Tις τελευταίες ημέρες βιώνουμε ένα θέατρο του παραλόγου: Τον πανικό για τον κορωνοϊό. Αυτή η καινούργια υπερδιογκωμένη «πομφόλυγα» του συστήματος, έχει πολλές συνέπειες (μάλλον ωφελήματα για τους διεθνείς τοκογλύφους), όπως προσωρινή πτώση των χρηματιστηρίων, για να «μαζέψουν μεθαύριο όλο το χαρτί» οι σιωνιστικοί οικονομικοί κολοσσοί, χτύπημα της οικονομίας χωρών που είναι ανταγωνιστικές προς την οικονομία των ΗΠΑ κλπ. Αυτά όμως αναλύονται πολύ ωραία σε άλλα άρθρα συναγωνιστών.
Αυτές οι γραμμές γράφονται για να καταδείξουμε πως ο κορωνοϊός, ήρθε «σαν βούτυρο στο ψωμί» για τα κανάλια της διαπλοκής που μας γεμίζουν άγχος και μας τρομοκρατούν. Μέχρι χθες μας τρομοκρατούσαν με τις δηλώσεις του σουλτάνου, μας μιλούσαν για την χρεοκοπία των ασφαλιστικών ταμείων και τις συντάξεις πείνας κλπ. Τώρα σπέρνουν τον τρόμο, συνεπικουρούμενοι από την «απίθανη» συριζοφιλελεύθερη κυβέρνηση, που δημοσιοποιεί κάτι επιεικώς παράλογες πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, περί κλεισίματος όλων των Δημοσίων Υπηρεσιών, ΜΜΜ, σχολείων κλπ.
Με τον Κορωνοϊό έπεσαν σε δεύτερη μοίρα, ο εποικισμός της Πατρίδας μας από λαθρομετανάστες, το σκάνδαλο της Novartis (όπου επίμονα μας δείχνουν το δέντρο για να μην δούμε το δάσος, που είναι τα πολλά εκατομμύρια που πήγαν στους πολιτικάντηδες και στους φίλους τους), η εγκληματικότητα, το ότι έχουμε τη μοναδική παγκοσμίως Πρωτεύουσα με κλειστό το κέντρο της λόγω αριστερών συμμοριών, η υπογεννητικότητα και τόσα άλλα. Ο Κούλης βέβαια δεν παραλείπει να φροντίσει και τα «δικά μας παιδιά», τα ψηφαλάκια. Ποιος θα φέρει αντίρρηση στην πρόσληψη διακοσίων ατόμων στην υγεία, τώρα που έχουμε «τέτοια επιδημία»;
Μα, η ψύχραιμη φωνή της λογικής λέει ότι πρόκειται για έναν ιό με θνησιμότητα κάτω του 0,2 %, στα υγιή άτομα, δηλαδή παραπλήσιο της κοινής γρίπης. Αναφερόμαστε σε μια επιδημία με λιγότερα θύματα από τα τροχαία ή από την γρίπη. Αυτά δεν αφορούν τους προπαγανδιστές. Πρέπει να σπείρουν τον τρόμο. Ξέρουν καλά ότι ο φόβος είναι ο καταστροφέας του φρονήματος. Και τον Έλληνα τον θέλουν χωρίς φρόνημα για να είναι «ευκολοκυβέρνητος».
Ο Πλούταρχος έγραφε: «Ἀρχὴ γὰρ ὄντως τοῦ νικᾶν τὸ θαρρεῖν». Ας αναμοχλεύσουμε λιγάκι τη μνήμη μας, ας συνειδητοποιήσουμε ότι από το λυκαυγές της ιστορίας, που χάνεται στα βάθη των χιλιετιών, οι πρόγονοί μας, μπόρεσαν να επικρατήσουν πάμπολλων και πολυπληθέστερων εχθρών βασιζόμενοι κυρίως στο θάρρος τους και στο υψηλό τους φρόνημα, που τους το εμφυσούσαν πάντοτε μεγάλοι ηγέτες. Όλες οι ήττες του Ελληνισμού συνέβησαν όταν επικράτησαν οι δημαγωγοί, «τα ευφυή τίποτα» όπως τους αποκαλούσαν, που ορμώμενοι από ταπεινά ελατήρια, ενέσπειραν την διχόνοια και τον φόβο στον λαό.
