Το τελευταίο διάστημα η ψευτοπατριωτική διακυβέρνηση της χώρας από την κεντροδεξιά συνοδεύεται από πλήθος δημοσιευμάτων του συγκεκαλυμμένα συμπολιτευόμενου τύπου, βομβαρδίζοντας καθημερινά την κοινή γνώμη σχετικά με την «αλματώδη» πρόοδο της ελληνικής οικονομίας, στήνοντας ταυτόχρονα δημοσκοπήσεις αποθέωσης του Μητσοτάκη.
Aπό την άλλη μεριά η χλιαρή αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ αναλώνεται σε επικοινωνιακές φαμφάρες περί δήθεν άλωσης του κράτους από την επάρατο δεξιά, καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και εργασιακό μεσαίωνα. Είναι οι φαιδροί αυτοί τύποι, που ενώ κυβέρνησαν για μια καταστροφική πενταετία σκύβοντας το κεφάλι στις τοκογλυφικές επενδυτικές τράπεζες, έχουν το θράσος τώρα να μιλούν για τους κοινωνικούς αγώνες της αριστεράς.
Την ίδια στιγμή πλήθος οικονομικών αναλύσεων κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, αλλά δεν αναφέρονται από τον Tύπο. Η πραγματικότητα της ελληνικής οικονομίας απέχει παρασάγγας από τη στρεβλή εικόνα δήθεν οικονομικής ανάπτυξης και οικονομικού θαύματος. Η στρεβλή αυτή εικόνα έγκειται στα παρακάτω δεδομένα.
Σχετικά με την μείωση των επιτοκίων των ομολόγων αναφέρουμε πως δεν εμπιστεύτηκαν ξαφνικά οι επενδυτές την ελληνική οικονομία και τη δανείζουν με χαμηλά ομολογουμένως επιτόκια, απλά στην παρούσα φάση και με την παγκόσμια οικονομική ύφεση προ των πυλών, θεωρούν πως η τοποθέτηση χρημάτων στα ελληνικά ομόλογα, έστω και με μια μικρή απόδοση, είναι προτιμότερη από την τοποθέτηση σε οικονομίες μολοσσούς της ευρωζώνης οι οποίες δανείζονται με αρνητικά επιτόκια. Οι πανηγυρισμοί της κυβέρνησης για τα χαμηλά επιτόκια θα πρέπει να ανησυχούν τους Έλληνες για την πορεία της ελληνικής οικονομίας γιατί αποτυπώνουν τις τάσεις των επενδυτών να δανείζουν ακόμα και με αρνητικά επιτόκια λόγω του ότι προσδοκούν πως μελλοντικά η αξία του χρήματος θα είναι μεγαλύτερη στα πλαίσια αποπληθωρισμού (μείωση τιμών λόγω ύφεσης, όχι λόγω ανταγωνισμού και τεχνολογικής προόδου).
Το δεδομένο με τα ελληνικά ομόλογα είναι πως, για καθαρά ψυχολογικούς λόγους, η προσφορά χρήματος προς την Ελλάδα είναι μεγαλύτερη από τη ζήτηση της χώρας για δανεισμό με αποτέλεσμα τα επιτόκια να μειώνονται. Ο δανεισμός στον οποίο προέβη η κυβέρνηση έχει ως στόχο να μειωθούν μεσοσταθμικά τα επιτόκια του δημοσίου χρέους σε βάθος χρόνου, με ταυτόχρονη όμως αύξηση του δημοσίου χρέους σε απόλυτες τιμές. Η άνοδος όμως της ζήτησης ομολόγων δεν ταυτίζεται και με την αύξηση των χρηματιστηριακών αξιών όσο θα ανέμενε κανείς και αυτό γιατί οι θεσμικοί επενδυτές γνωρίζουν πως στο επικείμενο παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο δεν αποτελεί «σοφή» επιλογή η επένδυση σε μετοχές εταιριών.
Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να πούμε πως η πραγματική οικονομική κατάσταση της χώρας δεν αποτυπώνεται σε παροδικές φούσκες δανεισμών και αγοροπωλησίας μετοχών. Η κυβέρνηση δεν δανείζεται, έστω στα πλαίσια ενός τέτοιου συστήματος, ώστε να επενδύσει και να παράγει πολλαπλάσιο εθνικό προϊόν από το κόστος του δανεισμού προκειμένου και ανάπτυξη να υπάρξει και μείωση της σχέσης χρέους ΑΕΠ, απεναντίας, δανείζεται στα πλαίσια του φαύλου κύκλου αποπληρωμής παλαιότερων χρεών και όλα αυτά υπό την εποπτεία της ΕΕ σε ένα παγκόσμιο καταστροφικό, χρηματοπιστωτικό, καπιταλιστικό περιβάλλον.
Σε ένα τέτοιο οικονομικό περιβάλλον, με κολοσσιαίων διαστάσεων γεωπολιτικές ανακατατάξεις συμμαχιών, μια δουλική και μίζερη κυβέρνηση ψάχνει για φίλους και συμμάχους ανήμπορη να δείξει πυγμή, απεμπολώντας σταδιακά τα δικαιώματα των Ελλήνων ακόμα και στον ενεργειακό πλούτο της Πατρίδας μας. Μια ισχυρή Εθνική κυβέρνηση θα πρέπει να σαρώσει το πολιτικό τοπίο για το μέλλον της Πατρίδας και του Λαού.
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΛΙΟΚΟΣ