«Η αργία εγέννησε την πενίαν. Η πενία έτεκεν την πείναν. Η πείνα παρήγαγε την όρεξιν. Η όρεξις εγέννησε την αυθαιρεσίαν. Η αυθαιρεσία εγέννησε την ληστείαν. Η ληστεία εγέννησε την πολιτικήν. Ιδού η αυθεντική καταγωγή του τέρατος τούτου.»
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης – «Έμποροι των Εθνών»
Οι βαρύτερες μεταπολιτευτικές ασθένειες του ελληνικού Εθνικισμού
«Επιλέγω με πάθος την φαντασιόπληκτη ή ολότελα φαντασιακή, παραισθησιακή και μονοδιάστατη ερμηνεία της πραγματικότητας και κατευθύνω επιλεκτικά την δράση μου σε επιμελημένα επιλεγμένες “ατραυματικές” μεθόδους και ψευτομεγαλόπνοους, θολοξεκάθαρους στόχους».
«Επιλέγω εμμονοϊδεακά τον εκλεκτικό απομονωτισμό και την άρνηση οιωνδήποτε έλλογων συμβιβασμών, καθώς και την απόρριψη του σχηματισμού αγωνιστικών μετώπων ή πολιτικών συμπαρατάξεων, με αξεπέραστο πρόσχημα την “δαμόκλειο σπάθη” της ιδεολογικής καθαρότητας και τη βαθύτατη πίστη στην καθαρολογική και θεόπνευστη μοναδικότητα της δικής μου επιλογής».
«Επιλέγω αναίτια την νοσηρά κεντρομόλο και προδιαγεγραμμένη ιστορική συντριβή μου, την παθολογική αποξένωσή μου από ευρύτερες λαϊκές ομάδες, επειδή απορρίπτω ψυχοπαθητικά, συνολικά και ανεπιφύλακτα, τον δήθεν “πολιτικό τυχοδιωκτισμό” (που εξ ορισμού έχουν οι άλλοι, “ξεπουλημένοι”, “συμβιβασμένοι” και “δηλωσίες”, που διεξάγουν δικό τους πολιτικό αγώνα), όπως απορρίπτω και την επιβεβλημένη τακτική διαφοροποίηση λόγω της ανάδειξης και προβολής νέων προβλημάτων, σταδίων και μεθόδων ιδεολογικοπολιτικής πάλης».
«Επιλέγω με ευλαβική ψυχοπαθολογική στερεοτυπία την ολοσχερή αποξένωση από την περιρρέουσα πραγματικότητα και την ανέμελη μικρονοϊκή διολίσθηση σε επιλογές οι οποίες κατακερματίζουν το εθνικιστικό κίνημα. Επιλογές που απομονώνουν τον μικροαστό, αποσβολώνουν τον προλετάριο και δαιμονοποιούν τον μεσοαστό, (οπότε τους χαρίζουν στα καθεστωτικά κόμματα ή σε δήθεν καθάριες “εθνικοεπαναστατικές” ομάδες που εμπορεύονται το όνομα ή και το όραμα μιας Εθνικής Αναγέννησης), μόνο και μόνον επειδή δεν χειραγωγούνται, δηλαδή αδυνατώ να τους καθοδηγήσω εγώ, δίχως να τους υπόσχομαι ή να τους κολακεύω».
«Επιλέγω την απόρριψη της οποιασδήποτε πολιτικής τακτικής κίνησης, επειδή μόνον η δική μου ερμηνεία είναι… απόλυτα σωστή, ανυπότακτη σε περιβαλλοντικούς περιορισμούς, γνωσιακά πλήρης και ιδεολογικά συνεπής. Η δική μου σοφή ερμηνεία αποφαίνεται ότι τάχα η στρατηγική κυριαρχεί πλέον καθολικά στο πεδίο του πολιτικού πολέμου [την οποίαν όμως στρατηγική, απορρίπτω ακολούθως, επειδή αυταπατώμαι και καταδικάζω κάθε άλλη αγωνιστική εκδοχή (“αυτά τα κάνουν οι αστοί”), ενώ συνήθως ευλογώ τις ανύπαρκτες προοπτικές “ακλόνητης δράσης” που μου δίνει η… αξιοθαύμαστη μοναδικότητά μου, η αυτοπροβολή και η ανυπαρξία ελέγχου]. Συνεπώς επιλέγω με αδιατάρακτη αποφασιστικότητα, να βιώνω αυτοϊκανοποιητικά την περιβόητη πανάξια μοναδικότητά μου και το στιλπνό κατάφωτο επαναστατικό μου όνειρο, χαμένος μέσα στη διαρκή ανατροφοδοτούμενη ονείρωξή μου! Εγώ και μόνον εγώ, εθνικοεπαναστατικός προφήτης και τελετουργός: Μαζί μου μόνον οι πιστοί μου! Κριτής αλάνθαστος είναι μονάχα η φιλαυτία μου, που μεγεθύνει ή σμικρύνει στα μάτια μου τις όποιες καλές ιδιότητες των συντρόφων και φίλων μου ανάλογα με την ικανοποίηση που μου προσφέρουν. Κρίνω την αξία τους από το πώς τα πάνε μαζί μου».
