Site icon ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ

Ρωσικά βομβαρδιστικά και… εκρηκτικές επιπτώσεις στην Βενεζουέλα

Ρωσικά βομβαρδιστικά και... εκρηκτικές επιπτώσεις στην Βενεζουέλα

Είχαμε ήδη αναφέρει και συνοπτικώς σχολιάσει περιεκτικότατα, το πρόσφατο Σάββατο 15/12, την εξαιρετικής σημασίας είδηση, περί ενδεχόμενης ανάπτυξης Ρωσικής στρατιωτικής βάσης στην Βενεζουέλα. Στο παρόν εκπτύσσεται μια ευρύτερη και λεπτομερέστερη ενημέρωση για το ζήτημα, για λόγους απαρτιωμένης πληροφόρησης και συναντίληψης περί το δρώμενο.

Σύμφωνα με πληροφορίες, η Ρωσία εξετάζει την μακροπρόθεσμη στρατιωτική παρουσία στην Βενεζουέλα. Σύμφωνα με λίαν πρόσφατη έκθεση της ρωσικής εφημερίδας «Νεζαβισίμαγια Γκαζέτα» («Ανεξάρτητη Εφημερίδα» – «Независимая газета») που ανέφερε ανώνυμες κρατικές πηγές, τα υπερηχητικά στρατηγικά βομβαρδιστικά Τουπόλεφ Tu-160 θα μπορούσαν να έχουν βάσεις στη Βενεζουέλα. Σύμφωνα με την έκθεση, αξιωματούχοι της Ρωσίας και της Βενεζουέλας συμφώνησαν να τοποθετήσουν τα αεροπλάνα σε στρατιωτική βάση της Βενεζουέλας στο νησί Λα Ορτσίλα (La Orchila) της Καραϊβικής Θάλασσας, όπου ήδη μετέβησαν για μελέτη του χώρου Ρώσοι σύμβουλοι. [Η Νεζαβισίμαγια που πρωτοεκδόθηκε στις 21 Δεκεμβρίου 1990, θεωρείται ως μία ιδιαιτέρως έγκριτη εφημερίδα της μετα – σοβιετικής περιόδου, που μάλιστα απηχεί τις γνώμες της παρακυβερνητικής «μοσχοβίτικης διανόησης» και εκδίδεται από τον οικονομολόγο, πολιτικό και δημοσιογράφο Κωνσταντίν Βαντίμοβιτς Ρεμτσουκόφ]

Η έκθεση έρχεται να πιστοποιήσει ότι δύο ρωσικά αεροσκάφη Tu-160 (ικανά να μεταφέρουν και πυρηνικά όπλα) εκφορτώθηκαν στο Καράκας στις 10 Δεκεμβρίου, προκαλώντας άμεσα σκληρή κριτική από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάϊκ Πομπέο τοποθετήθηκε στο Twitter ώστε να κατηγορήσει τις κυβερνήσεις της Βενεζουέλας και της Ρωσίας για κατάχρηση πόρων ενώ οι άνθρωποι τους υποφέρουν. Εν τω μεταξύ, η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Σάρα Χάκαμπη Σάντερς δήλωσε ότι η Μόσχα ισχυρίζεται πως τα δύο αεροπλάνα ήταν προδιαγεγραμμένο να επιστρέψουν στη Ρωσία μέχρι τις 14 Δεκεμβρίου.

Οι ειδήσεις για την αυξημένη στρατιωτική συνεργασία προέκυψαν μετά την συνάντηση του προέδρου της Βενεζουέλας Νίκολας Μαντούρο με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν στη Μόσχα, όπου υπέγραψαν συμβόλαια επενδύσεων στους τομείς της ενέργειας και των μεταλλευμάτων αξίας άνω των 6 δισεκατομμυρίων δολλαρίων. Επιπλέον, ο υπουργός Άμυνας της Βενεζουέλας Βλαντιμίρ Παντρίνο Λόπεζ συναντήθηκε με τον Ρώσο ομόλογό του, Σεργκέϊ Σόϊγκου.

