Η μεταπολιτική («θεωρητική πολιτική μελέτη» και συνάμα «πολιτική» της πολιτικής) είναι η επιστημονική προσέγγιση της πολιτικής θεωρίας και της ορολογίας αυτής, διενεργουμένη ως φιλοσοφική μελέτη της πολιτειακής συνθέσεως των κοινωνιών. Γενικότερον αφορά στην θεωρητική πολιτική μελέτη, αλλά και στην μέθοδο που αναλύει τις πολιτικές ιδεολογίες στην δομική τους μορφή. Η έννοια της μεταπολιτικής αναφέρεται σε μορφές μη πολιτικών δραστηριοτήτων, που λειτουργούν προς την κατεύθυνση της διαδόσεως ιδεών και αξιών, οι οποίες συνθέτουν μία «Κοσμοθεωρία».
Επηρεάζει την πολιτική και τους ανθρώπους ως άτομα και συλλογικότητες, όχι όμως μέσω της πολιτικής δραστηριότητος, δηλαδή όχι μέσα από τα κόμματα, τις πολιτικές εκστρατείες και τις εκλογές, καθώς συνδέεται με την πνευματική και φιλοσοφική θεώρηση και δραστηριότητα που υποστηρίζουν μιαν ιδεολογία ή μία κοσμοθεωρία. Βεβαίως περιλαμβάνει επιπλέον, την διάδοση των ιδεών και των αξιών, με ποικίλα μέσα, όπως η δημοσιογραφία, οι ομιλίες, τα ραδιοτηλεοπτικά προγράμματα, τα προγράμματα εργασίας και οι διάφορες μορφές προπαγάνδας.
Ο Αμερικανός αντικαθεστωτικός ιστορικός Μάϊκλ Ο΄ Μήρα εδήλωσε προ ενδεκαετίας: «…Η μεταπολιτική είναι για την πολιτική ό,τι είναι η μεταφυσική για την φυσική. Όπως η μεταφυσική αφορά σε αυτό που ευρίσκεται πέραν από την φυσική και σχετίζεται με την απόλυτο πραγματικότητα -εάν αυτή υφίσταται- στην οποίαν εδράζεται ο κόσμος της ενεργείας και της ύλης, η μεταπολιτική είναι αυτή που αντιμετωπίζει όλα εκείνα τα οποία καθιστουν δυνατή την πολιτική. Επί παραδείγματι, ημπορεί να αναφέρεται στην ιδεολογία, στον πολιτισμό, στα επικρατούντα εννοιολογικά παραδείγματα, στις κοινωνικές ηγεμονίες οι οποίες διαμορφώνουν το πολιτικό πεδίο και στον τρόπο με τον οποίον προσεγγίζουμε αυτό το πεδίο, ακόμα και στις ανορθολογικές και υποσυνείδητες δυνάμεις οι οποίες επηρεάζουν την δημοσία συμπεριφορά.»
Αρχικώς η «μεταπολιτική» εχρησιμοποιήθη ως τεχνικός και απόκρυφος όρος των μεταμαρξιστών και των νοσταλγών της παλαιάς σοσιαλδημοκρατίας. Σήμερον η μεταπολιτική αποτελεί το σημείον «συμπυκνώσεως» και «συντήξεως» της παθολογίας των δυτικών δημοκρατιών. Κατονομάζει, οριοθετεί, περιγράφει και καταγγέλλει τα καθεστώτα τα οποία τύποις μόνον διατηρούν, ένα τεχνητό κέλυφος «φιλελεύθερων» και δήθεν «δημοκρατικών» θεσμών, ενώ ταυτοχρόνως η κοινωνική παρέμβαση και η επιρροή του Λαού στην εξουσία φθίνουν σταθερώς, όπως φθίνει άρδην και η συμμετοχή του στην πολιτική των καθεστωτικών κομμάτων, στις μαζικές κινητοποιήσεις και στα συνδικάτα.
Τα κόμματα της αριστεράς και της δεξιάς έπαυσαν να εμφανίζουν ουσιώδεις ιδεολογικές και πολιτικές διαφορές, ενώ συγκλίνουν απροκαλύπτως στα ίδια, διαπλεκόμενα και αντεθνικά οικονομικά συμφέροντα. Έπαυσεν υπαρχουσα σαφής διαχωριστική γραμμή μεταξύ της καθεστωτικής αριστεράς και της καθεστωτικής δεξιάς, ενώ καθημερινώς αυξάνεται ο δόλιος παρεμβατικός ρόλος των ξενοκινήτων και απολίτικων, δήθεν «ειδικών» στην πολιτική διακυβέρνηση και στην δημοσία οικονομική διαχείριση.
