Η επανειλημμένως περιγραφείσα οικονομική κρίση της παρελθούσης δεκαετίας, πλην των αμέσων καταστροφικών λογιστικών της αποτυπώσεων, είχεν επίσης σοβαρότατες και μετρητές κοινωνικές επιπτώσεις, με την ανεργία, τις τιμές και την πενία να αυξάνονται δραματικώς, εν αντιθέσει με το βιωτικό επίπεδο και τα εισοδήματα που εμειώθησαν ραγδαίως. Ο συνδυασμός των προαναφερθέντων δρωμένων, προεκάλεσε εν συνεχεία ένα πελώριον κύμα μεταναστεύσεως, (συνολικώς 610.037 Έλληνες έφυγαν από την Πατρίδα μέσα σε επτά έτη), ενώ επήλθαν κοινωνικές αναταραχές και ποικίλες ικανές αλλαγές στον τρόπον ζωής των Ελλήνων.
Η ανωτέρω φυγή υπήρξεν ταυτοχρόνως και μια ιδιάζουσα μορφή σιωπηράς «διαμαρτυρίας» εναντίον των χρονίων δυσλειτουργιών και παθολογιών της ελληνικής κοινωνίας, οι οποίες οξύνθησαν κατά την διάρκεια της έξωθεν επελθούσης τερατώδους οικονομικής υφέσεως. Αυτές οι παθολογίες αντεκατοπτρίσθησαν (και συνεχίζουν να αντικατοπτρίζονται) στους φρενήρως καταρρέοντες κοινωνικοπολιτικούς θεσμούς και στην γενικευμένη αδικία η οποία κυριαρχεί στον επαγγελματικό και κοινωνικό στίβο, με την καλπάζουσα οικογενειοκρατία και τον ευτελή πελατειακό κομματισμό.
Σημειωτέον εδώ ότι η επελθούσα λόγω της κρίσεως μετανάστευση, είναι η τρίτη κατά σειράν στη νεοτέρα ελληνική ιστορία και η δευτέρα μεγαλυτέρα, χωρίς μάλιστα να ανακόπτεται η μεταναστευτική τάση ειδικώς στους νέους, καθώς οι τρέχουσες συνθήκες στην οικονομία μας δεν βελτιούνται. Ειδικότερον συμφώνως προς τα στοιχεία της «Κεντρικής Ενώσεως Επιμελητηρίων Ελλάδος», 180.000 πτυχιούχοι έχουν εγκαταλείψει την Πατρίδα μας, ενώ το 76% των εφήβων σκέπτεται να μεταναστεύσει (Πορίσματα του 5ου «Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Επιχειρήσεων», το οποίον επραγματοποιήθη τον Οκτώβριο του 2018 στις Βρυξέλλες με συμμετοχήν της «Κεντρικής Ενώσεως Επιμελητηρίων Ελλάδος»).
Προφανώς η απορρεύσασα κατάσταση είναι εξόχως ανησυχητική όσον αφορά στο ίδιο το μέλλον της Ελλάδος, καθόσον μάλιστα οι θάνατοι των Ελλήνων υπερβαίνουν κατά πολύ τις γεννήσεις, με το δημογραφικόν ζήτημα εξελισσόμενο στο μέγιστο άμεσο πρόβλημα του Έθνους. Εν συνδυασμώ με την συνεχώς αυξανομένη αλλοίωση του πληθυσμού λόγω μεταναστευτικών εισροών Ασιατών και Αφρικανών, το μέλλον της Πατρίδος μας διαγράφεται εξόχως δυσοίωνο, καθώς και η ανάπτυξη της οικονομίας μίας χώρας εξαρτάται απολύτως από τον αριθμό και από την εν γένει ποιότητα των κατοίκων της.