Ότι ακριβώς γίνεται και σήμερα, ότι ακριβώς γίνεται τα 45 χρόνια της μεταπολίτευσης, τα 45 χρόνια της εγκαθίδρυσης του ψευτορωμαίικου. Έτσι ένα Έθνος που έχει στο παρελθόν του Θερμοπύλες, που πολύ πρόσφατα βροντοφώναξε “ΟΧΙ” σε δύο αυτοκρατορίες, πρέπει να χάσει το υψηλό του φρόνημα, πρέπει να μάθει να σκέπτεται «ταπεινά», να ενδιαφέρεται μόνο για τον εύκολο πλουτισμό. Χωρίς ιδανικά, χωρίς πρότυπα.
Οι ένδοξοι προγονοί μας δημιούργησαν Θερμοπύλες και Παρθενώνες γιατί είχαν Παιδεία και Πρότυπα που τους μάθαιναν να σκέπτονται υψηλόφρονα. Ο Μ. Αλέξανδρος π.χ. κοιμόταν με την Ιλιάδα κάτω από το προσκεφάλι του και είχε πρότυπό του τον Αχιλλέα, ο οποίος με τη σειρά του προτίμησε την αιώνια δόξα από την μακροζωία. Την Ιλιάδα, που μας διδάσκει να μην φοβόμαστε τον φόβο. Ο Ευριπίδης στην τραγωδία Αλκμαίων δίδασκε: «ο φόβος με έχει κυριεύσει και αφαίρεσε από τη ζωή μου κάθε σοφία», ενώ ο Θουκυδίδης έγραφε: «Ο φόβος παραλύει την μνήμη και η τέχνη δίχως το θάρρος δεν ωφελεί σε τίποτα, η μεγάλη και ξαφνική αλλαγή ταπεινώνει τη διάνοια γιατί εξασθενεί το φρόνημα.»
Ξέρουν πώς να κρατούν τον λαό με εξασθενημένο φρόνημα, εν υπνώσει, για να περνούν αυτοί πολύ καλά και εμείς οι υπόλοιποι χάλια. Πιθανόν να έχουν υπ’ όψιν τους την απάντηση που έδωσε ο μεγάλος Μακεδόνας στρατηγός Αντίγονος προς τον φρούραρχο της Μακεδονικής φρουράς των (υποταγμένων) Αθηνών, όταν αυτός του ζήτησε ενισχύσεις: «Φρόντισε να μην κάνεις μόνο το περιλαίμιο ισχυρό αλλά κυρίως να κρατάς και τον σκύλο αδύναμο».
Η μοναδική Ελληνική γλώσσα (που και αυτήν έχουν βάλει στο στόχαστρο τους οι παγκοσμιοποιητές και οι σχεδόν αναλφάβητοι εγχώριοι υποτακτικοί τους), μας δείχνει την πραγματική έννοια του φρονήματος.
Σταχυολογώντας μερικές ερμηνείες, από το μέγα λεξικό της Ελληνικής γλώσσης του Δημητράκου, στο λήμμα “φρόνημα”: «νους, πνεύμα, διάθεσις, διανόησις, διανόημα, επιθυμία, σκέψις, συναίσθησις αξίας και υπεροχής, αυτοπεποίθησις, υψηλοφροσύνη, υπερηφάνεια…». Αυτά θέλουν να αφαιρέσουν από τον Ελληνικό λαό.
Στον αντίποδα (αντώνυμο) του ‘’φρονήματος’’ κάλλιστα τίθεται η λέξη ‘’ταπεινός’’, όπως πολύ συχνά ακούμε τους πολιτικάντηδες να λένε, σε αυτές τις, απείρου ασχήμιας, πολιτικές συζητήσεις, της ναυαρχίδας της ανθελληνικής προπαγάνδας, της τηλεόρασης: «κατά την ‘’ταπεινή’’ μου γνώμη». Πάλι στο λεξικό του Δημητράκου διαβάζουμε ‘’ταπεινός’’: ο υποστάς μείωσιν της δυνάμεως ή της υπερηφανείας του, ο υποταγμένος, ο ευπειθής, ο πειθήνιος, ο υπήκοος, ο εν απογνώσει ή αθυμία διατελών, ο απολέσας το ηθικόν του, ο άτολμος, ο κατηφής, ο δυστυχής, ο κακόμοιρος, ο ευτελής, ο ποταπός, ο πρόστυχος, ο χαμερπής, ο δουλικός, ο δουλοπρεπής, ο ουτιδανός, ο ανάξιος λόγου…
Ιδού πως επιθυμούν να γίνει ο Ελληνικός λαός, που τον φθονούν οι παγκοσμιοποιητές, που οι διεθνείς τοκογλύφοι θέλουν να καρπωθούν όλον τον τεράστιο πλούτο που διαθέτει το γωνιακό οικόπεδο που λέγεται: «Ελλάς». Τρέμουν μήπως το Έθνος μας αποκτήσει ‘’φρόνημα’’, γιατί τότε ξέρουν που θα στείλουμε τοκογλύφους και παγκοσμιοποιητές, ξέρουν τι τύχη περιμένει τους προδότες πολιτικάντηδες, στους οποίους επιτρέπουμε να είναι όσο θέλουν δουλικοί, αρκεί να μην ομιλούν για λογαριασμό των Ελλήνων και της Ελλάδος.
