Η δήλωση «απόσυρσης απαιτήσεων» (waiver) εκ μέρους των ΗΠΑ, η οποία τελικώς επιτρέπει στην Ινδία του Προέδρου Μόντι να εισάγει πετρέλαιο από το Ιράν δεν επιλύει το δίλημμα του Νέου Δελχί σχετικώς με την βαθυτέρα σχέση του προς την Τεχεράνη της Ισλαμικής Δημοκρατίας, σχέση η οποία αντιμετωπίζει έντονη και ακατάπαυστη πίεση από την Ουάσινγκτον, πρωτεύουσα των ΗΠΑ, του κατά τους Πέρσες «μεγάλου Σατανά» (Shaytan Bozorg) .
Η Ινδία εξακολουθεί να διαπιστώνει ποικίλα ουσιώδη άμεσα και μεσομακροπρόθεσμα πλεονεκτήματα στη συνεργασία της με το Ιράν για την ενέργεια και για την περιφερειακή ασφάλεια, αλλά ο ανταγωνισμός των μεγάλων δυνάμεων αποτελεί μιαν επιπρόσθετη περιπλοκή στην πορεία των σχέσεών της με την Τεχεράνη.
Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες ανανεώσουν τις «σκληρότερες» και εμμονικές απαιτήσεις τους για το πετρελαϊκό εμπόριο του Ιράν, η Ινδία μπορεί περαιτέρω να περικόψει αυτές τις εισαγωγές, προσφέροντας παράλληλα νέες μεγαλύτερες παραχωρήσεις στην Ουάσινγκτον σε άλλους τομείς. Αλλά το Νέο Δελχί δεν σκοπεύει να ζητήσει από τις κρατικές ενεργειακές εταιρείες του να εξαλείψουν οριστικά τις εισαγωγές πετρελαίου από το Ιράν.
Στο επερχόμενο 2019 η Ινδία θα αντιμετωπίσει κάποιες δύσκολες επιλογές σχετικώς με τους δεσμούς της με το Ιράν. Το πετρέλαιο είναι προφανώς ένα στοιχείο ζωτικής σημασίας για την σχέση τους, οπότε ευλόγως οι Ηνωμένες Πολιτείες στοχεύουν τις εξαγωγές αργού πετρελαίου του Ιράν με κυρώσεις. Παρά το ότι η Ουάσιγκτον έχει εκδώσει γιά οκτώ χώρες, (συμπεριλαμβανομένης της Ινδίας), μια παραίτηση από αυτές τις κυρώσεις της, αυτή η διπλωματική αναβολή διαρκεί μόνον μέχρι τον ερχόμενο Μάρτιο. Και ενώ το Νέο Δελχί εκτιμά δεόντως τους αυξανομένους δεσμούς του με τις Ηνωμένες Πολιτείες, επ’ ουδενί λόγω θέλει να φαίνεται ότι είναι «υποτακτικό» σε οποιανδήποτε μεγάλη δύναμη. Το ερώτημα είναι το εξής: Πόσο μακριά θα φθάσει το Νέο Δελχί στην προσπάθειά του για αντιμετώπιση της πιέσεως των ΗΠΑ, υπό το πρίσμα των δικών του εθνικών συμφερόντων στην μείζονα περιοχή, αλλά επίσης και σε πλανητική κλίμακα;
Προδήλως το πετρέλαιο επιδρά άμεσα στις «Αγορές» και επάγει «αμοιβαία ενδιαφέροντα» : Με 1,3 δισεκατομμύρια καταναλωτές, η Ινδία αντιπροσωπεύει μια τεράστια αγορά για τους εξαγωγείς υδρογονανθράκων εκ των χωρών του εγγύς ευρισκομένου Περσικού Κόλπου. Οι ινδικές εισαγωγές πετρελαίου αυξάνονται ετησίως κατά 5% (!), αυξάνοντας το τεράστιο εμπορικό φορτίο της, μάλιστα δε η ζήτηση αυτή δεν αναμένεται να εξαντληθεί σύντομα. Για να εξασφαλίσει την ενεργειακή της ασφάλεια, η Ινδία έχει πάντοτε ως στόχο της να διαφοροποιήσει την ομάδα προς αυτήν εισαγωγέων αγαθών, μεταξύ των κρατών του «Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου»», του Ιράκ και του Ιράν. Αλλά με το Ιράν, η Ινδία έχει ευνοϊκούς όρους πίστωσης, ασφάλισης και ναυτιλίας. Αυτά είναι καταφανώς πολύτιμα κίνητρα για μια χώρα όπου οι εισαγωγές αποτελούν περίπου το 83% της κατανάλωσης του πετρελαίου. Επιπλέον, οι ινδικοί όμιλοι, όπως η «Reliance Industries», με τις πολύ μεγάλες ικανότητες πετρελαϊκής διυλίσεως, έχουν πραγματοποιήσει σπουδαίες επικερδείς επιχειρηματικές δράσεις με τις εξαγωγές των πετρελαιοειδών προϊόντων στο Ιράν.