Ιδού ανωτέρω, ο πλέον εθελότυφλος, μισαλλόδοξος φατριασμός και η πλέον φρενήρης μικροπολιτική και πολιτικάντικη εγωπάθεια, φαινόμενα πραγματωμένα στον υπέρτατο βαθμό τους, στην επιτυχέστερη δυνατή μεταπολιτευτική τους παράστασή. Ιδού λοιπόν το είδωλο της ύπαρξεως των ασπόνδων «ανεντάχτων» «Πατριωτών» και πατριωτών, των ποικιλώνυμων κομμάτων, οργανώσεων, συλλόγων, συνδέσμων και κατάφωρα δέσμιων –«αδέσμευτων» φορέων!
Ιδού η πολιτική κοινωνιοπάθεια όλων εκείνων που εμφανίζονται ως «συναγωνιστές», «Συναγωνιστές» και δήθεν αγωνιστές της «αντισυστημικής» – επαναστατικής κι εθνικής τάχα ιδέας! Αδέσμευτοι Πατριώτες, Εθνικοπατριώτες, Εθνικοδημοκράτες… εθνικιστές, εθνικοσοσιαλιστές, εθνικοεπαναστάτες, εθνικομπολσεβίκοι, φασίστες, χουντικοί, μοναρχικοί… ή όπως αλλιώς θέλουν να αυτοαποκαλούνται κατά βούληση…, ιδού η εγωπαθητική τους φυγομαχία, ντυμένη άλλοτε με συναινετικό κι άλλοτε με εξεγερτικό πανωφόρι!
Δεν πρέπει να σταθούμε στις φατριαστικές και κοντόφθαλμες πολιτικές απόψεις των επικεφαλής «βραχνάδων», (μιας και εκτιμάται ως αναντίρρητο ιστορικό φαινόμενο στις πολιτικές πρακτικές η πολυπροσωπία και ο τακτικισμός). Τουλάχιστον σ’ αυτήν την ζοφερή ιστορική φάση που διέρχεται η χώρα μας είναι στατιστικά αναμενόμενο να υπάρχουν κάποιοι έντιμοι συνέλληνες που μέσα στον πηγαίο και άδολο πατριωτισμό τους σαγηνεύονται και παγιδεύονται από έμμισθους ή χομπίστες προβοκάτορες, δειλούς φανφαρόνους και μικροαστούς πατριδέμπορες. Όταν υπάρχουν εύπιστοι και πρόθυμοι, αγανακτισμένοι πατριώτες, το Καθεστώς στέλνει αμέσως κακόβουλους, ύπουλους και δόλιους διαχειριστές του, ώστε να τους πουλήσουν έμπνευση και αποφασιστική «εξέγερση» ή ανοικτόμυαλη «μαζικότητα», πασπαλισμένη με ανοητολογίες και κομπαστικές φλυαρίες.
