05:30 – Οι βατραχάνθρωποι διατάσονται να επιστρέψουν στον ΠΥΡΠΟΛΗΤΗ Ρ61, αφήνοντας την βραχονησίδα αφύλακτη. Η ενέργεια έγινε κατόπιν πολιτικής εντολής που έβρισκε αντίθετο τον Α/ΓΕΕΘΑ.
Στο μεταξύ, από τα ξημερώματα το Δ΄ Σώμα Στρατού στον Έβρο τίθεται σε επιφυλακή, ενώ ξεκινά και η εθνική διακλαδική άσκηση επί χάρτου (ΤΑΑΣ) «Αλέξανδρος», που διευθύνεται από τον Α/ΓΕΕΘΑ και συμμετέχουν τα Γενικά Επιτελεία, οι μεγάλοι σχηματισμοί και των τριών Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων, υπουργεία και δημόσιοι Οργανισμοί.
Οι τουρκικές εφημερίδες στα πρωτοσέλιδα αναφέρονται σε «αισχρή ελληνική πρόκληση». Πρωτοσέλιδο Χουριέτ «ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΣ.: «H Αθήνα παίζει με τη φωτιά. Στην ανήκουσα στην Τουρκία βραχονησίδα «Κardak», όπου ομάδα της Ηurriyet ύψωσε την τουρκική σημαία, χθες έλληνες στρατιώτες την κατέβασαν και ύψωσαν την ελληνική. Ελληνικά πλοία περικύκλωσαν το νησί. Τo δημοσίευμα αναφέρει τρία εναλλακτικά σχέδια δράσης της Άγκυρας.
«Αν η Ελλάδα δεν αποσύρει τους άνδρες της απο τα Ιμια
1) Θα γίνει κατάληψη κάποιας βραχονησίδας.
2) Θα επιχειρηθεί απόβαση τουρκικών στρατευμάτων στην άλλη βραχονησίδα (Δυτ.Ίμια)*
3) Θα επιχειρηθεί απόβαση σε άλλο νησί»
Αναφέρει επίσης και το ενδεχόμενο αποκλεισμού των βραχονησίδων με λίγες όμως πιθανότητες πραγματοποίησης.
09:00 – Συσκέπτεται το ΣΑΓΕ και οι αρχηγοί συμφωνούν με την άποψη του Α/ΓΕΕΘΑ περί αποστολής και πάλι των βατραχανθρώπων στη βραχονησίδα. Κατόπιν ο ναύαρχος Λυμπέρης μεταφέρει την άποψή του στον Αρσένη και τον πείθει.
Υπάρχει σκέψη για συγκρότηση ειδικού τμήματος ειδικών δυνάμεων μεικτής σύνθεσης, τόσο από καταδρομείς-αλεξιπτωτιστές όσο και από άντρες του ΕΤΑ. Τελικά αποφασίζεται να συγκροτηθεί δύναμη ταχείας ενίσχυσης από μονάδες ειδικών δυνάμεων της Αττικής, τον πυρήνα της οποίας θα αποτελούσαν ομάδες της εδρεύουσας στον Ασπρόπυργο 2ης Μοίρας Αλεξιπτωτιστών-2 ΜΑΛ και του ΕΤΑ. Η τυχόν προώθησή τους ως «ενίσχυση της αμυντικής ικανότητας νησιωτικών χώρων στα Δωδεκάνησα» θα υλοποιούνταν με ελικόπτερα ή μεταφορικά αεροσκάφη C-130.
Ο AΓΕΣ δίνει άδεια εκτέλεσης εκπαιδευτικών βολών αποδοχής αντιαρματικών πυραύλων AGM-114 Hellfire και ρουκετών από το 1ο ΤΕΕΠ (ΑΗ-64Α).
10:00 -Το υποστοιχείο βατραχανθρώπων που είχε παραμείνει στην κανονιοφόρο αποβιβάζεται στην Ανατολική Ίμια. Η ενέργεια πραγματοποιείται υπό το φως της ημέρας. Για πέντε ώρες περίπου η σημαία και η νησίδα είχαν παραμείνει αφύλακτες.
