Μέρος 4
«Δυστυχώς τα “μολυβένια χρόνια” αντί να αντιμετωπίζονται ως αυτό που είναι, ήτοι Ιστορία, και να μελετώνται μόνον από τους ιστορικούς, αντιμετωπίζονται ως αιώνια επικαιρότητα. Αντί για τους ιστορικούς, εκτιμώνται περισσότερο κακοί δημοσιογράφοι και διχαστικοί πολιτικοί. Κανείς δεν ενδιαφέρεται για την αλήθεια!»
Andrea Saccoman
Καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας Πανεπιστήμιο Μιλάνου – Μπικόκα
Στην δεκαετία του 1970, γεννάται και εξελίσσεται μία κλιμακωτή αφανής και αδίστακτη σύγκρουση μεταξύ του διαβοήτου Χένρι Κίσινγκερ (Henry Kissinger) και του Ιταλού Πρωθυπουργού Άλντο Μόρο (Aldo Moro), για τον ρόλο του ιταλικού κομμουνιστικού κόμματος στην ιταλική κυβέρνηση. Σε εκείνο το σημείο παρεμβαίνουν δραστικά οι «Ερυθρές Ταξιαρχίες» και … εκκαθαρίζουν από το πολιτικό προσκήνιο τον Μόρο, που ακολουθούσε μια μετριοπαθή χριστιανοδημοκρατική πολιτική εθνικής ενότητας και «προσέγγισης» με τους Μπολσεβίκους του Ιταλικού – ΚΚ PCI.
….. Το 1977, η χρονιά έγινε γνωστή ως «P38», από το πιστόλι Walther – P38. Συνέβησαν 42 δολοφονίες και 2.128 πράξεις πολιτικής βίας! Όμως, το χειρότερο δεν είχε έλθει ακόμη : Τον επόμενο χρόνο, οι «Ερυθρές Ταξιαρχίες» εξετέλεσαν τους πέντε σωματοφύλακες του πρωθυπουργού Άλντο Μόρο και απήγαγαν τον ίδιο. Κατόπιν εζήτησαν ως αντάλλαγμα για την απελευθέρωση του πολιτικού την απελευθέρωση όλων των ιδρυτικών μελών των Ερυθρών Ταξιαρχιών. Μετά από 54 ημέρες κράτησης, ο Μόρο δολοφονήθηκε μέσα ή στην Ρώμη, στις 9 Μαΐου 1978. Το πτώμα του βρέθηκε αργότερα την ίδια ημέρα σε ένα σταθμευμένο αυτοκίνητο.
Βρισκόμαστε λοιπόν στην αδίστακτη εποχή των ενόπλων «Αριστερών» τρομοκρατικών οργανώσεων, που με τη δράση τους εξυπηρετούν, (εν γνώσει ή εν αγνοία τους), την πολιτική του NATO, το οποίον είχε αναπτύξει πολλά σχέδια διαχείρισης «Αριστερών» τρομοκρατών προβοκατόρων, όπως θα εξηγήσουμε στη συνέχεια. Πληθώρα τρομοκρατικών ομάδων εκείνης της εποχής, ομάδων που μιλούσαν για τον Μάο, τον Τρότσκι και τον κομμουνισμό, χειραγωγούνταν από μυστικές υπηρεσίες του NATO και όχι μόνον.