Επίσης δεν πρέπει να σταθούμε στην ορθότητα ή μη των πολυποίκιλων απόψεων που εκφράστηκαν ενίοτε από τα διάφορα στελέχη του… κάθε μεγαλόπνοου συλλόγου ή συνδέσμου, θεωρώντας ότι η πολυτασική πραγματικότητα του κάθε δήθεν ανένταχτου σχηματισμού, οδηγεί λογικά σε μία πολυμέρεια και αδυναμία συγκρότησης κοινού πολιτικού λόγου. Όταν δεν είναι ντροπή και ξεπεσμός, είναι επιεικώς παιδική αφέλεια ή ανοϊκή άγνοια να προβάλλει κάποιος την ατομική του πολιτική ανυπομονησία και ιδεολογική ατέλεια ως θεωρητικό επιχείρημα! Και μάλιστα επιχείρημα που επαναλαμβάνεται ασταμάτητα, ώστε από την φλυαρία και την λογοδιάρροια κατάντησε «βραχνάδα» και «βραχνάς», που χρειάζονται πολιτικές εισπνοές και ιδεολογικούς γαργαρισμούς για να συνέλθει ο διαρκώς πάσχων εθνικιστικός «Χώρος».
Ποιος φταίει;
Πρέπει να μην είμαστε επιλήσμονες, αφελείς και ευχολόγοι: Ένα παρεμβατικό κοινωνικοπολιτικό μόρφωμα που αυτοχαρακτηρίζεται «πατριωτικό» και δηλώνει με εύσχημη απερισκεψία την πολυτέλεια του να εμπεριέχει αντικρουόμενες συνιστώσες, τελικά δεν μπορεί παρά να αποτυπώνει μιαν εικόνα συγκαλυμμένης σύγχυσης και άθλιου μικροπολιτικού καιροσκοπισμού.
Βεβαίως δεν φταίνε οι αντίπαλοί μας, δεν φταίει ο Εχθρός, επειδή «μας την στήσανε» και μας ξεγελούν, απομακρύνοντας τις λαϊκές μάζες από τις ιδέες μας. Όταν δεν αποτιμάται μεθοδικά, με συστηματικές διαδικασίες ελέγχου και διορθωτικής παρεμβάσεως, ποτέ δεν θα λυθεί επ’ ωφελεία του Έθνους η σιχαμερή διαδικασία του αλληλοσπαραγμού των ατόμων, προσώπων και ομάδων του «Χώρου». Η ατελέσφορη δράση, οι ασυντόνιστες τροχιές και η στενόμυαλη εμμονή θα στραγγαλίζουν την Πίστη των Εθνικιστών. Στο τραγικό ερώτημα που γεννάται από τις απογοητεύσεις και τις ήττες: «Τις πταίει;» δεν είναι δόκιμο να οδηγούμεθα σε ανακυκλούμενο αποπροσανατολισμό και συνακόλουθη απραξία, λειτουργώντας ωσάν βαρναλικοί «μοιραίοι»: «Φταίει το ζαβό το ριζικό μας! Φταίει ο Θεός που μας μισεί ! Φταίει το κεφάλι το κακό μας!… Ποιος φταίει; ποιος φταίει; Κανένα στόμα δεν το ‘βρε και δεν το ‘πε ακόμα.»
Αυτό όμως, είναι πρόβλημα των διαφόρων υποψηφίων, φιλάρχων φυλάρχων του «Χώρου» και όχι πρόβλημα του ζωντανού Εθνικισμού. «Αρμόδιοι» για να το επιλύσουν και να καταλήξουν επί τέλους σε μια κυρίαρχη πολιτική τάση δεν είναι αυτοί οι «κατηγορούντες αλλήλους», αναρμόδιοι οπλαρχηγοί της ντομάτας και του γιαουρτιού. Αυτοί και μόνον αυτοί, οι μεγαλόστομοι πομποί και μικρόψυχοι δέκτες ενός υπολογιστικού μικροαστισμού, ντυμένου με φανταχτερή στολή παρελάσεων, αναμφισβήτητα και ακριβοδίκαια αποτελούν την πανώλη του Έθνους.
Από την άλλη, αν οι πολιτικές μαζορέτες της μασωνοδεξιάς προβοκάτσιας καταφέρνουν, μέσα στην «βραχνάδα», στην «ανένταχτη» πολυπλοκότητα και στον «ανεξάρτητο» πολιτικό ψευτοπλουραλισμό τους να επιβιώνουν πολιτικά με τις «παληκαρίσιες δράσεις» τους και συγκροτούνται ως σημαντική πατριωτική πολιτική δύναμη της χώρας, τότε ακόμη καλύτερα γι’ αυτούς και για την καθεστωτική λειτουργία τους. Όμως, η εποχή των δαιμονολογικών εξορκισμών για αντίθετες απόψεις παρήλθε οριστικά. Απλά οφείλουμε να αξιολογούμε πολιτικά τους αλληλοδιάδοχα και ομοιοστατικά αποκαμωμένους πασοκογλείφτες – κατόπιν μασωνοδεξιούς και τούμπαλιν, λούστρους της εξουσίας, που ξάφνου μεταμορφώθηκαν σε… απροσκύνητους παρτιζάνους του πατριωτισμού.
