Η δημοσίευση του χάρτη με τις συντεταγμένες του MoU θα επισημοποιήσει ουσιαστικά τα θαλάσσια όρια που ορίζει η διμερής συμφωνία μεταξύ Άγκυρας και Τρίπολης. Η Τουρκία φαίνεται να κινείται γρήγορα και αποφασιστικά στην περιοχή της νοτιοανατολικής Μεσογείου, διαπιστώνει ο σύμβουλος στρατηγικής ασφάλειας, Αλέξανδρος Κασιδιάρης σε ανάλυσή του στο insideover.com
Σύμφωνα με τον ίδιο, τα κυριότερα ελληνικά μέσα ενημέρωσης ανακοίνωσαν, παραθέτοντας κυβερνητικές πηγές, ότι η Διεύθυνση των Ηνωμένων Εθνών για τις Θάλασσες και το Δίκαιο της Θάλασσας – τμήμα του Γραφείου Νομικών Υποθέσεων του ΟΗΕ – θα δημοσιεύσει σύντομα έναν χάρτη με τις συντεταγμένες της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης, όπως δηλώνεται στο μνημόνιο συνεννόησης (MoU) που υπογράφηκε μεταξύ της Άγκυρας και της κυβέρνησης εθνικής συμφωνίας στην Τρίπολη τον περασμένο Νοέμβριο.
Η ανησυχία της Ελλάδας για τη συμφωνία Τουρκίας-Λιβύης
Παρόλο που δεν υπήρξε επίσημη επιβεβαίωση του παραπάνω ισχυρισμού, η ελληνική πλευρά ανησυχεί αρκετά. Μια τέτοια εξέλιξη θα νομιμοποιήσει τη συμφωνία με διάφορους τρόπους. Η δημοσίευση του χάρτη με τις συντεταγμένες του MoU θα επισημοποιήσει ουσιαστικά τα θαλάσσια όρια που ορίζει η διμερής συμφωνία μεταξύ Άγκυρας και Τρίπολης, παρά το γεγονός ότι το μεταξύ τους μνημόνιο απορρίφθηκε ρητά από την Αθήνα και επανειλημμένως χαρακτηρίστηκε ως παράνομο έγγραφο από την ελληνική πλευρά.
Σύμφωνα με το έγγραφο, το μεγαλύτερο ελληνικό νησί, η Κρήτη, έχει περιορισμένη δικαιοδοσία στην οριοθέτηση της ΑΟΖ των δύο υπογραφόντων, ενώ η Κάρπαθος, η Ρόδος και άλλα μικρότερα νησιά των Δωδεκανήσων επηρεάζουν ελάχιστα τη συμφωνία ΑΟΖ. Τέλος, το Καστελόριζο δεν έχει καθόλου παρουσία στον τουρκο-λιβυκό χάρτη που θα δημοσιευθεί.
Τελικά το έγγραφο ελαχιστοποιεί τη σημασία και την κυριαρχία των ελληνικών νησιών, προβάλλοντας την αμφισβητούμενη τουρκική απαίτηση για την περιοχή της Μεσογείου. Αυτό υποστηρίζει την ιδέα ότι η ΑΟΖ πρέπει να καθοριστεί ως επί το πλείστον από την ηπειρωτική επικράτεια της χώρας και ο ρόλος των νησιών πρέπει να περιθωριοποιηθεί, γεγονός που είναι εντελώς απαράδεκτο για την Ελλάδα.
Το χρονοδιάγραμμα και μια σειρά από αποτυχίες της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής
Στις 27 Νοεμβρίου 2019, η Τουρκία και η αναγνωρισμένη από το ΟΗΕ κυβέρνηση της Εθνικής Συμφωνίας στη Λιβύη υπέγραψαν το MoU που ορίζει τα θαλάσσια σύνορα μεταξύ των δύο χωρών. Μεταξύ άλλων προβλέπεται το έδαφος όπου θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί εξερεύνηση και εκμετάλλευση των κοιτασμάτων.