Ρωσικά στρατηγικά βομβαρδιστικά έχουν πραγματοποιήσει πτήσεις στη Βενεζουέλα και παλαιότερα, το 2008 και το 2013. Ο πρώην πρόεδρος της Βενεζουέλας, Ούγκο Τσάβες, προσφέρθηκε μάλιστα να φιλοξενήσει ρωσικά αεροσκάφη μακράς εμβελείας στην La Orchila, αν και τότε δεν υλοποιήθηκε μια συμφωνία. Ο νόμος της Βενεζουέλας δεν επιτρέπει τις ξένες στρατιωτικές βάσεις στη χώρα, αλλά η προσωρινή ανάπτυξη στρατιωτικών αεροσκαφών του εξωτερικού είναι επιτρεπτή, οπότε η κυβέρνηση θα μπορούσε να επιτρέψει να γίνει μόνιμη η εγκατάσταση μέσω ενός προεδρικού διατάγματος.

Αναμένονται πιο πρόσφατες προσπάθειες της Ρωσίας και της Βενεζουέλας για ενίσχυση των στρατιωτικών δεσμών τους, καθώς οι σχέσεις μεταξύ Μόσχας και Ουάσιγκτον βρίσκονται στο χαμηλότερο σημείο τους από τον Ψυχρό Πόλεμο και ένθεν. Οι Ηνωμένες Πολιτείες ανεκοίνωσαν ότι θα αποσυρθούν από τη «Συνθήκη για τις Πυρηνικές Δυνάμεις Μέσης Εμβελείας» (INF), μια κομβική συμφωνία ελέγχου όπλων. Σε απάντηση, η Ρωσία προειδοποίησε ότι μια τέτοια απόσυρση των ΗΠΑ θα οδηγήσει σε σημαντική στρατιωτική συσσώρευση πυραύλων «αμέσου βεληνεκούς».

Η Ρωσία δεν επιβεβαίωσε συγκεκριμένα την αναφορά ότι σκοπεύει να αναπτύξει μακροπρόθεσμα στρατηγικά βομβαρδιστικά στη Βενεζουέλα. Εάν όμως υλοποιηθούν τέτοιου είδους σχέδια, αυτά θα ωθούσαν τη στρατιωτική συνεργασία Ρωσίας-Βενεζουέλας σε κυριολεκτικά πρωτοφανή ύψη.

Καθώς τα πράγματα «θερμαίνονται» αρκετά, ανάμεσα στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Ρωσία σχετικά με τις συμφωνίες όπλων – καθώς και οι επέκταση των κυρώσεων και οι συγκρούσεις στην Ουκρανία και στην Συρία – η Μόσχα θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει μια αυξημένη στρατιωτική παρουσία στη Βενεζουέλα ώστε να ενισχύσει τη μόχλευση της στις διαπραγματεύσεις με την Ουάσινγκτον. Για τον σκοπόν αυτόν, η Βενεζουέλα είναι ο «πρωταρχικός στόχος» για ρωσική επιρροή, λόγω της θέσης της και της ισχυράς αντι-αμερικανικής της πολιτικής. Και για το Καράκας, μια ισχυρότερη σχέση με την Ρωσία θα μπορούσε να βοηθήσει στην ανάσχεση επιδείνωσης της βενεζουελανής οικονομίας και να συγκρατήσει την κυβέρνηση ώστε να μην ανατραπεί από την σοβούσα παρατεινόμενη οικονομική κρίση.

Εκτός όμως από τα πολιτικά και συμβολικά οφέλη, οι σταθμεύουσες στη Βενεζουέλα δυνάμεις θα επιτρέψουν στην Ρωσία να αμφισβητήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες στο δικό τους «προαύλιο» – ακόμη και αν οι δυνάμεις αυτές παραμένουν σχετικώς περιορισμένες. Η Ρωσία έχει μόνο λίγες δωδεκάδες βομβαρδιστικών Tu-160, αλλά η ανάπτυξη ορισμένων από αυτές στη νότια πλευρά των Η.Π.Α. θα μπορούσε να αναγκάσει την Ουάσινγκτον να χρησιμοποιήσει περισσότερους πόρους για να ανταποκριθεί και συνάμα να παράσχει μεγαλύτερη διεθνοπολιτική ώθηση στη Μόσχα. Και αν η Ρωσία ακολουθήσει μια μακρόχρονη ανάπτυξη βομβαρδιστικών με πρόσθετες δυνάμεις, η μικρή αρχική ανάπτυξη δυνάμεων θα μπορούσε να διαρρήξει πολύ περισσότερο από το μέγεθός της την στρατηγική γαλήνη των ΗΠΑ, οδηγώντας σε ικανή απορρόφηση των πόρων τους, όταν και εφ’ όσον αντιδράσει η Ουάσινγκτον. Η Ρωσία θα μπορούσε επίσης να επιδιώξει να προξενήσει συγκρίσεις μεταξύ της στρατιωτικής της συγκέντρωσης και των δυνάμεων των ΗΠΑ που βρίσκονται επί του παρόντος κοντά στα ρωσικά σύνορα, στις χώρες της Βαλτικής και της Ανατολικής Ευρώπης.