Βέβαια το σύνολο των ανθρώπων που αναζητούν μιαν εθνικιστική ιδεολογία και πολιτική, δεν βιώνει πλέον την απόλυτη αμάθεια και άγνοια, έχει και μνήμη και κρίση. Δεν χειραγωγείται εύκολα, με την υπόσχεση μιας νεφελώδους, αόριστης, πατριωτικής …. εξέγερσης για την δήθεν δημιουργία μιας «υγιούς κοινωνίας», αλλά μπορεί τελικά να αντιληφθεί «ποιός είναι ποιός». Ο καθένας ζυγίζεται από την συνέπειά του προς την Εθνικιστική Ιδέα, από τα «έργα και τις ημέρες» του.
Ύβρεις, συκοφαντίες και ψεύδη
Έχει καταστεί ελεεινά αποκρουστική η ασταμάτητη αναπαραγωγή συκοφαντιών, αθλίων ύβρεων, εμετικών ψευδών και αφοριστικών χαρακτηρισμών που ανταλλάσουν ποικίλοι «σουπα-μούπες» εναντίον του κάθε «μούπες-σούπα», διεκδικώντας ποιος είναι απ’ όλους τους ο πιο δυνατός, ακέραιος και ανιδιοτελής «εθνικιστής» και «πατριώτης» !
Ο κάθε Εθνικιστής οφείλει να στοχάζεται ψύχραιμα κι ελεύθερα, έχοντας ως αξιολογική ζυγαριά του για τις πράξεις ή τις παραλείψεις των ανθρώπων το ευφυέστατο δικαιοκριτικό ερώτημα που προέτασσε ο Ρωμαίος Ύπατος Λούκιος Κάσσιος: «Τις ωφελείται;» Κι΄ έτσι να διαπιστώνει, να αντιλαμβάνεται και να κατανοεί τα πεπραγμένα και τα ελείμματα ενός εκάστου.
Αυτό που επαγγέλλονται οι διάφοροι εμποροπατριώτες πρέπει πρώτα να το κάνουν πράξη οι ίδιοι, στις γειτονιές, στους χώρους δουλειάς, στις πόλεις και στα χωριά. Η πατριωτική αλληλεγγύη και ο ιδεολογικός αλληλοσεβασμός, η αναγνώριση του επιτυχημένου διαφορετικού τρόπου δράσης και η απροκατάληπτη προσέγγιση της αλήθειας μέσω της ερμηνείας της εντόπιας, περιφερειακής, εθνικής και διεθνούς πολιτικής πραγματικότητας του 21ου αιώνα, μαζί με την ουσιαστική και όχι θεατρική συμπαράσταση στον δοκιμαζόμενο Έλληνα συνάνθρωπό μας (δηλαδή πράγματα που οι εμποροπατριώτες παραμελούν με κομπορρημοσύνη και κομπασμό καθηλωμένοι στον αμείλικτο αγώνα υπερίσχυσης της δήθεν «πατριωτικής» γραμμής τους) αυτά είναι τα χαρακτηριστικά που αναδεικνύουν την επαναστατικότητα των θέσεων. Όχι ο στείρος φατριασμός, η «επανάσταση της τρακατρούκας», η πληθώρα ανούσιων δράσεων και ρηχών φανταχτερών δραστηριοτήτων. Όχι η περιχαράκωση του ψευτοτσαμπουκά πίσω από γλυκερά πολιτικάντικα τερτίπια επιβεβαίωσης και αναπαραγωγής των πολυεπίπεδων καθεστωτικών μορφών εξουσίας, με «πατριωτικό» κι «ετοιματζίδικο» κουστούμι.