10:00 – Ο Δκτης ΑΣΔΕΝ αντιστράτηγος Δ.Σπυρίδων αναφέρει ότι υπάρχουν έτοιμες δύο ομάδες καταδρομέων στην Κω με δύο ελικόπτερα UH-1H, έτοιμες για μεταφορά στα Ίμια όπως του είχε ζητηθεί από την προηγουμένη μέρα. Επιθυμία του να αναχωρήσουν άμεσα διότι η πρόβλεψη καιρού έκανε λόγο για ραγδαία επιδείνωση από τις απογευματινές ώρες και μετά.
10:15 – Σημειώνεται και αεροπορικό επεισόδιο, όταν τουρκικό ελικόπτερο που ίπταται στην περιοχή, εντός του ελληνικού εναέριου χώρου, αναχαιτίζεται από ελληνικό F-4E.
10:25 – Λόγω της κλιμακούμενης έντασης, ο Α/ΓΕΕΘΑ «αποδεσμεύει» τους κανόνες εμπλοκής για κάθε είδους αποβατική ενέργεια. Το σήμα που εξέδωσε στις 10.25΄ το ΓΕΕΘΑ προς τα Γενικά Επιτελεία ανέφερε: «Επιτρέπεται η χρήση βίας για αυτοάμυνα και, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης των επιχειρούντων αποβίβαση, να αποτραπεί προσέγγιση τουρκικού ελικοπτέρου στη νησίδα Ίμια. Εγκρίνεται η χρήση προειδοποιητικών βολών». Η αναφορά σε «νησίδα» μπορεί να θεωρηθεί ότι επικεντρώνει όλο το ενδιαφέρον της ελληνικής πλευράς στην Ανατολική Ίμια όπου υπήρχε η σημαία. Eλάχιστοι στην κυβέρνηση έδειχναν να γνωρίζουν τη σημασία του όρου «κανόνες εμπλοκής».Εικάζεται πως ο Α/ΓΕΕΘΑ φοβήθηκε αποβατική ενέργεια την οποία θα παρακολουθούσαν αμέτοχες οι ελληνικές δυνάμεις μη έχοντας εξασφαλίσει την απαραίτητη άδεια να αμυνθούν.
Ανακοίνωση της τουρκικής κυβέρνησης στον Έλληνα πρέσβη στην Άγκυρα μιλάει για την Ιταλό-Τουρκική Συμφωνία του 1932 και λέει ότι δεν την αναγνωρίζει λόγω των ιδιότυπων συνθηκών του Β’ΠΠ παρά μόνο το άρ. 14 της Συμφωνίας των Παρισίων του 1947. Έτσι αναφέρουν, ότι τα Ίμια ούτε «παρακείμενη» είναι ούτε και «νησίδα». Διατυπώνεται η τουρκική «πρόταση απεμπλοκής», σύμφωνη με την πάγια τουρκική πολιτική στο Αιγαίο: προτείνεται η διεξαγωγή διαπραγματεύσεων για την οροθέτηση των θαλασσίων συνόρων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.
Η συγκεκριμένη ενέργεια φαίνεται πως δικαιώνει όσους ερμηνεύουν την κρίση ως τμήμα της τουρκικής στρατηγικής για την αποτροπή της επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων από τα 6 ναυτικά μίλια στα 12, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Διεθνούς Συνθήκης για το Δίκαιο της Θάλασσας, όπως αυτή συμφωνήθηκε το 1982 στο Μοντέλο Μπέι της Τζαμάικα και τέθηκε σε ισχύ στις αρχές της δεκαετίας του 1990, μετά την επικύρωσή της από τον αριθμό των κρατών που προβλεπόταν. Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών δήλωσε ότι υπάρχουν στο Αιγαίο και άλλα νησιά, νησίδες και βραχονησίδες των οποίων το νομικό καθεστώς είναι ασαφές. Ζητείται η απομάκρυνση των ελληνικών τμημάτων από αυτήν.
Καθ’ όλη την διάρκεια της ημέρας οι Τούρκοι ελέγχουν την κατάσταση της Δυτ. Ίμιας από αέρα και θάλασσα και ωριμάζει η σκέψη για κατάληψη της πριν προλάβουν να σκεφτούν οι Έλληνες να την φυλάξουν. Θα ληφθεί υπόψη να γίνει αναίμακτα και αρχίζουν να ρίχνουν το βάρος στην παραπλάνηση του τρόπου ενεργείας ή και του τόπου με παράλληλη συνεχή παρακολούθηση για το αν υπάρχουν ελληνικές δυνάμεις εκεί.
