«Η δουλειά των δημοσιογράφων είναι να καταστρέφουν την αλήθεια, να ψεύδονται ασυστόλως, να διαστρεβλώνουν, να δυσφημούν, να πέφτουν δουλοπρεπώς στα πόδια του μαμμωνά και να πουλάνε την πατρίδα τους και το γένος τους για τον επιούσιο. Το ξέρετε και το ξέρω τι είδους βλακεία είναι αυτή να κάνουμε πρόποση για ένα ανεξάρτητο τύπο. Είμαστε τα εργαλεία και οι δουλοπάροικοι πλουσίων ανδρών που βρίσκονται στα παρασκήνια. Είμαστε οι μαριονέτες που αυτοί τραβούν τους σπάγκους και χορεύουμε. Τα ταλέντα μας, οι ικανότητές μας και οι ζωές μας είναι όλα περιουσιακά στοιχεία άλλων. Είμαστε διανοούμενες πόρνες».
Ομιλία του John Swinton, Chief Editorial Writer της εφημερίδος «The New York Times», στην «Λέσχη του Τύπου της Νέας Υόρκης» σχετικώς με την ελευθερία του Τύπου, 1880
Το 1851, ο Λουδοβίκος Ναπολέων Βοναπάρτης ανέτρεψε την Β’ Γαλλική Δημοκρατία, και μετά εν έτος, αυτανεκηρύχθη Αυτοκράτωρ των Γάλλων, ως «Ναπολέων ο Γ’». Στο μεσοδιάστημα των δύο αυτών ενεργειών του ο Καρλ Μαρξ γράφει την διαβόητο μπροσούρα του «Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη», που αφορά στα πραξικοπηματικά πολιτικά πεπραγμένα του εξ αγχιστείας μικρανεψιού του Μεγάλου Κορσικανού και στην πολιτική ζωή της τότε Γαλλίας. Αυτήν την μπροσούρα, πέραν του στενού κομμουνιστικού – μαρξιστικού κοινού, την επεκοινώνησαν ευρύτερον με εμφατική μνείαν της, η μαρξιστικών καταβολών κ. Ζαχαρέα και ο παραδοσιακός μπολσεβίκος κ. Μπογιόπουλος. Το βιβλίον αυτό αποτελεί όντως ένα σπουδαίο (άξιον σπουδής) κείμενο του πολυγραφοτάτου Μαρξ, με το οποίον, μεταξύ άλλων, ανατέμνει την σύνολο νοσολογία της αστικής δημοκρατίας, έχων ως κύριον εργαλείον την κατ΄αυτόν ταξική υφή της Ιστορίας. Είναι επίσης ένα εξαίρετο τροχιοδεικτικό εργαλείον πολιτικών αναλύσεων.
[Παρεμπιπτόντως, ο μην Μπρυμαίρ (Ομιχλώδης) ήταν ο δεύτερος του έτους κατά το επαναστατικό ημερολόγιο, το οποίον συνέθεσεν ο μαθηματικός Σαρλ Ζιλμπέρ Ρομ και υιοθέτησε από τις 24 Οκτωβρίου 1793 η ελεγχομένη από τους Ιακωβίνους Εθνοσυνέλευση. Ο Μπρυμαίρ ήταν αντίστοιχος του διαστήματος μεταξύ 22ας Οκτωβρίου και 21ης Νοεμβρίου, του ιδικού μας Γρηγοριανού ημερολογίου. Δηλαδή η 18η Μπρυμαίρ ήταν η 9η Νοεμβρίου. Στις 9 Νοεμβρίου του 1793 λοιπόν, ο στρατηγός Ναπολέων Βοναπάρτης ανέτρεψε την κυβέρνηση του Διευθυντηρίου και ανεκηρύχθη Πρώτος Ύπατος της Γαλλικης Δημοκρατίας, ενώ ολίγον αργότερον εστέφθη Αυτοκράτωρ].
Στην ιδιωτική ζωή των ατόμων διακρίνουμε μεταξύ εκείνου πού ενας άνθρωπος σκέπτεται και λέγει περί του εαυτού του και εκείνου που πράγματι είναι και πράττει αυτός ο άνθρωπος. Έτι περισσότερον, στους πολιτικούς αγώνες πρέπει να διακρίνουμε μεταξύ των συνθημάτων, θέσεων, διακηρύξεων και ιδεών που έχουν τα κόμματα και των πραγματικών οργανισμών και συμφερόντων τους, δηλαδή να διακρίνουμε με ειλικρίνεια και σαφήνεια μεταξύ εκείνου που φαντάζονται πως είναι και εκείνου που πράγματι είναι.
