Μέρος 2
Σε κάθε φυσιολογικό (ήτοι, παραδοσιακό πολιτικό οργανισμό), η αληθινή εξουσία προέρχεται και νομιμοποιείται από μία δύναμη οντολογικά ανώτερη του πολιτικο-κοινωνικού συνόλου, ειδάλλως , αναφερόμαστε σε οργανισμούς που ταλανίζονται υπό την δεσποτική τυραννία της συλλογικότητας. Αυτή η αντιστροφή των σχέσεων μεταξύ πνευματικής αρχής και κοσμικής εξουσίας (που δύναται, στην ιστορία του πιο ‘’πρόσφατου’’ παραδοσιακού πολιτισμού, ήτοι του μεσαιωνικού, να αποδοθεί ως η σχέση Εκκλησίας-Κράτους) και μάλιστα η υπαγωγή της πρώτης στην πολιτική επικυριαρχία της δεύτερης, προκειμένου να εξυπηρετηθούν απρόσκοπτα οι οικονομικές και πολιτικές διεκδικήσεις των πολιτών (βλ. τις μανιώδεις προσπάθειες της ανερχόμενης κατά τον 17ο -18ο αι. αστικής τάξης να κονιορτοποιήσει τις καθεστηκυίες τάξεις και τους περιορισμούς που αυτές προέβαλαν, προκειμένου οι μεγαλοαστοί-φορείς της νέας ηθικής του χρήματος να αναρριχηθούν κοινωνικά και να κατακτήσουν την πολιτική δύναμη που ‘’αντιστοιχεί στον πλούτο τους’’).
Δεδομένης αυτής της θέσης, παρατηρούμε ότι η ίδια η γαλλική μοναρχία εισήγαγε και διέδωσε τον ιό του ‘’σεκουλαρισμού’’ (της “εκκοσμίκευσης”), ήδη από τον 14ο αι., όταν στην παλαιά αριστοκρατία του ξίφους εισχώρησαν κατά εντολήν του στέμματος και ‘’αριστοκράτες της τηβέννου’’, υπονομεύοντας με αυτόν τον τρόπο την περίφημη ρήση του μέγιστου Ζοζέφ ντε Μεστρ / Joseph de Maistre: (…) «Ο Χριστιανισμός είναι η θρησκεία της Ευρώπης. Αυτό το έδαφος του ταιριάζει περισσότερο κι από τη γενέθλια γη του, απέκτησε εδώ βαθιές ρίζες, ενσωματώθηκε σε όλους τους θεσμούς. Για όλα τα έθνη της Βόρειας Ευρώπης και για όσα, στη Μεσημβρία αυτού του τμήματος του κόσμου, διαδέχθηκαν τους Ρωμαίους, ο Χριστιανισμός είναι τόσο παλαιός όσο και ο πολιτισμός. Το χέρι αυτής της θρησκείας διέπλασε τα νέα έθνη, ο σταυρός βρίσκεται σε όλα τα στέμματα, όλοι οι κώδικες ξεκινούν με το Σύμβολο της Πίστης.
Οι βασιλιάδες είναι χρισμένοι, οι ιερείς είναι λειτουργοί, η εκκλησία είναι τάγμα, η κρατική εξουσία είναι ιερή, η θρησκεία είναι κρατική. Οι δύο εξουσίες συγχέονται, η καθεμιά δανείζεται από την άλλη μέρος της δύναμής της, και παρά τις διαμάχες τους, οι δύο αδελφές δεν μπορούν να ζήσουν χωριστά.’’ Έτσι, ως κριτήριο κοινωνικής διαφοροποίησης τέθηκε ‘’η διαχείριση των του οίκου των’’, ενώ η οικονομική σφαίρα άρχισε να διαχωρίζεται από την πολιτικό-θρησκευτική, η οποία, όπως περιγράφει και ο de Maistre, εθεωρείτο ενιαία τόσο κατά το Μεσαίωνα όσο και κατά την αρχαιότητα. Το χάσμα μεταξύ των παραπάνω σφαιρών επιρροής θα αυξηθεί δραματικά κατά τις χρονολογικά επόμενες παραγωγικές (αγροτική, βιομηχανική) και πολιτικές επαναστάσεις (αμερικανική, γαλλική), κατακερματίζοντας οριστικά (και όπως φαίνεται, αμετάκλητα) την ενότητα του παραδοσιακού κόσμου.
