Μέρος 3
«Η Ευρώπη έχει χάσει την απλότητά της, έχει χάσει την κεντρικότητά της, έχει χάσει τη ζωή της. Η δημοκρατική ασθένεια και το σημιτικό δηλητήριο την διαβρώνουν σε όλες τις ρίζες της – βαθέως, έως τον νόμο, τις επιστήμες και την θεωρητική σκέψη της. Όσο για τους Ηγέτες – δηλαδή, εκείνα τα όντα που διακρίνονται, όχι από την βία, την πλεονεξία για το κέρδος ή την ικανότητά τους ως εκμεταλλευτές σκλάβων, αλλά αντιθέτως, από αδιατάρακτες και υπερβατικές ποιότητες ζωής – δεν υπάρχει κανείς. Η Ευρώπη είναι ένα μεγάλο αναίσθητον σώμα, κατειλημμένο και συντετριμμένο από μιαν ανησυχία που ουδείς τολμά να την εκφράσει. Ένα σώμα του οποίου αίμα είναι ο χρυσός, σάρξ του είναι μηχανές, εργοστάσια και εξοπλισμοί, ενώ εγκέφαλος του είναι μια … σελίς εφημερίδος. Ένα άμορφο σώμα που τινάζεται, οδηγούμενο ακαταπαύστως από σκοτεινές και απρόβλεπτες δυνάμεις, το οποίον συντρίβει ανελεήτως οποιονδήποτε προσπαθεί να του αντιταχθεί ή ακόμη και να αποφύγει απλώς τον μηχανισμόν του.»
Ιούλιος Έβολα: «Ευρωπαϊκή Παρακμή» (1928)
Η λύση που προτείνει ο Διδάσκαλος Έβολα για το πολυσχιδές, πολυεπίπεδον και πολυσύνθετον πρόβλημα που απορρεέι από την γενικευμένη επίθεση των δυνάμεων της διαλύσεως εναντίον των παραδοσιακών εθνικών κοινωνιών, περιλαμβάνει πρωτίστως ως αναγκαία συνθήκη την «Παραδοσιακή Αφύπνιση», κατά την διάρκειαν της οποίας οι πλέον αφοσιωμένοι υποστηρικτές της Παραδόσεως συνειδητοποιούν επακριβώς την τεραστίαν έκταση στην οποίαν διεξάγεται η εν εξελίξει κοσμογονική μάχη στο μυστικό και απόκρυφο πεδίο. Ωστόσον, ο ίδιος ο Ευρωπαίος Μύστης παραδέχεται επίσης ότι, προς το παρόν, δεν διαθέτουμε άνδρες ικανούς (ποιοτικώς και ποσοτικώς) για την πρέπουσα καταπολέμηση αυτής της ανθρωποκτόνου δαιμονικής πλανητικής ασθενείας. Συνεπώς το άμεσον αντίμετρον «πρώτης ανάγκης» αυτής μας της ελλείψεως είναι : μεθοδική μελέτη, λεπτομερής πληροφόρηση και ακάματη ενάργεια !
Και συνεχίζει επεξηγών ο Διδάσκαλος Έβολα : «Ο απόκρυφος πόλεμος είναι εκείνος ο πόλεμος που διεξάγεται παρασκηνιακώς από τις δυνάμεις της παγκοσμίου ανατροπής, με την χρήση μέσων τα οποία είναι σχεδόν πάντα αόρατα στις συνήθεις μεθόδους διερευνήσεως. Ως εκ τούτου, η έννοια του αποκρύφου πολέμου ανήκει σε μια τρισδιάστατο άποψη της ιστορίας, όπου η ιστορία δεν θεωρείται επιφανειακώς, συμφώνως προς τις δύο διαστάσεις προφανών αιτιών, γεγονότων και κινητηρίων δυνάμεων, αλλά συμφώνως προς την τρίτη της διάσταση, εκείνην του βάθους: Ένα υπόγειον ρεύμα αποφασιστικών δυνάμεων και επιρροών οι οποίες συχνάκις δεν είναι αναγώγιμες στο απλό ανθρώπινο στοιχείο, ατομικό ή συλλογικό.
