Μέρος 1
Οι Σκοτεινές Δυνάμεις, οι οποίες αποτελούν τον πυρήνα και κινητήριον άξονα των πλανητικών Επικυριάρχων, δεν είναι μόνον εξαιρετικώς καταστροφικές, αλλά επίσης αποδεικνύονται παμπόνηρες, συνετές και με έναν ολοσχερώς διεστραμμένο τρόπο σοφές, διαγράφουσες μιαν αιματηρά τροχιά μέσα στις σελίδες της καταγεγραμμένης ιστορίας, αλλά και πολύ πριν από αυτήν. Οφείλουμε να εγγύψουμε λεπτομερειακώς και με την προσήκουσα προσοχή: Παρατίθενται κάποια αποδεδειγμένα με την πάροδο του χρόνου εργαλεία της διεθνούς συνωμοτικής πλουτοκρατίας, του Μεγάλου Παρασίτου δηλαδή της Παγκοσμίου Οικονομικής Δυνάμεως. Συνεπώς πρέπει να αναγνώσουμε προσεκτικότατα την ακόλουθο αποκαλυπτική ανάλυση των περιγραφομένων αδυσωπήτων τρομακτικών τακτικών, οι οποίες δεν έπαυσαν χρησιμοποιούμενες στην διαχρονική πλανητική πολιτική και πνευματική σύγκρουση.
Ο μεγάλος Διδάσκαλος της Ευρωπαϊκής Παραδόσεως Ιούλιος Έβολα εξήτασε [στο περιοδικόν «La Vita Italiana», τόμος XXVI, τεύχος υπ΄αριθμόν 298 (Ιανουάριος 1938), άρθρον ονόματι «Considerazioni sulla guerra occulta» σελίδες 27-37] τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται από τους παγκοσμίους υπονομευτές (χρησιμοποιών ευφυέστατα κάποιες από τις ιδέες του φίλου του σπουδαίου Γάλλου εσωτεριστή Ρενέ Γκενόν) και απετύπωσε μια σαφή σειρά από αυτές τις μεθόδους ως εξής:
Πρώτον, την φερόμενη ως «θετικιστική υπόδειξη» ή «επιστημονικώς συνεπή πρόταση», η οποία χρησιμοποιείται για να ερμηνεύσει τάχα την ιστορία, αποκλειστικώς με λογικούς όρους βασικών γεγονότων, (τα οποία βεβαίως επηρεάζονται από πολυαρίθμους διαδραστικούς πολιτικούς, κοινωνικούς ή οικονομικούς παράγοντες).
«Η θετικιστική* πρόταση : Πρέπει να συνηθίσουμε στην σκέψη ότι ο λεγόμενος “θετικός” τρόπος γραφής της ιστορίας και της εκτιμήσεως των γεγονότων δεν είναι τόσον το αυθόρμητον προϊόν ή η προκατάληψη μιας στενόμυαλης κοσμοθεωρίας, όσον μια πρόταση την οποίαν οι αντι-παραδοσιακές δυνάμεις έχουν διαδώσει μεθοδικώς στον σύγχρονο πολιτισμό, με στόχο να “συγκαλύψουν” τις ιδικές τους ενέργειες. Εκείνοι που πιστεύουν ότι η ιστορία απλώς δημιουργείται από τους ανθρώπους και καθορίζεται αποκλειστικώς από οικονομικούς, πολιτικούς και κοινωνικούς παράγοντες, αποτυγχάνουν να ιδούν οτιδήποτε πέραν αυτού. Αλλά ένας κόσμος που “δεν βλέπει τίποτε πέραν αυτού” είναι ακριβώς αυτό που χρειάζονται όσοι επιθυμούν να δράσουν υπογείως. Ένας πολιτισμός που κυριαρχείται από την “θετικιστική” προκατάληψη προσφέρει μιαν ιδανική προϋπόθεση για την επιδίωξη δράσεως στην “τρίτη διάσταση”** – και αυτό ακριβώς συμβαίνει στον σύγχρονο πολιτισμό. Ανεφέρθην ανωτέρω σε ερμηνείες που δεν είναι πλέον “θετικιστικές”, αλλά μάλλον στηρίζονται σε αφηρημένες ιδέες όπως “γίγνεσθαι”, “ζωή” ή ακόμα και “Πνεύμα”».