Η επιβολή της οικονομίας επί της πολιτικής (και δη μετά την κατάρρευση του μαρξιστογενούς «ανυπάρκτου σοσιαλισμού» της ΕΣΣΔ) οδήγησεν εν τέλει στην πλέον αθλία εμπορευματοποίηση της εκλογικής διαδικασίας, ηύξησε δε κατακορύφως τις δαπάνες των καθεστωτικών κομμάτων και των τραγελαφικών πολιτικών προσώπων, καθώς αμφότερα εξαρτώνται πλήρως από την χρηματοδότηση των ολιγαρχών επιχειρηματιών καθώς και από τον βορβορώδη χώρο της διαφημίσεως. Η μεταπολιτευτική πλουτοκρατική αστική «ελληνική» δημοκρατία λειτουργεί καθ’ ολοκληρίαν εδραζομένη σε έναν πολιτικόν ανταγωνισμό εξόχως ανισότιμο, συνεπώς ολιγαρχικό έως τυραννικό, υπό την «Τυραννία του Πλούτου».
Η μεταπολιτική διαπιστώνει και διακριβώνει ότι καθοριστικές και κρίσιμες αποφάσεις οι οποίες αφορούν στην εθνική πολιτική και στην δημοσία οικονομία έπαυσαν, (πέραν πάσης λογικής και ηθικής), να αποτελούν προϊόντα της βουλήσεως της Λαϊκής Κοινότητος, (η οποία συστηματικώς αποσυντίθεται στην δομή και στις λειτουργίες της). Η πραγματική διακυβέρνηση έχει αφεθεί στις χείρες τεχνοκρατών οι οποίοι διοικούν την κοινωνία με ήθος, νοοτροπία και αντίληψη κερδοσκόπων διαχειριστών πολυεθνικών εταιρειών. Οι πολιτικές διαμάχες μετετράπησαν σε σκηνοθετημένους εξουσιαστικούς αγώνες «επαγγελματικής πάλης» – «Catch». Αυτή η επικονωνιακή φαρσοκωμωδία κατ΄ουσίαν αποτελεί θέαμα ρωμαϊκής αρένας της παρακμής, προωθούμενο για τις τηλεοπτικές ανάγκες μεταξύ δήθεν «αντιπάλων», δίχως ουσιώδεις πολιτικές διαφορές.
[Χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της εθνοαποδομητικής μορφής εξουσίας απετέλεσαν : η ελεεινή και ανεκδιήγητος αριστερο – «πατριωτική» συγκυβέρνηση των Τσίπρα – Καμένου με αποκορύφωση την «Συμφωνία των Πρεσπών», η προηγηθείσα ξενόδουλος «σοσιαλφιλελεύθερη» των «Σαμαροβενιζέλων» του … «συνταγματικού τόξου», όπως και η προηγηθείσα επιλογή του Παπαδήμου, ως «σωτήρος», ενός …. πρωθυπουργού που δεν είχαν εκλέξει οι Έλληνες πολίτες αλλά οι «αγορές» που τον επέβαλαν –«άνωθεν και έξωθεν» ενώ τον εστήριξαν παντοιοτρόπως, θέτουσες στην υπηρεσίαν του πελώρια εκδοτικά και οικονομικά συγκροτήματα].
Εκιμάται ότι πολλοί Εθνικιστές θεωρούν την μεταπολιτική με ακατανοησία, σκεπτικισμό και εχθρότητα επειδή παρουσιάζεται με όρους τους οποίους δεν δύνανται να οραματισθούν, να κατανοήσουν ή να εξασκήσουν:
1. Το μέσον της μεταπολιτικής είναι ο πολιτισμός. Ο πολιτισμός είναι ένα περίπλοκον, μυστηριώδες και ευμετάβλητον ασταθές δρώμενο. Το έργον που σχετίζεται με την αλλαγή του πολιτισμού σε κοινωνικό, πολιτισμικό και ιστορικόν επίπεδο είναι τόσον δύσκολο, αβέβαιον και βραδύ, ώστε ημπορεί να είναι δύσκολο για τους Εθνικιστές να ιδούν πώς ημπορεί να πραγματωθεί και να πιστεύουν ότι ημπορούν να το κάνουν. Η προσπάθεια αλλαγής του «Zeitgeist» του «Εποχιακου Πνεύματος» (ήτοι του γενικού πολιτιστικού, πνευματικού, ηθικού ή και πολιτικού κλίματος εντός του Έθνους ή ακόμη και εντός συγκεκριμένων ομάδων, παραλλήλως προς την γενικήν ατμόσφαιρα, τα ήθη, την κοινωνικοπολιτιστική κατεύθυνση και την διάθεση μιας εποχής) φαίνεται ωσάν κάποιος να προσπαθεί να αλλάξει τον καιρόν ή να αντιστρέψει την παλίρροια.