Από πλευράς δημογραφίας τονίζεται επίσης ότι, η Ελλάς ευρίσκεται σε έντονο καθοδικό ρυθμό μειώσεως του πληθυσμού της από το 2011, οπότε και κατεγράφη αρνητικό ισοζύγιο γεννήσεων για πρώτην φορά μετά την περίοδο της Κατοχής του 1944.
Το έτος 2017 είχαμε στην Ελλάδα 88.553 γεννήσεις και 124.501 θανάτους. Σε χαρακτηριστική του διάλεξη στο «Ινστιτούτου Δημοσίας Υγείας» του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος, ο Ιατρός Μαιευτήρ-Γυναικολόγος, Στέφανος Χανδακάς, ιδρυτής και πρόεδρος της «HOPEgenesis» ανέφερε: «Ο πληθυσμός στη χώρα μας αναμένεται να φτάσει τα 8 εκατομμύρια το 2050, με βάση ένα συντηρητικό σενάριο». Ο ανωτέρω διαλέκτης, ομού με τον Ιατρόν Εργασίας και Αναπληρωτή Καθηγητή Επιδημιολογίας και Επαγγελματικής Υγιεινής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Γεώργιο Ραχιώτη, προσήγγισαν το τρομακτικό δημογραφικό πρόβλημα, ακριβώς όπως καταγράφεται στην Πατρίδα μας και προσεπάθησαν να αναδείξουν την άμεσον ανάγκη ευρέσεως μιας κεντρικής λύσεως του προβλήματος, η οποία θα παρέξει κοινωνική, πολιτιστική και οικονομική ώθηση στην Πατρίδα μας.
Συναφώς τονίζεται επίσης πως η Ελλάς ευρίσκεται αρκούντως χαμηλά στην κατάταξη της Ευρώπης σχετικώς με την υιοθέτηση πολιτικών υποστηρίξεως της μητρότητας, της οικογενείας και της γονιμότητος. Επίσης υπογραμμίζεται ότι αυτονόητος κύριος στόχος μιας πράγματι Εθνικής Πολιτικής πρέπει να είναι η δημιουργία ευνοϊκού περιβάλλοντος ενισχύσεως των ζευγαριών τα οποία ευρίσκονται σε αναπαραγωγική ηλικία.
Μείζονα σημασία ενέχει η υφισταμένη υπογεννητικότης και οι τρόποι με τους οποίους δύναται η κοινωνία να υπερβεί τα εμπόδια τα οποία κατά τα τελευταία χρόνια διατηρούν χαμηλόν ρυθμό γεννήσεων. Ενδεικτικώς αναφέρεται πως ο «ολικός δείκτης αναπαραγωγής», ο οποίος υποδηλώνει τον αριθμό των τέκνων που αποκτά κάθε γυναίκα στην διάρκεια της αναπαραγωγικής της ηλικίας, μετεβλήθη από 1,31 το 2004, σε 1,5 το 2008 και 2009, ενώ εμειώθη και πάλιν σε 1,35 το 2017.
Ιδιαιτέρα σημασία έχει, επίσης, η ηλικία αποκτήσεως του πρώτου παιδιού από τις Ελληνίδες, η οποία από τα 28,8 έτη που ήταν το 2008, μετετέθη στα 30,3 έτη το 2016. Όμως το πλέον δυσοίωνο μήνυμα, συνοψίζεται στην βαθεία γήρανση του πληθυσμού στις επόμενες δεκαετίες, καθώς προβλέπεται ότι το 36% των κατοίκων της Ελλάδος το 2050 θα είναι άνω των 65 ετών! Το ποσοστόν αυτό αποτελεί αρνητικό «ρεκόρ» για την Πατρίδα μας, αν ληφθεί υπ’ όψη ότι στην δεκαετία του ΄70 ήταν 6% και στις ημέρες μας υπολογίζεται περί το 18-20%.