Ο Ιταλός δικαστής Ferdinando Imposimato, ο κορυφαίος δικαστικός της μακρόχρονης μάχης της Ιταλίας κατά της τρομοκρατίας, προέβη σε δραματικές αποκαλύψεις στις 17 Ιανουαρίου 1982 στην εφημερίδα της Ρώμης «Il Messaggero», με την ελαφρά ηχώ τους να ακούγεται που στις ΗΠΑ στις εφημερίδες «US Newark Star Ledger», Boston Globe και Washington Post. Ο δικαστής Imposimato εδήλωσε ότι, μια μαζική προσπάθεια αποσταθεροποίησης εναντίον της Ιταλίας έχει εμπλέξει υπηρεσίες πληροφοριών από Παλαιστινίους μη συνδεομένους με την PLO, Ανατολικοευρωπαίους, Λιβύους, Συρίους και Αιγυπτίους κατά του Μουμπάρακ. Ο δικαστής προσέθεσε: «Τουλάχιστον έως το 1978, οι ισραηλινές μυστικές υπηρεσίες είχαν επίσης διεισδύσει στις ιταλικές ανατρεπτικές οργανώσεις και πολλές φορές έθεσαν στη διάθεσή των Ερυθρών Ταξιαρχιών όπλα, κεφάλαια και πληροφορίες». Διεκήρυξε επίσης ότι οι Μυστικές Ιταλικές Υπηρεσίες «δεν μπόρεσαν να αντιληφθούν αυτόν τον τεράστιο κίνδυνο, ενώ οι μόνοι που τον ανεγνώρισαν αμέσως και ακολούθησαν την ανάπτυξή του έξυπνα και προσεκτικά – χωρίς να τον αποτρέψουν, αλλά το εκμεταλλεύτηκαν για δικούς τους σκοπούς – ήταν οι πράκτορες των ισραηλινών μυστικών υπηρεσιών».
Στη γειτονική μας χώρα η δεκαετία του 1970 συνιστά μιαν αδιάκοπα ταραχώδη, αιματηρή αλλά και πολύνεκρη πολιτική περίοδο! Πράγματι ολόκληρη την δεκαετία του 1970 η ιταλική πολιτική ζωή τελούσε σε τρομερό κοινωνικό αναβρασμό, διαρκώς κλιμακούμενο. Οι συνεχείς βίαιες απεργίες, οι τεράστιες πολιτικές συναθροίσεις και πορείες, καθώς και οι μαχητικές διαδηλώσεις ήσαν σύνηθες καθημερινό φαινόμενο, ενώ οι πλατείες και οι δρόμοι των ιταλικών πόλεων είχαν μετατραπεί κυριολεκτικώς σε εμφυλιοπολεμικές «εμπόλεμες ζώνες» εξ αιτίας των συγκρούσεων των διαδηλωτών (κυρίως ακροαριστερών) με την αστυνομία, αλλά και μεταξύ Εθνικιστών και της «Αριστεράντζας» (αυτού του ευρέος εθνοφοβικού εσμού αριστερών κάθε είδους).
Από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 (με την διαβόητη «σφαγή της Piazza Fontana» στο Μιλάνο) μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 1980 (με την «σφαγή στο σιδηροδρομικό σταθμό της Μπολόνια»), η Ιταλία εγνώρισε μια σειρά από τρομοκρατικές επιθέσεις της άκρας αριστεράς, αλλά και επακόλουθα μαχητικά αντίποινα της άκρας δεξιάς, που είχαν ως συνέπεια να χάσουν τη ζωή τους πολυάριθμοι άνθρωποι (μαχητές των πολιτικών παρατάξεων, αστυνομικοί και απλοί πολίτες). Από αρκετούς ιστορικούς θεωρείται ως αρχή αυτής της περιόδου η 1η Μαρτίου του 1968, όταν διαδηλωτές συγκρούστηκαν σφοδρότατα με την αστυνομία στην Ρώμη («Μάχη της Ιουλίας κοιλάδας» «Battaglia di Valle Giulia», στην πλατεία εμπρός στο Εθνικό Ετρουσκικό Μουσείο). Στις 19 Νοεμβρίου 1969, στο Μιλάνο, κατά την διάρκεια μιας διαδήλωσης της «Ένωσης Ιταλών Κομμουνιστών (μαρξιστών- λενινιστών)» («Unione Comunisti Italiani (marxisti-leninisti)») έχασε την ζωή του ο 22χρονος αστυνομικός Antonio Annarumma, που δέχτηκε συντριπτικό πλήγμα στο κρανίο του με έναν σιδεροσωλήνα για σκαλωσιές. Μετά από περίπου ένα μήνα, στις 12 Δεκεμβρίου, στις 4.37’ μ.μ., εξερράγη μία βόμβα στην «Εθνική Αγροτική Τράπεζα» «Banca Nazionale dell’ Agricoltura» στην Πιάτσα Φοντάνα στο Μιλάνο, περίπου 200 μέτρα από τον διάσημο καθεδρικό ναό Ντουόμο, προκαλώντας τον θάνατο 17 ανθρώπων και τον τραυματισμό άλλων 88. Η τρομοκρατική αυτή ενέργεια είναι γνωστή ως «Σφαγή της Πιάτσα Φοντάνα» («Strage di piazza Fontana»). Το ίδιο απόγευμα πυροδοτήθηκαν άλλες τρεις βόμβες (2 στην Ρώμη και 1 στο Μιλάνο), ενώ ευρέθη και άλλη μία που δεν είχε εκραγεί.