[*Θετικισμός είναι ένα επιστημονικό – φιλοσοφικό δόγμα το οποίον υποστηρίζει πως μία πρόταση ή ένας φυσικός νόμος είναι αληθή μόνον όταν είναι λογικώς επαληθεύσιμα. Η εν λόγω επαλήθευση πρέπει να είναι κατ’ ανάγκην έμμεσος, δηλαδή μία πρόταση είναι αληθής μόνον όταν συνδυαζομένη με κάποιαν άλλη αληθή πρόταση, δίδει αληθή συμπεράσματα. Απορρίπτεται συνεπώς καθετί υπερβατικόν, ήτοι οι απόκρυφες δυνάμεις, ως θεωρούμενες ανύπαρκτες και ασύλληπτες από την νόηση.
** «Στην τρίτη διάσταση»- «nella terza dimensione» (Σ.τ.Μ.) δηλαδή στον «Τρισδιάστατο χώρο» (άλλως καλούμενο και «ευκλείδιο») ήτοι σε ένα γεωμετρικό πρότυπο – μοντέλο τριών παραμέτρων του φυσικού Σύμπαντος (χωρίς να εξετάσουμε τον χρόνο), στο οποίον υπάρχει όλη η γνωστή ύλη. Κατά συνέπειαν αυτής της αναφοράς του συγγραφέως, δηλούται η αποκλειστικώς και κατ΄ εξοχήν υλική δράση, δηλαδή αυτή στην οποίαν υπερέχουν και κυριαρχούν οι δυνάμεις των Επικυριάρχων.]
Κάθε φορά που αυτή η πρώτη μέθοδος καθίσταται αδύνατη, οι απόκρυφες δυνάμεις αποφασίζουν να χρησιμοποιήσουν αντ’ αυτής την επομένη «τακτική της αντικαταστάσεως», την «τεχνική των υποκαταστάτων». Αυτή περιλαμβάνει την συστηματική διασπορά και την εκτενή διάδοση συγκεκριμένων συγχυτικών φιλοσοφικών ιδεών, οι οποίες ημπορούν να χρησιμοποιηθούν ως αντιπερισπασμός για εκείνα τα γεγονότα που ανθίστανται σε μια θετικιστική εξήγηση, να λειτουργήσουν δηλαδή ως «εύπεπτο» υποκατάστατό αυτής της υλιστικής εξηγήσεως. Λειτουργεί συνεπώς η «τακτική της αντικαταστάσεως» ως ένα μέσον αποτροπής των διανοουμένων από την κατανόηση της αληθινής φύσεως των όντως συμβαινόντων δρωμένων στον Κόσμο.
«Οι ερμηνείες οι στηριζόμενες σε αφηρημένες ιδέες μας οδηγούν να εξετάσουμε τον τρόπο με τον οποίον εφαρμόζεται ένα δεύτερο όργανο του αποκρύφου πολέμου, δηλαδή : Η τεχνική των υποκαταστάτων. Αυτή η τεχνική υιοθετείται κάθε φορά που υπάρχει κίνδυνος “αφυπνίσεως” και ορισμένες ενέργειες απειλούν να υπερβούν το απλούν επίπεδον ιδεών, όπου οι δυνάμεις της ανατροπής ημπορούν ευκολότερον να επιδιώκουν την απόκρυφο στρατηγική τους. Στην προαναφερθείσα περίπτωση, ασαφείς ιδέες, όπως αυτές του “γίγνεσθαι”, της “ζωής” και του “απολύτου Πνεύματος” απλώς χρησιμεύουν ως δόλωμα, ριπτόμενο σε εκείνους οι οποίοι δεν ικανοποιούνται πλέον με την θετικιστική προσέγγιση, ώστε τώρα να τους εμποδίσουν να στρέψουν τα βλέμματά τους προς την σωστή κατεύθυνση. Το πεδίο δράσεως καθίσταται έτσι τόσον συγκεκαλυμμένο, καθώς περιβάλλεται από την ομίχλην αυτών των ασαφών ιδεών, όσον συγκεκαλυμμένο ήταν στην σκοτεινή νύκτα του θετικιστικού αγνωστικισμού.***»
***Αγνωστικισμός, ή αγνωστισμός, ή αγνωσιαρχία, ή αγνωστοκρατία, καλείται η φιλοσοφική θεώρηση ότι, η αλήθεια ορισμένων μεταφυσικών υποθέσεων, όπως οι θεολογικοί ισχυρισμοί που αφορούν στην ύπαρξη του Θεού, των Θεών ή θεοτήτων, είναι είτε άγνωστη επί του παρόντος, είτε εγγενώς απρόσιτη. Οι αγνωστικιστές δεν αρνούνται κατηγορηματικώς την ύπαρξη του Θεού, απλώς δεν είναι ικανοποιημένοι με τις αποδείξεις για την ύπαρξη του.]
