Site icon ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ

Περί Σπένγκλερ (Μέρος 1)

Περί Σπένγκλερ (Μέρος 1)

Η μορφολογία της ιστορίας του Σπένγκλερ υπήρξεν ίσως το μεγαλύτερον διανοητικόν επίτευγμα του 20ου αιώνος, καθώς όποιαν άποψή και να διατηρεί κάποιος για τις μεθόδους του και για τα συμπεράσματά του, κατ’ ουδένα τρόπον ημπορούμε να αρνηθούμε ότι, υπήρξεν πράγματι ένας σοφός και ρηξικέλευθος πρωτοπόρος αναζητητής, ένας αληθής «Κοπέρνικος της Ιστοριονομίας».

Ο ‘Οσβαλντ Άρνολντ Γκότφριντ Σπένγκλερ (Oswald Arnold Gottfried Spengler) διατυπώνων την λεπτομερή οπτικήν του για την παγκόσμιο ιστορία, επεχείρησε μιαν ολόπλευρο ανάλυση των δυνάμεων που σχηματίζονται, ασκούνται και υφίστανται στον σύγχρονο κόσμο. Αυτές του τις βαθυστόχαστες απόψεις τις εξέθεσε στην σπουδαία μείζονα εργασία του «Η Παρακμή της Δύσεως – Περιγράμματα μιας Μορφολογίας της Παγκοσμίου Ιστορίας».

Επίσης προέβη σε σχηματοποίηση των διαπιστώσεών του περί το σύγχρονό του ιστορικό δρώμενο στο αριστουργηματικόν έργο του «Τα έτη της αποφάσεως» (Die Jahre der Entscheidung), του οποίου μόνον ο πρώτος τόμος εξεδόθη στην Γερμανία (Μόναχο, 1933), ο οποίος και μετεφράσθη στην αγγλική (ως η «Η ώρα της αποφάσεως» -«The Hour of Decision», Nέα Υόρκη, 1934). Αρκούσε και μόνον να διαβάσει κάποιος αυτήν την λαμπρά λεπτομερή εργασία με την φωτεινή – σκιαλυτική ανάλυση των ιστορικών δυνάμεων, (τις οποίες μετά από ογδόντα και πέντε έτη αδυνατούν ακόμη να αντιληφθούν μορφωμένοι και οξυδερκείς παρατηρητές), καθώς και την εξαιρετική του προορατικότητα (την οποίαν τα επακολουθήσαντα γεγονότα απέδειξαν ως απολύτως ορθή), για να αναγνωρίσει αυτομάτως ότι, αυτός ο συγγραφεύς ήταν όντως μία από τις μεγαλύτερες πολιτικές και φιλοσοφικές διάνοιες της Ευρώπης! Ταυτοχρόνως, οιοσδήποτε ανέγνωσε το μνημειώδες έργον του ενθυμείται οπωσδήποτε ότι, η καταπληκτική ακρίβεια της ανάλυσεώς του σχετικώς με την σύγχρονο κατάσταση του κόσμου δεν αποδεικνύει απαραιτήτως και την ισχύν της ιστορικής του μορφολογίας.

Η έκδοση του πρώτου τόμου της «Παρακμής της Δύσεως» το 1918 επροξένησεν έναν κατακλυσμόν αντιπαραθέσεων ο οποίος συνεχίζει έως σήμερα. Η πρώτη κριτική προσέγγιση έγινε από τον συμπατριώτη του, Γερμανό φιλόσοφο Μάνφρεντ Σρέτερ (Manfred Schröter, 1880-1973) στο βιβλίον του «Η διαφωνία περί τον Σπένγκλερ, κριτική των κριτικών του» («Der Streit um Spengler, Kritik seiner Kritiker», εκδόσεις Carl Heinrich Beck, Μόναχο, 1922). Αυτός κατόρθωσε να αποδόσει μία σύνοψη των κριτικών οι οποίες ησκήθησαν σε χρόνο κατά τι περισσότερον των τριών ετών μετά την έκδοση της «Παρακμής». Αντιστοίχως, εάν επεδιώκετο σήμερον η σύνθεση μιας αρκούντως πλήρους, απλής βιβλιογραφίας σχετικής με την κριτικήν επεξεργασία της «Παρακμής», θα εχρειάζοντο αρκετά έτη για να συμπληρωθεί, πιθανότατα δε θα έφθανε τις χίλιες περίπου σελίδες.