Όμως τα συμφέροντα Ινδίας-Ιράν υπερβαίνουν την ενεργειακή ασφάλεια. Και οι δύο χώρες συνορεύουν με το Πακιστάν, το οποίον η Ινδία θεωρεί ως απειλή για την ασφάλειά της, με τις μεγαλύτερες δυνατότητες διεξαγωγής σοβαρών συγκρούσεων. Ακολουθώντας τις ιδέες του αρχαίου Ινδού γεωπολιτικού Τσανακύα (γκουρού, φιλοσόφου, οικονομολόγου, δικαστή και βασιλικού συμβούλου του 4ου π. Χ. αιώνος, συγγραφέως του εξαιρετικού πονήματος «Αρθασάστρα» – «Πολιτική πραγματεία») το Νέο Δελχί βλέπει τον «γείτονα ενός ανταγωνιστή του ως δυνητικό εταίρο». Βοήθησε μάλιστα – μέχρι πρόσφατα – ακριβοδίκαια το Ιράν να έχει και να υποστηρίζει με το Πακιστάν τις δικές τους διαφορές ριζωμένες στις θρησκευτικές μουσουλμανικές συλλήψεις, διαφοροποιήσεις και εντάσεις. Έτσι, το Νέο Δελχί έχει επί μακρόν προσπαθήσει για ένα Ιράν φιλικό προς την Ινδία που θα μπορούσε να σταθεί ως αντιστάθμιση έναντι του Πακιστάν. Αλλά και το Ιράν έχει δει τον δεδηλωμένο στόχο της Ινδίας για μια «Πολυπολική Παγκόσμια Τάξη», ως στόχο απολύτως ευθυγραμμισμένον με τα συμφέροντά του στην εξασθένιση της παγκόσμιας κυριαρχίας της Αμερικής.
Οι δύο χώρες έχουν ανεύρει ιστορικά την ισχυρότερη στρατηγική τους σύγκλιση στο Αφγανιστάν. Η κυβέρνηση των Ταλιμπάν ήταν απαράδεκτα εχθρική προς το Νέο Δελχί και φέρεται ότι διεδραμάτισε υποστηρικτικό ρόλο στη αεροπειρατεία εναντίον ενός ινδικού αεροσκάφους των Ινδικών Αερογραμμών (Indian Airlines – Πτήση 814, IC 814) το 1999. Η Ινδία δεσμεύθηκε να αποτρέψει την επιστροφή τους στην εξουσία πάσει δυνάμει. Κατά το παρελθόν, το Ιράν είδε επίσης εγκαίρως την απειλή του ταλιμπανικού Αφγανιστάν και οι δυό τους έφθασαν σχεδόν στον πόλεμο το 1998. Τόσον η Ινδία, όσον και το Ιράν υποστήριξαν σθεναρά την «Βόρεια Συμμαχία» πολύ καιρό πριν οι Ηνωμένες Πολιτείες συνειδητοποιήσουν το φρικώδες μέγεθος της τρομοκρατικής ταλιμπανικής απειλής και απομακρύνουν εν τέλει την κυβέρνηση των Ταλιμπάν μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου.