Ακολούθως οδηγούμεθα προς την τρίτη μεθοδολογία, στρατηγικής μάλιστα αντανακλάσεως, την «τακτική των πλαστογραφιών», των «συκοφαντικών παραχαράξεων». Τούτο το όψιμο στάδιον της μεθοδολογίας των Επικυριάρχων ουσιαστικώς έχει σχεδιασθεί για να επεξηγήσει –προφανώς επ’ ωφελεία τους- με παραπλανητικούς όρους και ψευδείς ερμηνείες εκείνους τους παράγοντες της συνωμοσίας τους, που διοχετεύονται συνεχώς στην τρέχουσα κοινωνική κατάσταση, οπότε αναποφεύκτως αποκαλύπτονται και αρχικώς προκαλούν μια σπασμωδική αντίδραση του Λαού. Η αντίδραση αυτή, συμφώνως με τον Έβολα, ημπορεί συχνάκις να λάβει την μορφή μιας «Παραδοσιακής Αντιστάσεως» ενάντια στον εκφυλισμόν της κοινωνίας.
Βεβαίως, στην συνέχεια, οι απόκρυφες δυνάμεις προκειμένου να αντιμετωπίσουν την διαδικασία αφυπνίσεως και της συνακολούθου αντιστάσεως, αλλά και για να εμποδίσουν τους αληθινούς εχθρούς τους (τους απολογητές της Παραδόσεως) να κερδίσουν ευρυτέρα λαϊκή υποστήριξη, χρησιμοποιούν για αυτήν την αντίδραση των Δυνάμεων της Παραδόσεως, κατά συρροήν και εξακολούθηση, απαξιωτικούς και παραπλανητικούς όρους όπως : «αντίδραση» «αναχρονισμός», «αντι-ιστορία», «στατικότητα», «σκοταδισμός», «φασισμός», «ναζισμός» και «οπισθοδρόμηση».
«Ωστόσον, η “τεχνική των υποκατάστατων”, αναπτύσσεται με έναν πολύ χαρακτηριστικότερο και αποτελεσματικότερο τρόπο, όπως είναι η «τακτική των πλαστογραφιών». Μόλις οι επιπτώσεις αυτής της καταστροφικής διεεργασίας των αποκρύφων δυνάμεων φθάσουν στο υλικό επίπεδο, ημπορεί να προκαλέσουν ορατά φαινόμενα, μέχρις του σημείου να προκαλέσουν αντίδραση. Ευλόγως αυτή η αντίδραση θα αναζητήσει κατόπιν αόριστα σύμβολα και μύθους που θα ημπορούσαν να χρησιμεύσουν ως βάση για μια προσπάθεια ανασυγκροτήσεως. Πράγματι, ημπορεί κανείς να αντιληφθεί ότι τέτοια μέσα είναι κατάλληλα για τον σκοπόν αυτό. Αυτά θα είναι σχεδόν πάντοτε σύμβολα αλλά και σημεία αναφοράς τα οποία στις ιστορικές τους πτυχές αντλούνται από το παραδοσιακό παρελθόν. Είναι εκείνα τα οποία στην συνέχεια θα κληθούν από τα προγονικά βάθη με τις δυνάμεις ενός οργανισμού που αισθάνεται ότι απειλείται με απόλυτο καταστροφή. Σε τέτοιες περιπτώσεις, ο απόκρυφος πόλεμος δεν διεξάγεται με άμεσον τρόπο : Δεν υπάρχει πλέον έκδηλη αντίθεση στα επιλεγμένα σύμβολα, αυτά μάλλον παρεμποδίζονται να κυκλοφορήσουν, ή αλλιώς προωθούνται οι στρεβλώσεις τους, τα χαλκευμένα υποκατάστατά τους. Κατά συνέπειαν, η κίνηση της αντιδράσεως περιορίζεται, αποκλίνει ή και οδηγείται προς την αντίθετο κατεύθυνση, έτσι ώστε να ημπορεί να υπόκειται στις ίδιες επιρροές που υπάρχουν στο κακό το οποίον εσκόπευε να αντιμετωπίσει, αλλά και στην ιδία παρακμή την οποίαν επρόκειτο να υπερβεί – πράγματι μάλιστα θα εξακολουθεί να πιστεύει ότι την υπερβαίνει.