Αξίζει να διασαφηνισθεί η έννοια του όρου «υπόγειον», καθώς δεν πρέπει να ταυτίζεται με ένα οποιοδήποτε σκοτεινό και παράλογον υπόστρωμα αντικειμενικής ιστορίας – κάτι που συμβαίνει εν σχέσει με το γνωστόν πρόσωπο της ιστορίας, όπως στέκει το υποσυνείδητο εν σχέσει με την αφυπνιστική συνείδηση του ατόμου. Αυτή, αντιθέτως, ημπορεί να είναι μια κατάλληλος αναλογία για εκείνους που είναι αντικείμενα και όχι υποκείμενα της ιστορίας, συμφώνως προς αυτήν την τρισδιάστατη άποψη των γεγονότων: «Αντικείμενα της ιστορίας», δηλαδή οι άνθρωποι που δεν επιδεικνύουν καμίαν επίγνωση των πραγματικών επιρροών οι οποίες επιδρούν στις σκέψεις και στις πράξεις τους, ούτε στους μέσω αυτών πραγματοποιηθέντες στόχους, οπότε φαίνεται έτσι πως επικεντρώνονται περισσότερον στο υποσυνείδητον και στο ασυνείδητόν τους παρά στην αφυπνιζομένη συνειδητότητα τους.
Από αυτήν την άποψη, στο επίπεδον του υποσυνειδήτου διενεργούνται τα αποφασιστικότερα βήματα του αποκρύφου πολέμου. Ωστόσον, από την άποψη των πραγματικών θεμάτων της ιστορίας, τα πράγματα είναι αρκούντως διαφορετικά : Εδώ δεν πρέπει να ομιλούμε για το υποσυνείδητον ή το ασυνείδητον, αλλά μάλλον να αναλογιζόμεθα δυνάμεις που είναι πολύ περισσότερον από απλώς έξυπνες – δυνάμεις οι οποίες ξέρουν πολύ καλώς τι θέλουν και ποία ημπορεί να είναι τα προσφορότερα μέσα ώστε να επιτύχουν τους στόχους τους. Θα ήταν εξαιρετικώς επικίνδυνο να υποθέσουμε ότι αυτό το υπόστρωμα της ιστορίας αποτελείται από το «ανορθολογικό», από την «ζωή», από το «γίγνεσθαι» ή από οποιανδήποτε άλλη από αυτές τις ασαφώς οριζόμενες οντότητες, όπου έχει καταλήξει ο σύγχρονος ιστορικισμός στην προσπάθειά του να υπερβεί την θετικιστική ιστοριογραφία. Πράγματι, θεωρώ αυτήν την παραδοχή του ιστορικισμού ως μίαν από τις προτάσεις που προωθήθησαν σε ορισμένα περιβάλλοντα μέσω αποκρυφιστικών μέσων, ακριβώς ως μέρος της στρατηγικής του αποκρύφου πολέμου στην σύγχρονον εποχή. Αλλά αργότερον θα εξηγηθώ σαφέστερον. Προς το παρόν, αρκεί να επισημανθεί το ακόλουθον σημείο: Δεν πρέπει να επικαλύψουμε την τρίτη διάσταση της ιστορίας με την ομίχλη των αφηρημένων φιλοσοφικών απόψεων. Θα πρέπει να την θεωρούμε ως κατοικημένη και καταλαμβανομένη από συγκεκριμένες «ευφυΐες», οι οποίες σχεδόν πάντοτε έχουν εκδηλωθεί μέσω ορισμένων μυστικών εταιρειών και οργανώσεων, δίχως ποτέ να συμπέσουν εντελώς ή δίχως να επιτευχθεί απόλυτος εκπλήρωσή τους μέσω οποιασδήποτε από αυτές.