2. Η μεταπολιτική παρουσιάζεται με όρους που είναι πολύ μεγάλοι, μεγαλοπρεπείς και ασαφείς. Προκειμένου να καταστεί η μεταπολιτική ορατή, αξιόπιστη και πρακτική, είναι αναγκαίον να την παρουσιάσουμε με όρους που ημπορούν να οραματισθούν οι άνθρωποι. Είναι απαραίτητο συνεπώς να προσδιορισθεί η μεταπολιτική με όρους μεγάλου – μικρού, μακροπροθέσμου – βραχυπροθέσμου, δυνητικού – τρέχοντος, έτσι ώστε να εμφανίζεται ως έργον εν εξελίξει και όχι ως χιμαιρικό και ανυπόστατο όνειρο.
3. Η μεταπολιτική παρουσιάζεται με όρους εξόχως λογίους, λογοτεχνικούς και αφηρημένους. Φαίνεται ότι στερείται καθορισμένου σκοπού ή κατευθύνσεως. Φαίνεται να ασχολείται με τις ιδέες ωσάν αυτές να είναι επαρκείς από μόνες τους, καθώς επίσης φαίνεται πως αντιμετωπίζει τις ιδέες ως … παιχνίδια και όχι ως εργαλεία. Ο παλαιοσυντηρητικός Αμερικανός ιστορικός και πολιτικός φιλόσοφος Ρίτσαρντ Μάλκολμ Γουήβερ (1910-1963), (οπαδός του Νοτίου «κοινοτικού ατομισμού») εξέφανε την περιβόητο λακωνική φράση : «οι πραγματικές ιδέες έχουν συνέπειες». Ο επίσης παλαιοσυντηρητικός και θαραλέος φυλετιστής, Αμερικανός ιστορικός και δημοσιογράφος Σάμιουελ Τοντ Φράνσις (1947-2005) είπε συναφώς ότι : «μερικές ιδέες είναι σπουδαιότερες από άλλες».
Η μεταπολιτική πρέπει να ασχολείται με τις σπουδαίες ιδέες και να καθιστά τις ιδεές σπουδαίες, αυξάνουσα στον μέγιστον βαθμό την επιρροήν τους.
4. Η μεταπολιτική παρουσιάζεται με όρους που υποδηλώνουν ότι είναι ανεξάρτητος από τις άλλες μορφές ακτιβισμού ή ακόμη και εχθρική προς αυτές. Η μεταπολιτική πρέπει να θεωρηθεί ως μέρος αυτού του δρωμένου που το «Εθνικό Δημοκρατικό Κόμμα» της Γερμανίας (NPD) αποκαλεί «Στρατηγική Τριών Επιπέδων», ήτο του πολιτιστικού, του κοινοτικού και του εκλογικού ακτιβισμού.Κάθε μορφή ακτιβισμού πρέπει να συμπληρώνει και να ενισχύει τις άλλες.
5. Η μεταπολιτική φαίνεται να περιορίζεται σε επαγγελματίες αρίστους χειριστές του λόγου, όπως λογίους, διανοουμένους, συγγραφείς, αρχισυντάκτες ΜΜΕ και εκδότες. Αυτό την θέτει πέραν από την θέση και την ικανότητα των περισσοτέρων Εθνικιστών. Σχετικώς ολίγοι Εθνικιστές δύνανται να γράψουν βιβλία και άρθρα που αξίζει να δημοσιευθούν ή να διαβασθούν κατανοητώς. Ο αριθμός των τακτικώς συνεισφερόντων σε εθνικιστικές δημοσιεύσεις είναι πολύ μικρός : Η μεταπολιτική δεν φαίνεται να παριστά σημαντικό και ουσιώδες έργον για τους περισσότερους Εθνικιστές ή να τους παρέχει χρήσιμα διανοητικά, ψυχολογικά και επικοινωνιακά εργαλεία.