Σε έναν άλλο βασικό τομέα συνεργασίας, το Νέο Δελχί και η Τεχεράνη αναπτύσσουν συνεργικά το ιρανικό λιμάνι Τσαμπαχάρ. Το Πακιστάν αποκόπτει την Ινδία από τις χερσαίες διαδρομές στα δυτικά της και η ανάπτυξη του Τσαμπαχάρ θα βοηθήσει να σπάσει οριστικά αυτή η γεωστρατηγική και γεωοικονομική απομόνωση. Η επέκτασή της σύνδεσης αυτής θα επιτρέψει την συγκρότηση ενός βορειοανατολικού «διαδρόμου» για μεγαλύτερο εμπόριο με την Κεντρική Ασία, αλλά και θα παράσχει στην Ινδία συνδέσεις με το στρατηγικό έδαφος του Αφγανιστάν. Η Ινδία έχει υποσχεθεί 500 εκατομμύρια δολάρια για την επέκταση τριών θέσεων αγκυροβολίας – ελλιμενισμού στο λιμάνι αυτό, καθώς και την κατασκευή σιδηροδρομικής γραμμής που θα το συνδέει με την συνοριακή πόλη Ζαχεντάν, την πύλη προς το Αφγανιστάν. Αναγνωρίζοντας τον εποικοδομητικό ρόλο της Ινδίας στο Αφγανιστάν, η Ουάσινγκτον συμπεριέλαβε το Τσαμπαχάρ στην απαλλαγή απαγορεύσεων της προς το Ιράν.
Ωστόσον, το Νέο Δελχί και η Τεχεράνη είχαν τις διαφορές τους. Η Ινδία έχει υποστηρίξει σταθερά την διεθνή κοινότητα στην προσπάθεια για ένα μη – πυρηνικό Ιράν. Το 2005 ψήφισε με τις Ηνωμένες Πολιτείες σχετικά με το κρίσιμο ψήφισμα του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας που παραπέμπει το Ιράν στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Το ψήφισμα άνοιξε τον δρόμο για πολυμερείς κυρώσεις και τελικά οδήγησε στο«Μεικτό Συνοπτικό Σχέδιο Δράσεως» / «Joint Comprehensive Plan of Action» – JCPOA, κοινώς γνωστό ως «Πυρηνική συμφωνία του Ιράν». Η Τεχεράνη κατέθεσε έντονη διαμαρτυρία ενάντια στο Νέο Δελχί για αυτήν την ψηφοφορία και ως αντίποινα ακύρωσε μιαν αντιπαροχή φυσικού αερίου με την Ινδία.
Στο Κασμίρ, το Ιράν έδωσε περιστασιακά διπλωματική υποστήριξη στους αντιφρονούντες που αγωνίζονται κατά του ελέγχου της Ινδίας. Μάλιστα υποστηρίχθηκε ότι, χρηματοδότησε συνασπισμό κατά του Νέου Δελχί κατά την διάρκεια των αμφιλεγόμενων εκλογών του 1987 στην κοιλάδα του Κασμίρ, ενώ και ο Ιρανός «Ανώτατος ηγέτης» επέκρινε σιωπηρά τις εκεί ινδικές ενέργειες. Οι προηγούμενες αυξομειούμενες σχέσεις των δύο χωρών εξανεμίστηκαν επίσης και από την ινδική εκτόξευση το 2008 του ισραηλινού κατασκοπευτικού δορυφόρου που σκοπεύει στην Τεχεράνη και ανταποδίδει την υποτιθέμενη συμμετοχή του Ιράν σε τρομοκρατική επίθεση του 2012 σε Ισραηλινούς διπλωμάτες στο Νέο Δελχί.