14:00 – Το ΓΕΕΘΑ διέταξε τη συγκρότηση δύο ομάδων αμφίβιων καταδρομέων στην Κω, «με δυνατότητα ανάληψης αποστολής αποτροπής/αναχαίτισης ενέργειας αποβίβασης σε βραχονησίδες Ίμια και για άμυνα διατήρησής τους».
15:23 – Αποπλέουν από το ναύσταθμο του Aksaz οι ΤΠΚ τύπου Dogan «Gurbet» P346 και «Firtina» P347 εξοπλισμένες με Κ/Β Harpoon.
Διατυπώνεται η πρώτη έκφραση ανησυχίας των Ηνωμένων Πολιτειών, ιδίως λόγω της συσσώρευσης δυσανάλογα ισχυρών ναυτικών δυνάμεων σε πολύ περιορισμένη γεωγραφικά περιοχή. Από Ελληνικής πλευράς, στην ευρύτερη περιοχή είναι αναπτυγμένα δύο παράκτια περιπολικά («Παναγόπουλος ΙΙ» P70, «Αντωνίου» P289), στα οποία προστέθηκαν αργότερα το επίσης παράκτιο περιπολικό «Παναγόπουλος ΙΙΙ» P96, οι πυραυλακάτοι «Μυκόνιος» P22, «Ξένος» P27 και «Σταράκης» P29, καθώς και οι κανονιοφόροι «Πυρπολητής» P57 και «Πολεμιστής» P61.
Αντίστοιχα μονάδες κρούσης του τουρκικού στόλου κινήθηκαν από τα Δαρδανέλια και το ναύσταθμο του Ακσάζ προς τα Δωδεκάνησα. Στην επίμαχη περιοχή υπήρχαν τέσσερις ακτοφυλακίδες (οι SG-67 και SG-62 τύπου SAR-33 που έχουν ως βάση τους τη Σμύρνη, η SG-56 που ναυλοχεί στην Αλικαρνασσό, και η SG-32 τύπου SG-21 που ναυλοχεί στο Ακσάζ).
16:00 – Βολές αποδοχής AGM-114 Hellfire στο πεδίο βολής αρμάτων Λιτοχώρου από ζευγάρι των νεοπαραληφθέντων ΑΗ-64Α του 1ου ΤΕΕΠ το οποίο είχε ολοκληρώσει τις παραλαβές τους που είχαν ξεκινήσει από τον Αύγουστο του 1995. Αν και το τάγμα δεν είχε προλάβει να περάσει από την επιχειρησιακή αξιολόγηση που θα την χαρακτήριζε επιχειρησιακή κι ετοιμοπόλεμη προέβη σε βολές αποδοχής των αντιαρματικών βλημάτων για να προωθηθούν τα Apache στη περιοχή της κρίσης, προσφέροντας τα μοναδικά χαρακτηριστικά των μέσων ως πολλαπλασιαστής ισχύος. Παράλληλα κατόπιν συνεννόησης των διοικητών του 1ου ΤΕΕΠ και της 114ΠΜ μεταφέρθηκαν -«δανείστηκαν»- πυρομαχικά πυροβόλου 30mm των Mirage για να εξοπλιστούν τα Apache αφού ακόμα δεν είχαν παραληφθεί τα δικά τους. Αργά το βράδυ έπειτα από χαμηλή πτήση, για να μην εντοπιστούν στα εχθρικά radar, σε ιδιαίτερα αντίξοες καιρικές συνθήκες βρέθηκαν στην αεροπορική βάση της Σαντορίνης πλήρως εξοπλισμένα. Tις επόμενες ώρες μέχρι την λήξη της κρίσης αναφέρθηκε παρουσία AH-64A και σε άλλα νησιά στην ευρύτερη περιοχή των Ιμίων.
Στην Κω η ομάδα των αμφίβιων καταδρομέων και τα δύο ελικόπτερα Huey παρέμεναν σε ετοιμότητα 15 λεπτών.