Άλλοι μελετητές ανάγουν την αρχή αυτής της ζοφερής περιόδου στην 1η Μαΐου του 1970, όταν ο 33χρονος Εθνικιστής Ούγκο Βεντουρίνι, μέλος του «Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος», δολοφονήθηκε κτυπημένος από μιαν ορδή οπλισμένων αριστεριστών στην πλατεία Βέρντι στην Γένοβα. Ακολούθως, καθ’ όλη την διάρκεια της δεκαετίας του 1970 εκδηλώθηκε σε ολόκληρη την Ιταλία μια αιματηρή σειρά από τρομοκρατικές επιθέσεις. Μερικές χαρακτηριστικές εξ αυτών ήσαν: η έκρηξη βόμβας στον σιδηροδρομικό σταθμό Gioia Tauro (στις 22 Ιουλίου του 1970) που προεκάλεσε τον εκτροχιασμό ενός τρένου κατευθυνομένου από το Παλέρμο στο Τορίνο με αποτέλεσμα τον θάνατο 6 ασχέτων με την πολιτική πάλη ανθρώπων και τον τραυματισμό άλλων 66, η βομβιστική επίθεση στην αστυνομική διεύθυνση του Μιλάνο στις 17 Μαΐου 1973 (Strage della Questura di Milano) η οποία προεκάλεσε τον θάνατο 4 ανθρώπων και τον τραυματισμό 52 άλλων, με δράστη τον αναρχικό (και χαφιέ των αστυνομικών αρχών) Τζιανφράνκο Μπερτόλι, ενώ απηλλάγησαν οι αρχικά κατηγορηθέντες νεοφασίστες «Ordinovisti» Κάρλο Μαρία Μάτζι και Φραντσέσκο Νεάμι.
Η χρονική αυτή περίοδος έχει καταγραφεί στην πολιτική ιστορία της Ιταλίας με την χαρακτηριστική ονομασία «Μολυβένια Χρόνια» («Anni di Piombo»), [όρος που αναδείχθηκε και καθιερώθηκε διεθνώς από την ομώνυμη ταινία (1981) της Γερμανίδας Margarethe Von Trota, αριστερής και μαχητικής φεμινίστριας, η οποία αναφέρεται σε αντίστοιχου τύπου γεγονότα που εβίωσε η τότε Δυτική Γερμανία στην ίδια περίπου περίοδο]. Σύμφωνα με άλλους ιστορικούς και αναλυτές, η περίοδος ονομάσθηκε έτσι λόγω της εκτενούς και ραγδαίας χρήσεως πυροβόλων όπλων, με συνακόλουθο καταιγισμό των μολυβένιων βλημάτων τους. Στην διάρκεια των «μολυβένιων ετών» διενεργήθηκαν δεκάδες βομβιστικές επιθέσεις, εκατοντάδες ένοπλες συγκρούσεις αριστερών με την αστυνομία, προσκοπευμένες δολοφονίες πολιτικών προσώπων, δικαστών, κομματικών στελεχών αλλά και ασχέτων – αθώων πολιτών, που βρήκαν τον θάνατο από τα τυφλά μαζικά βομβιστικά πλήγματα.
Επισημαίνεται πως για τα κτηνώδη αυτά τυφλά πλήγματα κατηγορήθηκαν από το Καθεστώς, δόλια, άδικα και αστήρικτα, αθώα άτομα που απλώς ανήκαν στον ευρύ Εθνικιστικό χώρο! Σήμερα είναι πλέον γνωστό ότι η ευφημιστικά λεγομένη «Στρατηγική της έντασης» («strategia della tensione») ήταν κυριολεκτικά κατευθυνόμενη «άνωθεν και έξωθεν». Σοβαροί και απροκατάληπτοι μελετητές χαρακτηρίζουν την αιματοβαμμένη περίοδο ως «εμφύλιο πόλεμο χαμηλής έντασης». Η συστηματικώς και διαρκώς κλιμακούμενη ένταση που είχε ως στόχο την αποσταθεροποίηση του πολιτικού συστήματος, εκπορεύθηκε από τις ιταλικές αλλά και ξένες μυστικές υπηρεσίες, καθώς και από άλλα σκοτεινά κέντρα.
Έπειτα από κάθε πολύνεκρο βομβιστικό χτύπημα άρχιζε ένα μεθοδικά προσχεδιασμένο λυσσαλέο «κυνήγι μαγισσών» κατά των Ιταλών Εθνικιστών. Πολλοί από αυτούς κυνηγήθηκαν, φυλακίστηκαν, αυτοεξορίστηκαν, εξευτελίσθηκαν και υπήρξαν ολότελα άδικα οι «αποδιοπομπαίοι τράγοι» και τα εξιλαστήρια θύματα ενός ολότελα σάπιου πολιτικού συστήματος.
Επισημαίνεται επίσης ότι, από τις αρχές έως και τα μέσα της δεκαετίας του 1970 το ιταλικό κομμουνιστικό κόμμα (PCI – Partito Comunista Italiano) ήταν πράγματι πανίσχυρο, τόσον υπό τον Luigi Longo (γνωστόν ως «Κόκορα») μέχρι το 1972, όσον και κατόπιν υπό τον «Κόκκινο Μαρκήσιο», τον Enrico Berlinguer – ιδρυτή του «Ευρω-Κομμουνισμού», ευρισκόμενο πανταχού παρόν στο πολιτικό προσκήνιο και στο πολυεπίπεδο παρασκήνιο. Τα ποσοστά που ελάμβαναν οι κομμουνιστές, ήγγισαν στις εκλογές του 1976 το 35%, ενώ σε πολλές περιοχές (κυρίως στην … πλουσιότερη Βόρειο Ιταλία) υπερέβησαν το 50%! Επιπλέον το απαγορευτικό για τους Εθνικιστές σκηνικό, συμπλήρωνε και η λίαν δραστήρια εβραϊκή κοινότης της Βορείου Ιταλίας, (πολλά μέλη της οποίας στελέχωναν ποικίλα κόμματα της αριστεράς), που ήταν πολιτικώς πανίσχυρη και, «κατά τα ειωθότα», παθιασμένα αντιεθνικιστική.
Πλην του μαζικότατου ΚΚΙ υπήρχαν επίσης πολλές και ευρείες «σκληροπυρηνικές» οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς («Lotta Continua» / 1969-1976, «Potere Operaio» / 1967-1973, κ.ά.) με πολυάριθμα στελέχη τους να προβαίνουν πρόθυμα σε έκνομες και εγκληματικές βίαιες ενέργειες και δολοφονίες. Κυρίαρχο σύνθημα στους κύκλους των λογής – λογής ακροαριστερών ήταν το ξεκάθαρο και αδίστακτο : «Uccidere un fascista non e’ reato» («Το να σκοτώνεις έναν φασίστα δεν είναι έγκλημα»)!
Οι Εθνικιστές οι οποίοι δολοφονήθηκαν από αριστερούς τρομοκράτες ήσαν 38 (ο μικρότερος νεκρός ήταν γιός ενός Συναγωνιστή, ο οκτάχρονος Stefano Mattei που κάηκε ζωντανός από τα ερυθρά κτήνη!). Σημειωτέον ότι, περισσότεροι από τους 20 νεκρούς ήσαν νεαροί Εθνικιστές, που δολοφονήθηκαν από τους «καθεστωτικά προστατευόμενους» αριστερούς εγκληματίες στην δεκαετία του 1970. Ανάμεσά τους βρίσκεται κι ο αξέχαστος Έλληνας φοιτητής της Ιατρικής, ο Συναγωνιστής Μίκης Μάντακας.
Επισημαίνεται πως οι άνανδροι δολοφόνοι του -όπως άλλωστε και οι άτιμοι δολοφόνοι των ηρωικών μας συντρόφων Γιώργου Φουντούλη και Μάνου Καπελώνη – παραμένουν ακόμη ασύλληπτοι).
Τώρα πια γνωρίζουμε με αρκετή ακρίβεια τα διεθνή παίγνια που συγκροτούσαν το υπόβαθρο των «μολυβένιων χρόνων» : Μετά από τη λήξη του Δευτέρου Μεγάλου Πολέμου, οι ΗΠΑ και ειδικότερα το NATO οργάνωσαν στη Δυτική Ευρώπη ένα μυστικό και χωρίς επίσημη νομιμοποίηση παρακρατικό, αντικομμουνιστικό δίκτυο «αποσταθεροποιητικής δραστηριότητος» γνωστό με την κωδική ονομασία «Stay Behind» («Μείνε πίσω», δηλαδή οπισθοφυλακή), αλλά και ως οργάνωση «Gladio», από την επωνυμία του ιταλικού βραχίονος αυτού του διεθνούς δικτύου, βραχίονα που απεκαλύφθη πρώτος.
To δίκτυο έδρασε σε διάφορες χώρες-μέλη του NATO και γενικότερα του «Δυτικού Μπλοκ» με διαφορετική ονομασία και μέσω διαφορετικών φορέων στην καθεμιά: ως «Gladio» (Ξίφος) στην Ιταλία, ως «Κόκκινη Προβιά» και ως «Λόχος Ορεινών Καταδρομών» (ΛΟΚ) στην Ελλάδα, ως «Operation Stay Behind» και ως «Auxiliary Units» (Βοηθητικές Μονάδες) στη Μεγάλη Βρετανία, ως «Ο&Ι» στην Ολλανδία, ως «Plan Bleu», ως «La Rose des Vents» και ως «Arc-en-ciel» στη Γαλλία, ως «S.D.R.A.VIII» και ως «S.T.C./Mob.» στο Βέλγιο, ως «ROC» στη Νορβηγία, ως «Nihtila-Haahti plan» στη Φινλανδία, ως «Aria gryning» και ως «Informationsbyran» στη Σουηδία, ως «Absalon» στη Δανία, ως «OWSGV» στην Αυστρία, ως «Project-26» (Σχέδιο-26) στην Ελβετία, ως «Ergenekon» στην Τουρκία και ως «Regional Force Surveillance Units» στην Αυστραλία [βλέπε τα εξής επιστημονικά συγγράμματα: William Colby, «Honorable Men: My Life in the CIA», Εκδόσεις Simon & Schuster, 1978 – Daniele Ganser, «NATO’s Secret Armies: Operation GLADIO and Terrorism in Western Europe», Εκδόσεις Frank Cass, 2005 – H. Gijsels, «Network Gladio», Εκδόσεις Uitgeverij Kritak, 1991 και J. Willems, «Gladio», Εκδόσεις ΕΡΟ, 1991].
