Site icon ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ

400 χρόνια Επανάσταση

400 χρόνια Επανάσταση

Άρθρο της διευθύντριας της “Εμπρός”, Ειρήνης Δημοπούλου στην στήλη “Εγέρθητι”

«Ως μία βροχή, έπεσε εις όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και οι κληρικοί, και οι προεστοί, και οι καπεταναίοι, και οι πεπαιδευμένοι, και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτόν το σκοπό, και εκάμαμε την Επανάσταση».

«Παιδιά μου! Εις τον τόπον τούτο, οπού εγώ πατώ σήμερα, επατούσαν και εδημιουργούσαν τον παλαιό καιρό άνδρες σοφοί και άνδρες με τους οποίους δεν είμαι άξιος να συγκριθώ, και ούτε να φθάσω τα ίχνη των. Εγώ επιθυμούσα να σας ιδώ, παιδιά μου, εις την μεγάλη δόξα των προπατόρων μας».

«Εμείς, καπιτάν ‘Αμιλτον, ποτέ συμβιβασμό δεν εκάμαμε με τους Τούρκους. ‘Αλλους έκοψε, άλλους σκλάβωσε με το σπαθί και άλλοι, καθώς ημείς, εζούσαμε ελεύθεροι από γενεά εις γενεά. Ο βασιλεύς μας εσκοτώθη, καμμία συνθήκη δεν έκαμε, η φρουρά του είχε παντοτινό πόλεμο με τους Τούρκους και δύο φρούρια ήτον πάντοτε ανυπότακτα». Με είπε: «Ποία είναι η βασιλική φρουρά του, ποία είναι τα φρούρια;» – « Η φρουρά του βασιλέως μας είναι είναι οι λεγόμενοι Κλέφται, τα φρούρια η Μάνη και το Σούλι και τα βουνά».

Διαβάζω και ξαναδιαβάζω τα λόγια του Γέρου του Μωρηά κι αναρωτιέμαι τι άνθρωπος, τι Έλληνας ήταν ο Θοδωρής, που να ταπεινώνει τόσον τον Θοδωρή, ώστε να κάνει τα σημερινά τσουτσέκια των πολιτικών και στρατιωτικών ελίτ, που παριστάνουν τους λέοντες ενώ είναι ακκιζόμενες μαϊμούδες και κότες τρίλυρες, να ξεγυμνώνονται εμπρός στο μεγαλείο του. Πόσο ακέραια υπερήφανος ήταν αυτός και η γενιά του, οι Κολοκοτρωναίοι, αυτοί που «καβάλα παν στην εκκλησιά, καβάλα προσκυνάνε, καβάλα παίρνουν αντίδωρο απ’ του παπά το χέρι».

Πόσο Ελληνικό DNΑ κυλούσε ορμητικό στις φλέβες του, ώστε αυτός ο καπνισμένος στα άρματα Φουστανελοφόρος, έκαμε υπακοή στους Φραγκοφορεμένους για το καλό του Έθνους, να αφήνει στους νεαρούς βλαστούς του Γένους παρακαταθήκη πως «Εις αυτήν την δυστυχισμένη κατάσταση μερικοί από τους φυγάδες γραμματισμένους εμετάφραζαν και έστελναν εις την Ελλάδα βιβλία. Και εις αυτούς πρέπει να χρωστούμε ευγνωμοσύνη, διότι ευθύς οπού κανένας άνθρωπος από το λαό εμάνθανεν τα κοινά γράμματα, εδιάβαζεν αυτά τα βιβλία, και έβλεπε ποίους είχαμε προγόνους, τι έκαμεν ο Θεμιστοκλής, ο Αριστείδης, και άλλοι πολλοί παλαιοί μας, και εβλέπαμε και εις ποίαν κατάσταση ευρισκόμεθα τότε. Όθεν μας ήλθεν εις το νου να τους μιμηθούμε, και να γίνομε ευτυχέστεροι».

Όσοι προλάβαμε να μελετήσουμε την Ελληνική Ιστορία από την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως ως την σύσταση του νέου Ελληνικού κράτους από τα σχολικά εγχειρίδια, μάθαμε για το «Ελληνικό Θαύμα». Όσοι παρατηρήσαμε προσεκτικότερα και ενσκήψαμε ένθερμα στο εθνικό αφήγημα, διαπιστώσαμε, όμως, την ύπαρξη ενός κενού ανάμεσα στην κατάληψη της Κωνσταντινουπόλεως από τον Μωάμεθ Β΄ στις 29 Μαΐου 1453 ως την κήρυξη της Επαναστάσεως της 25ης Μαρτίου 1821 . Ένα κρίσιμο κενό, που χωρίς αυτό, η έννοια του Αγώνα εύκολα διαστρεβλώνεται, αλλοιώνεται και παραποιείται.