Αυτή η τακτική ημπορεί να υιοθετηθεί σε διαφόρους τομείς, από τον πολιτικό έως τον πνευματικό και αποδεικνύεται σήμερον ιδιαιτέρως αποτελεσματική. Μερικά παραδείγματα είναι χρήσιμα : Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι αυτό της “παραδοσιοκρατίας”. Μια ασαφής επιθυμία να επιστρέψει κανείς στην παράδοση (δηλαδή σε μιαν ιεραρχική και ποιοτική τάξη που επικεντρώνεται στην υπερβατική πνευματικότητα και σε μιαν ελίτ αξιολογηθέντων και νομίμων εκπροσώπων της ) θα αποκλίνει στην μορφή του “παραδοσιακού”. Αυτό στο οποίον συνίσταται αυτή η απόκλιση είναι μία ασαφής παραδοχή κάποιου ερασιτεχνικού ή αγωνιστικού τύπου, παραδοχή που συγχέει την Παράδοση με τα έθιμα και τις συνήθειες, οδηγούσα σε μια στενή ιδιαιτερότητα περιοριζομένη στις εξωτερικώς μεταδιδόμενες μορφές, των οποίων το πνεύμα ποτέ δεν καταλαβαίνει πράγματι. Αυτό είναι δικαιολογημένο παίγνιο για τους εχθρούς της Παραδόσεως και για εκείνους που, με το πρόσχημα της δικαιολογημένης αντι-παραδοσιοκρατίας, επιδιώκουν να επιφέρουν ένα πραγματικό πλήγμα κατά της Παραδόσεως και να ενθαρρύνουν περαιτέρω την επαναστατική ανατροπή. Με αυτόν τον τρόπο, οι δυνάμεις της υγιούς αντιδράσεως συγκρατούνται και ο ελιγμός επιτυγχάνει ευκόλως τον στόχον του.
Αυτό που μόλις περιεγράφη, ημπορεί εν σχέσει με την ιδέαν της φυλής να συμβεί σε ορισμένα ακραία περιβάλλοντα, λόγω συγκεκριμένων υλιστικών και ζωολογικών παραδοχών. Το ίδιον ισχύει και για την ιδέα των Βορειο-Αρίων καθώς και για την παγανιστική ιδέα. Αυτές όλες είναι ιδέες που θα ημπορούσαν αναμφισβητήτως να προωθήσουν την δημιουργική δράση και τις προσπάθειες αποκαταστάσεως μεταξύ ορισμένων λαών του Βορρά, υπό την προϋπόθεση ότι γίνονται αντιληπτές και παρουσιάζονται εκ νέου, συμφώνως όμως με την γνησία φύση και την αρχαία πνευματική και παραδοσιακή σημασία τους. Ωστόσον, όπως ευρίσκονται στα προαναφερθέντα περιβάλλοντα, τείνουν υπό την επιρροήν της παρεκτροπής των εξωτερικών υποκαταστάτων που μόλις περιεγράψαμε: πρωτίστως λόγω ελλείψεως αρχών. Και κατά δεύτερον λόγον, εξ αιτίας των σοβαρών παρεξηγήσεων και παραμορφώσεων που περιβάλλουν την έννοια της αρχαίας “Αριανικότητος”.Τέλος δε, λόγω της τυραννίας των ενδεχομένων εμπλεκομένων συμφερόντων και των παραλόγων παρορμήσεων. Στο πλαίσιον της νέας Ιταλίας, πρέπει να γίνουν τα πάντα για να αποφευχθεί αυτό το φαινόμενο, όταν μερικές φορές επικαλούμεθα την Ρωμαϊκότητα. Η ιδέα της αρχαίας Ρώμης είναι αναμφισβητήτως ανάμεσα σε εκείνες τις ιδέες που ημπορούν να συμβάλουν περισσότερον στην ανασυγκρότηση : Πρέπει συνεπώς να διασφαλίσουμε ότι η αποτελεσματικότης της δεν παραλύεται από παραποιήσεις, απλές ρητορικές εκταφές ή από ακαδημαϊκές, εμπεριστατωμένες, αρχαιολογικές ή απλώς νομικές και πολιτικές εικασίες, οι οποίες φυσικώ τω λόγω τείνουν να αγνοούν εντελώς την κεντρική δύναμη και την ψυχήν της Ρώμης ως σύμβολον.»
