“Θέλουν να βλέπουμε τουρκοσήριαλ, να χορεύουμε τσιφτετέλια και να αναλωνόμαστε στον πατριωτισμό της φέτας…”
Ακούμε συχνά πυκνά σε διάφορα ειδησεογραφικά δελτία και σε ιστοτόπους ενημέρωσης τετριμμένες και προσχηματισμένες φράσεις, οι οποίες τείνουν να διαμορφώσουν πλέον μια ξύλινη δημοσιογραφική γλώσσα, αν φυσικά δεχτούμε πως αυτή δεν έχει ήδη διαμορφωθεί. Ας ξεκινήσουμε από το αξίωμα πως δεν έχει ήδη αυτή υπάρξει. Στην πορεία όμως και σχετικά σύντομα θα απογοητευτούμε και μάλιστα σφοδρά. Και αυτό, διότι θέτοντας δυο πολύ απλά ερωτήματα και προσπαθώντας συνειρμικά να απαντήσουμε σε αυτά, θα φτάσουμε σε ένα εύλογο συμπέρασμα εντελώς αντίθετο προς το αξίωμα που καλοπροαίρετα διατυπώσαμε.
-Ερώτημα πρώτο: Παρέχεται ενημέρωση από τα ΜΜΕ ή υπάρχει μια κοινή γραμμή γύρω από τα διαδραματιζόμενα, η οποία με ελαχιστότατες παραλλαγές προβάλλεται στο φιλοθεάμον κοινό, αποκλειστικά και μόνο έπειτα από την διαπλοκή σχολίου και γεγονότος με τρόπο πλέον χονδροειδή, ώστε να παράγεται σύγχυση και αποπροσανατολισμός αντί για πληροφόρηση;
-Ερώτημα δεύτερο: η ρητορική, το λεξιλόγιο, η έκφραση, τα νοήματα που χρησιμοποιούνται από τους διαύλους επικοινωνίας ανταποκρίνονται στον ρόλο που καλούνται αυτά να διαδραματίσουν ως λειτουργοί και κατ’ επέκταση, γνωρίζουν ότι θα έπρεπε να επιτελούν το λειτούργημά τους με ευσυνειδησία και σοβαρότητα, με αίσθημα ευθύνης απέναντι στην εθνική υπόσταση και τον κοινωνικό κορμό, μιας και διαμορφώνουν αντιλήψεις και οικοδομούν συνειδήσεις εκούσια ή ακούσια;
Η αλήθεια που φαίνεται να αχνοπροβάλλει πίσω από αυτά τα ερωτήματα είναι άτεγκτη και αμείλικτη καθώς ελλοχεύει πλήθος άλλων ερωτημάτων σχετικών και αλληλένδετων με αυτά. Αφορμή για την παρούσα εννοιολογική οριοθέτηση είναι μια φράση που ακούμε να εκσφενδονίζεται με παρρησία και θράσος από τους τηλεοπτικούς δέκτες και σχετίζεται με τις προσπάθειες των ΜΜΕ αλλά και του εν Ελλάδι διεφθαρμένου πολιτικού καθεστώτος, να παρουσιάσουν την καθ’ αυτούς ισχύουσα πραγματικότητα εις ότι αφορά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ή για να είμαστε ξεκάθαροι, τον ΑΚΗΡΥΧΤΟ ΠΟΛΕΜΟ που διεξάγει εδώ και δεκαετίες η τουρκία, εν είδει «διπλωματικής προσέγγισης», η οποία μεταξύ άλλων αριθμεί και πολλούς νεκρούς για την ελληνική πλευρά.
Την ελληνική πλευρά, η οποία κωφεύει αρίστως στα πολεμικά κελεύσματα των τούρκων, από Μεταπολιτεύσεως και εντεύθεν, με τρόπο εξόχως δε σχιζοφρενικό παρερμηνεύει και αποκωδικοποιεί εθελουσίως και εμμονικώς, με σκοπό να εξυπηρετήσει τους διεθνείς γεωπολιτικούς και οικονομικούς παίχτες, διαρκώς υποχωρούσα και ονειδισμένη, ανέχεται τον εξευτελισμό, τις παραβιάσεις του εναέριου χώρου, υποδεχόμενη με ΜΚΟ, που ουσιαστικά διαφεντεύουν τα θαλάσσια σύνορα και χαράσσουν την εξωτερική πολιτική, τους εκατοντάδες χιλιάδες λαθρομεταναστών, ενδεδυμένων του καλοκαμωμένου «ανθρωπιστικού» μανδύα του πρόσφυγα, την ίδια στιγμή που τουρκικές φρεγάτες αλωνίζουν με φρενήρεις ρυθμούς στα ελληνικά νερά, προειδοποιώντας την Ελλάδα πως αν αντιδράσει στα επεκτατικά σχέδια, αν δεν επιτρέψει στην τουρκία να πατήσει πόδι στο Αιγαίο, θα πλημμυρίσει τα νησιά της και την ενδοχώρα με εκατομμύρια μουσουλμάνων από 42 χώρες, λες και τούτη την στιγμή συμβαίνει κάτι διαφορετικό.