Στις αιτίες του δημογραφικού προβλήματος περιλαμβάνονται προδήλως η οικονομική κρίση, (που όπως προανεφέρθη επυροδότησε μια φρενήρη διαδικασία σημαντικής μειώσεως του πληθυσμού της Ελλάδος), η Μετανάστευση, (που επιδεινώνει το πρόβλημα, αφαιρούσα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού σε αναπαραγωγική ηλικία, υπολογιζόμενο σε περίπου 400.000 νέους από το 2011), καθώς και το ανίσως κατανεμημένο ανά την επικράτεια νοσοκομειακό και μαιευτικό δίκτυο, γεγονός που δυσκολεύει την πρόσβαση στις αντίστοιχες υπηρεσίες, με αποτέλεσμα την ύπαρξη κρυμμένου κόστους.
Οι συνέπειες που απορρέουν από τα θλιβερά δημογραφικά χαρακτηριστικά της Πατρίδος μας προφανώς έχουν τόσον κοινωνικό όσον και οικονομικό χαρακτήρα: Γήρανση του πληθυσμού, μείωση εργατικού δυναμικού, επιβάρυνση του ασφαλιστικού συστήματος και βεβαία κατάρρευση του συνταξιοδοτικού συστήματος.
Τον Φεβρουάριον του 2012, ανεφέρθη ότι 20.000 Έλληνες ήσαν άστεγοι κατά το 2011 και ότι το 20% των καταστημάτων στο ιστορικό κέντρον των Αθηνών είχαν κλείσει. Σε ολόκληρο την εθνική επικράτεια έκλεισαν πολλές, πάμπολλες μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις. Μέχρι το 2015, ο «Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Αναπτύξεως» (ΟΟΣΑ) ανέφερε ότι σχεδόν το είκοσι τοις εκατό των Ελλήνων δεν είχε το απαραίτητο κεφάλαιο για να καλύψει τα καθημερινά του βιωτικά έξοδα. Σε μια μελέτη της Eurostat το 2016, διεπιστώθη ότι, 1 ανά 3 Έλληνες πολίτες έζη υπό συνθήκες εσχάτης πενίας.
Είχεν όντως γιγαντωθεί το ποσοστόν του πληθυσμού το οποίον εστερείτο τα χρειώδη ή ευρίσκετο σε κατάσταση λιμοκτονίας, με φυσικόν επακόλουθο την συνθλιπτική ψυχολογική διάλυση των ανθρώπων και την γενικευμένη απελπισία. Κατά συνέπειαν, λόγω της οικονομικής κρίσεως, η ανεργία επηρέασε αμέσως και την διαχείριση του χρέους και την κοινωνική συμπεριφορά και απομόνωση των ατόμων. Ειδικότερον, όσον αφορά στον αριθμό ατόμων που εδήλωσαν πως είχαν αποπειραθεί να αυτοκτονήσουν, από το 2009 έως το 2011 εσημειώθη αύξηση κατά 36%.
Τι άλλο λοιπόν; Αρκούν τούτα τα ελάχιστα ενδεικτικά δεδομένα για να δικαιολογήσουν την αίσθηση της γενικευμένης ολικής καταστροφής, συναρθρούμενα δε συγκροτούν την εικόνα μιας κοινωνίας ευρισκομένης σε παρέλκον προκλητό κώμα, σε «φαρμακευτική καταστολή», όπως και ενός φθισικού κατερρειφθέντος κράτους, τεχνηέντως συντηρουμένου σε υποτυπώδη συνέχεια και τελούντος σε ιστορική λαθροβίωση.