Στις 22 Νοεμβρίου 1990, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εξέδωσε ψήφισμα καταδίκης του Gladio. Συγκεκριμένα, κατεδίκασε «την επί 40 χρόνια ύπαρξη μιας μυστικής παράλληλης υπηρεσίας πληροφοριών» και «την οργάνωση ενόπλων επιχειρήσεων σε διάφορες χώρες-μέλη της Κοινότητας», επισημαίνοντας πως η εν λόγω παρακρατική μυστική υπηρεσία «διέφυγε όλων των δημοκρατικών ελέγχων και έχει διοικηθεί από τις μυστικές υπηρεσίες των εμπλεκομένων κρατών σε συνεργασία με το NATO».
To 2005 εκδόθηκε η πρώτη επιστημονική μελέτη για τη Gladio από τον Ελβετό ιστορικό Ντανιέλ Γκάνσερ (Daniele Ganser), ο οποίος, το 2010, ανέλαβε θέση ανωτέρου ερευνητή στο «Κέντρο Μελετών Ασφαλείας» (CSS-Center for Security Studies) στο Ομοσπονδιακό Ινστιτούτο Τεχνολογίας (Federal Institute of Technology) στην Ζυρίχη της Ελβετίας. To προαναφερθέν βιβλίο του Γκάνσερ υπό τον τίτλο «Οι Μυστικοί Στρατοί του NATO: Επιχείρηση Gladio και Τρομοκρατία στη Δυτική Ευρώπη» αποτελεί μιαν επιστημονικά θεμελιωμένη μελέτη του τρόπου λειτουργίας της Gladio.
Η πρώτη αποκάλυψη του δικτύου «Stay Behind» εξεκίνησε από την Ιταλία, όπου λειτουργούσε με την επωνυμία «Gladio». Ο ιταλικός βραχίων του Νατοϊκού παρακρατικού δικτύου «Stay Behind» οργανώθηκε υπό την εποπτεία του Πάολο Ταβιάνι (Paolo Taviani), υπουργού Αμύνης της Ιταλίας από το 1953 έως το 1958. Ωστόσον, η ύπαρξη του δικτύου Gladio ήρθε στη δημοσιότητα πολύ αργότερον, όταν ο τότε Πρωθυπουργός της Ιταλίας, Τζούλιο Αντρεότι (Giulio Andreotti), το ….. απεκάλυψε στην ιταλική Βουλή των Αντιπροσώπων στις 24 Οκτωβρίου 1990, αν και ο … «φασίστας τρομοκράτης» Βιντσέντσο Βιντσιγκουέρα (Vincenzo Vinciguerra) είχε ήδη αποκαλύψει με παρρησία την ύπαρξη της Gladio κατά την διάρκεια της δίκης του το 1984. Ο Αμερικανός Έντουαρντ Σάμιουελ Χέρμαν (Edward Samuel Herman,1925 –2017) – οικονομολόγος, στενός φίλος του πασίγνωστου Noam Chomsky (με τον οποίον συνέγραψαν το «Μοντέλο Προπαγάνδας» μελετώντες την συστημική επίδραση στα ΜΜΕ) και διακεκριμένος αναλυτής σε Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια (University of Pennsylvania)- έχει γράψει, αναλύοντας την απόκρυψη της Δυτικής τρομοκρατίας, ότι «και ο Πρόεδρος της Ιταλίας, Φραντσέσκο Κοσίγκα (Francesco Cossiga) και ο Πρωθυπουργός Τζούλιο Αντρεότι είχαν αναμειχθεί στην οργάνωση Gladio και στη συγκάλυψη» (βλ. Edward Samuel Herman, «Hiding Western Terror», επιθεώρηση «Nation», Ιούνιος1991).