29/1/1996 – Άνδρες της ΜΥΚ στην Ανατολική Ίμια
17:00 – Σύσκεψη του Τουρκικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας αποφασίζεται η μεταφορά 2 ομάδων βατραχανθρώπων από τον Bόσπορο στην Αλικαρνασσό (επιχείρηση YUNUS1, περισσότερα για την επιχείρηση εδώ)
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το βιβλίο «Η Λαίδη με τη Μάσκα» (1999) του Φαρούκ Μπιλντιριτζί, δημοσιογράφου της «Χουριέτ», (ΒΗΜΑ 7/2/99) που μέσω απόρρητων πρακτικών του Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας της Αγκύρας σκιαγραφεί τον ρόλο της Τσιλέρ στην κρίση. Ο δημοσιογράφος ισχυρίζεται ότι η Τσιλέρ είχε ουσιαστικά άγνοια και αδιαφορούσε για το θέμα προσάραξης του Figen Akat μέχρι τη στιγμή που οι δημοσιογράφοι της Χουριετ αντικατέστησαν την ελληνική σημαία που τοποθέτησε ο δήμαρχος Καλύμνου με μια τούρκικη:
«Το Συμβούλιο Ασφαλείας συγκεντρώθηκε το μεσημέρι στο πρωθυπουργικό γραφείο. Η Τσιλέρ ρώτησε τον σύμβουλο του υπουργείου Εξωτερικών Ορσάν Οϊμέν: «Ο φάκελός μας για το Καρντάκ νομικά είναι ισχυρός;». Και έλαβε την καταφατική απάντηση του Οϊμέν. Ενώ για το θέμα αυτό στο τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών υπήρχαν δύο απόψεις. Η τουρκικότητα του Καρντάκ ήταν ένα αμφιλεγόμενο θέμα. Ο Οϊμέν δεν ανέφερε αυτές τις απόψεις!. Από το σημείο αυτό η Τσιλέρ εμφανίζεται να σκληραίνει τη στάση της συμφωνώντας με την πρόταση του πρέσβη Μπατού για ενέργεια στην διπλανή αφύλακτη νησίδα, και με την επιβεβαίωση των γερακιών ότι υπάρχει η δυνατότητα για δυναμική αντίδραση. , γύρισε προς τον Β’ Α/Γ ΓΕΕΘΑ Τσεβίκ Μπιρ και τον ναύαρχο Γκιουβέν Έρκαγια και τους είπε: «Θέλω να πιάσετε αυτούς τους έλληνες στρατιώτες από τα αφτιά και να τους πετάξετε από το Καρντάκ, μπορείτε να τα καταφέρετε;». Οι στρατηγοί είπαν το «ναι», όμως η Τσιλέρ επέμενε «απόψε μπορείτε;». Σε αυτή τη φάση παρενέβη ο ΥΠΕΞ Ντενίζ Μπαϊκάλ και υπενθύμισε την επικινδυνότητα του εγχειρήματος. Τότε ακριβώς, σύμφωνα πάντα με τον τούρκο δημοσιογράφο, ήρθε η παρέμβαση των διπλωματών του ΥΠΕΞ. Ο πρέσβης Ινάλ Μπατού δήλωσε ότι οι διπλωματικοί δίαυλοι δεν είχαν εξαντληθεί και έφερε στο τραπέζι την εξής πρόταση: «Το Καρντάκ δεν είναι μία μόνο βραχονησίδα. Απέναντι είναι και άλλη βραχονησίδα όπου δεν υπάρχει κανένας έλληνας στρατιώτης. Γιατί δεν κάνουμε την απόβαση εκεί; Έτσι θα αποφύγουμε τη μάχη και θα εξασφαλίσουμε την ισορροπία σε διπλωματικό επίπεδο». Ο Μπαϊκάλ αρνήθηκε την πρόταση, ενώ ο Έρκαγια ζήτησε διορία ένα 24ωρο».