Ενώ λοιπόν η κατάσταση έχει διαμορφωθεί με τέτοιο τρόπο, εμείς ακούμε για την προσπάθεια οικοδόμησης μέτρων εμπιστοσύνης, για την σύσταση επιτροπών και από τις δύο πλευρές, ώστε «να γεφυρωθεί το χάσμα»… και άλλα φαιδρά και ανυπόστατα, τα οποία εν χορώ και πανομοιότυπα διαχέουν μέσα από τις δηλητηριώδεις συχνότητές τους τα ΜΜΕ.
Ως επισφράγιση της αλλοτρίωσης που επιχειρείται, η τουρκική επιθετικότητα ερμηνεύεται πανταχόθεν ως προερχόμενη αμιγώς από πολιτικά κέντρα, ενώ ο μέσος Έλληνας πληροφορείται ότι δεν μας χωρίζει τίποτα, ότι μοιάζουμε σαν λαοί, ότι πρέπει να αφήσουμε πίσω το παρελθόν, να βλέπουμε τουρκοσήριαλ, να χορεύουμε τσιφτετέλια και να αναλωνόμαστε στον πατριωτισμό της φέτας, του μπακλαβά και του καφέ στην χόβολη, που εδώ τον λέμε ελληνικό και οι απέναντι με θράσος τον αποκαλούν τούρκικο. Παράλληλα, η Ιστορία διδάσκεται παραφθαρμένη, με τρόπο αντιιστορικό και αντιεπιστημονικό, φυσικά μόνο στην Ελλάδα, δεκαετίες και εκατονταετίες πόνου και γενοκτονιών απαλείφονται, ενώ μας αγγίζει περισσότερο το δράμα της κάθε Αισέ, παρά οι ήρωες που έπεσαν από τουρκικά πυρά.
Ας οικοδομήσουμε μέτρα εμπιστοσύνης λοιπόν. Η Άλωση δεν έγινε ποτέ. Τα 400 χρόνια σκλαβιάς ήταν αρμονική συνύπαρξη. Ο ξεσηκωμός του Γένους το 1821 δεν ήταν παρά κάποιοι τραμπούκοι που «εμπνεύστηκαν από την Γαλλική Επανάσταση» και αναζήτησαν την κοινωνική ανατροπή. Οι εκατόμβες θυμάτων των τουρκικών θηριωδιών είναι μυθοπλασία των αστών και του Κεφαλαίου. Η Γενοκτονία των Ποντίων είναι εθνικιστικό αφήγημα και τερατολογίες των φαντασιόπληκτων εθνικιστών. Η κατοχή του 36% της Κύπρου μας απορρέει από το δικαίωμα αυτοδιάθεσης των τούρκων, οι οποίοι συστηματικά και επιμελώς εποίκισαν κατά χιλιάδες την βόρεια πλευρά του νησιού. Ο Αττίλας 1 και 2, η εισβολή του ‘74 ήταν προσπάθεια οικοδόμησης μέτρων εμπιστοσύνης. Ο Ισαάκ, ο Σολωμός, ο Ηλιάκης, προκάλεσαν τους γείτονες και φίλους τούρκους. Το Αιγαίο είναι η λίμνη που θα ενώσει τους δυο λαούς μέσα από την συνεκμετάλλευση των κοιτασμάτων. Συνηθίζεται άλλωστε αυτό. Κι εσείς δεν έχετε κάρτα για ΑΤΜ από τον λογαριασμό μισθοδοσίας του γείτονα; Μαζί δεν «εκμεταλλεύεστε» τον μισθό από την εργασία του;
Αν τα παραπάνω σας φαίνονται παράλογα ή ανεδαφικά, κακώς. Διότι δεν είναι τίποτα παραπάνω από αυτά που κάνει η μεταπολιτευτική πόρνη της αστικής δημοκρατίας. Το σφαλιαροπαίδι που έχει καταντήσει η χώρα μας εξαιτίας των ερωτικών περιπτύξεων αυτής, είναι δυνατόν να στηθεί ξανά υπερήφανα στα πόδια του μόνο αν υπάρξει κράτος εθνικό και, λυπάμαι που θα το πω, αν ξανανιώσει το έθνος εθνικό, αν απεμπολήσει τους ψευδοανθρωπισμούς, την οθωμανολαγνεία, την ημιμάθεια και τον ωχαδεφισμό. Σε διαφορετική περίπτωση, προορίζεται να αφανιστεί, σύμφωνα ακριβώς με τα σχέδια αυτών που απεργάζονται αυτόν τον επονείδιστο αφανισμό.
Νικόλαος Κυριακίδης