Στις 9 Δεκεμβρίου 2019, ο μόνιμος εκπρόσωπος της Ελλάδας στα Ηνωμένα Έθνη, Μαρία Θεοφίλη απέστειλε δύο παρόμοιες επιστολές στον Πρόεδρο των Ηνωμένων Εθνών και στον Πρόεδρο του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών αντίστοιχα.
Οι επιστολές περιγράφουν τους λόγους για τους οποίους η τουρκική-λιβυκή συμφωνία παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο και το δίκαιο της θάλασσας των Ηνωμένων Εθνών και πρέπει να απορριφθεί και να καταδικαστεί.
Παρόλο που το έγγραφο έλαβε προσοχής και έχει αναπαραχθεί ευρέως από τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης, δεν έχει δημοσιευτεί στον επίσημο δικτυακό τόπο του ΟΗΕ. Οι εξελίξεις επιβεβαίωσαν ότι πιθανώς η ελληνική επιστολή δεν έχει ληφθεί υπόψη από την πλευρά του ΟΗΕ.
Πρέπει να σημειωθεί ότι δύο ημέρες μετά την αποστολή της ελληνικής επιστολής στον ΟΗΕ το θέμα εξετάστηκε και πάλι κατά τη διάρκεια της ημερήσιας ενημέρωσης από το Γραφείο του Εκπροσώπου του Γενικού Γραμματέα. Ο Εκπρόσωπος του ΟΗΕ, Farhan Haq, έχει επανειλημμένα αρνηθεί να χαρακτηρίσει τη συμφωνία Λιβύης-Τουρκίας ως παράνομη.
Ο Haq απλώς επιβεβαίωσε ότι η ελληνική επιστολή είχε ληφθεί και μελετάται. Ωστόσο, ο Haq τόνισε ότι ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών δεν θα υιοθετήσει τη γλώσσα της επιστολής και δεν θα μπορούσε να σχολιάσει περαιτέρω την ισχύ του MoU. Παραδόξως, αυτή η εξέλιξη δεν αναφέρθηκε στα ελληνικά μέσα ενημέρωσης.
Η αντίδραση της ελληνικής ηγεσίας στο MoU Τουρκίας-Λιβύης
Εν μέσω αυτής της κατάστασης, ο πρωθυπουργός και ο Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας κάνουν πολλές δηλώσεις που καταγγέλλουν τη συμφωνία και αμφισβητούν τη δύναμη και τον αντίκτυπό της. Ο πρωθυπουργός της Ελλάδας Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε λίγο μετά τη συνάντησή του με τον Τούρκο Πρόεδρο R. T. Erdogan κατά τη διάσκεψη κορυφής του ΝΑΤΟ στο Λονδίνο τον Δεκέμβριο του 2019 ότι «κανείς δεν πρόκειται να αναγνωρίσει αυτό το άκυρο έγγραφο». Φαίνεται ότι αυτές οι πομπώδεις ελληνικές δηλώσεις δεν υποστηρίχθηκαν από κατάλληλη διπλωματική δράση.
Η Τουρκία επικυρώνει το MoU
Στις 21 Δεκεμβρίου 2019, το τουρκικό κοινοβούλιο επικύρωσε το Μνημόνιο Συναντίληψης μεταξύ Άγκυρας και Τρίπολης, ανοίγοντας επίσημα το δρόμο για περαιτέρω δράση από την τουρκική πλευρά. Στις 26 Δεκεμβρίου 2019, η Μόνιμη Αποστολή της Λιβύης στα Ηνωμένα Έθνη έστειλε μια άλλη επιστολή στο Γενικό Γραμματέα, όπου οι αμφισβητούμενες τουρκικές αξιώσεις επαναλήφθηκαν από τη Λιβυκή πλευρά.