Ο διαβόητος και συνάμα περιβόητος «εθνικιστικός χώρος» ως υφή, έργο και δρώμενο ανθρώπων (και όχι Θεών, όπως άλλωστε όλοι οι πολιτικοί χώροι), εγκλείει μεταξύ των αξίων συστατικών του, ικανά πάθη χωρίς αλήθεια, «αλήθειες» χωρίς πάθη, «ήρωες» χωρίς ηρωισμούς, ιστορία χωρίς γεγονότα, ιστορική εξέλιξη που φαίνεται πως ενίοτε έχει ως μοναδική της κινητήριο δύναμη μόνον το φυλλοροούν ημερολόγιο, (το οποίον μάλιστα καθίσταται βαρετό με την αδιάκοπο επανάληψη των ιδίων εντάσεων και χαλαρώσεεων). «Εντός, εκτός και επί τα αυτά» του εν λόγω χώρου εξελίσσονται μικρόψυχοι και κοντόφθαλμοι ανταγωνισμοί πού φαίνονται πώς οξύνονται από καιρού εις καιρόν, αποκλειστικώς καί μόνον για να απωλέσουν την αρχική τους οξύτητα και εν τέλει να σβεσθούν δίχως να δυνηθούν να ανεύρουν καμία λύση στα εθνικά και κοινωνικά ζητήματα. Ατελέσφορες και άκαρπες προσπάθειες που προβάλλονται με παράταιρες και υπερφίαλες αξιώσεις, καθώς και διάχυτος «καθεστωτικός τρόμος». Παραλλήλως σοβούν οι πλέον μικροπρεπείς ραδιουργίες και ποικίλες «αυλικές» κωμωδίες, που συχνά παίζονται από τους ιδίους τους επιδόξους… εθνοσωτήρες
Επάνω από όλους τους ανθρώπους που εθήτευσαν ή και συνεχίζουν να θητεύουν στον Εθνικιστικόν αγώνα υψώνεται πελώριο ενα ολόκληρο ψυχονοητικό «εποικοδόμημα», συνιστάμενο από διαφορετικά και ιδιοτρόπως διαμορφωμένα αισθήματα, ελπίδες, αυταπάτες, νοοτροπίες, συνολικές περί ζωής αντιλήψεις και βιοθεωρητικές αρχές. Σε αυτό το πάλαι ενωτικό και νυν διαχωριστικό έως εχθρότητος μόρφωμα, εμπεριέχονται επίσης προλήψεις καί αυταπάτες, παλαιές αναμνήσεις, συμπάθειες καί αντιπάθειες, προσωπικές αντιπαλότητες και έχθρες, φόβοι και ελπίδες, βαθείες πεποιθήσεις, άρθρα πίστεως και ιδεολογικές αρχές, οι οποίες συνέδεαν ούτως ή άλλως αυτούς τους ανθρώπους.
Εντός του πλαισίου του Εθνικιστικού δρωμένου υπάρχουν βεβαίως παρελκόμενα, εξαρτήματα και παρακολουθήματα των συλλογικών πολιτικών δομών και λειτουργιών, μεταξύ δε αυτών και άστοχοι φατριασμοί, μάταιες κολακείες, παράταιρη εξουσιολαγνεία, εγωιστικές εμμονές, στρατηγικά ελείμματα, τακτικά λάθη, σφαλερές εκτιμήσεις καταστάσεων, ιδεολογικές συγχύσεις και … άλλα ων ουκ έστιν αριθμός. Όμως, το πολιτικό μέγεθος και το αποτύπωμα κάθε Εθνικιστή δεν ορίζεται μόνον από τα οποιαδήποτε σφάλματα και ατοπήματά του : Έχουμε ελάχιστο ηθικό χρέος να αποτιμούμε την συνολική παρουσία και τροχιά του καθενός, συνεκτιμώντες οπωσδήποτε και την παράμετρον του χρόνου και το μέγεθος του πολιτικού του έργου.
Ανάλογος πρέπει να είναι επίσης και η εξέταση και αξιολόγηση των αντιπάλων. Ως αμετανόητοι, αφοσιωμένοι και όχι περιστασιακοί Εθνικιστές, οφείλουμε λοιπόν να προβούμε με οξυδερκή ψυχραιμία, σε μιαν αδρά επισκόπηση της προσφάτου πολιτικής πραγματικότητος στην Πατρίδα μαςκαι να στοιχειοθετήσουμε μερικές κρίσιμες παρατηρήσεις, ώστε νά αποφύγουμε επιτυχώς τις συνηθισμένες παρανοήσεις σχετικώς με ολόκληρο τόν χαρακτήρα της επερχομένης νέας εποχής.
Πρέπει με ακριβοδικαία κριτική και αδίστακτο αυτοκριτική να συγκροτήσουμε ουσιώδη Εθνικιστικό λόγο και να εκδηλώσουμε παρεμβατική δράση, αποκολλώμενοι από την επαρσιακή βεβαιότητα, την κατατονική περιφρόνηση και την αηδία τις οποίες προκαλεί η Γ’ «ελληνική» «δημοκρατία», (που δεν είναι τίποτε άλλο από την επί 45 συναπτά έτη) θρασύτατα συνδεδυασμένη ατιμία δυό ολιγαρχιών : των αστοφιλελευθέρων «δεξιών» και των σοσιαλκομμουνιστών «αριστερών», δηλαδή μια ψευδοδημοκρατία των εργολάβων).