Οι διαφωνίες των δύο χωρών επεκτάθηκαν επίσης και στο εμπόριο της ενεργείας. Η συμφωνία στο πεδίο του φυσικού αερίου, το οποίον ανεκάλυψε η κρατική εταιρεία ενέργειας της Ινδίας (με την επωνυμία «Συνεταιρισμός Πετρελαίου και Φυσικού Αερίου» – «Oil and Natural Gas Corporation» ONGC), «έσπασε» το 2010. Και οι συνομιλίες μεταξύ των δύο χωρών για την κατασκευή ενός μεγάλου αγωγού φυσικού αερίου δεν έχουν αναζωογονηθεί πάλι μετά την κατάρρευσή τους το 2008. Το Ιράν και η Ινδία βλέπουν ο ένας τον άλλο ως σκληροί διαπραγματευτές, που δεν είναι πάντα εύκολο να ευχαριστηθούν αμφότεροι.
Αλλά αυτές οι διαφορές έως τώρα δεν έχουν οδηγήσει σε κάποια σοβαρή και παγία επίπτωση. Η Τεχεράνη έχει αντισταθμίσει μετέπειτα την περιστασιακή ανάμιξή της στο Κασμίρ, συμπαρατασσόμενη με το Νέο Δελχί εναντίον του Ισλαμαμπάντ. Και το Ιράν δεν αντιμετωπίζει την δορυφορική σύμπραξη Ινδίας-Ισραήλ ως ένα διαρκώς σημαντικό ζήτημα, ενώ η Ινδία έχει παραμείνει παντελώς ουδέτερη στην αντιπαλότητα της Σαουδικής Αραβίας με το Ιράν. Επιπλέον, οι εν προκειμένω έντονες διαφωνίες σχετικά με τις επιχειρηματικές συμφωνίες δεν είναι βεβαίως ανήκουστες στις διεθνείς υποθέσεις, ακόμη και μεταξύ δοκιμασμένων ισχυρών συμμάχων. Σε γενικές γραμμές, η Ινδία και το Ιράν βλέπουν ο ένας τον άλλον με ρεαλιστικούς όρους. Αν αφήνονταν ανεπηρέαστοι να επιλέξουν για τους εαυτούς τους, θα ήταν πολύ πιο πιθανό να επιλέξουν την συνεργασία από τον ανταγωνισμό.
Οι αναμίξεις και οι περιπλοκές των Μεγάλων Δυνάμεων επιδρούν ούτως ή άλλως: Βραχυπρόθεσμα, το Νέο Δελχί ανησυχεί ιδιαίτερα για την κλιμάκωση της αντιπαραθέσεως ΗΠΑ-Ιράν. Οι συνεχιζόμενες περιφερειακές εντάσεις και η αστάθεια της αγοράς ενεργείας παρουσιάζονται ως οι πλέον πιθανοί κίνδυνοι, θα μπορούσαν δε να επηρεάσουν τις γενικές εκλογές κατά το πρώτο εξάμηνο του 2019, οι οποίες αναμένεται να είναι ιδιαιτέρως ανταγωνιστικές. Μια στρατιωτική σύγκρουση στον Κόλπο είναι επίσης εύλογη, γεγονός που θα μπορούσε να εξαλείψει τις αποστολές πετρελαίου και φυσικού αερίου στην Ινδία, καθώς οι διαδρομές τους διέρχονται από το Στενό του Ορμούζ, πιθανότατο πεδίο μάχης. Η σύγκρουση θα μπορούσε επίσης να θέσει σε κίνδυνο τη ζωή περισσότερων από 7 εκατομμύρια εκπατρισμένων στην μείζονα περιοχή Ινδών, οι οποίοι επίσης αποδίδουν στην πατρίδα Ινδία πολύτιμα εμβάσματα.