Ο πολύς Σπένγκλερ ανεστάτωσεν κυριολεκτικώς την διανόηση της εποχής του με την ανορθολογική (έως παράλογο) και δυσοίωνο «προφητεία» του, ότι θα ημπορούσε να υπάρξει ένας ακόμη πόλεμος στην Ευρώπη, παρά το ότι ο κάθε αφελής επίστευεν βεβαίως ότι μετά το 1918 δεν θα ημπορούσε να υπάρξει οτιδήποτε άλλο παρά μόνον η (βλακωδώς ευχολογιακή και πρακτικώς ανεδαφική) «Παγκόσμιος Ειρήνη».

Δυστυχώς, η πλέον ευφυής κριτική για τον Σπένγκλερ μάλλον υπεκινήθη από ευθυνή συναισθηματική δυσαρέσκεια προς τα συμπεράσματά του. Χαρακτηριστικώς, με ένα άρθρον του το στο έγκριτο και διεθνώς γνωστό περιοδικόν «Αρχαιότης» («Antiquity»), τόμος 1, τεύχος 3 του Σεπτεμβρίου 1927, στις σελίδες 311-325 , ο πολυμαθής Άγγλος φιλόσοφος, ιστορικός και αρχαιολόγος της Οξφόρδης Ρόμπιν Τζωρτζ Κόλινγκγουντ (Robin George Collingwood) έκρινε τόσον υπερβολικώς ώστε να ισχυρισθεί ότι οι δύο τόμοι του Σπένγκλερ δεν του έδωσαν ούτε «μια πραγματικώς νέα ιδέα» κάτι «που δεν είχε διεκπεραιώσει ο ίδιος, εδώ και καιρό, για τον εαυτό του» – και, βεβαίως, απέρριψεν ακόμη και τις λεπτομερείς αναλύσεις του Σπένγκλερ για ιδιαιτέρους συγκεκριμμένους πολιτισμούς.

Ο επιφανής Άγγλος λόγιος γράφει με… δηλητηριώδες φλέγμα στην εισαγωγή του: «Από τότε που ο Πλάτων ανεκοίνωσεν ότι η πορεία της ιστορίας επανήρχετο στην αρχήν της ανά 72.000 χρόνια, αφ΄ότου ο Πολύβιος διέκρινε μια “κυκλική κίνηση” με την οποίαν επανήρχετο η ιστορία των κρατών, πάλιν και πάλιν, στο ίδιο σημείον, η θεωρία των ιστορικών κύκλων υπήρξεν συνηθισμένη στην ευρωπαϊκή σκέψη. Γνωστή στους στοχαστές της Αναγεννήσεως, ετροποποιήθη από τον Τζιανμπατίστα Βίκο (Gianbatista Vico) στις αρχές του 18ου αιώνoς και πάλιν από τον Χέγκελ (Hegel) στις αρχές του 19ου αιώνος. Μια ολοκληρωμένη ιστορία αυτής της ιδέας θα αναδείξει πολλούς περιέργους μετασχηματισμούς και θα καλύψει μια μακράν χρονική περίοδο. Όμως δεν θα γίνει εκ μέρους μας προσπάθεια να συνοψίσουμε αυτήν την ιστορία. Το θέμα του παρόντος κειμένου είναι η πλέον πρόσφατος και, για εμάς, η πλέον “εντυπωσιακή” έκθεση αυτής της γενικής θεωρίας, η οποία περιέχεται στην “Παρακμή της Δύσεως” του Δόκτορος Όσβαλντ Σπένγκλερ.»