Ξέρουν όμως και κάτι άλλο οι ανθέλληνες που μας κυβερνούν: «Ο λόγος είναι ένας μεγάλος δυνάστης, που ενώ έχει το πιο μικρό και αφανές σώμα, επιτελεί τα έργα τα πιο θεϊκά· γιατί μπορεί και το φόβο να σταματήσει και τη λύπη να διώξει και χαρά να προκαλέσει και τον οίκτο να αυξήσει». (Γοργίας Ελένης εγκώμιον §§ 8-14). Φροντίζουν λοιπόν οι παγκοσμιοποιητές να ακούγεται συνέχεια ο δικός τους λόγος που κρατά, με τον φόβο, χαμηλό το φρόνημα του Έλληνα και να φιμώνουν τους Έλληνες Εθνικιστές, που ξέρουν πώς να εξυψώσουν το φρόνημα του λαού, έχουν τη λύση στα βάσανά του, όχι θαυματουργή, όχι εύκολη, αλλά είναι η μοναδική λύση.
Στους ελληνόφωνες «δημοσιογράφους» θυμίζω τα γραφόμενα του Μενάνδρου: «Λέγεις∙ α δε λέγεις, ένεκα του λαβείν λέγεις.», χωρίς να τρέφω πολλές ελπίδες ότι αυτοί οι νεοβάρβαροι, θα συγκινηθούν. Σε αυτούς που σκέπτονται, θα ήθελα να γράψω δυο ιστορικά γεγονότα που συνέβησαν στην πραγματικά Δημοκρατική Αθήνα του 5ου π.Χ. Αιώνα, για να συνειδητοποιήσουν το φρόνημα των προγόνων μας, που συνέτριψαν τα στίφη των βαρβάρων και ταυτόχρονα δημιούργησαν έναν μοναδικό Χρυσούν Αιώνα.
Γεγονός πρώτο: Βρισκόμαστε στις αρχές του 479 π.Χ. και οι θριαμβευτές της Σαλαμίνας Αθηναίοι αντιμετωπίζουν την απειλή νέας εισβολής των Περσών (των οποίων ο στρατός είναι σχεδόν ανέπαφος) στην Αττική, στην οποία μόλις έχουν επιστρέψει και φυσικά έχουν βρει τα πάντα καμένα, λεηλατημένα, γκρεμισμένα. Ο Μαρδόνιος δράττεται της ευκαιρίας και στέλνει πρεσβεία με επικεφαλής τον Βασιλιά της Μακεδονίας Αλέξανδρο (τον Παππού του Μ. Αλεξάνδρου, ο οποίος «έπαιζε» θα λέγαμε τον ρόλο του διπλού κατασκόπου, αφού προσποιούταν ότι είχε μηδίσει, ενώ στην πραγματικότητα βοηθούσε τους Έλληνες). Ο Μαρδόνιος υπόσχεται τα «πάντα» στους Αθηναίους: Να ανοικοδομήσει την πόλη, άφθονο χρυσό, να τους κάνει αυτόνομους, να ελέγχουν όποια περιοχή της Ελλάδος θέλουν κλπ. Τους ζητάει ένα μόνο πράγμα: Να κάνουν ειρήνη με τους Πέρσες και να αναγνωρίσουν ως επικυρίαρχο τον μεγάλο βασιλέα (Ξέρξη). Ο Αριστείδης, ως «Στρατηγός Αυτοκράτωρ» (μετά από ψήφισμα της εκκλησίας του Δήμου) πριν απαντήσει καλεί και πρεσβεία των Σπαρτιατών, με μοναδικό σκοπό να τους δείξει ότι οι Αθηναίοι δεν συμβιβάζονται, αλλά πρέπει επιτέλους η παντοδύναμη πολεμική μηχανή των Λακεδαιμονίων να αρχίσει να «κινείται». Αφού μίλησε ο Αλέξανδρος, ο Αριστείδης ανεβαίνει στο βήμα