Μεταξύ των διαφόρων αντιλήψεων που υπάρχουν στην Δύση περί ιστορίας, εκείνη που είναι πιθανότερον να οδηγήσει σε τέτοιες απόψεις είναι ίσως εκείνη των Καθολικών Χρισταινών. Αυτή η αντίληψη θεωρεί συνήθως την ιστορία όχι ως μηχανισμόν ρυθμιζόμενο από φυσικά, πολιτικά, οικονομικά ή κοινωνικά αίτια, αλλά ως έκπτυξη ενός είδους σχεδίου («προνοιακό» σχέδιον) που αντιτίθεται στις εχθρικές δυνάμεις και στους ιστορικούς εκπομπούς τους. Αυτοί προσλαμβάνουν είτε τον ηθικόν προσδιορισμό των «δυνάμεων του κακού», είτε τον θρησκευτικό, χριστιανικό προσδιορισμό των αντιχριστιανικών δυνάμεων ή των δυνάμεων του Αντιχρίστου. Μια τέτοια αντίληψη αντιπροσωπεύει ένα καλό σημείο εκκινήσεως, εφ’ όσον μεταφερθεί από το θεολογικόν επίπεδο στο πρακτικό, μετατρέπουσα το σημείο εκκινήσεως σε μια γενική αρχή για μια λεπτομερή ερμηνεία των γεγονότων. Μόλις γενικευθεί, αυτή η αντίληψη πρέπει επίσης να εξετασθεί σε σχέση με τους μη χριστιανικούς πολιτισμούς. Αναφορικώς προς τους τελευταίους και σε σχέση με τα ανθρώπινα θεσμικά όργανα, θα ήταν πλέον ενδεδειγμένο να ομιλούμε απλώς για τις αντιτιθέμενες δυνάμεις της Παραδόσεως και τις αντι-παραδοσιακές δυνάμεις, τις δυνάμεις της πνευματικής ιεραρχίας και της επαναστατικής ανατροπής, τις δυνάμεις του Κόσμου και του Χάους. Φυσικώ τω λόγω, από μια συγκεκριμένη προοπτική, οι αντιπαραδοσιακές δυνάμεις θα φαίνονται πως συμπίπτουν με τις αντι-καθολικές, καθώς συμφώνως προς την Καθολική Χριστιανική παράδοση οι αντι-καθολικές δυνάμεις επιδιώκουν να καταπολεμήσουν το παραδοσιακόν πνεύμα εν γένει, υπονομεύουσες τις βάσεις ολοκλήρου της ιεραρχίας και ανατρέπουσες έτσι τους ιστορικούς αντιπροσώπους της.
Δεν ημπορεί κάποιος να τονίσει ιδιαιτέρως την ανάγκη να υιοθετηθεί σήμερον μια τέτοια άποψη, η οποία δεν πρέπει να θεωρείται ως μία «φιλοσοφική εικασία» μεταξύ πολλών άλλων εικασιών, αλλά ως ουσιαστικόν βοήθημα για αληθινή δράση. Θα ήθελα εδώ να αναφερθώ σε ένα απόσπασμα από τα περίφημα Πρωτόκολλα, στα οποία ήδη επέστησα την προσοχή στο παρελθόν: “Το καθαρώς ζωώδες πνεύμα των Εθνικών, δεν είναι ικανόν ν’ αναλύση και να παρατηρήση καν, και ακόμη περισσότερον ίνα προΐδη εις τί δύναται να καταλήξη η υπό ωρισμένην τινά μορφήν παρουσίασις του ζητήματος. Εν τη διαφορά ταύτη της ικανότητος περί το σκέπτεσθαι μεταξύ των Εθνικών και ημών, αντιλαμβάνεται τις ευκρινώς την σφραγίδα της εκλογής ημών και το ανθρωπιστικών ημών σήμα. Tο πνεύμα των Εθνικών είναι ενστικτώδες, ζωώδες. Βλέπουσιν, αλλά δεν βλέπουσι και ούτε εφευρίσκουσιν, εκτός ίσως υλιστικών πραγμάτων”. (XV)
Ο όρος goyim χρησιμοποιείται για να περιγράψει τους μη Εβραίους (τα «έθνη» – τους «εθνικούς») σε αυτό το συγκεκριμένο απόσπασμα, όπου το Ισραήλ παρουσιάζεται ως ο κύριος παράγων της παγκοσμίου ανατροπής. Ωστόσον, ο όρος ημπορεί επίσης να εφαρμοσθεί γενικότερον σε εκείνους τους ανθρώπους που περιέγραψα ως «αντικείμενα της ιστορίας». Είναι πράγματι ανησυχητικόν να σημειώσω πόσον συχνά εξακολουθεί να ισχύει σήμερον αυτή η ετυμηγορία σχετικώς με τους goyim. Η άποψη των περισσότερων λεγομένων «ανδρών της δράσεως», σε σύγκριση με εκείνη των κρυμμένων εχθρών τους, ημπορεί να θεωρηθεί παιδική: Οι άνδρες αυτοί εστιάζουν όλες τις δυνάμεις τους σε αυτό που είναι απτόν, αλλά είναι ανίκανοι να διακρίνουν τις σχέσεις αιτίας και επιδράσεως, εκτός από εξαιρετικώς περιορισμένα πεδία εφαρμογής, τα οποία είναι σχεδόν πάντοτε αδράς υλικής φύσεως. Εκτός αυτού, επιδεικνύουν πλήρην έλλειψη αρχών, διότι στην συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων πιστεύουν ότι η άποψη της δράσεως δεν ημπορεί να υποταχθεί «δογματικώς» σε καμίαν αρχή, καθώς πρέπει να ανταποκρίνεται στις «επιτακτικές ανάγκες του παρόντος».
