Λόγος του και κουβέντα του, αφηγείται η μάνα του, ήταν πάντα η Ελλάδα. Καημός του και πόθος, όνειρο και τραγούδι του, η ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα.
«Να αγωνιζόμαστε πρέπει, μάνα, να αγωνιζόμαστε για την Κύπρο μας »
Ήταν ο υπεύθυνος των μαθητικών ομάδων του Ελληνικού Γυμνασίου Αμμοχώστου στον αγώνα της ΕΟΚΑ. Καθήκοντά του ήταν η οργάνωση των μαθητών του σχολείου του, η γραφή και διδασκαλία τραγουδιών αγωνιστικού περιεχομένου, η διανομή φυλλαδίων, η απόκρυψη και διακίνηση οπλισμού, η μεταφορά της αλληλογραφίας και η οργάνωση μαχητικών μαθητικών διαδηλώσεων. Για τις δραστηριότητές του αυτές είχε επισημανθεί από τους κατακτητές, οι οποίοι και τον κυνηγούσαν.
Στις 6 Φεβρουαρίου 1956 οι μαθητές του Γυμνασίου Αμμοχώστου συγκρούστηκαν με το στρατό και η κυβέρνηση διέταξε το κλείσιμο του Γυμνασίου. Την επομένη, ημέρα Τρίτη 7 Φεβρουαρίου 1956, μεγάλη δύναμη μαθητών του Γυμνασίου και του Εμπορικού Λυκείου Αμμοχώστου συγκεντρώθηκαν στην οδό Ερμού και οργάνωσαν διαδήλωση. Κατά τη διάρκειά της έστησαν οδοφράγματα και λιθοβολούσαν τους Άγγλους στρατιώτες. Εκείνοι χρησιμοποίησαν πραγματικά πυρά εναντίον των διαδηλωτών. Κατά την αποχώρηση, Άγγλος στρατιώτης στόχευσε και πυροβόλησε τον Πετράκη Γιάλλουρο – που ήταν και ο επικεφαλής της διαδήλωσης, άοπλος και μόλις 17 ετών – στο μέρος της καρδιάς. Ο Πετράκης προχώρησε δέκα βήματα περίπου, κραύγασε«Ζήτω η Ένωση» και άφησε τη τελευταία του πνοή. Ήταν ο πρώτος μαθητής που το αίμα του πότισε τη γη της ελληνικής Κύπρου. Η θυσία του θα διδάσκει στις επόμενες γενιές το δρόμο της αρετής και του καθήκοντος για την ελευθερία της πατρίδας.
Παπαβερκίου Γεώργιος
Ο Γεώργιος Παπαβερκίου γεννήθηκε στο χωριό Αρόδες της επαρχίας Πάφου, στις 30 Ιουνίου 1938. Φοίτησε στο δημοτικό σχολείο Άνω Αρόδων και αργότερα στο Γυμνάσιο Πάφου, μέχρι την τρίτη τάξη. Όταν εντάχθηκε στον αγώνα, συνέχισε και τη φοίτησή του στο Κολέγιο Πάφου.
Αρχικά συμμετείχε στις διαδηλώσεις και στη διανομή φυλλαδίων, ως ένα από τα μαχητικότερα στοιχεία των μαθητικών ομάδων. Αργότερα κατατάχθηκε στις ομάδες κρούσεως Κτήματος και πήρε μέρος σε εκτελέσεις και στη ρίψη χειροβομβίδων. Στις 22 Ιουνίου 1955 συμμετείχε στην επίθεση εναντίον του πρώην Διοικητή της Πάφου Κρην Μπέη, μαζί με τον συναγωνιστή του και ήρωα Ευαγόρα Παλληκαρίδη.
Όταν ρωτήθηκε από τον πατέρα του, κατά πόσο θα ήθελε να συνεχίσει τις σπουδές του στο εξωτερικό, απάντησε :
«Θα το ήθελα, πατέρα, αν η πατρίδα μου ήταν ελεύθερη. Μετά τον Αγώνα, αν ζήσω, θα πάω με το πρόσωπό μου καθαρό, να συνεχίσω τις σπουδές μου.»
