Site icon ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ

Εθνικοί εχθροί στο πέρασμα του χρόνου

Εθνικοί εχθροί στο πέρασμα του χρόνου

Μέρος  B

Πρέπει να μας εντυπωθεί σαφώς κατά νουν ότι, οι ασιατικές στέπες απο την Μαντζουρία έως τον Ουράλη ποταμό, υπήρξαν έκπαλαι το λίκνον ποικίλων νομαδικών λαών [πολύ εντόνου και ταχείας κινητικότητος (λόγω της εφίππου ιδιότητός  τους), καθώς και λίαν αρειμανίου – φιλοπολέμου χαρακτήρος]. Λίκνον – εφαλτήριον,  από του οποίου εξορμούσαν οι πολεμόχαροι νομάδες προκειμένου να εγκαθιδρύσουν τις νομαδικές τους «αυτοκρατορίες» (ενίοτε εξικνούμενοι έως την ουγγρική πεδιάδα) εισβάλλοντες στις πατρίδες πολιτισμένων – μονίμως εγκατεστημένων λαών -οικιστών, όπως η Κίνα, ή οι ελληνορωμαϊκές χώρες και αργότερον οι χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Ο ευρωπαϊκός χώρος υπήρξεν εξ ίσου εκτεθειμένος με τον κινεζικό και τον ιρανικό, στις βαρβαρικές ορδές των εφίππων Ασιανών πολεμιστών της στέπας, επλήρωσεν δε στους εισβολείς εξαιρετικώς μεγάλο τίμημα σε αίμα και σε πολυποίκιλες υλικές καταστροφές, από την αρχαιότητα έως και τον Υστερο Μεσαίωνα.

Σημειωτέον εδώ ότι, ο πρώτος νομαδικός λαός ο οποίος εσχημάτισεν αρκούντως ισχυρά φυλετική ένωση στην Κεντρικήν Ασία, υπήρξεν Ινδοευρωπαϊκός, ήταν η «Μεγάλη Ορδή των Σάκα» (Μα-Σάκα-τα /Ma-Saka-ta), της οποίας την ονομασίαν απέδωσαν οι Έλληνες ως «Μασσαγέται». Αυτοί, πολύ πιθανόν να ήσαν μίξη θρακικών και ιρανικών (ή και κατά τινες πρωτο-μογγολικών ή τουρανικών) λαών.

[Ο Πολωνός ιστορικός και αρχαιολόγος Θαδαίος Σουλιμίρσκι (Tadeusz Sulimirski, 1898 –1983),  εξειδικευμένος στην μελέτη των Σαρματών, σημειώνει ότι οι Σάκες είχαν εισβάλλει σε τμήματα της βορείου Ινδίας. The Sarmatians» Τόμος 73 της σειράς «Ancient peoples and places», Νέα Υόρκη,  1970, εκδόσεις Praeger, σελίδες 113–114). Τα στοιχεία των αρχαίων συγγραφέων και τα αρχαιολογικά υπολείμματα καταδεικνύουν μια μαζική μετανάστευση Σακικών και Μασσαγετικών φύλων από το δέλτα του Ιαξάρτη ποταμού (Συρ Ντάρια) στην Κεντρική Ασία περί  τα μέσα του δευτέρου π. Χ. αιώνος. Μερικά φύλα παρά τον Ιαξάρτη εισέβαλαν επίσης στην Βόρειο Ινδία. Ο διάσημος Ινδός γλωσσολόγος και μελετητής των Ρομά, Γουίρ Ρατζέντρα Ρίσι (Weer Rajendra Rishi, 1917-2002), ανεγνώρισε γλωσσολογικές συγγένειες μεταξύ αριο-ινδικών και  κεντροασιατικών γλωσσών, γράφει δε στο βιβλίον του «Ινδία και Ρωσία : Γλωσσολογική και Πολιτισμική Συγγένεια  («India and Russia: Linguistic and Cultural Affinity», 1982, εκδόσεις Chandigarh) : «… οι Μασσαγέται, ή Maha (μεγάλοι)  Γέται ή Τζατ. Στην γλώσσα παχλεβί η λέξη “Μάσσα” σημαίνει “μέγας”. Επίσης στην Αβέστα (223) η “μάσσα” χρησιμοποιείται υπό την έννοιαν του μεγαλειώδους» 