[Η εμφατική αναφορά του Διδασκάλου Έβολα στις προβληματικές εσφαλμένες συνεκδοχικές πλευρές της Ρωμαϊκότητος μας διασαφηνίζει την προσήκουσα ορθοτόμο προσέγγιση της Ελληνικότητος, εκ μέρους του Εθνικιστικού Κινήματος].
Το τέταρτον τέχνασμα των Επικυριάρχων είναι η «τακτική της αντιστροφής», με την οποίαν ο δαιμονικός πλανητικός εχθρός των Εθνών επικεντρώνει τις προσπάθειές του σε μιαν επίθεση κατά της πνευματικής σφαίρας : Μετά τον περιορισμόν της επιρροής που θα ημπορούσε να ασκείται στο πεδίον αυτό από τον Χριστιανισμό, (μέσω της ραγδαίας εξαπλώσεως του υλισμού και του επιστημονισμού), οι δυνάμεις της παγκοσμίου υπονομεύσεως έχουν επίσης προσπαθήσει επιμόνως να αποτρέψουν, πειστικώς και πιεστικώς, οποιανδήποτε άλλη τάση προς το υπερφυσικό προκύπτουσα εκτός της επικρατούσης θρησκείας και πέραν του περιορισμού των δογμάτων της. Αυτό σημαίνει ότι, το άτομον αντί να προσπαθήσει να προχωρήσει σε μιαν «ουρανία», πραγματικώς ανωτέρα προσέγγιση του υπερφυσικού, ενθαρρύνεται να διοχετεύσει την πνευματική αναζήτησή του αντιστρόφως, «χθονίως», σε υποκατάστατα της θρησκευτικότητος, σε επιπολαίους αντιπερι-σπασμούς, όπως η ενστικτοκεντρική ψυχολογία και ο θολερός πνευματισμός.
Ο Διδάσκαλος Έβολα επέκρινε σφόδρα την εκ μέρους της Δύσεως διαστρεβλωμένη προσέγγιση και ανάλυση του ανατολικού μυστικισμού, καθώς και το γεγονός ότι η παραδοσιακή σοφία της Ανατολής συχνάκις «ανασυνεσκευάσθη» μέσα στο περιτύλιγμα της Μασονίας και της Θεοσοφίας, ώστε να αναπροσαρμοσθεί βιαίως και να ταιριάξει με τις δυτικές αξίες. Οπότε, λόγω αυτής της διαδικασίας συνεχούς «αραίωσεώς» της η παραδοσιακή σοφία της Ανατολής, κατεκερματίσθη ευκόλως από τους μυστικούς κοινωνούς της παγκοσμίου συνωμοσίας, εγελοιοποιήθη και εν τέλει απερρίφθη ως καθαρά δεισιδαιμονία.