H θεμελιώδης διαφορά από την περίοδον της τριπλής κατοχής των ετών 1941-1944 δεν είναι η απουσία εχθρικών στρατευμάτων, αλλά η στάση και η συμπεριφορά των αρμοδίων για την εθνική αφύπνιση. Συγκεκριμμένως, σήμερον οι διαμορφωτές και διαχειριστές της δημοσίας συνειδήσεως (τουτέστιν οι «βαρωνίες» των «Mέσων Mαζικής Eνημερώσεως / Εξαπατήσεως» και οι υποτελείς τους λογής-λογής πολιτικάντηδες) λειτουργούν και συμπεριφέρονται εμφανώς ως ουδέτεροι υποστηρικτές, ου μην αφανώς ως απολογητές του κατέχοντος την Πατρίδα εχθρού. Ωσάν, (ως δια μαγείας), τα πάντα εν Ελλάδι να παραμένουν ως είχαν προ του annus horribilis 2009, ήτοι προ της οικονομικής καταρρεύσεως, προ της ωμής και προκλητικής απαγορεύσεως της εθνικής κυριαρχίας και της επιτροπείας της Πατρίδος από τους ξένους.
Oι επαγγελματίες «πολιτικάντηδες» (είναι άφθονοι, οπότε όποιον… τριγίγαντα της πολιτικής και αν θυμηθείτε είναι υπεραρκετός), διαπληκτίζονται, κλαίουν «αστενακτί περδόμενοι» και περιφέρονται στους τηλεοπτικούς διαύλους, πάντοτε κωμικοτραγικά έρμαια μιας απαραλλάκτου φρενιτικής και ευτελούς, ηλιθιώδους εξουσιολαγνείας. Αυτήν την ψυχοπαθητική κακοήθη μικροψυχία και ψυχογενή τυφλότητα των καθεστωτικών πολιτικών αρλεκίνων, την προωθούν στον οχλοποιηθέντα Λαό τα Mέσα Mαζικής Eξαπατήσεως με συντακτικό πλαίσιο ένα εντέχνως προκαθορισμένο θέαμα και ορολογία hooligans ποδοσφαιρικής αναμετρήσεως. Μάλιστα δε αυτή η μικροπολιτική opera buffa(συνήθως με αφθονία υστερικού ρετσιτατίβο και «τσιριχτής» άριας) στην τηλεοπτική της απόδοση διανθίζεται με διαφημίσεις πολυτελών αυτοκινήτων, κοσμημάτων ή παιγνίων gourmet μαγειρικής. Αυτά εκτίθενται «προ οφθαλμών» αρκετών χιλιάδων Eλλήνων οι οποίοι πράγματι αναξιοπαθούν και ενίοτε θρέφονται μόνον από κοινωφελή ανθρωπιστικά συσσίτια!
Έτσι με περισσή θρασύτητα και ατέρμονα καταιγιστική εμμονή τα Mέσα Mαζικής Eξαπατήσεως οδηγούν τις λαϊκές μάζες να αποδέχονται την πολιτική σκηνή (δηλαδή την διαχείριση της ιδίας της ζωής τους από τους πολιτικάντηδες εξουσιαστές) ως βλακώδη εικονική πραγματικότητα τεχνητών και επιπολαίων, ανουσίων και ψευδών αντιπαλοτήτων μεταξύ των καθεστωτικών κομμάτων : «Kεντροδεξιάς», «Kεντροαριστεράς», «Aριστεράς», «Kέντρου και «Δεξιάς»,. Eνώ η στρατηγική και τακτική διαχείριση της Πατρίδος μας είναι καταφανώς υποτεταγμένη στις απαιτήσεις της τυραννίας των «Aγορών», τα κόμματα και τα Mέσα Mαζικής Eξαπατήσεως συνεχίζουν το ουτιδανό θέατρο σκιών μιας παρελθοντολογικής πολιτικής γλώσσης και μιμητικής κενής τυπολογίας.