Μια μακροπρόθεσμη ανάπτυξη είναι επί του παρόντος απλά μια φήμη, οπότε θα είναι σημαντικό να παρακολουθήσουμε την ενδεχόμενη επιβεβαίωσή της από τις ρωσικές αρχές. Επιπλέον, περαιτέρω συναντήσεις μεταξύ Ρώσων, Βενεζουελανών και ακόμη και Κουβανών αξιωματούχων, ή κινήσεις ρωσικών στρατιωτικών μέσων θα μπορούσαν να δώσουν μιαν εικόνα για τα σχέδια της Μόσχας.

Εάν η Ρωσία αποφασίσει να επιδιώξει μια πιο μόνιμη στρατιωτική παρουσία στη Βενεζουέλα, η εγχώρια σταθερότητα της χώρας της Νότιας Αμερικής θα καταστεί ακόμη σημαντικότερη γιά τη Μόσχα. Καθώς η παραγωγή πετρελαίου της Βενεζουέλας συνεχίζει να μειώνεται, η Μόσχα μπορεί να εργαστεί για να υποστηρίξει την κυβέρνηση Μαντούρο, συνεχίζοντας να επενδύει στον ενεργειακό τομέα της Βενεζουέλας ή προσθέτοντας έργα εξόρυξης ορυκτών για να βοηθήσει την αγωνιζόμενη λατινοαμερικανική να διαφοροποιήσει την οικονομία της.

Αλλά ακόμη και με ρωσική υποστήριξη, η Βενεζουέλα θα παραμείνει ασταθής. Η ικανότητα της κυβέρνησης να αποφύγει τις προκλήσεις – ιδιαίτερα από τις στρατιωτικές δυνάμεις των αντιφρονούντων – φαίνεται πως μειώνεται σταθερά. Οι συνεχιζόμενες οικονομικές δυσκολίες εύλογα θα παράσχουν περισσότερα κίνητρα στους πολίτες και στους στρατιωτικούς διοικητές να αμφισβητήσουν τον Μαντούρο και την πολιτική του.

Εάν η Ρωσία τοποθετήσει στρατηγικά βομβαρδιστικά αεροσκάφη στο έδαφος της Βενεζουέλας, τα οποία είναι ικανά να προβούν σε άφεση μιας πυρηνικής βόμβα, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα ανησυχούν πως θα ακολουθήσουν περαιτέρω αναπτύξεις ρωσικών δυνάμεων. Συγκεκριμένα, η Ουάσιγκτον θα παρακολουθήσει την πιθανή τοποθέτηση των πυρηνικών πυραύλων ενδιάμεσης εμβέλειας που απαγορεύει η συνθήκη INF. Επιπλέον, οι φόβοι της Ουάσιγκτον θα μπορούσαν να εξωθήσουν τις Ηνωμένες Πολιτείες να στηρίξουν τα αντιπολιτευτικά κινήματα ή τους «στρατιωτικούς διαφωνούντες» (δηλαδή υποψήφιους πραξικοπηματίες) στη Βενεζουέλα. Καθώς συνεχίζεται ο μεγάλος αγώνας κυριαρχίας και ο σχετική ακατάπαυστη πάλη μεταξύ Ρωσίας και Ηνωμένων Πολιτειών, η Ουάσιγκτον εύλογα θα προσπαθήσει να αποτρέψει την πρόθυμη Βενεζουέλα να γίνει ένα άμεσο γεωστρατηγικό όπλο στο οπλοστάσιο της Μόσχας.

Μια διμερής ομάδα γερουσιαστών των ΗΠΑ εξετάζει μια πιο επιθετική προσέγγιση έναντι της Βενεζουέλας, με ένα νομοσχέδιο που απαιτεί συνεχείς σκληρές διεθνείς καταγγελίες για τα εκεί παραβιαζόμενα ανθρώπινα δικαιώματα, καθώς και ένα σημαντικό ρόλο των Η.Π.Α. στην ανάκαμψη της χώρας όταν απαγκιστρωθεί από τα νύχια των «μπολιβαριστών» κυβερνώντων της.