Οι εκλογές του Ιανουαρίου 2015, καθώς και το επακολουθήσαν δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015 υπήρξαν μια έκφανση της μυχίας αρνήσεως του Ελληνικού Λαού να αποδεχθεί δουλοπρεπώς τα έως τότε πέντε έτη υφέσεως, τα έξωθεν και άνωθεν επιβληθέντα μνημόνια, την απάνθρωπο, τερατώδη και ραγδαία συσσώρευση του εθνοαποδομητικού ελληνικού δημοσίου χρέους και το εξευτελιστικό καθεστώς νεοαποικιοκρατικού προτεκτοράτου της Ελλάδος. Έκφανση αρνήσεως των 45 μεταπολιτευτικών ετών διακυβερνήσεως της Πατρίδος μας από μιαν εξόχως διεφθαρμένη, αθλία και ανίκανο άρχουσα τάξη, [αποκληθείσα ευστόχως από την 17η Νοέμβρη, «Λούμπεν (Κουρελο) Μεγαλο Αστική Τάξη» – ΛΜΑΤ], αποτελουμένη από έναν δύσοσμον εσμό με συστατικά κάθε είδους καιροσκόπους πλουτοκράτες, εφοπλιστές, τραπεζίτες, καθώς και από τους «συνοδευτικούς» αθλίους πολιτικούς τους υπαλλήλους και τα ανδράποδα αυτών.
Η κλάση των «διασήμων» πολιτικών υπαλλήλων (και ενίοτε μικρο-μετόχων της Πλουτοκρατίας), περιλαμβάνει προφανώς τους διασήμους ελληνόφωνους τσοπανάρχες – «βασιλείς των ορέων» της τρισδυσμοίρου «ψωρολακόσταινας», δηλαδή τις … καλοχορτασμένες και χιλιάκριβες οικογένειες Καραμανλή και Παπανδρέου, καθώς βεβαίως και την οικογένεια Μητσοτάκη. Η θριαμβική επιστροφή του κ. Κούλη Μητσοτάκη στον θρόνο του προτεκτοράτου, έθεσε τέλος στην αμφισβήτηση των αστών «κάτωθεν» και ομογενοποίησε -κατά το πλείστον- τις αστοφιλελεύθερες «πατριωτικές» ανησυχίες στο οχλοποιημένο «πόπολο».
Βεβαίως λόγοι ιστορικής ακριβολογίας μας επιβάλλουν να σημειώσουμε πως τα δημοψηφίσματα δεν εκφράζουν αναγκαστικώς την αστική, την λαοκρατική ή την … σοσιαληστική δημοκρατία. Ακριβέστερον, εκφράζουν ενίοτε το αντίθετον αυτών των «ονομαστικών» (κατ΄ όνομα) δημοκρατιών, με την δυναμική πατριωτική διάθεση του λαού. Εκτός από τις περιπτώσεις των μεσοπολεμικών γερμανικών δημοψηφισμάτων [τον Δεκέμβριον του 1929, δημοψήφισμα για τον «Νόμον ενατίον της υποδουλώσεως του γερμανικού λαού», κατά της συνθήκης των Βερσαλιών και των Γερμανών συνεργατών των κατοχικών δυνάμεων (που παρά την υποστήριξη του 94,5% των Εθνικιστών ψηφισάντων απερρίφθη, διότι η προσέλευση υπελογίσθη στο μη επαρκές 14,9 % του εκλογικού σώματος) και τον Νοέμβριον του 1933 σχετικώς με την απόσυρση της Γερμανίας από την «Κοινωνία των Εθνών», που ενεκρίθη από ποσοστό 95.1% των ψηφισάντων του 96.3% του εκλογικού σώματος], υπάρχουν και πλέον πρόσφατα παραδείγματα, όπως το «Ενωτικό δημοψήφισμα» της Κύπρου, το οποίον ουσιαστικώς ηταν συλλογή επωνύμων υπογραφών (!) και διεξήχθη στις 15 και 22 Ιανουαρίου του 1950, σε 2 διαδοχικες Κυριακές. Το εν λόγω δημοψήφισμα ανεδειξε την πλειοψηφική θεληση των Κυπρίων αδελφών μας (σε ποσοστό 95,71 %) για Ενωση με την Μητέρα Πατρίδα!
Επίσης βεβαίως δεν ετέθη ζήτημα (και από τους μάλιστα κακοπίστους) εάν το παρ΄ημίν δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015 ήταν αρκούντως «δημοκρατικό»: Διενηργήθη από μιαν «αριστερή δημοκρατική» και…. δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση της «πρώτη φορά Αριστεράς», σε «πλέρια δημοκρατική» βάση, με σκοπό… την θεσμική εμπέδωση και την επαναφορά δημοκρατικών θεσμών!