Δυστυχώς, αυτό εξακολουθεί να είναι το επίπεδον πολλών αντεπαναστατικών δυνάμεων σήμερον. Η κατάσταση αυτή ημπορεί να συγκριθεί με εκείνη ενός ανδρός που είναι αρτίως εξοπλισμένος για ορειβασία μεγάλου υψομέτρου – με άρβυλα πεζοπορίας, υπνόσακο, σχοινί και αξίνη πάγου – και έχει περάσει πολλές δύσκολες δοκιμές, αλλά όταν αντιμετωπίζει μιαν υδατίνη έκταση, λίμνη ή θάλασσα, επιλέγει να ριφθεί εντός με ενθουσιασμό, με την πεποίθηση ότι ο εξοπλισμός του θα εξακολουθεί να του είναι χρήσιμος και θα τον βοηθήσει να προχωρήσει. Στην πραγματικότητα, απλώς θα βυθισθεί ταχύτερον.
Ο απόκρυφος πόλεμος διεξάγεται στο πεδίον αυτού που – για να δανεισθώ μιαν εικόνα προερχομένη από τις εμπειρικές επιστήμες – θα ημπορούσαμε να αποκαλούμε «απρόβλεπτον» ή πεδίον των απροβλέπτων ποσοτήτων. Αυτός ο πόλεμος συχνάκις προκαλεί σχεδόν ανεπαίσθητες αλλαγές, από τις οποίες απορρέουν σταδιακώς, αλλά μοιραίως, εντυπωσιακά αποτελέσματα. Σχεδόν ποτέ δεν λειτουργεί αντιπαραθέτων δεδομένες δυνάμεις εναντίον άλλων δυνάμεων. Αντιθέτως, χειρίζεται τις υπάρχουσες δυνάμεις ώστε να επιτύχει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Αυτό που απεκάλεσε κάποτε ο Wundt «ετερογονία των σκοπών» («Heterogonie der Zwecke») παίζει έναν ιδιαιτέρως κρίσιμον ρόλο: Είναι λοιπόν κρίσιμον ζήτημα να διασφαλίσουμε ότι, ενώ ορισμένες δυνάμεις ή άνδρες πιστεύουν πως προσπαθούν και εν τέλει επιτυγχάνουν έναν συγκεκριμένο σκοπό – και το κάνουν μόνοι τους – ημπορούν στην πραγματικότητα να επιφέρουν ή ενθαρρύνουν κάτι πολύ διαφορετικό, κάτι που αποκαλύπτει την ύπαρξη επιρροής και νοημοσύνης η οποία τους υπερβαίνει. Για τον λόγον αυτόν, σε άλλες περιπτώσεις, υπεστήριξα ότι η εξέταση της «διαφοράς» μεταξύ του επιθυμητού και του τι όντως συμβαίνει, μεταξύ των αρχών ή των προγραμμάτων και των πραγματικών ιστορικών τους συνεπειών, αυτή η εξέταση παρέχει τα καλύτερα στοιχεία σε όσους επιθυμούν να ανακαλύψουν ποίες είναι οι πραγματικές ενεργές δυνάμεις στην ιστορία. Σε αυτό το άρθρο, ηθέλησα να προχωρήσω πέραν από τα γενικά θέματα, ώστε να συζητήσουμε μερικές από τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται συχνότερον στην εποχή μας από τις κρυφές δυνάμεις της παγκοσμίου ανατροπής στην προσπάθειά τους να καλύψουν τις δικές τους πράξεις, να αποτρέψουν τους εχθρούς τους και να διατηρήσουν την επιρροή τους . Ο αναγνώστης πρέπει να ενημερωθεί ότι σε αυτό που είχα να ειπώ, πολλές φορές εξέφρασα παρατηρήσεις που διετύπωσεν ο René Guénon σε διάφορα έργα του. Πιστεύω ότι όταν πρόκειται για τέτοια θέματα, η αυθεντία και τεχνογνωσία του Guénon είναι ασύγκριτη εν σχέσει με οιονδήποτε σύγχρονο δυτικό συγγραφέα.»