και απαντά στους βαρβάρους: «Νυν τε απάγγελε Μαρδονίω ως Αθηναίοι λέγουσι, εστ’ αν ο ήλιος την αυτήν οδόν ίη τη περ και νυν έρχεται, μήποτε ομολογήσειν ημέας Ξερξη» (Ηρόδοτος «Ιστορίαι» Η, 143). Δηλαδή στα νέα Ελληνικά: «Και τώρα ανάγγειλε στον Μαρδόνιο, ότι όσον ο ήλιος ακολουθεί την ίδια πορεία, ουδέποτε εμείς θα συνθηκολογήσουμε με τον Ξέρξη». Και ο Αριστείδης συνεχίζει καθησυχάζοντας την πρεσβεία των Σπαρτιατών: «Ουκ έστι χρυσού τοσούτον πλήθος, ουθ’ υπέρ γην ουθ’ υπό γην, όσον Αθηναίοι δέξαιντο αν προ της των Ελλήνων Ελευθερίας» (Πλούταρχος «Αριστείδης») Την μεταφορά στην νέα Ελληνική την αφήνω σαν άσκηση σε όσους υπογράφουν μνημόνια, οι οποίοι καλά θα κάνουν να προσέξουν την δεύτερη πραγματική ιστορία από την ίδια περίοδο και με περίπου τους ίδιους πρωταγωνιστές:
Γεγονός δεύτερο: Καλοκαίρι του 479 π.Χ., ο Μαρδόνιος έχει για δεύτερη φορά καταλάβει και κατακαύσει την Αθήνα και οι Αθηναίοι βρίσκονται πάλι εξόριστοι, πεινασμένοι, άστεγοι, εξαθλιωμένοι στην Σαλαμίνα (όπου λειτουργεί και η Εκκλησία του Δήμου), στην Αίγινα, στην Τροιζήνα κλπ. Ο Μαρδόνιος σκεπτόμενος (σαν τους σημερινούς χαρτογιακάδες των Βρυξελλών), ότι αυτοί οι εξαθλιωμένοι μπορεί τώρα να δελεαστούν από τον χρυσό του, στέλνει πάλι πρεσβεία. Αφού μίλησαν οι πρέσβεις (προς την Εκκλησία του Δήμου), υποσχόμενοι σχεδόν τα «πάντα», σηκώθηκε κάποιος βουλευτής (ανέκαθεν φαίνεται κάποιοι βουλευτές «έρεπαν» προς τον χρηματισμό και την εθνοπροδοσία) ονόματι Λυκίδης και είπε ότι κατά την γνώμη του: «συμφέρει να δεχτούν της προτάσεις του Μαρδονίου και εζήτησε να τεθεί το θέμα προς ψηφοφορία στην Εκκλησία». Οι παρευρισκόμενοι, σηκώθηκαν μονομιάς, περικύκλωσαν τον Λυκίδη και τον εφόνευσαν δια λιθοβολισμού. Αυτό ήταν το φρόνημα των Ελλήνων και αυτή ήταν η πραγματική Δημοκρατία, που έκανε Μαραθώνες, Θερμοπύλες, Σαλαμίνες, Πλαταιές, και ταυτόχρονα δημιούργησε όλο αυτό το θαυμαστό οικοδόμημα που αποκαλούμε «Πολιτισμό».
Ελπίζω να έγινε σαφές πόσο επίπλαστα είναι τα προβλήματα που μας φορτώνουν για να μας ταλαιπωρούν και να μην μας επιτρέπουν να κερδίσουμε ξανά την Πατρίδα μας, να βρούμε ξανά το αβίαστο χαμόγελό μας, να αισθανθούμε πάλι υπερήφανοι Έλληνες. Αρκεί να έχουμε υψηλό φρόνημα και θάρρος να αγωνιστούμε.
Έχουμε λοιπόν πάντα στο νου μας το: «Ἀρχὴ τοῦ νικᾶν τὸ θαρρεῖν» και ήδη ψηλαφούμε τις νίκες του Ελληνισμού που έρχονται.
Ρίκα Θωμάκου