«Η τακτική της αντιστροφής : Οι μυστικές δυνάμεις της παγκοσμίου ανατροπής εγνώριζαν πολύ καλώς ότι η θεμελιώδης υποστηρικτική προϋπόθεση η κειμένη όπισθεν της τάξεως, που έπρεπε κυρίως να καταστραφεί ήταν το υπερφυσικό στοιχείο: Δηλαδή το πνεύμα αντιληπτόν όχι ως μία φιλοσοφική αφαίρεση, αλλά ως ανωτέρα πραγματικότης και τελικός σκοπός σε μια διαδικασία υπερβατικής ολοκληρώσεως της προσωπικότητος κάποιου. Αφού οι μυστικές δυνάμεις της ανατροπής είχαν περιορίσει την επιρροή που εξακολουθούσε να ασκεί η Καθολική παράδοση (και δεν θα ομιλήσουμε εδώ για τα μέσα που υιοθετήθησαν για την επίτευξη αυτού του στόχου), προσεπάθησαν να παρεκκλίνουν και να παραλύσουν όλες τις νέες προσδοκίες προς το υπερφυσικό που θα ημπορούσαν να εμφανιστούν έξω από την κυρίαρχo θρησκεία. Το σύνολον αυτού που ημπορεί να αποκληθεί ονομασθεί νεο-πνευματισμός – και το οποίον περιλαμβάνει όλες τις ποικίλες Θεοσοφικές, Πνευματικές, Ανατολίζουσες και “Αποκρυφίζουσες” αιρέσεις – δικαίως ημπορεί να λεχθεί ότι απορρέει από αυτόν τον ελιγμόν.
Και πάλιν, αυτό που συναντούμε εδώ είναι σχεδόν αποκλειστικώς οι διαστρεβλώσεις, οι πλαστογραφίες και η παραχάραξη των πνευματικών διδασκαλιών εκ μέρους ανθρώπων δίχως τα απαραίτητα προσόντα, οι οποίοι φαίνεται συχνάκις ότι υπέκυψαν σε μιαν όντως δαιμονικήν επιρροή.
Το αποτέλεσμα που επετεύχθη ήταν διττό. Πρώτον, ήταν εύκολον να επεκταθεί η δυσπιστία που σε πολλές περιπτώσεις ορθώς επέπεσε στα ίδια τα δόγματα από αυτές τις πλαστογραφίες τους, θέτουσα έτσι τα δόγματα σε κατάσταση που δεν αποτελούσαν πλέον απειλή. Ημπορούμε επίσης να αναφέρουμε το γεγονός ότι, προσφάτως, ο ελιγμός αυτός έχει επιτευχθεί επιδρών και σε πολιτικούς παράγοντες: Υπάρχουν ορισμένοι κύκλοι οι οποίοι, με καλή πίστη, δεν βλέπουν τίποτε άλλο παρά τον “Τεκτονισμό” (τον οποίον θεωρούν συνώνυμο με την επανάσταση, με την αντίθεση προς τον Χριστιανισμό, και με την διεθνιστική ανατροπή), οπουδήποτε συζητούνται μυστικές ενώσεις και εσωτεριστικά σύμβολα, ακόμη και όταν κάποιος αναφέρεται σε αρχαίες παραδόσεις των οποίων η αρχική πνευματική και αριστοκρατική φύση πρέπει να γίνει γνωστή σε όλους.
Δεύτερον, μέσω παρεξηγημένων θεωριών και ψευδών πρακτικών, όλες εκείνες οι δυνάμεις, οι οποίες καταπνιγείσες από τον υλισμόν, επόθουν κάτι εξω-φυσικόν, εδιοχετεύθησαν όχι προς το υπερφυσικό, αλλά προς το υπο-φυσικό, δηλαδή στο υποσυνείδητο, στον Πνευματισμό και γενικότερον προς έναν κόσμον ο οποίος μακράν του να αντιπροσωπεύει οποιανδήποτε ενσωμάτωση της προσωπικότητος κάποιου, ημπορεί μόνον να προωθήσει την κατάρρευση και την αποσύνθεσή του – έως σημείου να μετατρέψει το άτομο σε εργαλείον ανά τις χείρες των πλέον αδιοράτων κρυφών “επιρροών”. Μέσω της επελθούσης αντιστροφής του νεο-πνευματισμού, η απειλή που δημιουργείται κατά των σκοτεινών δυνάμεων από την γνησία πνευματικότητα έχει περιορισθεί στο ελάχιστον.»
Αθανάσιος Κωνσταντίνου