Μια σύντομη επισκοπική ματιά στο έργον του Spengler είναι υπεραρκετή για να αποδείξει πως οι επιφυλακτικοί έως… απαξιωτικοί ισχυρισμοί του Κόλινγκγουντ είναι ολιγότερον σοβαροί από έναν πιθανόν ισχυρισμό πως κάποιος γνωρίζει πάντα τα περιεχόμενα της δεκάτης πέμπτης εκδόσεως της Encyclopaedia Britannica του 2010. Ο Κόλινγκγουντ, ο συγγραφεύς του σπουδαίου «Speculum Mentis» («Χάρτης γνώσεως» – 1924) και άλλων φιλοσοφικών έργων, μάλλον πρέπει να κατελήφθη από συναισθηματική δυσαρέσκειαν τόσον έντονη, ώστε δεν ημπορούσε καν να ιδεί πόσον συγχυτική, αλαζονική και απρεπής ήταν η κομορρημοσύνη του, καταφανής στους περισσοτέρους αναγνώστες.

Στις ημέρες μας, (όπου ομολογουμένως ο έως χυδαιότητος αφηγηματικός ρεαλισμός εγγίζει τον χρησιμοθηρικόν κυνισμόν), αποτελεί πλέον απλή κοινοτοπία ότι η «απαισιοδοξία», η μοιροκρατία (φαταλισμός) και η «μοιρολατρία» του Σπένγκλερ υπήρξαν βεβαίως μία τρομακτική εμβροντησία, ένα φοβερό σοκ για την αστήρικτο «προοδευτική» σκέψη, η οποία επαγιώθη εν μέσω των μηχανιστικών παραλογισμών και νομοτελειακών παραισθήσεων του 19ου αιώνος και διετείνετο ότι «τα πάντα στον κόσμο θα καλυτέρευαν συνεχώς και για πάντα».

Η σπενγκλεριανή «κυκλική ερμηνεία» της Ιστορίας εδήλωσε σαφέστατα ότι, ένας πολιτισμός είναι ένας ζων οργανισμός ο οποίος έχει μια καθορισμένη και σταθερά διάρκεια ζωής και ο οποίος κινείται από την «παιδικήν» του ηλικία προς την ενηλικίωση και τον βέβαιο θάνατο!

Τώρα λοιπόν, κατά τον Σπένγκλερ, διάγουμε μιαν φάση της ζωής του «τεχνικού πολιτισμού», στην οποίαν οι παγιωμένες μορφές ζωής αντικαθίστανται από την προσωπική γοητεία των ατόμων. Στο 2000 είμεθα εξελικτικώς «συγχρονισμένοι» και «σύγχρονοι» με την ολιγαρχίζουσα «δημοκρατική» Ρώμη του Λουκίου Κορνηλίου Σύλλα του «Ευτυχούς», την Αίγυπτον της 18ης δυναστείας, (δηλαδή την πρώτην δυναστεία του Νέου Βασιλείου) και την Κίνα όταν ηνώθησαν τα επτά «Μαχόμενα κράτη» της σε μιαν αυτοκρατορία. Συνεπώς αυτό σημαίνει ότι διανύουμε μιαν εποχή εξελισσομένων παγκοσμίων πολέμων, εμφυλίων πολέμων και ποικιλομόρφων διεθνικών «εν ειρήνη» επιβολών, ενώ αναλόγως, περί το 2060 η «Δύση», εάν δεν καταστραφεί από τους εξωτερικούς της εχθρούς, τότε θα ενωθεί υπό την απόλυτον προσωπική κυριαρχία ενός Καίσαρος ή Αυγούστου. Βεβαίως αυτή η μακροπρόθεσμος σπενγκλεριανή προοπτική δεν είναι καθόλου ευχάριστη γιά οποιονδήποτε… «δημοκράτη» αριστερό ή δεξιό.