Επιστρέφοντας, τώρα στο πολίτευμα της δημοκρατίας, είναι αδύνατον, σύμφωνα με την αριστοτελική ορολογία, για ένα ον να είναι ταυτόχρονα κυβερνών και κυβερνώμενος, όπως δεν γίνεται να βρίσκεται παράλληλα σε μία εν δυνάμει και σε μία εν ενεργεία κατάσταση. Η ίδια η ύπαρξη και ισχύ των δύο όρων οφείλεται στην αντίθεση τους. Η προώθηση όμως αυτής της ψευδο-αρχής της ‘’λαϊκής κυριαρχίας’’ εύκολα προωθήθηκε από τη νεώτερη φιλοσοφία, λόγω της σαγήνης που αυτή ασκεί στις μάζες και δικαιολογεί οιονεί τις όποιες πολιτικές αποφάσεις των ‘’εκπροσώπων της’’. Οι τελευταίοι, αντλώντας δύναμη από την ‘’συναίνεση’’ της μάζας, έχουν μία πολύ σχετική ισχύ, ανάλογη με τα ποσοστά δυσαρέσκειας-ευχαρίστησης του ‘’επιθυμητικού’’ στοιχείου της μαζικής ψυχής. Εδώ είναι που βρίσκει την εφαρμογή της η θέση του Γάλλου εσωτεριστή και παραδοσιοκράτη Rene Guenon:
‘’ Έτσι, η φυσιολογική τάξη πραγμάτων εκ θεμελίων αντιστρέφεται και η υπεροχή της πολλαπλότητας κατά αυτόν τον τρόπο διατηρείται, μία υπεροχή η οποία στην πραγματικότητα υπάρχει μόνο στον υλικό κόσμο. Απεναντίας, στον πνευματικό κόσμο- και πιο καθαρά ακόμη στη συμπαντική τάξη- είναι η ενότητα η οποία βρίσκεται στην κορυφή της ιεραρχίας, εφόσον η ενότητα είναι η αρχή απ’ όπου πηγάζει η κάθε είδους πολλαπλότητα’’.
Εδώ θα μπορούσε να παραβληθεί η ατομικοποίηση (individualization) με την ιδιότητα του βάρους, ως φυσικής δύναμης προς τον πυρήνα της γης, η οποία μειώνει την κινητικότητα και την ελευθερία του όντος, όσο μεγαλύτερη είναι η μάζα του αντικειμένου.
Ωστόσο, με τον όρο ατομικισμός (individualism) δεν αναφερόμαστε απλά στην νοοτροπία του ατόμου να αγνοεί το δημόσιο προς όφελος του προσωπικού του συμφέροντος, εφόσον, σύμφωνα με τον σύγχρονο ορισμό του Κράτους, το πρώτο δεν αποτελεί παρά την συσσώρευση των επιμέρους ατομικών βουλήσεων. Πολύ περισσότερο, ως ατομικισμό ορίζουμε την άρνηση οποιασδήποτε υπερ-ατομικής αρχής, πέρα από όσα ανάγονται αποκλειστικά και μόνο στο κοινό, θνησιγενή ανθρώπινο ον. Αφού πρώτα εμπεδώθηκε ο τελευταίος ορισμός του ατομικισμού ανάμεσα στις μάζες, όπως μόλις τον ορίσαμε, άνοιξε ο δρόμος προς την ‘’πτώση’’ από την αρχική ενότητα (αν θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε χριστιανική ορολογία), δρόμος στον οποίο δύναται κανείς να συναντήσει όλα τα νεότερα ‘’απελευθερωτικά’’ κοινωνικά κινήματα.
Κλείνοντας, υπάρχει μία ακόμα παράμετρος του κυρίου θέματος που θέλουμε να θίξουμε, και αυτή είναι η δαιμονοποίηση ή, ορθότερα, η αλλοτρίωση της έννοιας της ελίτ. Από τη στιγμή που, ακόμη και ετυμολογικά, η λέξη ‘’αριστοκρατία’’ αντιτίθεται στη ‘’δημοκρατία, γίνεται αντιληπτή η διαφορά των δύο εννοιών, αρκεί μόνο να σημειώσουμε ότι η μεν δικαιολογεί την εξουσία της ελίτ μέσω της διανοητικής ανωτερότητος του κυβερνώντος σώματος, ενώ η δε στηρίζει την εξουσία των κυβερνήσεων στην υλική υπεραριθμία των υποστηρικτών τους.
Εύλογη , λοιπόν, η προσπάθεια των δημοκρατιών να καταργήσουν ή και να μετατρέψουν της ελίτ του αίματος και του πνεύματος σε αριστοκρατίες του χρήματος, όταν μάλιστα οι ίδιες δεν δύνανται να αλλάξουν την θεμελιώδη φυσική και διανοητική ανομοιότητα των ανθρώπινων όντων, ελλείψει της οποίας δεν μπορεί να συσταθεί και να λειτουργήσει οποιαδήποτε ενότητα έμβιων όντων. Η δε έννοια της ισότητας, όντας θελκτική αλλά ανέκαθεν αδύνατη, οδηγεί στην κονιορτοποίηση των προσωπικοτήτων ‘’προς τα κάτω’’, εκεί που οι ποιοτικές ικανότητες του υποκειμένου εξαφανίζονται μέσα στην ‘’θάλασσα των συλλογικοτήτων’’, οι οποίες με την σειρά τους ‘’κουμαντάρονται’’ από τους θλιβερούς καπετάνιους που η ίδια έχει ξεβράσει στην ακτή της πολιτικής ζωής.
Στο λυκόφως του παραδοσιακού κόσμου, όσο δυσοίωνη και εφιαλτική φάνταζε η διαπίστωση ότι : ‘’Ακόμη και ο τολμηρότερος άνθρωπος δεν μπορεί να φανταστεί ότι μπορεί να αντικατασταθεί αυτό το θρησκευτικό σύστημα’’, τόσο πιο ‘’αυτονόητη’’ φαίνεται η αντίστροφη της θέση στα μάτια των νεότερων.
ΧΑΡΙΛΑΟΣ ΠΡΟΔΡΟΜΙΔΗΣ
Διαβάστε περισσότερα: http://www.xryshaygh.com/enimerosi/view/to-koinwniko-chaos-sth-newterikothta1#ixzz5gMfplYQh