Τον Ιούλιο του 1956 καταζητήθηκε για τη δράση του και κατέφυγε στα βουνά, όπου ενώθηκε με άλλους αντάρτες στην περιοχή του χωριού Κρίτου – Τέρα. Τόπος διαμονής τους ήταν η περιοχή Τοξεύτρα, όπου είχαν και τα κρησφύγετά τους. Οι Άγγλοι τον επικήρυξαν αντί του ποσού των 5.000 λιρών. Ως αντάρτης έδρασε στην περιοχή από το χωριό Έμπα μέχρι τον Κάθικα, την Πόλη Χρυσοχούς και την Τσάδα, στήνοντας ενέδρες εναντίον Άγγλων με μεγάλη επιτυχία.
Στις 7 Φεβρουαρίου 1957 έστησε ενέδρα με συναγωνιστές του έξω από το χωριό Κρίτου-Τέρα και επιτέθηκαν εναντίον στρατιωτικού οχήματος με ηλεκτρικώς πυροδοτηθείσα νάρκη και όπλα.Κατά τη διάρκεια της μάχης τραυματίσθηκε θανάσιμα. Συμπαραστάτες του στη δράση που ανέπτυσσε είχε τόσο τον πατέρα του, που ήταν εφημέριος της εκκλησίας Άνω Αρόδων, όσο και τη μητέρα του.
Σοφοκλέους Τάκης
Αργότερα συνενώθηκε με την ανταρτική ομάδα της ορεινής περιοχής Πάφου, που είχε το κρησφύγετό της στην περιοχή “Τοξεύτρα”. Λόγω του πολύ νεαρού της ηλικίας του, ο υπεύθυνος τροφοδότης της ομάδας τον κράτησε στο σπίτι των γονιών του, συμμετείχε όμως στις δραστηριότητες της ομάδας.
Στις 23 Ιανουαρίου 1957 έστησε ενέδρα μαζί με δυο άλλους αντάρτες και κτύπησαν στρατιωτικό αυτοκίνητο που περνούσε έξω από το χωριό Κρίτου Τέρα. Επειδή πληροφορήθηκαν από Τούρκο κάτοικο του χωριού Αρόδες ότι άλλος Τούρκος από την Πάφο τους παρακολουθεί και προδίδει τις κινήσεις τους στους Άγγλους, εξετέλεσαν τον προδότη και υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν την περιοχή τους και να κατευθυνθούν προς το χωριό Σκούλλη.
Στις 7 Φεβρουαρίου 1957 ο Τάκης Σοφοκλέους με το Γεώργιο Παπαβερκίου έστησαν ενέδρα στην τοποθεσία Αμπελάκια του χωριού Προδρόμι, σε απόσταση 15 μόνο λεπτών από το στρατόπεδο της Λίμνης, όπου διέμεναν 2 χιλιάδες Άγγλοι στρατιώτες. Τοποθέτησαν νάρκη για την ανατίναξη φάλαγγας αυτοκινήτων των Άγγλων και ανέμεναν οπλισμένοι με αυτόματα όπλα. Ακολούθησε μάχη κατά την οποία σκοτώθηκαν πέντε στρατιώτες και τραυματίστηκαν άλλοι επτά. Οι δυο ήρωες δέχτηκαν τα πυρά των στρατιωτών άλλου οχήματος που ακολουθούσε και σκοτώθηκαν και οι δυο.
Την επομένη της ταφής τους, 8 Φεβρουαρίου 1957, συναγωνιστές του, εκδικούμενοι το θάνατό τους, επιτέθηκαν με ηλεκτρικές νάρκες και ανατίναξαν στρατιωτικά αυτοκίνητα πλήρη στρατιωτών στα χωριά Κρίτου – Τέρα και Κινούσα.