Ο Ιωάννης Μακρυγιάννης γεννήθηκε το 1797 και το πραγματικό του όνομα ήταν Γιάννης Τριανταφύλλου. Μακρυγιάννης ονομάστηκε από τους συναγωνιστές του λόγο του ψηλού αναστήματος του.Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε στην Λιβαδειά με την μητέρα του αφού οι Τούρκοι είχαν σκοτώσει τον πατέρα του. Το 1811 πήγε στην Άρτα όπου άρχισε να ασχολείται με το εμπόριο φτιάχνοντας μια μικρή περιουσία την οποία και διέθεσε εξ ολοκλήρου στον Αγώνα.
Πήρε μέρος σε πολλές μάχες και ήταν ο ήρωας της μάχης στους Μύλους κατά την οποία ανακόπηκε η προέλαση του Ιμπραήμ. Υπεράσπισε την Ακρόπολη και πολέμησε στο Φάληρο όπου σκοτώθηκε ο Καραϊσκάκης. Κατά τον εμφύλιο προσπαθούσε να συμφιλιώσει τις αντιμαχόμενες πλευρές.
Με τον ερχομό του Καποδίστρια έγινε αρχηγός της εκτελεστικής δύναμης από το 1828-1830 ήρθε όμως σε ρήξη με τον κυβερνήτη. Παρόλα αυτά ο Καποδίστριας πάντοτε αναγνώριζε την ανιδιοτέλεια και την τιμιότητα του. Μετά τον θάνατο του κυβερνήτη έγινε θερμός υποστηρικτής ενός συνταγματικού καθεστώτος και εχθρός του Αυγουστίνου Καποδίστρια. Το 1843 πήρε μέρος στην επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου που περιόρισε την βαυαρική απολυταρχία και έθεσε τα θεμέλια για την ψήφιση Συντάγματος.Το 1852 συνελήφθη με την κατηγορία ότι σχεδίαζε την δολοφονία του Όθωνα και καταδικάστηκε σε θάνατο, όπως είχε γίνει και με τον Κολοκοτρώνη, δείγμα ότι η ξενοκρατία της εποχής προσπαθούσε να εξοντώσει όλους τους πραγματικά ελεύθερους Έλληνες.
Το 1854 του δόθηκε χάρη βγήκε όμως από την φυλακή το 1864 και λίγο αργότερα πέθανε. Ο Μακρυγιάννης είναι γνωστός πέρα από τους αγώνες του για τα απομνημονεύματα του τα οποία είναι ίσως αυτά που αγγίζουν περισσότερο τον αναγνώστη με την απλή γραφή τους.
Από τα απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη
Μπαίνοντας εἰς αὐτὸ τὸ ἔργον καὶ ἀκολουθώντας νὰ γράφω δυστυχήματα ἀναντίον τῆς πατρίδος καὶ θρησκείας, ὁποῦ τῆς προξενήθηκαν ἀπὸ τὴν ἀνοησίαν μας καὶ ῾διοτέλειά μας καὶ ἀπὸ θρησκευτικοὺς καὶ ἀπὸ πολιτικοὺς καὶ ἀπὸ ῾μᾶς τοὺς στρατιωτικούς, ἀγαναχτώντας καὶ ἐγὼ ἀπ᾿ οὗλα αὐτά, ὅτι ζημιώσαμε τὴν πατρίδα μας πολὺ καὶ χάθηκαν καὶ χάνονται τόσοι ἀθῶοι ἄνθρωποι, σημειώνω τὰ λάθη ὁλωνῶν καὶ φτάνω ὡς σήμερον, ὁποῦ δὲν θυσιάζομε ποτὲς ἀρετὴ καὶ πατριωτισμὸν καὶ εἴμαστε σὲ τούτην τὴν ἄθλια κατάστασιν καὶ κιντυνεύομεν νὰ χαθοῦμεν.
Τὸ Ἔθνος ἀφανίστη ὅλως διόλου καὶ ἡ θρησκεία ἐκκλησία εἰς τὴν πρωτεύουσα δὲν εἶναι καὶ μᾶς γελᾶνε ὅλος ὁ κόσμος. … Ὅ,τι τοῦ λὲς ἡ θρησκεία δὲν εἶναι τίποτας! Ἀλλοίμονο ῾σ ἐκείνους ὁποῦ χύσανε τὸ αἷμα τους καὶ θυσιάσανε τὸ δικόν τους νὰ ἰδοῦνε τὴν πατρίδα τους νὰ εἶναι τὸ γέλασμα ὅλου τοῦ κόσμου καὶ νὰ καταφρονιῶνται τ᾿ ἀθῷα αἵματα ὁποῦ χύθηκαν!
Ὅταν μοῦ πειράζουν τὴν πατρίδα μου καὶ θρησκεία μου, θὰ μιλήσω, θὰ ῾νεργήσω κι᾿ ὅ,τι θέλουν ἂς μοῦ κάμουν.
Μοῦ λέγει (ὁ Ὄθων): «Τί θέλεις νὰ μοῦ εἰπῆς τώρα;» «Ψέματα θέλεις νὰ σοῦ εἰπῶ ἢ ἀλήθεια;» «Ἐγώ», μοῦ λέγει, «ποτὲς δὲν ἀκῶ ψεύματα· ὅλο ἀλήθειες». Τοῦ λέγω, «ἐγὼ ἔχω γιομάτες δυὸ τζέπες μίαν μὲ ψέματα, τὴν ἄλλη μ᾿ ἀλήθειες. Τώρα τί ἀγαπᾶς;» «Ἀλήθεια» μοῦ λέγει. Γυρίζω τὰ μάτια μου εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ὁρκίζομαι εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ νὰ εἰπῶ τὴν ἀλήθεια γυμνὴ ἐμπροστά του. Τοῦ λέγω «Ἡ ἀλήθεια εἶναι πικρὴ καὶ θὰ μὲ πάρης πίσου εἰς τὴν ὀργή σου. Ὅμως διὰ πάντα νὰ εἶμαι εἰς τὴν ὀργή σου, τὴν ἀλήθεια θὰ σοῦ λέγω, ὅτ᾿ εἶναι τοῦ Θεοῦ· τὸ ψέμα τοῦ διαβόλου. Καὶ δὲν εἶναι καιρὸς νὰ κρύβεται ἡ ἀλήθεια!
Διαβάστε περισσότερα: http://www.xryshaygh.com/enimerosi/view/san-shmera-to-1864-perase-thn-aiwniothta-o-strathgos-iwannhs-makrugiannhs#ixzz5mJeg7bpJ