Η ινδο-αρία καταγωγή των Τζατ έχει υποστηριχθεί από πολλούς ιστορικούς βάσει εθνολογικών, φυσικών ανθρωπολογικών  και γλωσσικών προτύπων. Η αρχική πατρίς των Τζατ είναι βεβαίως συνδεδεμένη με την αρχική κοιτίδα των Αρίων, αφού οι Τζατ είναι βεβαίως ένα φύλο της Αρίας φυλής. Είναι οι πλέον αγνοί Άριοι στην Ινδία και ανήκουν στην πρώτη φυλή Αρίων εισβολέων, την καλουμένη και «Ηλιακή φυλή». Συμφώνως προς το σύστημα της κάστας, οι Τζατ είναι Ξατρίγιας δηλαδή ανήκουν στην  τάξη των πολεμιστών.

Κατά τον Ινδό Καθηγητή γεωγράφο και ιστορικό Μαχεσβάρι Πρασάντ του Ινδουϊστικού Πανεπιστημίου Μπανάρας του Βαρανάσι, οι Τζατ ή Τζιτ ανήκουν στο είδος των Πρωτο-Βεδικών Αρίων. Όντες όμως στην περιφέρεια της χώρας Μαδυαντέσα, στο λίκνο του Βεδικού πολιτισμού, δεν υπέστησαν τον κοινωνικό μετασχηματισμό κατά την εξελικτική γραμμή του συστήματος του χρώματος («varna») – της κάστας και της μοναρχικής πολιτικής οργανώσεως. Η εξουσία της λήψεως αποφάσεων παρέμεινε στους γέροντες και στις οργανώσεις των φατριών.

Οι ανωτέρω αναφορές και παρατηρήσεις χορηγούν ηυξημένη πιστότητα στην πιθανότητα ιστορικής επιρροής των Σακών και Μασσαγετών»Μεγάλων Τζατ» στην Βόρειο Ινδία.

Ο Ζουΐβε Μιρφεντερέσκι (Guive Mirfendereski) διαπρεπής Ιρανός νομικός και ιστορικός, συγγραφεύς του σπουδαίου πονήματος «Μία διπλωματική Ιστορία της Κασπίας Θαλάσσης» και τακτικόν μέλος του εγκρίτου «Κύκλου αρχαίων Ιρανικών Μελετών» («Circle of Ancient Iranian Studies –  CAIS»), γράφει στο άρθρον του «Η Ονοματολογία των Σακών – Μία περσική αποτίμηση» ότι «…οι Μασσαγέτες είναι συνώνυμοι με τους Sakā haumavargā  ή “Σάκες  Αμυργίους”  ή “Σάκες Πότες του Χαόμα” (αβεστική αμβροσία) της νοτιοασιατικής  ιστοριογραφίας.» ]

Οι Μασσαγέτες απετέλουν μίαν ομοσπονδία αρχαίων Αριο-Ιρανικών νομαδικών λαών. Κυρία πηγή γνώσεως για τα έθιμα και την ιστορία τους είναι το έργον του «Πατρός της Ιστορίας» Ηροδότου.

Η πρώτη αναφορά του Ηροδότου στους Μασσαγέτες, γίνεται μετά την περιγραφή της καθυποτάξεως των Βαβυλωνίων στον Κύρο τον Μέγα, στο απόσπασμα των Ιστοριών του, [Κλειώ, 201]: «Αφού υπέταξε και αυτόν τον λαόν ο Κύρος, ηθέλησε να υποτάξει και τους Μασσαγέτες. Λέγουν λοιπόν ότι αυτός ο λαός είναι μεγάλος και πολεμοχαρής κατοικεί δε προς το μέρος της αυγής, εκεί όπου ανατέλλει ο ήλιος, πέραν από τον Αράξη ποταμό και έχει απέναντί του τους Ισσηδόνες. Υπάρχουν μερικοί που λέγουν πως αυτός ο λαός (ημπορεί να) κατάγεται από τους Σκύθες».