Όμως δεν πρέπει επίσης να λησμονείται ότι, το διαβόητο αυτό δημοψήφισμα επραγματοποιήθη υπό συνθήκες κραυγαλέως προκλητικής, φρενήρους και συνεχούς προπαγάνδας υπέρ του «ναι», ώστε ακόμη και το κατ΄εξοχήν καθεστωτικό εποπτικό «όργανο δεοντολογίας» της EΣHEA εξηναγκάσθη να προβεί σε έκκληση γιά να τεθεί φραγμός στην εκχειλίζουσα και απροσχημάτιστο αθλιότητα των κυβερνητικών φερεφώνων. Αλλά ο λαός, σε σπανία κρίση συνειδητότητος, ηγνόησε τον ωμό καθεστωτικό ψυχολογικό εκβιασμό των κρατούντων και εψήφισεν «όχι» με το σαρωτικό ποσοστό 62%.
Στις 5 Ιουλίου 2015, ο Σαμαράς εδήλωσεν ότι παραιτείται από την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας. O άφιλος, εγωπαθής και εμπαθέστατος κατά του Κινήματος πολέμιος, «πρωτοστράτωρ» της αναξίου «αξιωματικής αντιπολίτευσης», παλαιοκομματική αντιπροσωπευτική φιγούρα των μεγαλοαστικών «τζακιών» και των σκοτεινών υπογείων συμβιβασμών προς χάρη της εξουσίας, παρητήθη.
Ο… τρισμέγιστος εθνικιστοφάγος «πολέμαρχος» όταν εισέπραξε επί της φεουδαρχικής παρειάς του το (απαξιωτικό για την έμπρακτο μνημονιολειχία του και την υποκριτική αντιμνημονιακή του ρητορική)… θωπευτικό ράπισμα της λαϊκής δημοψηφισματικής ετυμηγορίας, «τόκοψε ρόδα μυρωμένα», κατά παρασυσχετισμόν της «εθναρχικής τακτικής» του βαρηκόου Τριανταφυλλίδη.
[Εδώ ο μελετητής ανακαλεί πηγαίως τον μαρξιστικό σχολιασμό από την πολυθρύλητο μπροσούρα «Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη» όπου ο δαιμόνιος στοχαστής γράφει «….όπως γίνεται πάντοτε με τα “ανδραγαθήματα” των “δημοκρατών”, οι αρχηγοί ικανοποιήθηκαν με το να μπορούν νά κατηγορούν “το λαό” τους γιά λιποταξία και ο λαός ικανοποιήθηκε μέ το να μπορεί να κατηγορεί τους αρχηγούς του γιά απάτη».]
Eτσι, δίχως τον Μεσσήνιο… εθνεγέρτη, οι συνθήκες ήσαν εν πολλοίς ευχερέστερες για μια «αστοσοσιαλκομμουνιστική»… τουρλού συγκυβέρνηση, η οποία θα ενεσάρκωνε σαφώς την προθανάτιο ανάγκη να σταθεί ορθή η μεταπολιτευτική «ελληνική» κοινωνία στα αγκυλωτικά και παραμορφωμένα σκέλη της, να συμμαζέψει τα βιώσιμα θραύσματά της, να απορρίψει τα σεσηπότα ράκη της και να φροντίσει επιμελώς τις πληγές της ιδεοληπτικής παραφροσύνης της.
Hταν η στιγμή συναντήσεως του κ. Tσίπρα με την Ιστορία: Εκαλείτο να αποδείξει εμπράκτως εαν κατ΄αυτόν επρώτευεν η ηδονή της βουλιμικώς νεμομένης εξουσίας ή ο ελληνικός Λαός, η Εθνική Ανεξαρτησία και η Κοινωνική Δικαιοσύνη. Εκαλείτο να προασπίσει την διαχρονία του Ελληνισμού και να περισώσει τα πολυτίμητα αγαθά του. Ημπορούσε να καλέσει δημοσία τα αντίπαλα κόμματα, να τα συνεγείρει ώστε να συγκυβερνήσουν μαζί του, με σκοπόν να τιμήσουν και να στηρίξουν το «όχι» της πλειοψηφικής αξιοπρεπείας, όπως κατεδείχθη στο δημοψήφισμα, το ηθικό σθένος του Λαού μας, ο οποίος κυριολεκτικώς πενόμενος και εξαθλιωμένος ηρνήθη τον βάναυσο εξευτελισμό των Δανειστών και των Αγορών.
