο. Τα υπόλοιπα, που έληγαν αργότερα, τα «έσπρωξαν» στην δευτερογενή αγορά. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μην πληρώσουν το τίμημα του να δανείσουν στην Ελλάδα ποσά που ουσιαστικά αυτή δεν μπορούσε να αποπληρώσει.
Με το πρώτο Μνημόνιο, λοιπόν, η Ελλάδα βρέθηκε σε τριπλή χειρότερη θέση: Πρώτον, το «χρέος» της πέρασε από το ευνοϊκό Ελληνικό δίκαιο, στο δυσμενές για τον οφειλέτη, αγγλικό δίκαιο. Δεύτερον, το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ εκτοξεύθηκε παρά το PSI, λόγω της δραματικής συρρίκνωσης του ΑΕΠ. Τρίτον, ο κορμός του εναπομείναντος «χρέους» έπαψε να οφείλεται προς ιδιώτες και μεταφέρθηκε σε κράτη. Η αλλαγή αυτή κατέστησε, από πολιτικής άποψης εξαιρετικά δύσκολο το μελλοντικό «κούρεμά» του.
Για τους αρχιτέκτονες (Μέρκελ, Σόιμπλε) αυτής της βρώμικης υπόθεσης το Ελληνικό «χρέος» δεν έπρεπε να επιλυθεί, για να μην μπορέσει η Ελλάδα να σταθεί και πάλι στα πόδια της, αλλά και να χρησιμέψει ως ένας παράγοντας αστάθειας και εξυπηρέτησης συγκεκριμένων πολιτικοοικονομικών συμφερόντων στην Ευρωζώνη. Συν τοις άλλοις, το Ελληνικό «χρέος» χρησιμοποιήθηκε σαν όπλο για την μετατροπή του αδύναμου κρίκου της ευρωπαϊκής αλυσίδας (Ελλάδα) σε μεταμοντέρνα αποικία, στην οποία έχουν πάψει να ισχύουν οι κανόνες και οι ποικίλες κοινωνικές-οικονομικές προδιαγραφές που ισχύουν ως κοινοτικό δίκαιο στην υπόλοιπη ΕΕ.
Η κυβέρνηση του Γιωργάκη Παπανδρέου χρησιμοποίησε ως τακτική το εκβιαστικό δίλημμα «Μνημόνιο ή χρεωκοπία», προκειμένου να μπορέσει να ακινητοποιήσει τις αντιδράσεις της κοινωνίας. Προβάλλοντας αυτό το εκβιαστικό δίλημμα (το οποίο επιδέχεται μονοσήμαντη απάντηση), τόσο ο Τζέφρυ όσο και οι διάδοχοί του στην μνημονιακή διακυβέρνηση της Χώρας, έβαζαν την Ελληνική κοινωνία να διαλέξει ανάμεσα στην υποτιθέμενη καταστροφή και στην επώδυνη θεραπεία που της πρότειναν. Υπό την «δαμόκλειο σπάθη» αυτού του εκβιαστικού διλήμματος ψηφίστηκαν και τα τρία Μνημόνια, παρά την διατυπωμένη αντίθετη θέση της πλειοψηφίας του Ελληνικού Λαού.
Είναι λογικό, όμως, να αναρωτηθεί ο οποιοσδήποτε γιατί η χρεωκοπία θα ήταν περισσότερο καταστροφή απ’ αυτό που συντελείται αδιαλείπτως εδώ και 8,5 χρόνια; Προφανώς, σε περίπτωση χρεωκοπίας θα είχε επιβληθεί μια βίαιη δημοσιονομική προσαρμογή. Αυτή, όμως, επιβλήθηκε και με τα Μνημόνια, επομένως ποια η διαφορά; Με την χρεωκοπία, όμως, εκ των πραγμάτων θα είχε «κουρευτεί» το «χρέος» και μάλιστα δραστικά, προκειμένου να καταστεί βιώσιμο. Η απειλή των διεθνών τοκογλύφων για να μην συμβεί αυτό ήταν πως εάν η Ελλάδα επέλεγε να κηρύξει χρεωκοπία θα την εξανάγκαζε να φύγει από το ευρώ. Σήμερα, γνωρίζουμε πολύ καλά ότι κάτι τέτοιο δεν θα συνέβαινε, καθώς εάν σ’ αυτές τις συνθήκες η «απειλή» γινόταν πράξη τότε θα προέκυπτε συστημικός κίνδυνος κατάρρευσης –«ντόμινο» για ολόκληρη την Ευρωζώνη.
Έτσι φτάσαμε στο σήμερα, με την Ελλάδα να βγαίνει (δήθεν) από τα Μνημόνια, αλλά με την κοινωνία και την οικονομία να έχουν υποστεί σημαντικές καταστροφές. Και βεβαίως, έχοντας αναλάβει επώδυνες δεσμεύσεις μέχρι το 2060, κάτι το οποίο δείχνει ξεκάθαρα ότι τα Μνημόνια «έφυγαν» στους τύπους και όχι στην ουσία, με αποτέλεσμα η Ελληνική κοινωνία και η οικονομία της να παραμένουν αλυσοδεμένες, σε καθεστώς πολιτικής αιχμαλωσίας. ΖΗΤΩ Η ΝΙΚΗ!
ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΣΤΟΡΑΣ
Διαβάστε περισσότερα: http://www.xryshaygh.com/enimerosi/view/mia-brwmikh-mnhmoniakh-ejistorhsh#ixzz5QswyGgMW