Αυτές είναι οι περιληπτικές εντυπώσεις για το πώς παρουσιάζεται και γίνεται αντιληπτή η μεταπολιτική από πολλούς Εθνικιστές. Είναι σε μεγάλο βαθμό υποκειμενικές και για συντομία τις έχω αποτυπώσει με απλούς και δογματικούς όρους. Θα ημπορούσα να επεκτείνω τον κατάλογο αυτόν, να ορίσω και να εξηγήσω καλύτερον συγκεκριμένα σημεία, αλλά δεν έχει ουσιώδη σκοπιμότητα εφ’ όσον η έκφανση και η αφομοίωσή τους δεν έχουν ακόμη μεταβολισθεί. [Η προηγηθείσα χρήση φράσεων και όρων όπως «επαγγελματίες λόγιοι» ημπορεί να υποδηλώνει απαξιωτικώς ότι διατηρώ αντι-πνευματικές προσδοκίες, καθώς και τάσεις κατά των διανοητών, πράγμα που δεν συμβαίνει. Εάν όμως το έπραττα, θα αγνοούσα τους διαφόρους συγγραφείς και τις δημοσιεύσεις τους, στις οποίες συνήθως αναφέρομαι επιμελώς και τις παραθέτω στα σχόλιά μου.]
Καθώς η μεταπολιτική περιλαμβάνει τον αγώνα για την πολιτιστική ηγεμονία, θα πρέπει να διενεργείται ταυτοχρόνως σε πολλούς τομείς και σε πολλά επίπεδα. Δεν ημπορούμε να εδραιώσουμε την πολιτισμική ηγεμονία εν μία νυκτί (η Αριστερά ελειτούργησε για τον σκοπόν αυτόν διαρκώς καθ΄ ολην την Μεταπολίτευση), αλλά ημπορούμε και πρέπει να χαράξουμε «αυτόνομες ζώνες». Από αυτές (όπως επί παραδείγματι είναι η γεωπολιτική και η ανθρωπολογική εθνολογία, «πνευματικές επικράτειες» όπου η εθνικιστική σκέψη είναι κυρίαρχος) ημπορούμε να εξασκήσουμε την αντι-ηγεμονική μας δράση και να προετοιμάσουμε επιμελώς και λεπτομερώς τις πολιτιστικές βάσεις για την καθολική αμφισβήτηση του καθεστωτικού συστήματος.
Το μέτωπον είναι παντού. Είτε το θέλουμε είτε όχι, ευρισκόμεθα σε ολοκληρωτικό πολιτιστικό και πνευματικό πόλεμο! Πρέπει να οδηγήσουμε όλους ανεξαιρέτως τους Εθνικιστές να εργασθούν σε αυτό το αγωνιστικό πλαίσιον, όπου και όπως ευρίσκονται. Η πρόσφατη περίοδος υστερήσεως ή και απραξίας περί το ζήτημα μας επέφερε πολλά μετρητα δεινά.
Συνεπώς υποστηρίζω αναφανδόν την μεταπολιτική που απευθύνεται προς τους Εθνικιστές και εξασκείται από Εθνικιστές, που δεν είναι απαραιτήτως επαγγελματίες λόγιοι. Υπάρχει τεραστία και άμεσος ανάγκη για «Δεξαμενές Σκέψεως» ή «Ομάδες Προβληματισμού» ή «Εργοτάξια Σκέψεως», που ασχολούνται με την ανάπτυξη και προώθηση των εθνικιστικών ιδεών σε υψηλό επίπεδο. Υπάρχει επίσης ανάλογος ανάγκη για συμπληρωματικά «Συστήματα Πνευματικής Αρδεύσεως», που αφορούν στην εκλαΐκευση και διασπορά των εθνικιστικών ιδεών.
Η μεταπολιτική πρέπει να εξοπλίζει τους Εθνικιστές μαχητές με ένα «ισχυρό οπλοστάσιον πνευματικών πυρομαχικών», όπως έγραψεν ευστοχότατα ο Αμερικανός φυλετιστής, φιλόσοφος, δημοσιογράφος εκδότης και σχολιαστής Γκρεγκ Τζόνσον (συλληφθείς και απελαθείς τον πρόσφατον Νοέμβριο από την …. υπερδημοκρατική Νορβηγία προ της διενεργείας διεθνούς εθνικιστικού συνεδρίου στο Όσλο).
Πράγματι χρειαζόμεθα ένα πνευματικόν οπλοστάσιο, καθώς και ένα σύστημα εφοδιαστικής υποστηρίξεως αυτού. Η εμπειρία μας υποστηρίζει απολύτως (και δη υπερθεματίζει) αυτήν την προσέγγιση : Στο Κίνημα υπήρξε μεθοδική εκπαίδευση θεμελιωδών ιδεολογικοπολιτικών ζητημάτων και αγωγής λόγου -επικοινωνίας, καθώς και τακτή έκδοση ιδεολογικοπολιτικού περιοδικού και επι πλέον εφημερίδος πολιτιστικής – πολιτικής θεματολογίας επικαιρότητος. Τα ανωτέρω δρώμενα έπαυσαν (έως τούδε) λόγω των παραταθεισών διαδικαστικών παρενεργειών της χαλκευθείσης διώξεως και εξ αιτίας των ανασταλτικών σοβαρών οικονομικών επιπτώσεων του εκλογικού αποτελέσματος των τελευταίων εθνικών εκλογών.
Πρέπει συνεπώς να επισημανθούν πολλά πράγματα σχετικώς με αυτόν τον θεμελιώδη εθνικιστικό «ιδιότυπο γκραμσισμό» :
1. Οφείλει να αφορά στην δογματική και πρακτική συγκρότηση των «συνήθων Εθνικιστών του μέσου όρου». Οι Εθνικιστές πρέπει να γνωρίζουν γιατί αγωνίζονται και πώς να αγωνίζονται. Οι Εθνικιστές πρέπει να βελτιώσουν την ικανότητά τους να διαμορφώνουν και να παρουσιάζουν τις ιδέες τους. Δεν χρειάζεται να είναι επαγγελματίες συγγραφείς ή ομιλητές για να παρουσιάσουν αποτελεσματικώς τις ιδέες τους μέσα στην καθημερινή «σφαίρα επιρροής» τους.
2. Ευλόγως πρέπει να περιλαμβάνει την ανάπτυξη και καλλιέργεια του εθνικιστικού λόγου, ώστε αυτός να είναι όσο το δυνατόν εμφανέστερος, πειστικότερος και πλέον ευπαρουσίαστος σε σχέση με το κοινό στο οποίον απευθύνεται. Αυτό το έργον προφανώς πρέπει να περιλαμβάνει ιδιαιτέρως προσεκτική επιλογή και διαμόρφωση των ιδεών, των επιχειρημάτων, των παραδειγμάτων, της γλώσσης, των εικόνων, του τόνου και του ύφους του εθνικιστικού λόγου για να επιτευχθεί η βελτίστη αποτελεσματικότης.
3. Οι Εθνικιστές πρέπει να αναπτύξουν τις δυνάμεις τους στην λεπτομερή παρατήρηση και στην προσεκτική κρίση, ώστε να ημπορούν να προσδιορίσουν με ακρίβεια τι λειτουργεί σε αυτά τα ζητήματα και τι όχι. Ίσως ο εθνικιστικός λόγος θα πρέπει να αναπτυχθεί με τρόπον παρόμοιον προς το ελεύθερο λογισμικό των Η/Υ, όπως περιγράφεται στο διάσημο βιβλίο του Αμερικανού ηλεκτρονικού μηχανικού και προγραμματιστή Έρικ Στήβεν Ρέημοντ «Ο καθεδρικός ναός και το παζάρι».
Ο Γουέντελ Έρντμαν Μπέρρυ (γεννηθείς το 1934) είναι ένας πολυγραφότατος Αμερικανός μυθιστοριογράφος, ποιητής, δοκιμιογράφος, περιβαλλοντικός ακτιβιστής, πολιτιστικός κριτικός και …. αγρότης, (εκλεγμένο μέλος της διασήμου «Αδελφότητος των Νοτίων συγγραφέων»), συκοφαντηθείς συχνάκις για… ακραίες ιδέες. Ο πολύπλευρος στοχαστής παρατηρεί με ακριβολογία: «Οι πολιτιστικές λύσεις είναι οργανισμοί, δεν είναι μηχανές και δεν ημπορούν να εφευρεθούν σκοπίμως ή να επιβληθούν με μία συνταγή».
Είναι αναγκαίον οι Εθνικιστές συγγραφείς και σχολιογράφοι να κάμνουν περισσότεον έργο σε αυτόν τον τομέα, καθιστώντες επιτηδείως τις πλέον ριζοσπαστικές θέσεις απολύτως λογικές και επιθυμητές. Οι συγγραφείς ημπορούν πράγματι να πράξουν πολλά για να διαμορφώσουν έναν εθνικιστικό λόγο αξιόπιστο, αφομοιώσιμο και μεταδοτικό. Οι «μέσοι» Εθνικιστές πρέπει να είναι σε θέση να προσλάβουν αυτές τις γόνιμες ιδέες και να τις μεταδώσουν σε άλλους. Έτσι δημιουργούνται οι παραδόσεις.