Μετά το μεταξικόν «όχι» του 1940, η Πρόνοια εχορήγησε και πάλιν την ευκαιρία να ομονοήσουν οι Eλληνες για το αταξικό «κοινό καλό» του εθνικού συνόλου και να εξοβελίσουν την εγωπαθή ατομιστική ιδιοτέλεια που εγγίζει τον εκβαρβαρισμό και την αποκτήνωση. Μας εχορηγήθη η δυνατότης της ιστορικής επιλογής: Να υποταχθούμε σε ξένους δυνάστες ή αγωνιζώμενοι να αναστήσουμε εξ υπαρχής την ιδιοπρόσωπο συλλογικότητά μας με εθνικούς στόχους που υπερβαίνουν την ευτέλεια της βουλιμικής απληστίας ατόμων και φατριών.
Oμως ο κ. Tσίπρας ηρνήθη υπερηφάνως να γράψει Iστορία. Απεδείχθη τρισμεγίστως σπιθαμιαίος ως προς τις προδιαγραφές του Λαϊκού Ηγέτη, εμετρήθη και εκριθη από τα κυβερνητικά του «αντανακλαστικά». Απέδειξε, περιτράνως και «εντειχισμένος» στην ιδιοπάθειά του, «χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ», ότι διενήργησεν απερισκέπτως το δημοψήφισμα βέβαιος ων για την υπερψήφιση του «ναι», δηλαδή βέβαιος για την μαζική λαϊκή συναίνεση στην ελεεινή ολιγωρία του, στην ξενόδουλο και ξενωφελή του κυβίστηση. Ματαίως! Ο αποχαυνούμενος και οχλοποιούμενος επι δεκατίες λαός δεν εμάσησεν άλλο «κουτόχορτο», αλλά και ο ακώλυτος τολμητίας φαρσέρ δεν εδίστασε να αγνοήσει απροκαλύπτως την καταφανή λαϊκή άρνηση, προκειμένου να παραμείνει στην εξουσία με τις ευλογίες των ξένων εθνεμπόρων.
Κατόπιν, ο ταλαντούχος αυτός πολιτικός θεατρίνος, ο πρωταγωνιστής της Νέας «Αριστεράς», ο λατρεμένος jeune premier των επιζωσών ελασιτισσών, έτυχεν και της σπανιωτάτης ιστορικής ευνοίας μιας διαδοχικής δευτέρας ευκαιρίας: Προεκήρυξεν εκλογές, όπου εξεδηλώθη πρόδηλος η σαφής άρνηση να καταξιώσουν οι απεγνωσμένοι και αηδιασμένοι πολίτες την αμετανόητο και προκλητική αχρειότητα των «γαλαζοπράσινων» προκατόχων του κ. Tσίπρα, των γνωστών και ως «Σαμαροβενιζέλοι». Στις εν λόγω εκλογές η μετρηθείσα αποχή ήταν βεβαίως αποκαλυπτική απογοητεύσεως, αηδίας και απελπισίας των εν πολλοίς μωροπίστων πολιτών, αλλ΄ όμως όσοι εψήφισαν εχάρισαν και πάλιν την νίκη στον κ. Tσίπρα. Δευτέρα ευκαιρία, αλλά για δευτέρα φορά ηρνήθη ο κ. Tσίπρας να αναχθεί από την ευτέλεια του μικροπολιτικού κομματάρχη με κομμουνιστική πατίνα στην αποστολή του Λαϊκού Ηγέτη.
Μάλιστα, εζήτησεν προκλητικώς από τους σοσιαλφιλελευθέρους ασπόνδους «αντιπάλους» του να υπερψηφίσουν μαζί του και τρίτο, «αριστερό» τώρα «μνημόνιο». Φρούδο, παρασαδιστικό και εξόχως ταπεινωτικό για την παραπαίουσα ελληνική κοινωνία και την υπολειμματική εθνική αξιοπρέπεια. Kαι αυτοί βεβαίως το απεδέχθησαν… ασμένως. Εξ άλλου υπήρξαν οι ίδιοι φυσικοί αυτουργοί του άφρονος και εγκληματικού υπερδανεισμού, ο οποίος ετροφοδότησεν αποκλειστικώς το σιχαμερό πελατειακό τους κράτος, αλλά συνάμα υπήρξαν αείποτε και μαζοχιστικοί λάτρεις κάθε «φιλοευρωπαϊκής» συμπεριφοράς, φανατικοί θειασώτες του πλέον ωμού, εμφανούς και γνησίου αμοραλισμού πάσης φύσεως.
Αυτός ήταν ο «ελλαδίτης» Νεοαριστερός και παλαιοκομμουνιστής τέως πρωθυπουργός κ. Τσίπρας, που κατόρθωσε την προδοτική Συμφωνία των Πρεσπών: Tόσον ενδοτικός, ξενόδουλος, μεταπρατικός και αδιαφοροποίητος όσον και ο οιοσδήποτε «ηγέτης» οποιουδήποτε μετα-αποικιακού κρατικού μορφώματος. Τόσον αποχρωματισμένος από κάθε ενεργό πολιτισμική ελληνικότητα, όσον και υπάκουος ωσάν επαιτών δανειολήπτης εξαρτημένος για την «δόση» του από τις «Aγορές» των Επικυριάρχων. Ολοσχερώς ανελλήνιστος στην ελειμματική παιδεία, στην χρησιμοθηρική λογική και στην διάτρητο κοσμοθεώρησή του.
Απλούστατα λοιπόν, η επακολουθήσασα τραγελαφική συνθηκολόγηση με τους ξένους δανειστές και η πρόθυμος υποταγή του ΣΥΡΙΖΑ στους Διεθνείς Πλουτοκράτες Επικυριάρχους, κατέστησε αδύνατο την επιδίωξη των μεγάλων …. σοσιαλιστικών σκοπών και των αριστερών υπερμετρωπικών οραμάτων, μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015. Οπότε επηκολούθησεν η φιλελευθέρα επέλαση της μητσοτακικής ΝΔ.
Ευτυχώς έως τούδε η Ελλάς ουδέποτε υπήρξεν εκτενές φυτώριον φιλελευθέρων πολιτικών ή ζυμωτήριον φιλελευθέρας ιδεολογίας, οπότε ο μεταπολεμικός ελληνικός «μεταπρατικός» και εισαγόμενος (κυρίως αγγλοαμερικανικός) φιλελευθερισμός εστηρίχθη αναγκαστικώς στην βακτηρία της εκάστοτε «λαϊκής» δεξιάς.
Δεξιόθεν λοιπον του φιλελευθέρου πρωθυπουργού Μητσοτάκη ελλοχεύει ασμένως η δρώσα δίκην… νεοδημοκρατικού νάρθηκος «λαϊκή δεξιά» (τύπου Αδώνιδος Γεωργιάδη ή και Μαυρουδή Βορίδη). Η ωφελιμιστική γόμα η οποία κρατεί «ενωμένες» στην Νέα Δημοκρατία αυτές τις δύο φατρίες (της «λαϊκής» και της «φιλελευθέρας» δεξιάς) είναι ο νεοφιλελευθερισμός, δηλαδή η διεθνώς καθεστηκυία και καθεστωτική ιδέα πως το κέρδος και η καπιταλιστική ιδιωτική ιδιοκτησία είναι η μόνη οδός προς την «κοινωνική πρόοδο» και την «ανάπτυξη», ενώ απαιτείται «ελευθέρα λειτουργία» του μηχανισμού τιμών της ανοικτής αγοράς, «ελευθέρα επιχειρηματικότης» και «ελεύθερος ανταγωνισμός» (Ευώνυμος έως τοξικότητος «ελευθερία» της οικονομίας, εις βάρος της Πολιτικής και της Λαϊκής Κοινότητος, ώστε οι πλουτοκράτες ανέτως να κερδίζουν περισσότερον).
Αυτές οι δύο φατρίες (η μία με «εκσυγχρονιστική» πρόσοψη και η άλλη με «εθνικοπατριωτική») έχουν σχηματίσει ήδη ένα πολυεπίπεδο ηγεμονικό πήγμα, με την αφειδή και ενεργό υλική υποστήριξη του εφοπλιστικού κεφαλαίου. Η αστοδεξιά «πολυκατοικία» δεν έχει μόνον ενοικιαστή, εν προκειμένω την (κατά Κούλη Μητσοτάκη ανανεωθείσα) Νέα Δημοκρατία, αλλά βεβαίως και (τουλάχιστον μεταπολεμικόν) ιδιοκτήτη, την εφοπλιστική πλουτοκρατία του τόπου.
Εν ευθέτω χρόνω, ο κ. Κούλης Μητσοτάκης θα αντιληφθεί πως είναι πράγματι δυσχερές να χαλιναγωγήσει την «λαϊκή δεξιά» φατρία και γενικότερον την «δεξιά» πτέρυγα του κόμματός του. Οι ιδιοκτήτες της «δεξιάς πολυκατοικίας», άρα και υποβολείς της Νέας Δημοκρατίας, ήτοι οι Έλληνες εφοπλιστές, δεν είναι πεφωτισμένοι φιλελεύθεροι αστοί, σφόδρα ενδιαφερόμενοι για τα σκιώδη ή απτά δημοκρατικά «ιδεώδη». [Στην πλειοψηφία τους είναι ωμοί και σκληροί άνθρωποι, που γνωρίζουν μόνον για Χρήμα, Κέρδος και…. Ορθοδοξία (μάλλον ως ατταβιστική υπεραναπλήρωση αμαρτιών)].
Συνεπώς είναι λίαν πιθανόν ότι η ελληνική «εξωστρέφεια» που διεφήμισεν επιμόνως και αποζητεί εναγωνίως η «λευκοσιδηρά» κυβέρνηση Μητσοτάκη θα υπακούσει στο τάχα ρηξικέλευθο, «πατριωτικό» και….. «επαναστατικό» δίπτυχο που εχάραξαν ανενδοιάστως οι έχοντες και κατέχοντες από ημίσεως αιώνος και ένθεν: «Ζεστό» Χρήμα και Κέρδος (παντοιοτρόπως), αλλά με… επίπαση Ορθοδοξίας (sic!)