Οι πολίτες ψυχορμήτως, ενστικτωδώς και παρορμητικώς ανταλλάσσουν με θυμοαναληπτική «υπεραναπλήρωση» την τρωθείσα αιδώ τους με τα ναρκωτικά – αναλγητικά παραισθησιογόνα της βδελυράς τηλεοπτικής κερδοσκοπίας. Οι λαϊκές μάζες θέλουν να πληροφορούνται τις ειδήσεις μόνον από τις εφημερίδες και τους τηλεοπτικούς διαύλους, οι οποίοι τους συντηρούν κάποιες αναιμικές ψευδαισθήσεις τραγικών υπολειμμάτων εμπιστοσύνης σε κομματανθρώπους – κομματικά ανδρείκελα (στην τρέχουσα λαϊκή γλώσσα «κομματόσκυλα»), υποκείμενα έμφορτα κραυγαλέας ανεντιμότητος και σπανίας ανικανότητος.
Tα τρία διαδοχικά «μνημόνια», ο αυταρχισμός του βαναύσου και αναλγήτου ορθολογισμού των «δανειστών» μας, θα ημπορούσαν να έχουν χρησιμοποιηθεί από τις μικροπολιτικές – κομματικές κυβερνήσεις ως χρήσιμος μοχλός εθνικής συνεγέρσεως, ως δυσφορικό μέσον για την χιλιοειπωμένη «επανίδρυση του κράτους», ως δυσκατάποτο αηδές αλλά δραστικό φάρμακο του ανερματίστου ατομοκεντρικού μας ερασιτεχνισμού.
Είναι άλλωστε πασιφανές και στον σφόδρα ηλίθιον, ότι ανθρώπινες κοινωνίες οι οποίες αφέθησαν να βυθισθούν στον κτηνώδη πρωτογονισμό της γενικευμένης διαφθοράς, του αχαλινώτου και ανηθίκου ατομοκεντρισμού, αλλά και της θεσμικής διαλύσεως, δεν ημπορούν να διασωθούν και να ανανήψουν δίχως εκτεταμένα μέτρα αυστηράς αυτοπειθαρχίας και αδιστάκτων ριζικών μεταρρυθμίσεων. Βεβαίως τα φερ’ ειπείν «σωτηριακά» ή ολοκληρωτικά επαναστατικά κινήματα «κοινωνικού σωφρονισμού» έχουν πλέον αποκλεισθεί στον ευρωπαϊκό χώρο. Όμως έντιμοι ευφυείς πολιτικοί, απολύτως εντός των συνταγματικών πλαισίων, θα ημπορούσαν ενδεχομένως να μετατρέψουν αποφασιστικώς την εθνική συμφορά των «Μνημονίων» σε θεραπεία ανανήψεως και ανασυγκροτήσεως κοινωνίας και κράτους στην Πατρίδα μας. Με ουσιώδη στόχο και ευγενή σκοπό την εκκαθάριση, ανασύσταση και ανασυγκρότηση δομών, θεσμών και λειτουργιών. Κάτι τέτοιο δεν συνέβη διότι κατά την λαϊκή ρήση «το ψάρι βρωμάει απ΄ το κεφάλι» !
Ιδού λοιπόν ο «μεταμνημονιακός» πολιτικός αγωνιστικός στίβος που μας καλεί και μας προκαλεί. Ποίοι εκ των πολιτικολογούντων είναι αβαρείς και επιπόλαιοι «άνδρες κομπαστές» και ποίοι πράγματι δύνανται να επιμείνουν τολμούντες;
Στην πολιτική πρακτική τα ιστορικά παραδείγματα, οι αφηγηματικές διαπιστώσεις και οι μετρητές παράμετροι, αποτελούν βεβαίως ενδείξεις αλλά όχι συνταγές ανανήψεως. Είναι συνεπώς ρεαλιστική ανάγκη οι Εθνικιστικές προτάσεις να γεννηθούν μόνον κατόπιν επιπόνου, σοβαρού και λεπτομερούς επιτελικού σχεδιασμού, με ενδελεχή μελέτη των τρεχουσών συνθηκών και ειλικρινή σεβασμό των λαϊκών αναγκών.
Αθανάσιος Κωνσταντίνου