Βεβαίως, η νομοθεσία θα καθιστούσε σχεδόν αδύνατη την ήδη απίθανη προοπτική διαπραγματεύσεων μεταξύ της κυβέρνησης της Βενεζουέλας και των ΗΠΑ. Αν και η στήριξη φαίνεται να οικοδομείται μεθοδικά στην Ουάσιγκτον για μεγαλύτερη νομοθετική δράση με σκοπό την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης της Βενεζουέλας, η άμεση στρατιωτική επέμβαση των ΗΠΑ παραμένει ένα ενδεχόμενο εξαιρετικά απίθανο.

Ενώ η κυβέρνηση των ΗΠΑ προχωρεί «αφανώς» προς μια πολιτική αλλαγής καθεστώτος στη Βενεζουέλα, οι ενέργειές της μπορεί απλώς να οδηγήσουν σε περαιτέρω παρατεταμένη απόκλιση από την Βενεζουέλα. Στη Γερουσία των ΗΠΑ, οι νομοθέτες εργάζονται σε νομοσχέδιο το οποίο κωδικοποιεί σε μεγάλο βαθμό ένα μέρος της ήδη υπάρχουσας πολιτικής, αλλά το μέτρο αυτό θα μπορούσε επίσης να οδηγήσει τους ηγέτες της Βενεζουέλας στην απώλεια της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας τους, καθώς και σε δίωξη για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Ενώ η έγκριση του νομοσχεδίου αυτού είναι ιδιαιτέρως σημαντική, οι διατάξεις του καθιστούν προφανώς κάθε λύση με διαπραγμάτευση στο πολιτικό αδιέξοδο της Βενεζουέλας, επιεικώς …. εξαιρετικά απίθανη. Η σημερινή κυβέρνηση επ’ ουδενί λόγω θα συμφωνήσει με τις συνομιλίες υπό τις απειλητικές και προσβλητικές συνθήκες του νομοσχεδίου αλλά, αντίθετα, θα αγκιστρωθεί όλο και πιο έντονα κι εκτεταμένα στην εξουσία.

Το νομοσχέδιο, το οποίο «ζυμώνεται» από 11 γερουσιαστές, συμπεριλαμβανομένου του Δημοκρατικού γερουσιαστή Marco Rubio της Φλώριδας και του Δημοκρατικού γερουσιαστή Robert Menendez του Νιου Τζέρσεϋ, (και των δύο φανατικών πολεμίων της νυν Βενεζουέλας), αντικατοπτρίζει την πολιτική πραγματικότητα μεταξύ της Βενεζουέλας και των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών έχουν απομειωθεί στο σημείον όπου, η «κατάργηση» της κυβέρνησης της Βενεζουέλας συζητείται τώρα ανοικτά μεταξύ των πολιτικών της Ουάσινγκτον. Το εν λόγω νομοσχέδιο καλεί τη Βενεζουέλα να διεξαγάγει αξιόπιστες διαπραγματεύσεις για ένα δίκαιο πολιτικό σύστημα και επίσης ελεύθερες εκλογές, δηλαδή είναι η σχηματοποίηση μιας πάγιας πολιτικής των ΗΠΑ από τότε που η κυβέρνηση του προέδρου Μαντούρο το 2016 αρνήθηκε να αναγνωρίσει το εκλεγμένο αντιπολιτευόμενο νομοθετικό σώμα. Το νομοσχέδιο καλεί επίσης τις Ηνωμένες Πολιτείες να έχουν μεγαλύτερη συμμετοχή στην οικονομική ανασυγκρότηση της Βενεζουέλας, από το συντονισμό των πολυμερών δανείων έως τον συντονισμό της ελάφρυνσης του χρέους, μαζί με τους σημαντικούς δανειστές του Καράκας, συμπεριλαμβανομένων και των κινεζικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.

Ωστόσο, το «επιθετικό νομοσχέδιο» αφήνει ελάχιστα περιθώρια για διαπραγματεύσεις μεταξύ της κυβέρνησης Μαντούρο και του Λευκού Οίκου. Η Ουάσιγκτον είχε προσπαθήσει στο παρελθόν να επεξεργαστεί μια πολιτική μετάβαση που θα επέτρεπε στον Μαντούρο να εγκαταλείψει … «χαλαρά» την εξουσία, αλλά αυτές οι συνομιλίες απέτυχαν. Αυτή η αποτυχία οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στο ευρύ δίκτυο συμφερόντων των κυβερνητικών προσωπικοτήτων της Βενεζουέλας που βρισκόταν σε οποιοδήποτε τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Πολλές πολιτικές προσωπικότητες φοβούνται τι θα φέρει μια αλλαγή στην κυβέρνηση – ακόμα και μια προσεκτικά ενορχηστρωμένη αλλαγή. Πολλοί αξιωματούχοι είναι ύποπτοι για διακίνηση ναρκωτικών, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και άλλα σοβαρά εγκλήματα, τα οποία θα μπορούσαν να τα πληρώσουν σε κάποια φυλακή των ΗΠΑ ή έστω της Βενεζουέλας. Ενώ άλλοι πιθανώς φοβούνται ότι θα θεωρηθούν υπεύθυνοι για την οικονομική κατάρρευση και την κλιμακούμενη ανθρωπιστική κρίση που στραγγαλίζει την χώρα.

Το νομοσχέδιο, σε συνδυασμό με την κλιμακούμενη «μαχητική» αυξανόμενη ρητορική από ολόκληρη την αμερικανική κυβέρνηση, είναι ένα σαφές σημείο ότι η αντίληψη των ΗΠΑ για τη Βενεζουέλα εξελίσσεται αρνητικά και ότι η χώρα αυτή αυξάνεται στη σημασία του ραντάρ της Ουάσινγκτον. Αυτή η αλλαγή οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι η κρίση έχει επιδεινωθεί και ήδη έχει επεκταθεί πέρα ​​από τα σύνορα της Βενεζουέλας τα τελευταία τρία χρόνια. Δεκάδες χιλιάδες φεύγουν κάθε μήνα σε γειτονικές χώρες, αναζητώντας (πρόσκαιρη έστω) ανακούφιση από τον υπερπληθωρισμό και την ταχεία επιδείνωση της ποιότητας ζωής τους. Το Περού, ο Εκουαδόρ (Ισημερινός) και η Κολομβία προέβησαν σε όλα τα αυστηρότερα μέτρα για τον περιορισμό της ροής των μεταναστών, αλλά δεν έχουν τη δυνατότητα να επιβάλουν σοβαρά και έμπρακτα τα γεωγραφικά σύνορά τους ως «αδιάβατες γραμμές». Η απαίτηση για κατάλληλα διαβατήρια ή η αύξηση της ασφάλειας των συνόρων είναι στην καλύτερη περίπτωση απλώς «μερικές» και όχι καθολικές λύσεις.

Εντός της Βενεζουέλας, η προϊούσα κατάπτωση παρατηρείται στην αύξηση του υποσιτισμού, της έλλειψης ακόμη και βασικών φαρμάκων, αλλά και στην αύξηση των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αυτές οι επιδεινούμενες συνθήκες εγείρουν πελώριες ανησυχίες μεταξύ των περιφερειακών φορέων όπως ο «Οργανισμός Αμερικανικών Κρατών», καθώς επίσης και γειτονικές κυβερνήσεις, όπως η Κολομβία υπό τον Πρόεδρο Ιβάν Ντούκουε Μάρκεζ, τάσσονται εναντίον της συνεχίσεως της προεδρικής θητείας του Μαντούρο -.