Η συνακόλουθος κομβική ερώτηση που γεννάται ευλόγως, είναι αν ο Σπένγκλερ είναι ακριβής στην ανάλυση του και εύστοχος στα καταληκτικά του συμπεράσματα. Προφανώς τα πλέον ψύχραιμα άτομα θα θεωρήσουν παντελώς άσχετον το γεγονός ότι τα συμπεράσματά του δεν είναι γοητευτικά και «εύπεπτα». Βεβαίως κάθε απροκατάληπτος παρατηρητής των συγχρόνων καιρών πιθανότατα θα συμφωνήσει ότι, η «δραστική απαισιοδοξία», «ο δραστικός πεσσιμισμός» του Σπένγκλερ κυριολεκτικώς αφυπνίζει και συνεγείρει την «εν τω βάθει συνείδηση», η οποία και αποκλείει κάθε αναιμική λογική εκτίμηση. Μάλιστα, τείνει κανείς να θεωρήσει ότι το ηθικώς ωμό και το φαινομενικώς «συναισθηματικώς απρόσφορον» επίπεδο της εργασίας του υπήρξαν πράγματι τα μεγαλύτερα εμπόδια μιας ευρυτέρας αποδοχής του.

Η «μοιρολατρία» του διόλου δεν ήταν εκείνου του… «παρηγορητικού» είδους που επιτρέπει στους άντρες να παύσουν να μάχονται και να αποφύγουν τις ευθύνες τους. Ας εξετάσουμε επί παραδείγματι τις καταληκτικές γραμμές του βιβλίου του «Ο άνθρωπος και η τεχνολογία. Συνεισφορά προς μία φιλοσοφία της ζωής» («Der Mensch und die Technik. Beitrag zu einer Philosophie des Lebens», εκδόσεις Carl Heinrich Beck, Μόναχο, 1931) :

«Ήδη ο κίνδυνος είναι τόσον μεγάλος, για κάθε άτομο, κάθε τάξη, κάθε λαό, ώστε είναι λυπηρόν να λατρεύουμε οποιανδήποτε ψευδαίσθηση. Ο χρόνος δεν υποφέρει ώστε να σταματήσει. Δεν υφίσταται θέμα συνετής υποχωρήσεως ή σοφής απορρίψεως. Μόνον οι ονειροπόλοι πιστεύουν ότι υπάρχει διέξοδος. Η αισιοδοξία είναι δειλία.

Είμεθα γεννημένοι εντός αυτής της εποχής και πρέπει να ακολουθήσουμε γενναίοι την πορεία μας προς το πεπρωμένο τέλος. Δεν υπάρχει κανείς άλλος τρόπος. Το καθήκον μας είναι να διατηρήσουμε την ήδη απωλεσθείσα θέση μας, χωρίς ελπίδα, χωρίς διάσωση, όπως εκείνος ο Ρωμαίος στρατιώτης του οποίου τα οστά ευρέθησαν εμπρός σε μιαν εξώθυρα στην Πομπηία, ο στρατιώτης ο οποίος κατά την διάρκεια της εκρήξεως του Βεζουβίου απέθανε στην θέση του επειδή ελησμόνησαν να τον απαλλάξουν. Αυτό είναι μεγαλείο. Αυτό σημαίνει το να είσαι καθαρόαιμος. Το έντιμον τέλος είναι το μοναδικόν πράγμα που δεν ημπορεί να αφαιρεθεί από έναν άνδρα.