[Τον ελληνογενή όρον «ετερογονία» τον έπλασεν ο διάσημος Γερμανός ψυχολόγος και φιλόσοφος Βίλχελμ Μαξιμίλιαν Βουντ (1832-1920), ο οποίος τον εχρησιμοποίησε στο έργον του «Ethik» το 1886. Εκεί αναφέρεται «Das Prinzip der Heterogonie der Zwecke», η αρχή της ετερογονίας των σκοπών, συμφώνως προς την οποίαν οι συνέπειες των πράξεών μας υπερβαίνουν τον σκοπόν τον οποίον έχουμε θέσει αρχικώς, δημιουργούσες νέα κίνητρα τα οποία με την σειρά τους έχουν νέες επιδράσεις, έτσι ώστε τελικώς μια αρχική αιτία παράγει αποτέλεσμα σαφώς διαφορετικό από το επιζητούμενο. Ο Βουντ δεν επεξέτεινε την ανάλυσή του στην πολιτική, αλλά την εστίασε στην κατά τρόπον απρόβλεπτο παραγωγή ηθών και εθίμων από τις θρησκευτικές τελετές.
Στην ελληνικήν, η λέξη «ετερογονία» καταγράφεται πρώτη φορά το 1893 στην μελέτη «Περί γενέσεως του ανθρώπου» του Κεφαλήνος νομομαθούς, λογίου και πολιτικού Ιωάννη Σκαλτσούνη. Επίσης στο εννεάτομον «Μέγα λεξικόν όλης της Ελληνικής γλώσσης» του Δημητρίου Δημητράκου γίνεται ρητή αναφορά στον Βουντ: «Ετερογονία των σκοπών: ο υπό του Βουντ διατυπωθείς νόμος των ψυχικών φαινομένων, καθ’ όν αιτία τις παράγει αποτέλεσμα διάφορον του επιζητουμένου». Επιπλέον στο εγκυκλοπαιδικό λεξικόν Ελευθερουδάκη, ο Βιθυνός καθηγητής της Ορθοδόξου Δογματικής Χρήστος Ανδρούτσος γράφει στο αντίστοιχον λήμμα : «Ετερογονία των σκοπών. Ούτω καλεί ο Βουντ τον ψυχικόν νόμον της εξελίξεως καθ’ ον πάσα πράξις επάγεται αποτελέσματα μη προοραθέντα υπό του πράττοντος υποκειμένου, άτινα παράγουν πάλιν ελατήρια εις νέας ενεργείας…. Τα μεγάλα κοινωνικά αποτελέσματα άτινα επήγαγε η εις την Ασίαν του Μεγάλου Αλεξάνδρου εκστρατεία, καταλύσασα τους υφισταμένους εθνικούς φραγμούς, ου μόνον δεν προωράθησαν αλλ’ εξ εναντίας και αντέκειντο άντικρυς εις τας τότε κρατούσας ελληνικάς αντιλήψεις».]
«Το γεγονός ότι, λόγω περιορισμών του χώρου έχω δώσει μερικά μόνον παραδείγματα και επικεντρώνομαι κυρίως στην απεικόνιση ορισμένων αρχών, ελπίζω ότι δεν θα εμποδίσει τους αναγνώστες να συνειδητοποιήσουν πόσον ευρέως ημπορούν να εφαρμοσθούν αυτές οι αρχές και ποία αποτελέσματα ημπορούν να επιτευχθούν από ειδικευμένα άτομα που επιθυμούν να τις υιοθετήσουν και να τις εφαρμόσουν μεθοδικώς σε οποιονδήποτε τομέα. Ημπορεί να υποστηριχθεί ασφαλώς ότι δεν υπάρχει σχεδόν καμία περιοχή στην οποίαν οι δυνάμεις της παγκόσμιας ανατροπής δεν έχουν οδηγήσει τον απόκρυφο πόλεμόν τους. Στην πραγματικότητα, εκείνες οι περιοχές που ημπορεί να φαίνονται ολιγότερον πιθανόν να επηρεαστούν από τέτοιου είδους πράγματα είναι ακριβώς εκείνες οι οποίες, κατ’ αρχήν, πρέπει να προσεγγίζονται με την μεγίστη δυνατή προσοχή.