Σύμφωνα με τον ΥΦΕΞ Ινάλ Μπατού (CNNTurk 1/2/2005) η Τσιλέρ, αρχικά αγνοούσε τελείως το ζήτημα. Είδε στην κρίση, (με τον χαρακτηριστικό οπορτουνισμό που την διέκρινε), μια χρυσή ευκαιρία για να καταξιωθεί πολιτικά και να γίνει ήρωας στα μάτια του τουρκικού λαού. Οι στρατιωτικοί αντιμετώπιζαν με καχυποψία την πρωθυπουργό, διαβλέποντας στις φιλοπόλεμες κραυγές της τις προσωπικές της φιλοδοξίες. Σύμφωνα με τον Μπατού, η στρατιωτική ηγεσία δεν είχε εμπιστοσύνη στις ικανότητες επιτυχούς αντιμετώπισης του Ελληνικού στόλου από το Τουρκικό ναυτικό.
Εντελώς διαφορετική εικόνα εμφανίζει η Μιλιέτ. Στις 29/6/2000 η Μιλιέτ με τίτλο «Μάθημα δημοκρατίας από το ναύαρχο» δημοσιεύει τη συνομιλία του Έρκαγια με την Τσιλέρ, η οποία του ζητούσε επίμονα να ετοιμάσει εντός 24 ωρών τις δυνάμεις του για απόβαση στις βραχονησίδες. Ο Τούρκος ναύαρχος απάντησε ότι αυτό μπορεί να γίνει, αλλά εξέφρασε την αντίθεσή του, λέγοντας ότι κάτι τέτοιο θα σήμαινε πόλεμος. «Η απόφαση για πόλεμο είναι αρμοδιότητα της Εθνοσυνέλευσης». Στη συνομιλία παρών ήταν και ο διευθυντής του υπουργείου Εξωτερικών αρμόδιος για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, Ινάλ Μπατού, ο οποίος προέτρεψε την Τανσού Τσιλέρ να μη λάβει εσπευσμένες αποφάσεις. Ήταν μάλιστα αυτός που πρότεινε ως εναλλακτική λύση την απόβαση των τουρκικών δυνάμεων στη βραχονησίδα δίπλα στα Ίμια, η οποία «ανήκει σε εμάς», όπως χαρακτηριστικά είπε ο Τούρκος διπλωμάτης. Σύμφωνα με την εφημερίδα, μετά την αποχώρηση των Έρκαγια και Μπατού από το γραφείο της Τανσού Τσιλέρ, εκείνη ζήτησε από το ράφτη της να της ετοιμάσει μία στολή παραλλαγής, σε περίπτωση που ξέσπαγε πόλεμος.
«Ο Έρκαγια δυσανασχετούσε από τη στάση της Τσιλέρ» διευκρινίζει ο Μπατού και υποστηρίζει ότι η τότε πρωθυπουργός ήταν έτοιμη να οδηγήσει την Τουρκία σε περιπέτεια, προκειμένου να εξασφαλίσει την παραμονή της στην κυβέρνηση.
Για τη σύσκεψη αυτή και τις εξελίξεις αναφέρθηκε και ο Ινάλ Μπατού στο CNNTurk (1/2/2005). Στην ιστορική αυτή συνεδρίαση της Άγκυρας εκτός από την Τσιλέρ πήραν μέρος ο τότε υπουργός Εξωτερικών, Ντενίζ Μπαικάλ, ο υφυπουργός Εξωτερικών, προσκείμενος στον Μπαικάλ, Ινάλ Μπατού, ο πρέσβης, Ονούρ Οϊμέν, προσκείμενος στην Τσιλέρ και οι υπεύθυνοι των ελληνικών υποθέσεων του υπουργείου Εξωτερικών. Από στρατιωτικής πλευράς, ο υπαρχηγός του Γενικού Επιτελείου, Τσεβίκ Μπιρ, που είχε υποσκελίσει για λίγο τον Ισμαήλ Καρανταγί, τότε αρχηγό του Γενικού Επιτελείου, ο αρχηγός του Επιτελείου Ναυτικού, Γκουβέν Έρκαγια, ( από την αρχή οργισμένος με την Τσιλέρ), οι αρχηγός Στρατού, στρατηγός Χικμέτ Κιοκσάλ, ο αρχηγός Αεροπορίας, Αχμέτ Τσορεκτσί και ο αρχηγός της ΜΙΤ, στρατηγός Τεομάν Κομάν.