Bεβαίως οι έως τούδε προπαρασκευαστικές εξαγγελίες Μητσοτάκη εξαντλούνται στην σκιαγράφηση μιας στενόκαρδης και διαχειριστικής εκδοχής της πολιτικής, μιας χρησιμοθηρικής «απολίτικης πολιτικής», ταυτοσήμου προς εκείνην που εξεμηδένισε τους προκατόχους του.
O μεταπολιτευτικώς κυρίαρχος, κτηνώδης πρωτογονισμός του ψυχοπαθούς ατομοκεντρισμού είναι γέννημα – θρέμμα του εμπράκτου μεθοδικού αφανισμού όλων των παραγόντων της κοινωνικής συνοχής (εθνικής και ιστορικής συνειδήσεως, αξιοκρατίας, πατριωτισμού και γλωσσικής καλλιεργείας). Eίναι ο σχηματοποιημένος, επί τεσσαρακονταπεντετία συστηματικώς καλλιεργηθείς αντεθνικός μηδενισμός, καλλιεργηθείς επιμελώς από τις εθνοαποδομητικές και ζοφερές ψυχοπαθητικές δυνάμεις του δήθεν «εκσυγχρονισμού» και της δήθεν «προόδου». Αποτελεί δε τρομακτικό γεγονός, ότι η αμόρφωτος, μηδενιστική και ληστρική οίηση, (κατεστημένη στην εξουσία, όποιο καθεστωτικό κόμμα και αν κυβερνά την Πατρίδα), όχι μόνον επροπαγάνδισε με πάθος, αλλά και επανηγύρισε ασυστόλως την εκλογήν του κ. Mητσοτάκη στο πρωθυπουργικόν αξίωμα. Γιατί; Θα το ιδούμε προ οφθαλμών λίαν συντόμως.
Τα ανωτέρω ενέχουν βαρύνουσα σημασία, διότι κατά τα νυν φαινόμενα και υπό συνθήκες περιφερειακής (τουλάχιστον) ειρήνης, στα επόμενα χρόνια η Ελλάς θα τύχει στοιχειωδώς «αναπτύξεως», έστω και εκλεκτικής, (εδώ δεν πρέπει να λησμονείται το γεγονός της σκοπουμένης οικονομικής συμπλεύσεως με το κραταιόν Ισραήλ). Το κομβικό διακύβευμα των εθνικών εκλογών του περυσινού Ιουλίου ήταν πώς ακριβώς και από ποίους διαχειριστές θα αξιοποιηθεί η ανάπτυξη αυτή.Άρα οι Επικυρίαρχοι και τα εντόπια ενεργούμενά τους συνεξετίμησαν οποιανδήποτε ενδεχομένη μετεκλογική απόφαση, ενέργεια, διαδικασία ή και κατάσταση που πιθανόν να έθετε σε κίνδυνο τα κέρδη τους, εάν ελαμβάνοντο λανθασμένες κυβερνητικές αποφάσεις, ή εδημιουργούντο «άσχημες εξελίξεις», εκτιμώμενες και εμπειρικώς (εξ ου και ο ποικιλοτρόπως μεθοδευθείς και διενεργηθείς εξοβελισμός του Κινήματος από το κοινοβούλιο).
Μια αδρά επισκόπηση του βραχέος πολιτικού ορίζοντος καταδεικνύει ότι, η δολία παραλλαγή εξουσίας της λιμαλέας, λημαλέας, «αντιεξουσιαστικής» και εξουσιομανούς «Αριστεράς» του… ρεφορμιστή κ. Τσίπρα, επι του παρόντος εξηνεμίσθη. Ότι υπήρξεν ως πολιτικόν έργον της, ευτυχώς κατεποντίσθη το 2015, ομού με το διαβόητον «Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης». Δυστυχώς όμως κατέλειπε στο Έθνος την αιμάσουσα προδοτική «Συμφωνία των Πρεσπών», στηριζομένη από τους τραγελαφικούς … ελαφροπατριώτες του συγκυβερνήσαντος κ. Καμένου.