Ο Κύρος εξεστράτευσε εναντίον τους και εφονεύθη στην μάχη με τον στρατό των Μασσαγετών, του οποίου ηγείτο η βασίλισσα Τόμυρις, (τον υιόν της οποίας είχαν σκοτώσει σε μάχη οι Πέρσες). Συμφώνως προς τον Ηρόδοτο, ο Κύρος εφονεύθη και η Τόμυρις ανηύρε το πτώμα του, το απεκεφάλισε και στην συνέχεια τον εσταύρωσε. Λέγεται ότι την κεφαλή του Κύρου την έβαλε σε έναν ασκό γεμάτο με ανθρώπινο αίμα λέγουσα : «Αιχμαλώτισες τον υιό μου με δόλο, μου ερήμαξες την ζωή αν και σ’ ενίκησα. Όπως σε απείλησα, θα σε χορτάσω αίμα» Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι οι τραχείς Μασσαγέτες ενεδύοντο όπως οι Σκύθες και ζούσαν κατά τον ίδιο με αυτούς  τρόπο. Πολεμούσαν έφιπποι και πεζή, καθώς ήσαν έμπειροι και στα δύο είδη μάχης. Εκτός από τόξα και ακόντια, στην μάχη είχαν και τις «σαγάρεις», αμφιστόμους πελέκεις σκυθικού τύπου. Χρησιμοποιούσαν τον χαλκό για τις αιχμές των ακοντίων και των βελών, καθώς και για τις σαγάρεις, τον δε  χρυσό για τα κράνη και τις ζώνες τους. Οι θώρακες των αλόγων ήσαν φτιαγμένοι από χαλκό, αλλά οι χαλινοί, τα στόμια και τα στολίσματα από χρυσό. Τα δύο αυτά μέταλλα ήσαν άφθονα στην περιοχή τους, σε αντίθεση με τον σίδηρο και τον άργυρο.

Κάθε άνδρας ενυμφεύετο μία μόνον γυναίκα, ίσχυεν όμως η ερωτική «κοινοκτημοσύνη» των γυναικών. Όταν δηλαδή ένας άνδρας ήθελε μια γυναίκα, εκρέμαγε την φαρέτρα του στην άμαξά της και συνουσιάζετο μαζί της χωρίς φόβον. Οι υπερβολικά γέροντες, υγιείς Μασσαγέτες, εθυσιάζοντο από τους συγγενείς τους, οι οποίοι αφού προσέθεταν και άλλα σφάγια στη θυσία, έβραζαν τα κρέατα και τα έτρωγαν. Αυτός μάλιστα εθεωρείτο ένας ευτυχής θάνατος, εν αντιθέσει προς τον «δυστυχή» θάνατο από κάποια νόσο. Δηλαδή εάν κάποιος απέθαινε από μιαν αρρώστια, δεν ετρώγετο, αλλά εθάπτετο. Η κυρία τροφή των Μασσαγετών ήταν το κρέας από ζώα και ιχθείς, καθώς δεν εκαλλιεργούσαν την γη, ενώ λίαν προσφιλές τους ήταν και το γάλα. Ελάτρευαν μόνον έναν θεό, τον Ήλιο, στον οποίον εσυνήθιζαν να θυσιάζουν ίππους.

Α. Κωνσταντίνου

Διαβάστε περισσότερα: http://www.xryshaygh.com/enimerosi/view/ethnikoi-echthroi-sto-perasma-tou-chronou1#ixzz5bLfwB6Yz

Exit mobile version