Για κάποιους, σ’ αυτά τα «Σκοτεινά Χρόνια» της μ.Χ. Ιστορίας μας, ο Ελληνισμός ως υλική πραγματικότητα εξαφανίστηκε. Οι Έλληνες έγιναν μουλάτοι, αναμεμειγμένοι με Μογγόλους, Τούρκους, Αιγύπτιους και όποιον άλλο ταιριάζει στο εθνοδιαλυτικό αφήγημα, κι η Επανάσταση ήταν μια ταξική εξέγερση, παραμορφωμένη για να υπακούει στο Αριστερό ξαναγράψιμο της Ιστορίας. Οι καλόπιστοι, από την άλλη, υποθέτουν ότι το Έθνος έπεσε σε χειμερία νάρκη τεσσάρων αιώνων, μέχρι το πρωινό της  25ης Μαρτίου του ’21, όταν άνοιξε τα μάτια, άδραξε το όπλο που κάποια θεία δύναμη είχε ακουμπήσει πλάι του, και όρμησε εναντίον του δυνάστη, νικώντας τον εν ριπή οφθαλμού.

Και οι δυο θέσεις είναι βεβαίως ψευδείς. Όχι διότι ο Ελληνισμός δεν υπέστη τα δεινά τα οποία κατέγραψε αλλά και όσα δεν κατέγραψε η ιστοριογραφία στους τέσσερεις αιώνες της σκλαβιάς, περισσότερο ακόμη για τις περιοχές της ελληνικής επικράτειας που παρέμειναν υπόδουλες ως τους Βαλκανικούς Πολέμους και τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο κι ακόμη παραπάνω για τις αλύτρωτες Πατρίδες μας, ούτε επειδή ο Θεός των Ελλήνων δεν ενίσχυσε τον Αγώνα τους, αλλά επειδή ο Αγώνας των προγόνων μας δεν ήταν ένας και στιγμιαίος, αλλά πολλοί και μακροχρόνιοι αγώνες για εθνική απελευθέρωση, ανεξαρτησία και ολοκλήρωση. Αυτό ας είναι το μάθημα το οποίο έχουμε λαμβάνειν από την εθνική επέτειο.

Το παράδειγμα εκείνων οι οποίοι μέσα στους σκοτεινούς χρόνους της αλλόφυλης και αλλόδοξης Οθωμανικής κατοχής, κατόρθωσαν να διατηρήσουν άσβεστη την Πίστη στο Γένος , κι αληθινό το όραμα της  Δόξας και της Λευτεριάς, ας είναι  αυτό που θα φλογίζει και τις δικές μας σκέψεις και ψυχές. Κι ας είναι βέβαιοι οι σημερινοί επικυρίαρχοι, ότι η  Φυλή μας, ούτε μπορεί ούτε γίνεται να προσκυνήσει. Το «μικρό κλεφτόπουλο», πάντοτε «δεν προσκυνάει». Όπως γράφει ο Γέρος του Μωρηά στον Ιμπραήμ «Μόνο ένας Έλληνας να μείνει, πάντα θα πολεμούμε».

Γιατί δικοί μας είναι πρόγονοι κι εμείς παιδιά κι εγγόνια αυτών που είπαν το «Μολών Λαβέ » και το «Ελευθερία ή Θάνατος». Είμαστε εμείς που ευλαβικά κλίνουμε το γόνυ εμπρός στον τελευταίο Αυτοκράτορα του Μεσαιωνικού Ελληνισμού, που ορθός στην πύλη του Αγίου Ρωμανού, έκανε την Ελληνική  ψυχή του λόγο και έργο κι ο λαός μας τραγούδησε από τον αφρό της θάλασσας ως την πιο ψηλή ράχη πως «πάλι με χρόνια με καιρούς, πάλι δικά μας είναι». Κι είναι η δική μας η γενιά που προσδοκά και αγωνίζεται να πραγματώσει το προγονικό όραμα που δεν ολοκληρώθηκε με το ΄21, για μια μεγάλη κι ελεύθερη Ελληνική Πατρίδα.

Διαβάστε περισσότερα: http://www.xryshaygh.com/enimerosi/view/400-chronia-epanastash#ixzz5jSaEr4FO

Exit mobile version