Η Τσιλέρ αμέσως μόλις κάθισαν στο τραπέζι απευθύνθηκε στον Οϊμέν και τον ρώτησε με έμφαση αν έχει μελετήσει τον φάκελο των βραχονησίδων και αν η Τουρκία έχει δυνατά επιχειρήματα για να υποστηρίξει τις απόψεις της. Ο Οϊμέν απάντησε απερίφραστα πως ναι, η Τουρκία είχε ατράνταχτα επιχειρήματα, (ενώ αργότερα παραδέχτηκε πως είπε ψέματα). Τότε η Τσιλέρ με όλη την έπαρση αλλά και την άγνοια της για τα στρατιωτικά θέματα, στράφηκε προς την πλευρά των στρατιωτικών και τους είπε πως θα πρέπει να κατεβάσουν αμέσως τους Έλληνες κομάντος από την βραχονησίδα και να υποστείλουν την ελληνική σημαία. Το ύφος της εκνεύρισε τους στρατιωτικούς και ιδιαιτέρα τον Έρκαγια, που έπνεε μένεα για την Τσιλέρ διαπιστώνοντας πως αγνοούσε την μειονεκτική θέση των Τούρκων και τους στοιχειώδεις στρατιωτικούς κανόνες εμπλοκής και απεμπλοκής από μια στρατιωτική κρίση.
Τότε μίλησε ο Μπατού και είπε πως, «Εντάξει, αν πάμε εμείς να τους κατεβάσουμε τότε οι δυνάμεις των Ελλήνων τα πλοία και τα αεροπλάνα που βρίσκονται εκεί θα μείνουν απαθείς; αυτό είναι αδύνατον», και τότε πρόσθεσε το χαρακτηριστικό, «μια σπίθα, (kivilcim), φτάνει με την τεράστια συγκέντρωση των αεροναυτικών δυνάμεων των δυο χωρών για να ανάψει μεγάλη φωτιά που δύσκολα θα σβήσει. Αν γίνει αυτό που ζητάει η Τσιλέρ θα ξεσπάσει αμέσως πόλεμος».
Η κατάσταση φαίνονταν για τους Τούρκους αδιέξοδη, καθώς, όπως αναφέραμε παραπάνω, υπήρχε το δεδομένο ότι οι Έλληνες είχαν στρατηγικό πλεονέκτημα γιατί ήδη είχαν στρατιωτικό άγημα στην Ίμια. Οι στρατιωτικοί ήταν οργισμένοι με τις δημόσιες δηλώσεις της Τσιλέρ να φύγουν οι Έλληνες στρατιώτες να κατεβεί η ελληνική σημαία, καθώς διαπίστωναν πως είχαν οδηγηθεί σε μια άνευ προηγουμένου κρίση χωρίς να έχουν την πρωτοβουλία και χωρίς να υπάρχει από πριν κάποιος σχεδιασμός για την αντιμετώπιση της.
Εν τω μεταξύ συνεχώς έρχονταν αναφορές για τη εξέλιξη της κατάστασης. Όλες οι αναφορές επεσήμαναν την τεράστια συγκέντρωση ναυτικών και αεροπορικών δυνάμεων της Ελλάδας στην περιοχή, ενώ είχε αρχίσει ένα κυνηγητό μεταξύ των πλοίων των δυο χωρών γύρω από την βραχονησίδα που βρίσκονταν οι Έλληνες κομάντος. Η ένταση ήταν πολύ μεγάλη καθώς ο φόβος μιας αποτυχίας είχε αγχώσει την στρατιωτική ηγεσία που ήταν ανεπανόρθωτα εκτεθειμένη εξ αιτίας της Τσιλέρ. Ήταν κάτι το προφανές για τους Τούρκους στρατηγούς γιατί μια ήττα θα χρεώνονταν επάνω τους με όλες τις συνέπειες μιας τέτοιας εξέλιξης. Τότε έγινε ένα διάλειμα για να συζητήσουν κατά μέρος την κατάσταση. Ο Μπαικάλ αποσύρθηκε με τους συμβούλους του σε μια γωνιά και τους είπε: «είμαστε μπροστά σε μεγάλη απόφαση και θα έπρεπε όλοι να πούνε την γνώμη τους», και συνέχισε, «Είμαστε σε πόλεμο αν οι στρατιωτικοί εκτελέσουν τις εντολές της Τσιλέρ. Πρέπει να συνεχίσουμε την διπλωματική προσπάθεια αλλά έτσι όπως εξελίχτηκαν τα πράγματα δεν υπάρχει περιθώριο». Τότε αναφέρει ο Μπατού μου ήρθε η ιδέα (;;;), ότι δίπλα στην βραχονησίδα υπάρχει και μια δεύτερη βραχονησίδα.