Μακροπρόθεσμα, ο ανταγωνισμός των Μεγάλων Δυνάμεων θα μπορούσε να αμφισβητήσει διαρρηκτικά την σχέση Ινδίας-Ιράν με νέους και πιθανώς αμετάκλητους τρόπους. Η αποχώρηση των ΗΠΑ από το «Μεικτό Συνοπτικό Σχέδιο Δράσεως», την «Πυρηνική Συμφωνία του Ιράν», συμβάλλει στην εξώθηση του Ιράν πλησιέστερα στην Κίνα και ειδικότερα στην Ρωσία. Η Μόσχα είναι ήδη ο τιτάνιος εγγυητής της κυβέρνησης του λαοφιλούς Προέδρου Άσαντ στην Συρία, από καιρό επίσης συνδεδεμένου στενότατα με το Ιράν. Εκτιμάται ότι και το Κρεμλίνο θα μπορούσε να εμβαθύνει τον ρόλο του στο Ιράν, εάν η αντιπαράθεση μεταξύ Τεχεράνης και Ουάσιγκτον κλιμακωθεί περαιτέρω.
Το μερίδιο επιρροής της Κίνας στο Ιράν είναι πιο περίπλοκο, αλλά η Τεχεράνη εξακολουθεί να αποτελεί μια εξόχως βασική συνιστώσα της στρατηγικής για την «Πρωτοβουλία Ζώνης και Οδού» ή «Οικονομική Ζώνη του Δρόμου του Μεταξιού και ο Θαλάσσιος Δρόμος του Μεταξιού στον 21ον αιώνα»(«Belt and Road Initiative» ή «Silk Road Economic Belt and the 21st-century Maritime Silk Road») του Πεκίνου.
Ο ανταγωνισμός των Μεγάλων Δυνάμεων έχει επίσης ρίξει την μακρά σκιά του επάνω στην εξελισσόμενη σύγκρουση στο Αφγανιστάν. Οι Ταλιμπάν, τους οποίους επί μακρόν υποστήριζαν κρυφά οι πακιστανικές υπηρεσίες ασφαλείας, έχουν τώρα το «επάνω χέρι» στον χρονικά μακρύτερο πόλεμο της Αμερικής. Οποιοσδήποτε διακανονισμός με διαπραγμάτευση είναι πιθανόν να νομιμοποιήσει την εξουσία των Ταλιμπάν σε μεγάλα μέρη της χώρας. Κατά ειρωνικό τρόπο, το Ιράν παραδοσιακά αντι-Ταλιμπάν, μαζί με τη Ρωσία, έχει καταστεί υποστηρικτής του μαχητικού σουνιτικού κινήματος. Σε γενικές γραμμές, η Ρωσία, η Κίνα και το Πακιστάν έχουν βάσιμους ουσιώδεις λόγους να προσελκύσουν ακόμη περισσότερο το Ιράν, αφήνοντας την Ινδία σε μία σαφώς μειονεκτική θέση, να κατατρίβεται με το Αφγανιστάν.
Προσθέτοντας κόστη και οφέλη, μπορεί να ειπωθεί ότι έστω και αν η Ινδία μπορεί να ανακουφιστεί από τις εφαρμοζόμενες κυρώσεις των ΗΠΑ για το πετρέλαιο, είναι μόνο θέμα χρόνου μέχρις ότου η Ουάσιγκτον τις επαναλάβει. Η «δήλωση παραίτησης εφαρμογής κυρώσεων» επιτρέπει στην Ινδία να εισάγει μέχρι και 305.000 βαρέλια πετρελαίου ημερησίως – κάτω από 30% από εκείνα του οικονομικού έτους 2017-18 και 45% του οικονομικού έτους 2016-17. Όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες ασκούσαν τέτοια πίεση κατά την διάρκεια της προεδρίας του Μπαράκ Ομπάμα, η Ινδία είχε τον χρόνο να μειώσει σταδιακά τις εισαγωγές και η περικοπή δεν ξεπέρασε ποτέ το 50%. Επιπλέον, οι κυρώσεις πριν από την «JCPOA» εναντίον του Ιράν ήταν πολυμερείς, με την ισχύ του διεθνούς δικαίου πίσω από αυτές, καθιστώντας πολύ πιο εύκολο στο Νέο Δελχί να συμμορφωθεί.