O Χριστιανοδημοκράτης Πρωθυπουργός Τζούλιο Αντρεότι παρεδέχθη δημοσίως την ύπαρξη και την δράση της οργάνωσης Gladio …. επι τέλους στις 24 Οκτωβρίου 1990, είπε δε συγκεκριμένα ότι, ήταν μια «δομή πληροφοριών, ανταπάντησης και διασφάλισης» η οποία «διέθετε κρύπτες όπλων και εφεδρείες αξιωματικών». Επίσης, υπέβαλε έναν κατάλογο 622 πολιτών που, …. «κατά τη γνώμη του» (πολύ έγκριτη!), ήσαν μέλη του Gladio προς την «Επιτροπή Στράτζι» (Commissione Stragi), η οποία ήταν μια κοινοβουλευτική επιτροπή, υπό την προεδρία του γερουσιαστή Τζιοβάνι Πελεγκρίνο (Giovanni Pellegrino), υπεύθυνη για τη διερεύνηση των βομβιστικών ενεργειών που έλαβαν χώρα στην Ιταλία κατά την ταραχώδη περίοδο από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 έως τις αρχές της δεκαετίας του 1980.
Ο Αντρεότι διαβεβαίωσε ότι είχαν εξαρθρωθεί 127 κρύπτες όπλων της Gladio και δήλωσε ότι … «η Gladio δεν είχε ανάμειξη στις βομβιστικές ενέργειες» που έλαβαν χώρα στην Ιταλία από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 έως τις αρχές της δεκαετίας του 1980. Ωστόσο, περαιτέρω στοιχεία που ήρθαν στο φως απέδειξαν ότι άνθρωποι συνδεδεμένοι με την Gladio είχαν ανάμειξη στην βομβιστική επίθεση στην «Πιάτσα Φοντάνα» το 1969, στην βομβιστική επίθεση στο Πετεάνο το 1972 και στην «σφαγή της Μπολόνια» το 1980, στην οποία αξιωματικοί της ιταλικής στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών (SISMI- «Servizio per le Informazioni e la Sicurezza Militare») καταδικάστηκαν για παραπλάνηση της διαδικασίας διερεύνησης της υπόθεσης, μαζί με τον αρχηγό της διαβόητης ιταλικής Τεκτονικής Στοάς «Propaganda Due» (γνωστή απλώς ως Ρ2), Λίτσιο Τζελι (Licio Gelli), o οποίος είχε καταστήσει την Τεκτονική Στοά Ρ2 μιαν ανεξέλεγκτη παρακρατική οργάνωση. Γενικότερα, παρατηρούμε ότι στην διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, πολλά Τεκτονικά τάγματα, καθώς και ψευδο-ιπποτικά «νεοναϊτικά» τάγματα χρησιμοποιήθηκαν ως εργαλεία κοινωνικής χειραγώγησης, εκβιασμών και κατασκοπείας-προπαγάνδας. Ο δε Τζέλι, ταγμένος μασόνος από τα μικράτα του δυσφημίστηκε (…και αυτός) ως «φασίστας»!
Σύμφωνα με τον Αντρεότι, η ιταλική στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών SISMI εντάχθηκε το 1964 στη Συμμαχική Μυστική Επιτροπή («Allied Clandestine Committee»), η οποία είχε ιδρυθεί το 1957 από τις ΗΠΑ, την Γαλλία, το Βέλγιο και την Ελλάδα και η οποία ήταν υπεύθυνη για την διοίκηση της ιταλικής Gladio. Επίσης, ο Αντρεότι εδήλωσε ότι, το 1959, το δίκτυο «Stay Behind» στην Ευρώπη τέθηκε υπό την ευρεία εποπτεία του NATO. Όμως ο κατάλογος μελών της Gladio που έδωσε ο Αντρεότι …. δεν ήταν πλήρης. Για παράδειγμα, δεν περιελάμβανε τον Σαρδηνό απόστρατο αξιωματικό και μυστικό πράκτορα Αντονίνο Αρκόντε (Antonino Arconte), ο οποίος απεκάλυψε κατόπιν ότι η οργάνωση Gladio είχε στενούς δεσμούς και με την ιταλική στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών (την τότε SID) και με την ευρύτερη αντισοβιετική – αντικομμουνιστική στρατηγική του NATO.