Αποφάσισα να προτείνω να κάνουμε απόβαση στην άλλη βραχονησίδα αφού ήταν αφύλακτη και έτσι η κατάσταση θα ισοφαρίζονταν με τους Έλληνες, (εδώ πράγματι υπάρχουν πολλά ερωτηματικά για αυτή την «τουρκική ιδέα» μετέπειτα διεκδίκησε από τον Μπατού ο ναύαρχος Γκουβέν Έρκαγια, ο οποίος υποστήριξε πως ήταν δική του η ιδέα να αποβιβαστούν στην δεύτερη βραχονησίδα). Στη συνέχεια υποστήριξε ο Μπατού, “μετά θα περιμένουμε την επέμβαση της ΕΕ και των ΗΠΑ για να εκτονωθεί η κατάσταση”. Οι στρατιωτικοί αφού άκουσαν αυτή την άποψη είπαν να το συζητήσουμε και τελικά αποφασίστηκε να γίνει η απόβαση στην δεύτερη βραχονησίδα μέσα στη νύχτα και με κάποιο καμουφλάζ από τουρκική φρεγάτα. «Αποσυρθήκαμε όλοι στις θέσεις μας», συνεχίζει ο Μπατού και ενώ συνεχίστηκε η ροή των πληροφοριών περιμέναμε με αγωνία το αποτέλεσμα αυτής της επιχείρησης.
19:00 – Σταθμός υποκλοπών της ΕΥΠ στην Αλεξανδρούπολη υποκλέπτει εντολές του τουρκικού ΓΕΝ προς δύο περιπολικά σκάφη, να ελέγξουν στα Ίμια που βρίσκονται Έλληνες οι Έλληνες και ελληνική σημαία.
20:00 – Αποβιβάζεται η δεύτερη ομάδα των ΜΥΚ στην Αν.Ίμια. Ανάμεσα στις νησίδες περιπολούν τα «Παναγόπουλος» και «Aντωνίου», ενώ από Tουρκικής πλευράς 2 περιπολικά της Aκτοφυλακής.
22:00 – Υποκλέπτεται σήμα Τουρκικού πλοίου που αναφέρει την ύπαρξη αγήματος στην Αν. Ίμια.
Tον Φεβρουάριο του 1996, δημοσιεύεται σε περιοδικό ποικίλης ύλης έγγραφο της ΕΥΠ με αριθμό πρωτοκόλλου 115/24/40 το οποίο περιείχε συνομιλίες Τούρκων αξιωματικών της αντικατασκοπίας που υποκλάπηκαν το βράδυ της Δευτέρας, 29 Ιανουαρίου. Το εν λόγω έγγραφο προειδοποιούσε το ΓΕΝ για τις προθέσεις των Τούρκων να καταλάβουν τη βραχονησίδα 24 ώρες πριν από την κατάληψή της. Στις 23 Φεβρουαρίου 1996, το ΥΕΘΑ σε επίσημη ανακοίνωσή του αναφέρει πως «κατά τη διάρκεια της κρίσης στα Ίμια, υπήρχε ροή άλλων πληροφοριών για τις δραστηριότητες των δυνάμεων της Τουρκίας. Από την ανάλυση των πληροφοριών αυτών δεν προέκυπτε καμία ένδειξη για τις προθέσεις της Άγκυρας». Τις επόμενες ημέρες ο τότε υφυπουργός Άμυνας Νίκος Κουρής ισχυρίσθηκε ότι δεν υπήρξε ποτέ το συγκεκριμένο έγγραφο, δηλώνοντας πως «ουδέποτε το ΓΕΝ, το ΓΕΕΘΑ ή το υπουργείο έλαβε έγγραφη αναφορά της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών».
πηγή: e-amyna.com