Ωστόσο, οι μονομερείς απαιτήσεις της κυβέρνησης του Τραμπ για μηδενικές εισαγωγές συνεπάγονται σαφώς πολύ μεγαλύτερο κόστος για το Νέο Δελχί. Βραχυπρόθεσμα, μια τέτοια κίνηση θα επιδεινώσει το εμπορικό έλλειμμα της Ινδίας. Και η Ινδία δεν θα καρπωθεί τους εύκολους εμπορικούς όρους που απελάμβανε με την Τεχεράνη (για παράδειγμα ένα «πιστωτικό παράθυρο» 60 ημερών). Επίσης, οι περικοπές αυτού του μεγέθους από το Νέο Δελχί θα τείνουν να ωθήσουν ανοδικώς τις παγκόσμιες τιμές του πετρελαίου, επειδή η Ινδία είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος προορισμός για το ιρανικό πετρέλαιο. Ακόμη και αν οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να απαλλάσσουν το σχέδιο Τσαμπαχάρ από τις κυρώσεις, το Ιράν μπορεί να σταματήσει τη συμμετοχή της Ινδίας, ως αντίποινα για τον τερματισμό των εισαγωγών.
Ωστόσον, η εκστρατεία κατά του Ιράν στην Ουάσινγκτον προσφέρει ορισμένες ευκαιρίες στην Ινδία. Η πίεση των ΗΠΑ – μέχρι ενός σημείου – αυξάνει τη διαπραγματευτική δύναμη του Νέου Δελχί με την Τεχεράνη και όχι μόνον γιά τις συμφωνίες πετρελαίου. Η χρήση των συναλλαγματικών ισοτιμιών του ενός «συνεργάτη» στο διμερές εμπόριο – μια πρακτική που θεσπίστηκε κατά την τελευταία φάση των κυρώσεων, και τώρα αναβίωσε – ωφελεί τους εξαγωγείς γεωργικών προϊόντων της Ινδίας και συμβάλλει στη μείωση του εμπορικού ελλείμματος με το Ιράν. Αλλά, αυτά τα πλεονεκτήματα εξουδετερώνονται σε ακραία σενάρια, όπως εκείνα που επιδιώκει η κυβέρνηση του Τραμπ.
Η εκστρατεία της Ουάσινγκτον έχει επίσης μακροπρόθεσμες στρατηγικές δαπάνες. Η «μη – ευθυγράμμιση» προς τις κοσμοκρατορικές ΗΠΑ μπορεί μεν να είναι πλέον νεκρό «ευχολογιακό γράμμα» στο Νέο Δελχί, αλλά ο διάδοχός της, που ονομάζεται «στρατηγική αυτονομία», παραμένει ζωντανός. Αν μη τι άλλο, έχει βιώσει μιαν αναβίωση των τελευταίων μηνών, όπως αποδεικνύεται από την επαναφορά των σχέσεων Ινδίας-Κίνας και από την αντίσταση της Ινδίας στις κυρώσεις των ΗΠΑ για τις χώρες που συνεργάζονται με τη Ρωσία.
Η Ινδία αξιολογεί και προωθεί την εικόνα της, ιδίως μεταξύ των μεσαίων δυνάμεων, ως ένας φιλόδοξος «ανεξάρτητος παίκτης». Συμφωνώντας να συμμορφωθεί πλήρως με τις μονομερείς απαιτήσεις της Ουάσινγκτον για την απομόνωση της Τεχεράνης, σε αντίθεση με σχεδόν κάθε άλλη μεγάλη δύναμη, συμπεριλαμβανομένης της Ευρώπης, η Ινδία διακινδυνεύει αυτήν την εικόνα. Και αν ενδώσει στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι αντίπαλοι της Ινδίας – η Κίνα και το Πακιστάν – θα αποκτήσουν σαφώς μεγαλύτερη φωνή στην Τεχεράνη. Οι φωνές, τόσον εντός όσο και εκτός της γραφειοκρατίας επιρροής στην εξωτερική πολιτική της Ινδίας, θα αντιταχθούν σε ένα τέτοιο ακραίο βήμα.
