Εδώ και ημέρες διαβάζω στην επικαιρότητα άρθρα, απόψεις και προσεγγίσεις τόσο στα ελληνικά δημόσια μεσα ενημέρωσης και δικτύωσης, όσο και στον ξένο τύπο, από τα οποία αισθάνεται κάποιος ότι η δυστυχής συγκυρία της ενσκύψασας πανδημίας ως άλλος πολιορκητικός κριός αναμένεται να διεμβολίσει αξίες και ελευθερίες που εγκατέστησαν αιώνες πλέον τις σύγχρονες κοινωνίες ως κράτη δικαίου και ασφάλειας.
Είναι σαφές ότι η κατάσταση ανάγκης μας έφερε όλους αντιμέτωπους με αλήθειες που καιρό τώρα αρνούμασταν να δεχθούμε, ενίοτε δε και κατά περίπτωση, όταν τις ακούγαμε αποσπασματικά, τις χαρακτηρίζαμε ακόμη και ως γραφικότητες ή και υπερβολές.
Δεν μας προβλημάτισε ποτέ έως και σήμερα για ποιο αληθή λόγο, όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια, τα Κράτη νομοθετούσαν μέτρα η άθροιση των οποίων μαθηματικά οδηγούσε στη σημερινή πραγματικότητα.
Πότε αλήθεια αποκτήσαμε συλλογική ανοσία στον περιορισμό των δικαιωμάτων μας και τι σημαίνει αυτό για το μέλλον; Είναι πραγματικά μια κατάσταση ανάγκης ή εξομοίωση ενός κοινωνικού πειράματος η επιτυχία του οποίου εξαρτάται από την αντοχή του υποκειμένου σε αυτό;
Στο διαδίκτυο κυκλοφορεί μια μελέτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την οικονομία της Ευροζώνης, χρονολογημένη το έτος 2006, αντικείμενο της οποίας αποτελεί ο πιθανός αντίκτυπος μιας πανδημίας στα κράτη και οι επιπτώσεις που θα υπάρξουν στα οικονομικά μέσα και αγορές με τον ακριβή τίτλο The macroeconomic effects of a pandemic in Europe. A model-based assessment. Ακολουθούν τα εξής άκρως διαφωτιστικά αποσπάσματα:
«Η έκθεση CBO παρουσιάζει δύο σενάρια – ένα σοβαρό και ένα ήπιο.
Στο σοβαρό σενάριο, έχουν μολυνθεί 90 εκατομμύρια Αμερικανοί – που αντιστοιχούν σε νοσηρότητα ή συνολικό ποσοστό επίθεσης 30 τοις εκατό – και από αυτούς περίπου 2 εκατομμύρια υποτίθεται ότι πεθαίνουν – που αντιστοιχεί σε ποσοστό θνησιμότητας 2,5 τοις εκατό. Στο ήπιο σενάριο, το ποσοστό επίθεσης ορίζεται στο 25% και το ποσοστό θνησιμότητας 1,14%. Υποβάλλονται ορισμένες επιπλέον υποθέσεις σχετικά με εβδομάδες εκτός εργασίας σε διάφορους τομείς κλπ. Αυτοί οι αριθμοί προέρχονται από μελέτες παγίδων του παρελθόντος.
Βλέπε για παράδειγμα Dowdle (2006), ο οποίος καταλήγει στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει προβλέψιμο πρότυπο εμφάνισης πανδημιών. Για να υπολογίσουμε τις οικονομικές επιπτώσεις μιας μελλοντικής πανδημίας στην ΕΕ, υιοθετούμε το αυστηρό σενάριο από την έκθεση της CBO.
Έτσι, υποθέτουμε ότι μια πανδημία στην Ευρώπη θα έχει ποσοστό νοσηρότητας 30 τοις εκατό και ποσοστό θνησιμότητας 2,5 τοις εκατό. Υποθέτουμε επίσης ότι ο αριθμός των εβδομάδων εκτός εργασίας εξαιτίας της πανδημίας είναι κατά μέσο όρο 3 εβδομάδες. Αυτό ισχύει τόσο για τους μολυσμένους όσο και για εκείνους που επιλέγουν να μένουν στο σπίτι για να φροντίζουν τους άρρωστους.
Τα ποσοστά ασθενείας και θνησιμότητας θεωρείται ότι κατανέμονται ομοιόμορφα σε ομάδες ηλικιών.
Η εφαρμογή αυτών των αριθμών στα ποσοστά ασθενείας και θνησιμότητας στην ΕΕ των 25 υποδεικνύει ότι περίπου 150 εκατομμύρια Ευρωπαίοι θα αρρωστήσουν για τρεις εβδομάδες και το 2,5% αυτών, δηλαδή το 0,75% του συνολικού πληθυσμού, θα πεθάνει.
…Η υπόθεση της μέσης διάρκειας τριών εβδομάδων λόγω της πανδημίας είναι επίσης υψηλότερη από το πρότυπο από το παρελθόν. Ο Kilbourne (2006) επισημαίνει ότι κατά τη διάρκεια της ισπανικής γρίπης οι μολυνθέντες ήταν συνήθως μόνο αρρώστιοι με πυρετό για 3-5 ημέρες, έτσι ώστε η συνολική περίοδος της νόσου ήταν μικρότερη.