4. Η εκδήλωση της εναλλακτικής μας μεταπολιτικής προφανώς δεν θα περιλαμβάνει συμβατικές τάσεις και δημοφιλείς συρμούς του κυριάρχου καθεστωτικού ρεύματος. Η αναγκαία ιδεολογικοπολιτική, δογματική και πρακτική συγκρότηση και διαμόρφωση των συνήθων «μέσων» Εθνικιστών οφείλει εξ αρχής να είναι προσανατολισμένη στην αυστηρά πρόληψη της ενσωματώσεως κάθε συμβατικής τάσεως και δημοφιλούς συρμού.
5. Οι Εθνικιστές πρέπει να έχουν τις ιδέες και τις δεξιότητες που θα τους επιτρέψουν να παραμείνουν ορθοί από μόνοι τους. Με αυτήν την πρόληψη θα ήταν ουσιαστικώς αδύνατον οπορτουνιστές-ευκαιριοκράτες να καταλάβουν και να εκτρέψουν προς το συμφέρον τους τις εθνικιστικές οργανώσεις, όπως έπραξεν ο άθλιος Τζιανφράνκο Φίνι, προδότης του Εθνικισμού και καταστροφεύς του άλλοτε κραταιού «Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος»- MSI.
6. Αυτή η μεταπολιτική δραστηριότης απαιτεί μεγαλυτέρα αυτοπειθαρχία από τους Εθνικιστές. Οι Εθνικιστές πρέπει να σκέπτονται πριν ομιλήσουν και δεν πρέπει να λένε ό, τι σκέπτονται. Οι Εθνικιστές δεν πρέπει να πιστεύουν ότι είναι ελεύθεροι να κάμνουν αυτό που τους αρέσει. Εδώ αντανακλούν τα σχόλια του διδασκάλου Έβολα από το βιβλίον του «Άνθρωποι ανάμεσα στα ερείπια» [14ον κεφάλαιον «Λατινικός χαρακτήρ – Ρωμαϊκός κόσμος – Μεσογειακή ψυχή»], σχετικώς με τον εύχαρι, επιπόλαιο και αισθαντικό, γήινο «Μεσογειακό» χαρακτήρα και τον πειθαρχημένο, βαθυστόχατο και καρτερικό, ηλιακό «Ρωμαϊκό» χαρακτήρα (σχόλια που είναι εκτενέστατα και χωροβόρα για να αναφερθούν εδώ.). Αναλόγως, οι Εθνικιστές οφείλουν να διαμορφώσουν και να επιδικνύουν έναν «Ρωμαϊκό» χαρακτήρα.
7. Οι ανωτέρω εκτεθείσες ιδέες παρά την έως αφελείας απλοϊκή τους μορφή είναι πολύ δύσκολες. Είναι όπως μια πολλά υποσχομένη, αλάνθαστη τεχνική εφεύρεση η οποία απαιτεί πολύ καιρό ώστε να γίνει επιτυχώς εμπορεύσιμο προϊόν.
Οι ιδέες σε αυτό το βραχύ κείμενο έχουν ουσιώδη νοηματική και πρακτική αξία, επίσης δε θα ημπορούσαν να χρησιμεύσουν ως αντικείμενον επαναλαμβανομένης καθοδηγητικής συμβουλευτικής. Βεβαίως δεν είναι απαραιτήτως προφανείς, εχρειάσθη πολύς χρόνος για να συνυφανθούν στοιχειωδώς και θα χρειαστεί πολλή συστηματική εργασία ώστε να καταστούν πραγματικώς πρακτικές. Άλλως θα ημπορούσαν λίαν ευκόλως να ατονήσουν και να λησμονηθούν οριστικώς.
Σημειωτέον επιμύθιο: Όποιος (από αμβλύνοια ή μικρόψυχη ιδιοτέλεια) δεν κατανοεί την ανάγκη της πολιτιστικής πάλης, πάσχει προδήλως από «πολιτική υπερμετρωπία» η οποία μοιραίως οδηγεί και σε «πολιτική κόπωση», τόσον αυτόν όσον και την εκάστοτε αγωνιστική συντροφία του.
Αθανάσιος Κωνσταντίνου.