Η επιστολή ανέφερε μεταξύ άλλων: “Θα υπενθυμίσουμε ότι από το 2004 η Λιβύη διεξήγαγε τέσσερις γύρους διαπραγματεύσεων με την Ελλάδα (…) που δεν επέτυχαν κανένα αποτέλεσμα, διότι η Ελλάδα επέμενε να καθορίσει τη θαλάσσια δικαιοδοσία της έναντι της Λιβύης με βάση τα εξαιρετικά μικρά ακατοίκητα νησιά. Η Ελλάδα επέμενε να σχεδιάσει μια γραμμή βασιζόμενη σε αυτές τις υπερβολές των νησιών και αρνήθηκε να εφαρμόσει την αρχή της αναλογικότητας που χρησιμοποιείται διεθνώς σε τέτοιες καταστάσεις. (…) Η Ελλάδα αγνόησε εντελώς τα δικαιώματα της Λιβύης”.
Στις 20 Ιανουαρίου 2020 πραγματοποιήθηκε στο Βερολίνο σύνοδος κορυφής για την κρίση στη Λιβύη. Αυτή ήταν μια σύνοδος κορυφής στην οποία συμμετείχαν όλα τα εμπλεκόμενα μέρη υπό τη συντονισμένη δράση της γερμανικής ηγεσίας. Παρά τα επαναλαμβανόμενα αιτήματα της Ελλάδας να συμμετάσχει στη σύνοδο κορυφής, δεν υπήρξε τελικά πρόσκληση, δυσχεραίνοντας περαιτέρω την ελληνική θέση.
Μεταφορά Στρατιωτικών Δυνάμεων και Διάλογος Μέτρων Εμπιστοσύνης
Ένα φαινομενικά άσχετο περιστατικό σε άλλο ανοικτό τουρκικό μέτωπο θα πρέπει επίσης να εξεταστεί προσεκτικά. Την περασμένη εβδομάδα, δυνάμεις του τουρκικού στρατού μεταφέρθηκαν από τα ελληνοτουρκικά χερσαία σύνορα στην επαρχία Hatay, κοντά στο Idlib της Συρίας, σύμφωνα με τα τουρκικά ΜΜΕ.
Παρόλο που δεν έχει αναφερθεί καμία μαζική μετακίνηση στρατιωτικού εξοπλισμού, μια τέτοια απόφαση δείχνει ότι η Τουρκία δεν ανησυχεί ιδιαίτερα για την Ελλάδα. Η Άγκυρα συνεχίζει να πιέζει διπλωματικά για να επιτύχει τους στόχους στο Αιγαίο και έχει θέσει κόκκινες γραμμές όταν πρόκειται για πιθανή αντίδραση της Ελλάδας.
Η απειλή casus belli παραμένει στο τραπέζι όσον αφορά την επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια. Ως εκ τούτου, η τουρκική πλευρά είναι πεπεισμένη ότι η Αθήνα θα συνεχίσει να ανταποκρίνεται αναποτελεσματικά στις τουρκικές προκλήσεις χωρίς να προχωρήσει σε αποφασιστική ή διαρκή διπλωματική δράση ως απάντηση.
Εν τω μεταξύ, στις 17 Φεβρουαρίου ξεκίνησε ένας νέος γύρος μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης μεταξύ της Αθήνας και της Άγκυρας. Όπως δήλωσε ο Έλληνας υπουργός Άμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος, προκειμένου αυτές οι διαπραγματεύσεις να επιτύχουν θετικό αποτέλεσμα, οι δύο πλευρές πρέπει να υιοθετήσουν μια στάση κατανόησης και συνεργασίας.
Λαμβάνοντας υπόψη τις τουρκικές διπλωματικές κινήσεις και τη συνολική στρατηγική στο Αιγαίο και την ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου μέχρι στιγμής, σε συνδυασμό με την ελληνική αναποτελεσματικότητα – ή απροθυμία – όσον αφορά την εξωτερική πολιτική και τη διπλωματία για την αντιμετώπιση των Τουρκικών κινήσεων, η διαδικασία δεν αναμένεται να φέρει κάποια αποτελέσματα.