Από παλαιότερες αποδείξεις γνωρίζουμε ότι οι πανδημίες δεν εκτείνονται σε μεγάλες χρονικές περιόδους. Το μεγαλύτερο μέρος του αποτελέσματος περιορίζεται σε περίοδο περίπου τριών έως τεσσάρων μηνών.
Κατά τον υπολογισμό των οικονομικών αποτελεσμάτων, διαχωρίζουμε τα αποτελέσματα μεταξύ προσφοράς και ζήτησης. Οι επιδράσεις στην προσφορά προκύπτουν από την απώλεια των ωρών εργασίας, ενώ οι επιπτώσεις της ζήτησης ή οι ψυχολογικές επιδράσεις οφείλονται κυρίως σε προληπτικά μέτρα που λαμβάνονται από τον πληθυσμό για την αποφυγή μόλυνσης. Είναι πιθανό ότι ορισμένες δραστηριότητες, όπως ταξίδια και συναντήσεις και κοινωνικοποίηση με άλλους ανθρώπους σε εστιατόρια, μπαρ, κινηματογράφους κ.λπ., θα μειωθούν σημαντικά.
Η εκτίμησή μας για το μακροοικονομικό κόστος μιας πανδημίας στην Ευρώπη είναι υψηλή, καθώς διερευνήσαμε ένα αρκετά σοβαρό ιατρικό σενάριο με ποσοστό θνησιμότητας μεγαλύτερο από εκείνο της ισπανικής γρίπης στην Ευρώπη το 1918-1920.
Και τελειώνει με το εξής συμπέρασμα:
Παρόλα αυτά, μια τέτοια πανδημία δεν πρέπει να εξηγήσει την οικονομική καταστροφή για την Ευρώπη. Οι μακροοικονομικές επιπτώσεις μιας μελλοντικής πανδημίας, όπως εκτιμάται εδώ, έχουν περίπου το ίδιο μέγεθος με εκείνες μιας μεγάλης ύφεσης.»
Ήρθε πραγματικά το τέλος; Βρισκόμαστε ενώπιον μιας Αποκάλυψης; Προφανώς και Όχι.
Είναι προφανές ότι μελέτες, όπως η παραπάνω, σε μια εποχή ακραία θετικής εξέλιξης της Ιατρικής επιστήμης και ικανής πρόβλεψης δεν μπορούν να δικαιολογηθούν με ιστορικές αναλογίες δανεισμένες από την Ισπανική Γρίπη ή Πανδημίες που απησχόλησαν τις κοινωνίες αιώνες πριν και όταν ακόμα τα μέσα ήσαν ανύπαρκτα.
Ακόμη και αν θεωρήσουμε ότι η παρούσα κατάσταση είναι deus ex machina για τη Νέα Τάξη, δεν παύει να είναι μια απειλή για τις κοινωνίες και τα Έθνη, όχι υλικά, ούτε ποσοτικά, κυρίως όμως ποιοτικά.
Είναι βέβαιο πως η διαφαινόμενη παγκόσμια κρίση θα αποτελέσει μια ευκαιρία να δοθούν νέες θέσεις εργασίας στις βιολογικά και ηθικά γηρασμένες χώρες της Ευρώπης από τους νέους «εποίκους», να αναδιανεμηθεί η παραγωγή σε καθημαγμενες οικονομικά χώρες στη σκία κλειστών συνόρων, τις οποίες προηγουμένως έχουν «εφοδιάσει» με «βολικό» και ατελείωτο έμψυχο υλικό.
Εξάλλου μόνο έτσι μπορεί να εξηγηθεί η στάση της φιλικής στην Μεγάλη Ήπειρο γείτονας Χώρας που στα ακριτικά μας σύνορα έχει αναλωθεί σε έναν ανελέητο «πόλεμο» νεοεποικισμού, κάτω από το μαλακό υπογάστριο της Δύσης.
Η προσφορά εν προκειμένω προηγήθηκε της ζήτησης και η επόμενη ημέρα θα βρεί τον Νέο Κόσμο στην αναθεωρητική λογική ενός νέου μανιφέστου που ως τίτλο θα έχει την επιβίωση και όχι την πρόοδο.
Στην επιβίωση δεν υπάρχει η πολυτέλεια των επιλογών, αλλά ο περιορισμός του κινδύνου και δεν υπάρχει μεγαλύτερος φόβος από την ίδια μας την ύπαρξη.
Οι αναλύσεις και οι ατελεύτητες συζητήσεις όμως δεν παράγουν αντισώματα στον κόσμο και τις Ιδέες του, αλλά η πνευματική άσκηση που θα κατοχυρώσει στην μετά εποχή το «εμβόλιο» για μια διαφορετική πανδημία, αυτή της παγκοσμιοποίησης μέσα από κράτη που προσδιορίζονται ως οικονομίες και όχι ως κοινωνίες.
Ο μεγάλος Βίκτωρ Ουγκώ για το λόγο αυτό είχε εύστοχα προειδοποιήσει: Σε τούτες τις στιγμές του πανικού φοβάμαι περισσότερο εκείνους που φοβούνται.
Ν.Π.Μ.