Αξίζει να υπογραμμισθεί εκ νέου ότι, δεν πρόκειται εδώ για «φιλοσοφικές θέσεις», αλλά για κάτι αρκούντως απτό. Ουδείς ηγέτης ή μαχητής στο μέτωπον της Παραδόσεως και κατά της υπονομεύσεως δεν ημπορεί να ισχυρισθεί ότι είναι προετοιμασμένος να διεκπεραιώσει την πραγματικήν του αποστολήν, εκτός εάν έχει προηγουμένως αναπτύξει την ικανότητα να διακρίνει σαφώς αυτό το υπόγειο δίκτυον αιτιών. Πρέπει να εντοπίσει αμέσως την δράση αυτών των αοράτων εργαλείων που χρησιμοποιεί ο εχθρός μας σε κάθε εποχή η οποία, όπως και η σημερινή, σηματοδοτεί μια στιγμήν τελικής λήψεως αποφάσεων και τον τελικόν αγώνα για έναν ολόκληρο κύκλο πολιτισμού».
Μεταξύ των περί ζωής και ιστορίας μαρτυριών που συνεκτιμά ο Διδάσκαλος Έβολα (όπως σαφώς καταγράφει στο περιβόητον σύγγραμά του «Άνθρωποι και ερείπια») είναι και οι ισχυρισμοί του πασιγνώστου, δαιμονίου Αγγλοεβραίου Πρωθυπουργού της (το πάλαι) Μεγάλης Βρετανίας Βενιαμίν Ντισραέλι ότι : «O κόσμος κυβερνάται από ανθρώπους εντελώς διαφορετικούς από αυτούς που φαντάζονται εκείνοι που δεν ημπορούν να ιδούν τα παρασκήνια» και : «Το κοινό δεν συνειδητοποιεί ότι σε όλες τις συγκρούσεις εντός των εθνών και στις συγκρούσεις μεταξύ των εθνών, υπάρχουν, εκτός από τους ανθρώπους εκείνους που είναι προφανώς υπεύθυνοι για αυτές, άλλοι, κρυμμένοι υποκινητές, οι οποίοι με τα εγωιστικά τους σχέδια καθιστούν τις συγκρούσεις αυτές αναπόφευκτες. . . . Όλα όσα συμβαίνουν στην συγκεχυμένη εξέλιξη των λαών είναι προπαρασκευασμένα κρυφίως, ώστε να εξασφαλίσουν την κυριαρχία συγκεκριμμένων ανθρώπων. Είναι αυτοί οι άνθρωποι, γνωστοί και άγνωστοι, τους οποίους πρέπει να ανεύρουμε οπίσω από κάθε δημόσιον γεγονός».
Ο Έβολα αντιμετωπίζει επίσης τα «Πρωτόκολλα των σοφών της Σιών» ως αποδείξεις του αποκρύφου πολέμου. Αναγνωρίζει ότι τα «Πρωτόκολλα» δεν είναι πραγματικά πρωτόκολλα, αλλά μάλλον μια λογοτεχνική παρουσίαση ενός μυστικού προγράμματος για την παγκόσμιο κυριαρχία. Όμως κατά την άποψή του, η αλήθεια των πρωτοκόλλων δεν ημπορεί να αποδειχθεί ή να διαψευσθεί με τον εντοπισμόν της προελεύσεώς τους. Αντ’ αυτού, η αλήθειά τους αποδεικνύεται από την αντιστοιχία τους με πραγματικά γεγονότα. Έτσι, κατ’ αυτόν : «Η αξία του εγγράφου ως υποθέσεως εργασίας είναι αναμφισβήτητος : Παρουσιάζει τις ποικίλουσες όψεις της παγκοσμίου ανατροπής (μεταξύ των οποίων ορισμένες πτυχές της που προορίζοντο να περιγραφούν και να ολοκληρωθούν μόνον μετά πολλά έτη ύστερα από την δημοσίευση των Πρωτοκόλλων), με όρους που την αποδίδουν ως ένα σύνολον, στο οποίον ευρίσκουν την επαρκή λογική τους αιτία και τους λογικούς τους συνδυασμούς».
Όσοι Συναγωνιστές επιφυλάσσονται ότι, τα κομβικά υπόγεια και σκοτεινά δρώμενα της Ιστορίας είναι πράγματι δυνατόν να αποκαλυφθούν, οφείλουν να ενθυμούνται πάντοτε τον θεόπνευστον ευαγγελικό λόγο: «Ου γαρ εστίν κρυπτόν ο ου φανερόν γενήσεται, ουδέ απόκρυφον ο ου μη γνωσθή και εις φανερόν έλθη». (Κατά Λουκάν 8:17)
Αθανάσιος Κωνσταντίνου