Αλλά καθώς η Βενεζουέλα, ως κρατική υφή και λειτουργία, διαρκώς επιδεινώνεται, οι πρακτικές λύσεις για τις Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν ασαφείς. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ, οι αμερικανικές επιχειρήσεις και άλλοι «αφανείς», έχουν ισχυρά συμφέροντα στη Βενεζουέλα, αλλά η συγκέντρωση αυτών των συμφερόντων σε μια ενιαία και συνεκτική πολιτική για την άμεση αντιμετώπιση της κατάστασης αποδείχθηκε εξαιρετικά δύσκολη. Ορισμένες ομοσπονδιακές υπηρεσίες, όπως το «Υπουργείον Εσωτερικής Ασφαλείας» και το «Υπουργείον Οικονομικών», έχουν σοβαρές ανησυχίες σχετικά με την ασφάλεια στη Βενεζουέλα. Οι Αμερικανοί παραγωγοί επεξεργασίας πετρελαιοειδών της Ακτής του Κόλπου – οι οποίοι εισάγουν περίπου 575.000 βαρέλια αργού πετρελαίου της Βενεζουέλας ημερησίως και εξάγουν ελαφρύ αργό πετρέλαιο και καύσιμα στη Βενεζουέλα – σίγουρα ενδιαφέρονται για τη μείωση της παραγωγής πετρελαίου της χώρας και βεβαίως για τα «τρελά» οικονομικά της δρώμενα. Και οι οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και μια βιομηχανία λομπιστικών ομάδων συμφερόντων στην Ουάσιγκτον παρακολουθούν στενά την ανοικτή διολίσθηση της Βενεζουέλας στη δικτατορία. Όλες αυτές οι ανησυχίες και τα συμφέροντα προφανώς συνεχίζουν να τραβούν την προσοχή του Λευκού Οίκου στη Βενεζουέλα, αλλά «προς ώρας» είναι μάλλον απίθανο (όχι αδύνατο) οι Ηνωμένες Πολιτείες να υπερβούν τη νομοθεσία ή τις πρόσθετες εκτελεστικές κυρώσεις κατά του Καράκας.

Ενώ η συνεχιζομένη οικονομική καταστροφή στη Βενεζουέλα αφορά τις Ηνωμένες Πολιτείες για πολλούς λόγους, η χώρα δεν έχει άλλη στρατηγική σημασία για την Ουάσινγκτον. Κανένας από τους λόγους για τους οποίους ενέχει σημασία για τις διάφορες ομοσπονδιακές υπηρεσίες και για τα ιδιωτικά συμφέροντα δεν απαιτεί την άμεση δυναμική επέμβαση των ΗΠΑ. Στην πραγματικότητα, η αμερικανική στρατιωτική παρέμβαση είναι πρακτικά απίθανη, εκτός από ορισμένες … ιδιαίτερες περιπτώσεις. Για παράδειγμα, αν μια απόπειρα πραξικοπήματος οδηγούσε επαναστατικές στρατιωτικές δυνάμεις να εξουσιάσουν μεγάλες λωρίδες της χώρας έστω και δίχως να ανατρέψουν την κυβέρνηση, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να … «αναγκαστούν να αποφασίσουν» αν θα στηρίξουν τους αντάρτες ή … όχι!.

Σε αυτήν την κατάσταση, η αδράνεια αναλαμβάνει τον κυρίαρχο ρόλο. Τα μόνα γεγονότα που ενδέχεται να σπάσουν το εν λόγω αδιέξοδο είναι ένα επιτυχημένο πραξικόπημα ή κάποια διαίρεση στον κυβερνώντα συνασπισμό. Το πρώτο θα πραγματοποιηθεί πιθανώς από στρατιωτικές μονάδες που προσπαθούν να σταματήσουν την ολίσθηση σε οικονομικές δυσκολίες και αυτό θα μπορούσε να συμβεί εάν οι αξιωματούχοι του κυβερνώντος κόμματος αισθάνονται ότι είναι καλύτερο να μείνουν προσκολλημένοι στον Μαντούρο παρά να προβούν σε αντιμετώπιση των κινδύνων κάποιας ανατροπής ή ξένης παρέμβασης. Οι διαπραγματεύσεις που συνεπάγονται αμνηστία ή ασφαλή μετάβαση σε τρίτη χώρα θα ήταν πιθανές μόνον «κάτω από το τραπέζι εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες εγκρίνουν ¨μια νομοθεσία που ενθαρρύνει τις διώξεις ή την έντονη εμπλοκή των ΗΠΑ στις οικονομικές υποθέσεις της Βενεζουέλας. Συνεπώς σε αυτό το στάδιο, φαίνεται ότι η Ουάσινγκτον ωθεί τη σχέση ΗΠΑ-Βενεζουέλας, τουλάχιστον προς μια παρατεταμένη αποστασιοποίηση.

Α. Κωνσταντίνου

Διαβάστε περισσότερα: http://www.xryshaygh.com/enimerosi/view/rwsika-bombardistika-kai…-ekrhktikes-epiptwseis-sthn-benezouela#ixzz5ZwfZ7dmq

Exit mobile version