Τώρα, είτε η αυστηρά πρόβλεψη που κείται όπισθεν αυτού του συμπεράσματος είναι σωστή, είτε όχι, ουδείς άνθρωπος ικανός να ζήσει στο παρόν ημπορεί να διαβάσει αυτές τις γραμμές χωρίς να αισθανθεί την καρδία του να ανυψώνεται από το μέγα ήθος ενός ευγενούς πολιτισμού – την πνευματική δύναμη της Δύσεως, η οποία ημπορεί να γνωρίζει την τραγωδία και να είναι άφοβος. Ταυτοχρόνως δε η διακήρυξη αυτή θα προκαλέσει υστερία στα μεταξύ μας ευρισκόμενα αμφίφυλα ανθρωπάρια, στους πονηρούς δειλούς, που ελπίζουν μόνον να δραπετεύσουν με ασφάλεια μέσα στο σκότος και να παχαίνουν με την αποσύνθεση ενός πολιτισμού ευρισκομένου απείρως πέραν της κατανοήσεώς τους.

Αυτή η αντίθεση είναι αφ΄ εαυτής ένα πολύ σημαντικό δεδομένο για μιαν εκτίμηση της παρούσης καταστάσεως του πολιτισμού μας…»

Οι βαθείες, εν μέρει λεπτολόγες λογικές σκέψεις και οι εν μέρει γενικευτικές ανορθολογικές και εξωλογικές σκέψεις, η εκχυλίζουσα διαισθησιαρχία και ο στοχαστικός μυστικισμός του Σπένγκλερ υπήρξαν εύκολοι «στόχοι» για τους προκατειλημμένους υλιστές και λογοκρατούμενους κριτικούς του. Όλες οι προσπάθειες να ευρεθεί η αληθής και πυρηνική έννοια της Ιστορίας είχαν καταγγελθεί σφόδρα από τους κάθε είδους θετικιστές και τους νεοκαντιανούς του τότε πρόσφατου 19ου αιώνος, ως κάποια δήθεν ανυπόστατος και ανεύθυνη «μεταφυσική κερδοσκοπία». Αυτή η τοποθέτηση δεν ήλλαξεν, αλλά μάλλον εσκλήρυνε μετά από την άνοδο του νεο-θετικισμού και την έφοδο της αναλυτικής παραδόσεως. Τέλος η προκατειλημμένη και μικρόψυχη παραμαρξιστική κριτική των «αριστερών»… λογίων, κείται ουσιαστικώς πέραν πάσης επιστημονικής προσεγγίσεως, καθώς αποτελεί παράγωγον νοσηρού εμμονοϊδεασμού κατά του… «φασίστα» Σπένγκλερ.

[Μια από τις ελάχιστες εξαιρέσεις ήταν ο σπουδαίος Αυστροεβραίος φιλόσοφος Λούντβιχ Γιόζεφ Βιτγκενστάϊν (Ludwig Josef Johann Wittgenstein, 1889-1951), ο οποίος εμοιράζετο ανενδοιάστως την πολιτιστικήν απαισιοδοξία του Σπένγκλερ, του οποίου την επιρροήν ανεγνώριζεν εμφανώς: «Επί πλέον θέλω να ειπώ : Αυτοί οι άνθρωποι δεν πρέπει να καταλήγουν στην άποψη ότι κάμνουν μαθηματικές ανακαλύψεις, αλλά μάλλον φυσικές ανακαλύψεις. Πόσον πολύ επηρεασμένος είμαι στην σκέψη μου από τον Σπένγκλερ» («Συλλογή σχολίων», 1999, τόμος 1, σχ.12531 – Απρίλιος, 1942).

Ομοίως, ο Φινλανδός λογικός και φιλόσοφος Γκέοργκ Χένρικ φον Βριγκτ (Georg Henrik von Wright, 1916–2003), εκπρόσωπος της αναλυτικής φιλοσοφίας και συνάμα διάδοχος του Βιτγκενστάϊν στο πανεπιστήμιον του Κέμπριτζ, απεδέχθη επίσης την «κυκλική άποψη της ιστορίας» του Σπένγκλερ, μάλστα δε το 1951 συνέγραψεν ένα δοκίμιον με το οποίον συνέκρινε τον Σπένγκλερ με τον Άρνολντ Τζόζεφ Τόϊνμπι (Arnold Joseph Toynbee, 1889-1975).]

Αθανάσιος Κωνσταντίνου

Exit mobile version