Η πορεία του Εθνικιστικού Κινήματος
Πορευόμενο ενάντια σ’ αυτήν την εκφυλιστική κατεύθυνση και με πιο ξεκάθαρο αξιακό πλαίσιο, το Εθνικιστικό Κίνημα πιθανότατα θα συνεχίσει την μοναχική του πορεία εναντίον όλων. Μακριά από κάθε συμφεροντική ψευτοσυνεργασία και «λυκοφιλία», στέκοντας αλληλέγγυο με την δράση των όντως πατριωτικών κινήσεων, αδιάφορο για οποιονδήποτε ενδεχόμενο δήθεν «πλήρη διαχωρισμό» αυτού και των πατριωτικών κινήσεων, καθώς ποτέ δεν υπήρξε μερική ή γενική συγχώνευση του Κινήματος με λοιπές πατριωτικές κινήσεις, έτσι ώστε να είναι ανυπόστατος πρακτικά και λογικά ο διαχωρισμός. Το τερατώδες λάθος της επιλογής κάποιων αφελών ή και δολίων προσώπων και κύκλων να στοχοποιούν το Εθνικιστικό Κίνημα ως το «απόλυτο κακό», θα το εξαργυρώσει με ιστορικό επιτόκιο… ο καθένας κατά τα έργα του.
Είναι πολύ εύκολο να δείχνεις τον καθάριο κι ανιδιοτελή «πατριωτισμό», την ασυμβίβαστη «αποφασιστικότητα» και την «επαναστατικότητά» σου, με βρισιές, εξορκισμούς και αφορισμούς. Έτσι απλά, υπερφίαλα και «χαλαρά», μάλιστα δε με μια προσωρινά ανέξοδη και τελικά καταστροφική παντελή έλλειψη κάθε διάθεσης αυτοκριτικής. Αυτή η περιχαράκωση είναι ευκταία από το Καθεστώς, καθώς είναι ολότελα βολικό για τους σκοπούς του, να υπάρχουν οι «εξωκοινοβουλευτικοί εθνικιστικοί βρυκόλακες». Συνεπώς, η επιλογή της περιχαράκωσης δεν μπορεί να είναι η προσήκουσα λύση για το δυσκολότατο πολιτικό πρόβλημα του Εθνικιστικού Αγώνα στην μεταπολιτευτική, πλουτοκρατική «αστική δημοκρατία», στο ελληνόφωνο ραγιάδικο προτεκτοράτο των Διεθνών Επικυριάρχων.
Προφανώς, διάφοροι Super – Έλληνες υπερεπαναστάτες του άχρωμου πατριωτισμού, θεωρούν ότι υπερφαλαγγίζουν θεόπνευστα την ίδια την επώδυνη μεταπολιτευτική πείρα του Εθνικιστικού κινήματος. Επίσης, κομπορρημονούντες, θεωρούν ότι μόνον αυτοί και ο εσμός των χειροκροτητών τους είναι ικανοί να ερμηνεύσουν την πραγματικότητα και να καθορίσουν την «3 σε 1» (απόλυτη-αδέσμευτη-ασυμβίβαστη) «μία και μοναδική» αλάνθαστη πατριωτική γραμμή τους. Οι φαντασιοκόποι αυτοί (χθεσινοί θεσιθήρες και σημερινοί ριγμένοι της εξουσίας των μιζαδόρων), βαυκαλίζονται ότι πολεμούν ανοιχτόμυαλα, σύγχρονα και περήφανα το «πολιτικό σύστημα», αποτελώντας όμως εγγενή ενεργούμενά του. Ναι είναι αλήθεια: Αυτοί οι αχαρακτήριστοι βραχνοί (από την συνεχή ανούσια φωνασκία) πατριωτικοί «παρτιώτες» (της «πάρτης» τους) τάχα αγωνίζονται «αόκνως και αδιαλείπτως», ζητώντας να πολεμήσουμε όλοι για να… γίνουν ήρωες.