Αμερικανικές και Δυτικοευρωπαϊκές μυστικές υπηρεσίες διεγκωνίζοντο με την KGB και τα κομμουνιστικά τσιράκια της για την κυριαρχία του διεθνοπολιτικού παιγνίου ισχύος, αλλά κατά τους «χρησίμους ή εθελοντές ηλιθίους», για την εσωτερική κρίση της «ατλαντικής» Ιταλίας έφταιγαν οι … «κτηνώδεις» κακοί φασίστες εγκληματίες, που προέβησαν σε βίαια αντίποινα για τους αδικοσκοτωμένους ανθρώπους τους και όχι βέβαια οι … δημοκρατικοί ερυθροί δολοφόνοι που «ήρξαντο χειρών αδίκων»
To 2000, μια αναφορά κοινοβουλευτικής επιτροπής του «Gruppo Democratici di Sinistra – Ulivo» (του περιβόητου «Συνασπισμού τις Ελιάς» με Πρόεδρο τον Ρομάνο Πρόντι) κατέληξε στο αποκαλυπτικό συμπέρασμα ότι …. “η «στρατηγική τις έντασης» (δηλαδή η βία μέσω των οργανώσεων τις «Ακροδεξιάς τρομοκρατίας») είχε υποστηριχθεί από τις ΗΠΑ «για να αποκλείσουν το PCI (Κομμουνιστικό Κόμμα Ιταλίας) και σε κάποιον βαθμό και το PSI (Σοσιαλιστικό Κόμμα Ιταλίας) από το να κατακτήσουν την εκτελεστική εξουσία στη χώρα”. Το 2000, σε έκθεσή της, η ιταλική Γερουσία συνεπέρανε ότι «εκείνες οι σφαγές, εκείνες οι βόμβες, εκείνες οι στρατιωτικές ενέργειες είχαν οργανωθεί ή προωθηθεί ή υποστηριχθεί από ανθρώπους που ευρίσκοντο μέσα στους θεσμούς του ιταλικού κράτους και, τις έχει ανακαλυφθεί πιο πρόσφατα, από ανθρώπους συνδεδεμένους με τις μυστικές υπηρεσίες των Ηνωμένων Πολιτειών».
Η γνωστή «αριστερή – φιλελεύθερη» και «πολιτικά ορθή» βρετανική εφημερίδα «The Guardian», στο φύλλο της 24ης Ιουνίου 2000, εδημοσίευσε εκτενές ρεπορτάζ (του Φίλιπ Γουίλαν) για την προαναφερθείσα έκθεση 300 σελίδων τις ιταλικής Γερουσίας, έγραψε δε ειδικότερα τα εξής: «Σύμφωνα με την έκθεση τις ιταλικής Γερουσίας, οι μυστικοί πράκτορες των ΗΠΑ ήταν πληροφορημένοι εκ των προτέρων για διάφορες Δεξιές τρομοκρατικές βομβιστικές ενέργειες, περιλαμβανομένων τις βομβιστικής ενέργειας στην Πιάτσα Φοντάνα στο Μιλάνο τον Δεκέμβριο του 1969 και τις βομβιστικής ενέργειας στην Πιάτσα ντε λα Λότζια στη Μπρέσια πέντε χρόνια αργότερα, αλλά δεν έκαναν τίποτε για να προειδοποιήσουν τις ιταλικές Αρχές, ούτε για να αποτρέψουν τις επιθέσεις από το να συμβούν».
Αλέξανδρος Γέροντας
Διαβάστε περισσότερα: http://www.xryshaygh.com/enimerosi/view/tromokratia-kai-gewpolitikh3#ixzz5dcBwy4Et