Αντ’ αυτής της γελοίας και αλλοκότου εθνοαποδομητικής πολιτικής την οποίαν εξήσκησε το θρασύ κυβερνητικό «διώνυμο», ο κ. Κούλης Μητσοτάκης εσχημάτισε μιαν κυβέρνηση τεχνοκρατών, η οποία φαίνεται ότι μακροπροθέσμως προκρίνει το συναινετικό προς την πλουτοκρατία και «ξενόφιλο» πρότυπο – μοντέλο αντιεθνικιστικής και αντιλαϊκής διαχειρίσεως: Χαρακτηριστικώς επισημαίνονται πρακτικές και ευχολόγια παραλόγου ανοχής προς τους παρατύπους μετανάστες, καθώς και προς τους Τούρκους, τους Σκοπιανούς και τους Αλβανούς ανθέλληνες. Επίσης διαφαίνεται ανενδοίαστος υποταγή στους πλουτοκράτες, (που απαιτούν επιμόνως περικοπή του φόρου μερισμάτων και κληρονομίας, του εταιρικού φόρου, καθώς βεβαίως και της εμμέσου φορολογίας).
Η ανεκτική προθυμία του, αλλά και η διεθνής και εντόπιος παντοειδής υποστήριξη της οποίας έτυχεν ο κ. Κούλης – Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ενδεικτικές των επαρκών διαπιστευτηρίων συνεχείας με τον πατέρα του, ώστε να παραμείνει εν πολλοίς ανενόχλητος στην εξουσία. Αλλ΄όμως η κυβέρνησή του δεν θα ανθέξει ευκόλως τις ενδεχόμενες «εκ Δεξιών» της πιέσεις, ιδιαιτέρως εάν οι διεθνείς σχέσεις της Ελλάδος δημιουργήσουν αδιέξοδον ασυμβατότητος μεταξύ των προσδοκιών της «Δεξιάς» και των εμμονικών απαιτήσεεων της «ευρώπης». Τότε ο κ. Μητσοτάκης θα εξαναγκασθεί εκ των περιστάσεων να απορρίψει και να αποσκορακίσει τον αγαπημένο φιλελεύθερο μανδύα του, ακολουθών την οιανδήποτε έξωθεν προτεινομένη φενάκη πολιτικής, όπως θα υποδεικνύουν οι βουλιμικοί Επικυρίαρχοι. Άλλως θα έχει την ιδία άτροπο πολιτική μοίρα με τον γεννήτορά του.
Εμείς από την πλευρά μας είναι απαραίτητο να αντιληφθούμε και να κατανοήσουμε ότι, δεν θα επιτύχουμε την ζητουμένη Εθνικιστική Ενότητα Σκέψεως και Δράσεως όταν δεν αλλάζει ο ίδιος ο τρόπος σκέψεώς μας, όταν δεν επαναξιούνται οι θεμελιώδεις αρχές και οι απερίγραπτες χαρές της Συντροφικότητος, της Λαϊκής Κοινότητος, της Ηγεσίας, της Τιμής, της Πίστεως και της Παραδόσεως.
Για να επέλθει, λοιπόν, η κρίσιμη πολιτική αλλαγή απαιτείται Λαϊκό Εθνικιστικό Κίνημα, που δεν θα λειτουργεί ωσάν αποστειρωμένη και πολιτικώς ορθή «Μη Κυβερνητική Οργάνωση», αλλά θα αναπτύσσει την μοναδική «Μαχητική Ποίησή» του μέσα στην Πολιτική Πράξη, με την εμπνευσμένη δημιουργία νέων σχέσεων και τρόπων, με την αλλαγή ολοκλήρου του παρελθόντος τρόπου ζωής, την αλλαγή του συσχετισμού των Αξιών και την επιστροφή μας στο «Εμείς» και στην συν-πάθεια, αλλά και στην ολοσχερή απομείωση και εν τέλει εξάλειψη των ναρκισσισμών και της Εγω-παθείας. Αυτά σημαίνουν την δημιουργία του οράματός μας για έναν Εθνικιστικό «Τρίτον Ελληνικό Πολιτισμό», στον οποίον θα εντάσσεται η Πολιτική και αντιστρόφως.
Τέλος, εις ότι αφορά στο μαρξικό σχόλιο από το πραναφερθέν βιβλίο : «Ό Χέγκελ κάνει κάπου την παρατήρηση, πως όλα τα μεγάλα κοσμοϊστορικά γεγονότα καί πρόσωπα παρουσιάζονται, σάν νά πούμε, δυό φορές. Ξέχασε νά προσθέσει, τή μια φορά σαν τραγωδία, την άλλη σαν φάρσα», που αφορά σε μια διαπίστωση του μεγάλου ιδεαλιστή Γερμανού φιλοσόφου Γκέοργκ Βίλχελμ Φρήντριχ Χέγκελ («Διαλέξεις περί της φιλοσοφίας της ιστορίας» – Γ’ μέρος), η διαλυτική και απαξιωτική ειρωνία του σχολίου δεν δύναται να ανατρέψει την ιστορική πραγματικότητα: Καμία πανωλεθρία, ήττα, κατάρρευση ή οπισθοχώρηση δεν εξαλείφει τα προηγηθέντα κατορθώματα και τις νίκες στον Αγώνα!
«Όποιος καταράται το σκότος ας ανάψει μίαν λαμπάδα!»
Αθανάσιος Κωνσταντίνου