Από την άλλη, η ισχυρή σχέση της Ινδίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες, είναι μια βασική πτυχή της «μεγάλης στρατηγικής» της. Οι δεσμοί αυτοί έχουν εμβαθυνθεί ιδιαιτέρως στο σημείο όπου η Ουάσινγκτον είναι πλέον ο περισσότερον εκτιμώμενος στρατηγικός εταίρος του Νέου Δελχί. Η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Ναρέντρα Μόντι είναι ίσως η πλέον φιλο – αμερικανική στην ιστορία της Ινδίας. Υπέγραψε ένα εκτεταμένο σύνολο συμφωνιών για την διαλειτουργικότητα – διεπιχειρησιακότητα στον τομέα της άμυνας κατά το 2018 και ο μη προσδιορισμένος στόχος τους ήταν η Κίνα. Η Ινδία θα είναι όντως εξαιρετικά απρόθυμη να διακινδυνεύσει αυτήν την «χιλιάκριβη» σχέση, ειδικά με μιαν απρόβλεπτη μορφή στον Λευκό Οίκο όπως ο Τραμπ.
Παγιδευμένη ανάμεσα σε δύο μυλόπετρες, η Ινδία μοιραία θα ενδώσει σε κάποιαν από τις απαιτήσεις της Ουάσινγκτον. Για να αποφευχθεί η ανοιχτή αντιπαράθεση με την κυβέρνηση Τραμπ, το Νέο Δελχί θα καταβάλει συντονισμένη προσπάθεια για την επέκταση της «παραίτησης των ΗΠΑ από τις κυρώσεις», προσφέροντας παραχωρήσεις σε άλλους τομείς. Αυτές οι προτάσεις θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν μεγαλύτερες εισαγωγές ενέργειας από την Η.Π.Α., αντικείμενα άμυνας και άλλα προϊόντα. Σημειωτέον ότι εισαγωγές πετρελαίου από την Ουάσιγκτον έχουν αυξηθεί ήδη.
Αλλά το Νέο Δελχί δεν θα ζητήσει από τις κρατικές του εταιρείες ενέργειας να εξαλείψουν τις εισαγωγές πετρελαίου από το Ιράν. Θα τις καλύψει από τις κυρώσεις των ΗΠΑ χρησιμοποιώντας πληρωμές σε ρουπίες και εναλλακτικά μέσα ναυτιλίας και ασφάλισης. Τώρα δε, που έχει πράσινο φως από την Ουάσινγκτον θα προχωρήσει ταχέως επίσης με το έργο του Τσαμπαχάρ.
Εάν η Ινδία σταθεί τυχερή, οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής θα απομακρυνθούν δίχως παρεμβάσεις στην πολιτική της σχετικά με το εμπόριο ενέργειας με το Ιράν και θα επεκτείνουν την παραίτησή τους από τις κυρώσεις. Αυτό θα επιτρέψει στην Ινδία να παραμείνει σε ένα «ενδιάμεσο έδαφος», όπου μπορεί να ζήσει και να επωφεληθεί. Εάν η Ινδία είναι ατυχής, η αμερικανο-ιρανική απόσταση θα μεγαλώσει και θα σκληρύνει, με τελική της κλιμάκωση μιαν επίθεση στο Ιράν. Η Ινδία θα αντιταχθεί σε οποιαδήποτε τέτοια επίθεση, επειδή θα γίνει μία από τις μεγαλύτερες παράπλευρες απώλειές της. Λαμβάνοντας υπόψη όλες αυτές τις προαναφερθείσες εμπλοκές, τριβές και ενδεχόμενες ρήξεις, πράγματι το 2019 πρόκειται να είναι ένα ακόμη θυελλώδες έτος στην σχέση Ινδίας και Ιράν.
Α. Κωνσταντίνου
Διαβάστε περισσότερα: http://www.xryshaygh.com/enimerosi/view/parembolh-twn-hpa-stis-indoiranikes-scheseis#ixzz5a2gpIJkx