Πόσες αξιοθρήνητες ζητωπατριωτικές κι «επαναστατικές» προσωπικότητες, πόσοι καθαρολόγοι και «ανιδιοτελείς», «αντάρτες», «επαναστάτες», «θεωρητικοί» και λοιπά κουραφέξαλα, περιφέρονται σαν θλιβερές καντιανές υπάρξεις (που ολοκλήρωσαν την άχαρη βολική ζωή τους αλλά δεν θέλουν να εγκαταλείψουν την αγαπημένη τους γήινη πραγματικότητα) και κοάζουν ζαλίζοντας μας με μπαρουφολογίες και τσιτάτα;
Ατυχώς όμως οι συμπαθείς υπερφίαλοι οπαδοί και ακόλουθοι των (συνήθως) εξωνημένων διοικητών και ηγεσιών τους, δεν αντιλαμβάνονται πως αυτή η ίδια η Εθνικιστική θεωρία, στο όνομα της οποίας διαμαρτύρονται και κραυγάζουν ασύστολα, τους απογυμνώνει ολοκληρωτικά από τα επιχειρήματά τους και αποδεικνύει πόσο ασυνάρτητες, αίολες, έωλες και φρούδες είναι οι προσεγγίσεις και τα «οράματά» τους σε σχέση με την τρέχουσα Ελληνική πραγματικότητα. Ιδίως μετά την εκλογική ήττα του Κινήματος στον παρελθόντα Ιούλιο, ξάφνου ανεκάλυψαν πως έχουν κρίσιμο ιδεολογικοπολιτικό «βάρος» και σημαίνοντα κριτικό «ρόλο» κάποιοι χθεσινοί ουτιδανοί φωνασκούντες κομπάρσοι. Κατά παράφραση της Αποστολικής διαπιστώσεως, θα μπορούσαν άνετα να χαρακτηρισθούν «Κύνες επιστρέψαντες επί τα ίδια εξεράματα, και ύες λουσάμεναι εις κυλίσματα βορβόρων».
Η Εθνικιστική θεωρία είναι σαφής, απλώς η ερμηνεία της από επαρσιακούς μικρομεσόνοες πάσχει βαρέως. Δεν μιλάμε εδώ για ανέξοδα λόγια, ψαλμούς κολακείας και ανυπόστατες ατέρμονες συζητήσεις. Δεν ασχολούμαστε με… γιαουρτοπόλεμο και φτυσιές ενάντια στους Εχθρούς και στα ντόπια τσιράκια τους. Μιλάμε για την ιστορική ευκαιρία του Εθνικισμού, μιαν ευκαιρία του Λαού μας που υπέφερε τα πάνδεινα αυτά τα τελευταία χρόνια, πληρώνοντας τα πανωτόκια της μωροφιλοδοξίας και της υπέρ το δέον ευπιστίας του.
Ο Εθνικισμός είναι αληθινός όταν και όπου μπορεί ο ίδιος να αναγνωρίζει την ιστορικότητά του και τη δυναμική του, διενεργώντας τον ιδεολογικοπολιτικό του αγώνα!
Η Εθνικιστική κοσμοθεωρία δεν είναι ένα απολιθωμένο δόγμα, δεν είναι εθελότυφλος γιακωβίνικος ψευτοπατριωτισμός, δεν είναι θολή αντιφυσική μεταφυσική, αλλά πειθαρχημένη ιδεολογικοπολιτική κατεύθυνση για δράση.
Το μεγαλύτερο και κωμικοτραγικότερο λάθος, αλλά συνάμα και το μεγαλύτερο έγκλημα των λογής – λογής «πατριωτών» με «δίπλωμα», (που σχεδόν πάντοτε εξελίσσονται σε απολύτως συνεπείς κόλακες των κρατούντων), είναι πως δεν κατάλαβαν αυτήν την ακλόνητη αλήθεια και δεν είναι σε θέση να εφαρμόσουν οποιοδήποτε υποκατάστατό της στις επερχόμενες εξαιρετικώς σοβαρές στιγμές της ιστορίας του Έθνους.
Είναι πασιφανές ότι οι εποχές που βιώνουμε είναι όντως ιστορικές και οι επερχόμενοι καιροί θα είναι ενδεχομένως αφανιστικοί για το Έθνος μας. Ο καθένας θα αναλάβει -έστω και αναγκαστικά- τις ευθύνες του, καθώς η Ιστορία είναι αμείλικτη και η κρίση της αφοριστική. Οι όποιοι μικρόψυχοι ή στενόκαρδοι εγωπαθείς, που θρασύνονται και μεγαλοστομούν λέγοντας ότι τάχα αυτοί… «δεν δέχονται εντολές από κέντρα εξουσίας», θα καταγραφούν στην ιστορία μόνον ως ατελής κακόγουστη φάρσα μιας κακοστημένης προβοκάτσιας ή ως λερό απόνερο ψευτοβοναπαρτικής ανικανότητας.
Αθανάσιος Κωνσταντίνου
Reblogged this on Macedonian Ancestry.